Εκτύπωση του άρθρου

 
 
 
 
Προλέγοντας
 
Η σχέση της ποίησης με το στιγμιότυπο, με τη μνημείωση ή την αφόρμηση ενός χρονικού στίγματος, μπορεί να μας οδηγήσει σε πολλούς συνειρμούς. Στην πάλη της ανθρώπινης περιπέτειας γενικότερα με τον χρόνο, την αγωνία να κρατήσουμε και να κρατηθούμε από τη στιγμή, να μνημονεύσουμε το αποτύπωμά της, να πολεμήσουμε τον οξύ πόνο της λήθης. Πολλές περιπτώσεις θα μπορούσε κανείς να επικαλεστεί. Ήρθαν στον νου μου δύο: Το ποίημα Η Πεδιάς και το Νεκροταφείον του Κώστα  Καρυωτάκη και το Διερώτηση για να μην κάθομαι άνεργος του Νίκου Καρούζου.
 
1. Κώστα Καρυωτάκη, Η ΠΕΔΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟΝ 
(Πίναξ ημιτελής)
 
Ἔχει πιὰ δύσει ὁ ἥλιος τοῦ χειμῶνα,
καὶ γρήγορα, σὰ θέατρο, σκοτεινιάζει,
ἢ σὰ νὰ πέφτει πέπλο σὲ μία εἰκόνα.
Ἄλλο δὲ βρίσκει ὁ ἄνεμος, ταράζει
μόνο τ᾿ ἀγκάθια στὴν πεδιάδα ὅλη,
μόνο κάποιο χαρτὶ σ᾿ ὅλη τὴ φύση.
Μὰ τὸ χαριτωμένο περιβόλι
αἷμα καὶ δάκρυα τὸ᾿ χουνε ποτίσει.
Ἀδιάκοπα τὰ δέντρα ξεκινοῦνε,
κι οἱ πέτρινοι σταυροὶ σκίζουν σὰ χέρια
τὸν οὐρανὸ ποὺ σύννεφα περνοῦνε,
τὸν οὐρανὸ ποὺ εἶναι χωρὶς ἀστέρια.
(Ὡραῖο, φρικτὸ καὶ ἀπέριττο τοπίον!
Ἐλαιογραφία μεγάλου διδασκάλου.
Ἀλλὰ τοῦ λείπει μία σειρὰ ἐρειπίων
κι ἡ ἐπίσημος ἀγχόνη τοῦ Παγκάλου.)
 
Υπάρχουν τρία στιγμιότυπα σ’ αυτό το σκοτεινό όσο και πολυσχολιασμένο ποίημα του Καρυωτάκη: α. η αποτύπωση της «πεδιάδας», β. το πέρασμα από το «νεκροταφείο» και γ. μια εκτέλεση δι’ απαγχονισμού. Τα τρία στιγμιότυπα συναιρούνται σε ένα ποίημα, που αφήνει ειρωνικά το τέλος του να εκκρεμεί, έτσι ώστε να ολοκληρώνει την προσδοκία του προαναγγελθέντος Πίνακος Ημιτελούς της αρχικής παρενθέσεως. Καθώς εξελίσσεται το κείμενο, οι τρεις αφετηρίες του, όσο  φαίνεται πως συνδυάζονται άλλο τόσο εν τέλει αλληλοϋπονομεύονται, με τον γνώριμο αποδομητικό τρόπο του ποιητή: α. «Πεδιάς»: Το φυσικό τοπίο, ενώ οικοδομείται με τα στοιχεία ήλιος-άνεμος-αγκάθια, άλλο τόσο αποδομείται με τα: θέατρο, πέπλο σε εικόνα, χαρτί. β.. «Νεκροταφείον»: Ενώ ο «πίνακας» φαίνεται ότι πάει να αρτιωθεί από τα αναμενόμενα για τον χώρο του στιγμιοτύπου: πέτρινοι σταυροί, αίμα και δάκρυα, ανατρέπεται μέσα από το οξύμωρο του χαρακτηρισμού και της απροσδόκητης κίνησης: χαριτωμένο περιβόλι, αδιάκοπα τα δέντρα ξεκινούνε, οι πέτρινοι σταυροί σκίζουν σα χέρια/ τον ουρανό που σύννεφα περνούνε. γ. «Πίναξ ημιτελής»: Η αγχόνη της εκτελέσεως επί Παγκάλου, το ιστορικό στιγμιότυπο της αφόρμησης, ίσως, του ποιήματος «λείπει» από τον «πίνακα», αφήνοντάς τον έτσι «ημιτελή». Κι ενώ λείπει το στιγμιότυπο ουσιαστικά και από το ποίημα, παρολαυτά εκείνο που δεν περιγράφεται, μέσα από την υπαινικτική του σιωπή, γίνεται η πρώτη ύλη και εν ταυτώ η τελευταία πινελιά στην ολοκλήρωση της αποτύπωσης της ποιητικής στιγμής. Το ποίημα σταματά, μόλις προσγειώνεται στο ιστορικό στιγμιότυπο: του Παγκάλου. Σε εκείνο ακριβώς το σημείο όπου ολοκληρώνεται, προεξέχει κι αυτό που πάντα θα μένει ημιτελές: η ανθρώπινη περιπέτεια καθώς συνθλίβεται ανάμεσα στις μυλόπετρες της ιστορίας.
 
