Εκτύπωση του άρθρου


"Πορτρέτο Πριν το Σκοτάδι" της Λιάνας Σακελλίου
Εκδόσεις Τυπωθήτω, 2010


Γράφει η ΤΑΤIΑΝΗ ΡΑΠΑΤΖΙΚΟΥ


Το Πορτρέτο Πριν το Σκοτάδι (2010) αποτελεί την τρίτη κατά σειρά ποιητική συλλογή της Λιάνας Σακελλίου μετά από τις Πάρε με σαν Φωτογραφία (2004) και Αφές Ρέουσες (1992). Οι αναγνώστες και στις τρεις συλλογές έρχονται σε επαφή με ένα συνεχώς μεταλλασσόμενο ποιητικό τοπίο στο οποίο κυριαρχούν η δυναμική κίνηση των λέξεων και κατ’ επέκταση των εικόνων που αυτές συνθέτουν μεταφέροντάς μας με αυτόν τον τρόπο σε έναν κόσμο όπου η φαντασία, το συναίσθημα και το φυσικό στοιχείο δημιουργικά συνδιαλέγονται και αλληλο-μεταμορφώνονται. Ο τίτλος της συλλογής, Προτρέτο πριν το Σκοτάδι, χρονικά τοποθετεί τους αναγνώστες σε μια ιδιάζουσα στιγμή της ημέρας λίγο πριν πέσει το σκοτάδι, όπου σκιές και αποχρώσεις συγχέονται οδηγώντας τους έτσι σε μια άλλη, ρευστή διάσταση της πραγματικότητας.  

Η ποιήτρια επιχειρεί στην παρούσα συλλογή να πειραματιστεί με την πρωτογενή εμπειρία και να αποκαλύψει αυτά τα οποία η στεγανή πραγματικότητα κρατά στα περιθώρια του συνειδητού και του ασυνείδητου. Συγκεκριμένα, έναυσμα της συλλογής αυτής αποτελεί η σχέση του ζευγαριού Edward James και Tilly Losch η οποία αποτελεί την αφετηρία για να κτιστεί, όπως σημειώνει η ποιήτρια στο «Σημείωμα» της συλλογής, «ένα[ς] φανταστικό[ς] διάλογο[ς]» (σελ. 50) ο οποίος κινείται πέρα από τα όρια της αυτοβιογραφίας και τις σελίδες της συλλογής με σκοπό την εύρεση της αρχέγονης πηγής της ίδιας της εμπειρίας. Ακόμη και τα φωτογραφικά πορτρέτα του James και της Losch που κοσμούν τη συλλογή αυτή δεν αποτελούν παρά το σκαλοπάτι για να μεταβεί κανείς σε έναν κόσμο πριν το σκοτάδι, ρευστό, αντισυμβατικό και ονειρικό όπου η βιογραφία διαθλάται και αναπροσδιορίζεται μέσα από την οπτική ματιά της ίδιας της ποιήτριας.  

Ο Edward James, Βρετανός εκατομμυριούχος, ποιητής και προστάτης πολλών σουρεαλιστών καλλιτεχνών, όπως του Salvador Dali και του René Magritte, και η Tilly Losch, Bιεννέζα χορεύτρια και σταρ, παντρεύτηκαν στις αρχές τις δεκαετίας του 1930. Κατά τη διάρκεια της σύντομης σχέσης τους, η οποία έληξε με ένα σκανδαλώδες διαζύγιο το 1934,ο James δε δίστασε να εκφράσει το θαυμασμό του για εκείνη μέσω της επαγγελματικής στήριξης που της παρείχε με την ίδρυση της εταιρείας κλασικού μπαλέτου LesBallets το 1933 με καλλιτεχνικό διευθυντή τον George Balanchine σε συνεργασία με τον οποίο ανέβασαν το έργο The 7 Deadly Sins στο οποίο η Losch ερμήνευσε τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Ο James εκδηλώνει τον θαυμασμό του για την Losch και με άλλους πιο ιδιαίτερους τρόπους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το πράσινο χαλί που συνεχίζει να καλύπτει την κυκλική σκάλα στην προσωπική τους κατοικία στο Monkton στην Αγγλία. Σε αυτό ζήτησε ο James να υφανθούν τα αποτυπώματα των βρεγμένων ποδιών της  Losch—κάτι που μαρτυρά όχι μόνο τα έντονα συναισθήματά του για εκείνη αλλά και τη ζωντάνια και θηλυκότητα της συντρόφου του. Η ποιήτρια της συλλογής Πορτρέτο Πριν το Σκοτάδι επιλέγει να αποτυπώσει λεκτικά την εμπειρία αυτή με τους ακόλουθους στίχους:

