Εκτύπωση του άρθρου

ΕΙΣ ΕΑΥΤΟΝ

Η μουσική, κάθε είδος μουσικής, λόγω της φύσης της, επειδή έχει σύσταση ίδια με της ψυχής, είναι πτητική και μεταδίδεται μέσω του αέρα: αυτό την κάνει να είναι πιο καλός αγωγός χρόνου απ’ όλες τις τέχνες. Πιο καλός  ακόμα κι από την ποίηση. Η μουσική είναι ποίηση έξω από τη δέσμευση της γλώσσας. Ή είναι ό, τι μένει από την ποίηση: όπως είχα γράψει- «(…) από σφυγμό σε σφυγμό γράφονται και σβήνουν / παλιοί στίχοι θαμποί / χωρίς λόγο / χωρίς λόγια πια / σαν μουσική στον καθρέφτη / σαν τεθλιμμένοι συγγενείς

Όπως και να ’χει, η μουσική αποτελεί κύριο συστατικό της ποίησης. Συνήθως, στα ποιήματα γίνεται πάντα αναφορά μουσικών όρων, παρομοιώσεων, μεταφορών οργάνων, κομματιών, συνθετών κλπ., και μάλιστα σε ποσότητες. Αλλά, στις συλλογές από τις οποίες παίρνω σήμερα συνέντευξη, δεν παίζει πολύ η μουσική. Τρεις μόνο ποιητές κάνουν αναφορές, κι όχι σε πρώτο πλάνο. Έχουμε «ταπετσαρία απαλής μουσικής» στο ΞΥΡΑΦΙ ΤΟΥ ΟΚΑΜ του Αλέξη Μάινα, ο Βαγγέλης  Αλεξόπουλος στο Η ΠΛΑΤΕΙΑ ΤΩΝ ΤΑΥΡΩΝ επισημαίνει κάποιον που «τουλάχιστον πέθανε / ακούγοντας Μότσαρτ» και  κάποιον άλλο που «βλέπει τον θάνατο / στο βιολί βιρτουόζο» ενώ «κάποιοι πάλι ορκίζονται / πως είναι διευθυντής συμφωνικής ορχήστρας.», και η Έλσα Κορνέτη στο ΑΓΓΕΛΟΠΤΕΡΑ γράφει «Μια μελωδία ξεχύνεται / αυτό το σώμα είναι μαγικό / είναι ένα σώμα ορχήστρα». Γράφει επίσης «ένα μπουκέτο χορδές και μια αρμαθιά πλήκτρα / είναι τα ιερά σκεύη της ψυχής του».

Οι υπόλοιποι ποιητές όμως ή είναι άμουσοι ή νιώθουν πολύ κοντά στην κατάκτηση της σιωπής, άρα δεν  έχουν ανάγκη της μουσικής.

Οπότε, δεν μπορούμε να επικεντρωθούμε –που θα είχε ενδιαφέρον- στην χρήση μουσικής στην στιχοδομή ή έστω στην ατμόσφαιρα… Κι ας είναι το θέμα του παρόντος Poeticanet ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΜΟΥΣΙΚΗ. Ας πάρουμε λοιπόν κανονικά τις συνεντεύξεις μας…
 

ΑΛΕΞΙΟΣ ΜΑΪΝΑΣ, ΤΟ ΞΥΡΑΦΙ ΤΟΥ ΟΚΑΜ, Μικρή Άρκτος

ΕΡ: Πώς ξεκινά για σας η διαδικασία της γραφής;

ΑΠ: Πρώτες γουλιές, αιμάτωση εγκεφάλου-άκρων / επιστροφή της αφής, διατατικές ασκήσεις αυτοσυνείδησης / με κόκκινη πένα.

ΕΡ: Τι σημαίνει για τον ποιητή σας η γραφή;

ΑΠ: Γράφω δεν θα πει δημιουργώ / θα πει διαχειρίζομαι, επισημαίνω. (…) γράφω σημαίνει ξαναγράφω, ομολογώ τι διάβασα.