2. Νίκου Καρούζου, ΔΙΕΡΏΤΗΣΗ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΚΑΘΟΜΑΙ ΑΝΕΡΓΟΣ 
 
Ποτέ στ’ αλήθεια δεν το ’μαθα 
                           τι είναι τα ποιήματα 
Είναι πληγώματα 
                      είν’ ομοιώματα 
                                        φενάκη 
                                                φρεναπάτη; 
Φρενάρισμα ίσως; 
                       ταραχώδη κύματα; 
                                       τι είναι τα ποιήματα; 
Είν’ εκδορές απλά γδαρσίματα; 
                                      είναι σκαψίματα; 
Είναι ιώδιο; είναι φάρμακα; 
                     είναι γάζες επίδεσμοι 
                                   παρηγόρια ή διαλείμματα; 
Πολλοί τα βαλσαμώνουν ως μηνύματα. 
Εγώ τα λέω ενθύμια φρίκης.
 
Το ποίημα του Νίκου Καρούζου, διαλέγεται με τον τρόπο ποιητικής αποτύπωσης του στιγμιοτύπου του Καρυωτάκη μέσω κυρίως του συσχετισμού: «πλήγωμα-ομοίωμα-βαλσάμωμα»: το ποίημα αφορμάται από μια πληγή ή/και συνιστά το ίδιο «πληγή», δημιουργεί ένα προσ-«ομοίωμα» πραγματικότητας που καθώς διαρρέει την βιωματική του εμπειρία, αποκρυσταλλώνεται ως «μήνυμα» προς άγνωστο παραλήπτη, ένα μήνυμα που αποτελεί «βαλσάμωμα» της εμπράγματης στιγμής, ένα πάγωμα του εμπειρικού χρόνου . Διαμορφώνει ωστόσο μια δική του μετα-εμπειρία, που δεν είναι παρά μια εναγώνια προσπάθεια διάσωσης της μνήμης. Μια μνημείωση που αντί να προσλαμβάνεται ως παραμυθία συνιστά ένα αποτύπωμα φρίκης. 
 
Επιλέγοντας
 
Μέσα από την πάλη των ποιητών με την χρόνο, αγγίζουμε τον αψηλάφητο χώρο της ύπαρξης, εκεί που φωλιάζει ο μεταφυσικός μας τρόμος. Παρατηρώντας το εξής θαυμαστό: ενώ υπάρχουν στα κείμενα αυτά όλα εκείνα τα συγκεκριμένα στοιχεία που τα καρφώνουν στον τόπο και στον χρόνο, αυτά διαφεύγοντας, κινούνται στα όρια της ρεαλιστικής και φαντασιακής επιλογής, όλα είναι και δεν είναι ταυτοχρόνως, με υλικά που προέρχονται τόσο από τον χώρο της ρεαλιστικής προσήλωσης όσο και από αυτόν μιας αφηγηματικής φαντασμαγορίας. Ό,τι φαίνεται ως ρεαλιστικό προβάλλει εν ταυτώ με το σχήμα του αδυνάτου. Κι ενώ οι εικόνες της ποιητικής περιπέτειας εμφανίζονται αρχικά ως συνηθισμένες, αφήνουν ωστόσο στο τέλος κάποια παράθυρα ερμητικά κλειστά, αχρηστεύοντας τα ερμηνευτικά αντικλείδια. Γιατί κάτω από την επιφάνεια της ένσαρκης κυριολεξίας αισθανόμαστε πως χτυπά η άλλη φλέβα του κειμένου: η σκοτεινή περιπέτεια της ποιητικής οδύνης. Στο όνομα όλων μας.
                                                                                

Ημ/νία δημοσίευσης: 7 Δεκεμβρίου 2017