Θ’αποτυπώσω τα πέλματά σου,
νωπά απ’το μπάνιο,
στο χλόινο χαλί της σκάλας.  

Ο πόθος
δημιουργεί παραισθήσεις. 

Η σκάλα οδηγεί στην κάμαρή μας.
Το φως θα μας βρει σμαραγδί. (σελ
. 30)

Με τον τρόπο αυτό η ποιήτρια κατορθώνει να μετατρέψει το συγκεκριμένο γεγονός σε κάτι πιο σύνθετo μια και τα ονόματα του James και της Losch δεν εμφανίζονται πουθενά στο ποιητικό κείμενο. H λεκτική απεικόνιση επομένως των νωπών ποδιών δεν περιγράφει κάτι που σχετίζεται με ένα υπαρκτό πρόσωπο ή γεγονός αλλά οδηγεί τους αναγνώστες ένα βήμα πιο πέρα προσφέροντάς τους το «πορτρέτο» μιας θελκτικής αλλά μυστηριώδους θηλυκής παρουσίας. Την αίσθηση αυτή η ποιήτρια την αποτυπώνει ποιητικά στις αποχρώσεις του χλόινου και σμαραγδένιου χρώματος, καθώς και στις παραισθήσεις που γεννά ο πόθος μετατρέποντας μια καθημερινή, σωματική κίνηση σε μια συναισθηματική, φαντασιακή και σουρρεαλιστική εμπειρία. Μέσω της ποιητικής της γραφής η ποιήτρια κατορθώνει να ενώσει το αρσενικό και το θηλυκό σε μια μεταλλασσόμενη και αυθόρμητη εμπειρία καθώς αυτό το οποίο προέχει είναι η ίδια η εμπειρία και όχι το πως αυτή φιλτράτεται ή περιγράφεται από το ποιητικό εγώ.  