ΕΡ: Το θέμα της έμπνευσης πώς το αντιμετωπίζει;

ΑΠ: Έμπνευση ως περιδίνηση εσωτερικού κονιορτού (…) χωρίς αστυνόμευση της αρχικής ιδέας.

ΕΡ: Τι πιστεύει για τους ποιητές;

ΑΠ: (Είμαστε ένα τυχαίο γεγονός. Μια παραδοξότητα / όπως όλο το σύμπαν, ένα κατακάθι / της πολυπραγμοσύνης του.)

ΕΡ: Αισθάνεται χρήσιμος; Τι ακριβώς κάνει ως ποιητής;

ΑΠ: …εξετάζω το περιβάλλον για μικροοργανισμούς / του κοσμικού περίγυρου, για το / πλαγκτόν της τέχνης.

Σχόλιο: Ο Α. Μ., πλουσιότατος λόγιος και έντιμος, καθαρός, δημιουργός, γνωρίζει και λεπτουργεί δηλ. χειρίζεται με σεβασμό και (ελεγχόμενο) πάθος το υλικό του.  Είναι μεν εγκεφαλικός, αλλά η ιδιότητά του αυτή (πράγμα σπάνιο) δεν αποβαίνει σε βάρος της «ποιητικότητας» της ποίησής του.
 

ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΣ, Η ΠΛΑΤΕΙΑ ΤΩΝ ΤΑΥΡΩΝ, Οδός Πανός.

ΕΡ: Τι είναι η ποίηση για τον δημιουργό σας;

ΑΠ: Η ποίηση είναι εμπειρίες/ γραμμένες σε κώδικα / να τις αναγνωρίζουν / οι ομοιοπαθούντες.

ΕΡ: Γιατί σας έγραψε; Πώς περιγράφετε γενικά αυτή την εμμονή  (κατα)γραφής;

ΑΠ: (…) επιθυμία να αφήσεις αποτύπωμα  / στην άμμο που χτυπιέται /απ’ τα κύματα.

ΕΡ: Αφήνετε εντύπωση ασκήσεων. Ο ποιητής σας θεωρεί υγιεινή ενασχόληση το άθλημα της ποίησης;

ΑΠ: Μαύρισαν τα πνευμόνια μου / κάθε μέρα αναπνέω / τη σκόνη / των προγόνων μου.

 ΕΡ: Τι είναι ο ποιητής;

ΑΠ: Το πρόβατο που / φυλάει τους λύκους

Σχόλιο: Ο Β. Α. είναι ακόμα πρωτόπειρος στο «άθλημα της ποίησης» και οι επιδόσεις του καταγράφονται άνισες. Προπονείται σε μικρές αποστάσεις και η ορμή του (δεν θα την λέγαμε επιθετικότητα) τον κάνει να υπερπηδά μεν συχνά αλλά και να καταρρίπτει βιαστικά εμπόδια δυστοπίας ή κοινοτοπίας.
 

ΕΛΣΑ ΚΟΡΝΕΤΗ, ΑΓΓΕΛΟΠΤΕΡΑ, Μελάνι.

ΕΡ: Τι πιστεύει η ποιήτρια για την γέννησή σας;

ΑΠ: Φιλοτεχνείς το κάδρο σου μεθοδικά / Για να κορνιζωθείς / Για να καρφώσεις το κεφάλι σου πάνω απ’ το τζάκι / Πολύτιμο τρόπαιο του εαυτού σου

ΕΡ: Φαίνεται πολύ μεθοδική. Πώς εργάζεται;

ΑΠ: Μετά την ανάγνωση αρχίζει η συγγραφή/ Το παραδείσιο πουλί δεμένο με αλυσίδα στο γραφείο / Η πένα φτερό γράφει

