Εκτύπωση του άρθρου

ΕΥΑ ΜΟΔΙΝΟΥ

 

Οφηλία

Οι καλαμιές στον άνεμο λικνίζονται
φορτωμένες ψυχές τα χαράματα
πάχνη των θρήνων τις σκεπάζει
μιας στιγμής καρφωμένης – το αιώνιο «γιατί»
των θυμάτων η στερνή κραυγή  Και πώς
να την ξεκαρφώσω από τα σπλάχνα
αυτό το ηλιόλουστο πρωινό;

Στα μαλλιά της Οφηλίας μικρά πουλιά
τραγουδούν ακόμη κι εκείνη στολισμένη
ρείκια πορτοκαλάνθια ασφοδίλια
ταξιδεύει στο ποτάμι τη σιωπηλή της έκσταση

Ίσως να μού μιλά
Η φωνή της ένας λευκός τσικνιάς
πετά από τον Άδη  - σχεδιάζει ακατάληπτα
το αόρατο

Ποιό μυστήριο διηγείται καθώς
ο ήλιος ανεβαίνει βλέμμα το βλέμμα
χρόνο το χρόνο από το κόκκινο στο χρυσό
από το ιώδες στο πορφυρό του αίματος
έως τη σιωπή των ακίνητων νερών
της νύχτας την αχερούσια ροή;

Το ποτάμι κρατά καλά τα μυστικά του
μέσα στη λάσπη του βυθού αέναα
τ’ ανασκαλεύει∙

όπως το νόστο των ναυαγών

 


Ημ/νία δημοσίευσης: 21 Μαΐου 2016