Είναι σε αυτό ακριβώς το σημείο όπου μπορεί κανείς να εντοπίσει τη δυναμική του ποιητικού λόγου αυτής της συλλογής, που έντονα θυμίζει την ανοιχτή ποίηση άλλων δημιουργών. Η ποιήτρια έχει συστηματικά ασχοληθεί τόσο σε ερευνητικό όσο και σε διδακτικό επίπεδο με την ποίηση σημαντικών ποιητών και ποιητριών από την άλλη όχθη του Ατλαντικού, όπως της Έμιλυ Ντίκινσον, της Χίλντα Ντούλιτλ, του Γκάρυ Σνάιντερ, της Σύλβια Πλαθ και της Ντενίζ Λέβερτοβ μεταξύ άλλων, και κυρίως με τον τρόπο που ο κάθε ένας από αυτούς ανατρέπει τα δεδομένα της εποχής του γύρω από τη συγγραφή της ποίησης στην προσπάθειά του να προσφέρει μια διαφορετική οπτική γωνία ως προς την πρόσληψη της καθημερινής εμπειρίας όχι απλά περιγράφοντάς την αλλά εξωτερικεύοντας την εσωτερικότητά της. Στην παρούσα ποιητική συλλογή είναι έκδηλο το ενδιαφέρον της ποιήτριας για τη μεταβλητότητα και πλαστικότητα της ίδιας της γλώσσας στον τρόπο που προσλαμβάνει τόσο το φυσικό κόσμο που μας περιβάλλει όσο και τον κόσμο που περικλείεται μέσα μας. Σε ένα άλλο κείμενό της για την προβολική ποίηση του Αμερικανού Τσαρλς Όλσον, από την ομάδα των ποιητών Μπλακ Μάουντεν της δεκαετίας του 1950, η ποιήτρια δηλώνει ότι σημασία έχει «[η] ικανότητα του ποιητή να επιστρέψει την εμπειρία στη γενέθλια χώρα της, να ξανασυλλάβει και να αποκαταστήσει τη χαμένη του επαφή με τις ασυνείδητες πηγές της ύπαρξής του και να γίνει φορέας και μέτοχος σε μια μεγαλύτερη από το εγώ του δύναμη, τη φύση» (Εισαγωγή: «Charles Oslon: Προβολική ή ανοιχτή ποίηση», σελ. 3). Αυτή είναι ακριβώς η αίσθηση που αποκομίζουν οι αναγνώστες αυτής της ποιητικής συλλογής καθώς μέσα από τη ματιά της ίδιας της ποιήτριας ο πραγματικός τόπος, ο οποίος δεν είναι άλλος από την κατοικία όπου κάποτε έμεναν ο James και η Losch, η εσωτερική της διακόσμηση και το φυσικό τοπίο που την περιβάλλει μετουσιώνονται σε «ένα είδος αναζήτησης [...] / μια περιπέτεια αισθήσεων» (σελ. 11) όπως η ίδια η ποιήτρια γράφει στο Πορτρέτο Πριν το Σκοτάδι. Και συμπληρώνει, «Θά’ θελα να το ανασυνθέσω ελεύθερα, /να το εξερευνήσω με τη βελόνα στον κίνδυνο» (σελ. 11), επιχειρώντας με αυτόν τον τρόπο να μεταδώσει στους αναγνώστες την ρευστότητα και συνεχή μεταβλητότητα του ποιητικού γίγνεσθαι το οποίο κάθε στιγμή απο-συνθέτει και ανασυνθέτει τόσο την εξωγενή όσο και την ενδογενή πραγματικότητα η οποία αποτυπώνεται διαφορετικά σε κάθε μια από τις σελίδες της συλλογής. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι κάθε σελίδα λειτουργεί σαν ένα αντισυμβατικό λεκτικό «πορτρέτο» που έρχεται να συμπληρώσει τα ασπρόμαυρα φωτογραφικά πορτρέτα του James και της Losch που κοσμούν τη συλλογή. Στόχος αυτής της λεκτικής και φωτογραφικής αντιπαραβολής ή αλληλοσυμπλήρωσης είναι η απελευθέρωση των φωτογραφικών “εγώ” από τον οπτικό εγκλεισμό τους. Η συνεχής ποιητική μεταμόρφωσή τους από σελίδα σε σελίδα οδηγεί τη ματιά του αναγνώστη σε ποικίλες λεκτικές περιπλανήσεις  όπου συμβατοί συσχετισμοί καταλύονται και απρόσμενες λεκτικές αντι-παραθέσεις αναδύονται. «Αγγίζεσαι από το μίτο / μιας νέας αφήγησης» (σελ. 19), γράφει η ποιήτρια, η οποία «Αναμφίβολα σε συγκινεί» (σελ. 19). Με άλλα λόγια, κάθε ένα από τα ποιήματα της συλλογής μπορεί να αποτελέσει είτε το έναυσμα μιας καινούργιας αφήγησης είτε μέρος των ποιητικών κειμένων που έχουν προηγηθεί. Υιοθετώντας μια διαφορετική ποιητική «φόρμα» για την κάθε σελίδα, η ποιητική αυτή συλλογή προσφέρει μια διαφορετική οπτική γωνία καθώς ο ποιητικός λόγος δεν παραμένει σταθερός αλλά τυπογραφικά ανασυνθέτεται σε ποικιλία στροφών και στίχων οι οποίοι δεν εσωκλείονται σε καμιά προσχεδιασμένη ποιητική «φόρμα» και δεν συμβιβάζονται με κανέναν ποιητικό κανόνα. Η τυπογραφική τους αποτύπωση είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την εμπειρία, το συναίσθημα ή την προοπτική που αποδίδει η κάθε σελίδα καθώς σημασία έχει όχι μόνο το πως αντιλαμβάνεται κάποιος την ποιητική γραφή αλλά και πως τη διαβάζει. Η εναλλαγή επομένως της έντυπης μορφής του κειμένου σε κάθε μια από τις σελίδες της συλλογής βοηθά τους αναγνώστες να κατανοήσουν τις εναλλαγές στον ρυθμό, ήχο και δομή της εμπειρίας που αποτυπώνεται κάθε φορά, αλλά και τον τρόπο που αυτή προσλαμβάνεται και εξωτερικεύεται μέσω της ποιητικής γραφής. 