ΕΡ: Τι χρησιμοποιεί ως διαλυτικό της πρώτης ύλης της;  

ΑΠ: Λίγο από το αίμα των άλλων

ΕΡ: Κομίζει κάποια σημαντική αποκάλυψη;

ΑΠ: Το παραμύθι είναι παράλογο / Η αλήθεια είναι παράλογη / Μια σατανική εξίσωση: Το παραμύθι ισούται με την αλήθεια

ΕΡ: Τι φοβάται;

ΑΠ: Κάθε φορά που το συναρμολογείς νιώθεις / πως κάτι θα χαθεί ή θα κολλήσει λάθος

Σχόλιο: Προσπαθεί να αποφύγει την «ορθολογιστική προσέγγιση», που  «είναι ο θάνατος της τέχνης». Και όταν (συχνά) την ωθεί εκεί η παιδεία και η φύση της, δραπετεύει εκδράμοντας σε σουρεαλιστικά τοπία, «στους κήπους του Μονέ», σε κλειστά δωμάτια πύργων ή «φυσιολογικών κυρίων» και κυριών. Και φαίνεται να είναι σε συνεχή ανοιχτή ακρόαση με συγγενείς και φίλιες ποιητικές περσόνες (των χαρακτήρων και των δημιουργών τους).
 

ΒΑΣΙΛΗΣ ΦΑΪΤΑΣ, Ο ΑΛΧΗΜΙΣΤΗΣ ΤΟΥ ΧΑΟΥΣ, Μανδραγόρας.

ΕΡ: Τι θέλει να ξορκίσει ο δημιουργός σας;

ΑΠ: Να πιστεύεις πως η σκόνη ήταν πάντα σκόνη / όχι λεγεώνες νοημάτων

ΕΡ: Τι είναι γι αυτόν η ποίηση;

ΑΠ: Αέναο προσχέδιο ζωγράφου που οραματίζεται / κάτι βαθύτερο απ’ τον ουρανό

ΕΡ: Και τι άλλο;

ΑΠ: Και η ψευδαίσθηση πάντοτε / κλειδιών που γυρίζουν στην ορθάνοιχτη πόρτα

ΕΡ:  Πώς αντιμετωπίζει τον χρόνο;

ΑΠ: Κι η κάθε μέρα περιέχει / αόρατες τις εκδοχές όλων / των τελειωμένων πραγμάτων

ΕΡ: Τι ανακάλυψε; Τι προσπαθεί να κερδίσει;

ΑΠ: Όλη μας η γνώση ερωτηματικά / ίσως σήμανε η ώρα να συναντηθούμε / μ’ αυτό που γυρεύει να εμφανιστεί.

Σχόλιο: Ο Β. Φ., που προσδιορίζει, πολύ σωστά, την ποιητική τέχνη ως αλχημεία του χάους,  εντοπίζει υψιπετείς ιδέες, πλην ομολογεί «ποτέ δεν μπόρεσα να γράψω /ένα αληθινό ποίημα / ο πόθος μου ήταν μόνο να γνωρίσω / τις αισθήσεις που μου έλειπαν»
 

ΤΑΣΟΣ ΓΑΛΑΤΗΣ, ΜΕΜΝΗΣΟ, Γαβριηλίδης

ΕΡ: Είσαστε σαν κατάθεση για τον αιώνα. Τι καταθέτει ο ποιητής σας;  

ΑΠ: Απομεινάρι ενός άλλου κόσμου /το έχω μάθει πια για τα καλά / θα πέφτουν και θα ξαναπέφτουν οι πύργοι του Μανχάταν / θ’ αφανιστεί εντελώς / δεν θ’ απομείνει καν ένα ίχνος από την Παλμύρα / δεν θα κοπάσει ποτέ / ο τρόμος της ιστορίας.

ΕΡ: Εντοπίζει όμως κάποια έκλαμψη ελπίδας;

ΑΠ: Μόνο με το απροσδιόριστο μειδίαμα ενός κούρου ή μιας κόρης / έστω για μια στιγμή κι αυτό δεν είναι λίγο / γίνεται ξάφνου δυνατή η αθανασία.

ΕΡ: Τι αντιπροσωπεύετε για τον ποιητή σας;

ΑΠ: Κατάκτησα με το δικό μου το σπαθί / το μερτικό μου στην ανυπαρξία

ΕΡ: Έχει φτάσει σε κάποιου είδους συμπέρασμα; Ποια μυστική γνώση θέλει να μοιραστεί;

ΑΠ: Ουκ έχω ειδέναι, δεν έχω ιδέα… / / Γιατί και πώς το αόρατο εισβάλλει ακατανόητο / στο φωτεινό βασίλειο των ορατών / γιατί και πώς το φως δεν γίνεται να λάμπει δίχως το σκοτάδι / γιατί και πώς οι μέρες και οι νύχτες μου / το ίδιο αίνιγμα κρύβουν και φωτίζουν.

ΕΡ: Ποιος είναι ο ρόλος του ποιητή; Γιατί αισθάνεται υποχρεωμένος να καταγράφει τα όσα έχουν πέσει στην αντίληψή του;

ΑΠ: Λες κι είμαι ο μοναδικός υπεύθυνος / για τα σκοτάδια της ιστορίας.

Σχόλιο: Ο Τ.Γ. στο ΜΕΜΝΗΣΟ κάνει απολογισμό του ποιητικού και του παράλληλου, πεζού βίου, καταγράφοντας αμερόληπτος τα ελάχιστα κέρδη και την διαρκή απώλεια. Ειλικρινής, άμεση γραφή, που κατορθώνει να κάνει  εύληπτα τα ασύλληπτα.  
 

ΑΘΗΝΑ ΠΑΠΑΔΑΚΗΠΟΙΗΜΑΤΑ 1974-2014, Γαβριηλίδης.

ΕΡ: Πώς ξεκίνησε την ποιητική της πορεία η δημιουργός σας;

ΑΠ: Στέκομαι στον καθρέφτη μου μπροστά / Ωραία που ’μαι, γέρνοντας από αγάπη / για τα πράγματα και τους ανθρώπους / σαν πεύκο πού’ χει σκύψει πάνω από γκρεμό // Ποιος να’ ναι τάχα αυτός, που έτσι βαθιά με χάραξε;

ΕΡ: Πώς χαρακτηρίζει τον εαυτό της;

ΑΠ: Είμαι μια κατοικίδια ποιήτρια / δεν ξέρω τι είναι γνώση / όμως ό, τι ονειρεύομαι είναι σοφό.

ΕΡ: Τι ανακάλυψε στην πορεία της;

ΑΠ: Δεν υπάρχουν λάθη μόνο ζωή

ΕΡ: Μπορείτε να αναφέρετε κάτι που απλώς να το έχει υποψιαστεί καθώς συνεχίζει την πορεία της;

ΑΠ:  Όσο βαδίζει πάει κι ο τόπος / μ’ αν κάνει να σταθεί / αρχίζει ύλη αλιευτική / Κόσμος όλο αγκίστρια

ΕΡ: Ποιο είναι το υλικό της;

ΑΠ: Μήπως δεν το γνωρίζατε / πως στερεώματα /και στερεώματα / υπάρχουν μέσα μας;

Σχόλιο: Η Α. Π. στην συγκεντρωτική της έκδοση εκθέτει μια πολύχρονη θητεία στην ποίηση.  Λεπταίσθητη, αβρή, αλλά και βίαια πολλές φορές – πότε άγγελος και πότε λέαινα-, υφαίνει πάντα πιστή το αχειροποίητο εργόχειρό της, αέρινο και με κρυμμένες στα στριφώματα αιχμές.   

Π.Π.


Ημ/νία δημοσίευσης: 15 Φεβρουαρίου 2017