Η γραφή της Σακελλίου στην παρούσα συλλογή θυμίζει το ακόλουθο σχόλιο από τη εισαγωγή για την ποιητική του Όλσον όπου η ίδια σημειώνει ότι «ο [ποιητικός] δημιουργός [...] ανακαλύπτει τη ζωική του δύναμη και αφήνει το εγώ του έκθετο, ανοιχτό στις πολλαπλές και άγνωστες δυνάμεις που προέρχονται από τη φύση και υφαίνουν τη δημιουργική του στιγμή» (Εισαγωγή: «Charles Oslon: Προβολική ή ανοιχτή ποίηση», σελ. 3). Ακριβώς αυτή είναι η αίσθηση που αφήνουν στους αναγνώστες οι στίχοι με τους οποίους η ποιήτρια «ολοκληρώνει» το παρόν εγχείρημά της: «Το ποτάμι κυλούσε διάφανο. / Με ρώτησες, τί σε φοβίζει ακριβώς; / Μπήκα στο δάσος με καλπασμό» (σελ. 48). Χωρίς να είναι ξεκάθαρη η αφετηρία και ο προορισμός της φωνής που εκλαμβάνεται εδώ, η πραγματικότητα με την οποία έρχεται αντιμέτωπος ο αναγνώστης δεν είναι αφηρημένη αλλά εξω-πραγματική καθώς εκτείνεται πέρα από την απτότητα των ίδιων των λέξεων  αλλά και της έντυπης σελίδας. Το ποτάμι που κυλά διάφανο, η αίσθηση του φόβου και ο καλπασμός προς το άγνωστο φορτίζουν το ποίημα συναισθηματικά, οπτικά αλλά και ηχητικά εξομοιώνοντας την ποιητική δημιουργία με μια διευρυμένη υπαρξιακή εμπειρία που όχι μόνο αναπολεί αλλά και προσδοκά. Γράφοντας τη συλλογή Πορτρέτο Πριν το Σκοτάδι  κατά τη διάρκεια της παραμονή της στο West Dean (πρώην κατοικία του Edward James και της Tilly Losch) στο Monkton της Αγγλίας, η ποιήτρια δεν στέκεται στο παρελθόν αλλά στο παρόν και στο μέλλον καθώς η ποίησή της ανοίγει στον αναγνώστη το δρόμο για περαιτέρω περιπλανήσεις όχι μέσα σ’ ένα φοβικό σκοτάδι αλλά σε μια δημιουργικά ενορατική φαντασία.

Τατιανή Γ. Ραπατζίκου
Επίκουρη Καθηγήτρια Α.Π.Θ.


Βιβλιογραφία

Σακελλίου, Λιάνα. Εισαγωγή: «Charles Olson: Προβολική ή ανοιχτή ποίηση». Ποίηση 7 (Άνοιξη-Καλοκαίρι 1996): σελ. 3-5.

 

 

 

 

 

 



Ημ/νία δημοσίευσης: 12 Δεκεμβρίου 2015