Εκτύπωση του άρθρου

ΝΙΚΟΛΑΣ ΕΥΑΝΤΙΝΟΣ

 

ΣΤΟΝ ΑΝΤΙΠΟΔΑ ΤΗΣ ΜΑΤΑΙΟΤΗΤΑΣ
(σκέψεις για τον Τάσο Λειβαδίτη)

 

Μια ανάσα ύπαρξης μες στο πηχτό σκοτάδι….ένα φως τόσο τραυματισμένο που γίνεται έντιμο…και ένα σώμα από λέξεις που εκπτυσσόμενο φτάνει ίσαμε το ατέλειωτο μπόι μιας παιδικής ψυχής….πράγματι το ποίημα «Τάσος Λειβαδίτης» έχει πολλές εκφάνσεις. Μα αυτό που κυρίως έχει είναι ρίζα….μια ρίζα που χάνεται στα πολλαπλά λαγούμια του αναστοχασμού και καταλήγει στις βαθύτερες κόγχες της παραμυθίας.

Ο λειβαδιτικός λόγος, όπως και κάθε μεγάλη ποίηση, δεν διαβάζεται με τα αιχμηρά εργαλεία της ιστορικότητας, γιατί το κύριο προωθητικό του καύσιμο που τον οδηγεί ακριβώς στην καρδιά της συγκίνησης είναι το γεγονός ότι υπερβαίνει την τριμερή διάκριση του χρόνου. Παρελθόν παρόν και μέλλον είναι και τα τρία αέναα και διαρκώς παρόντα ανάμεσα στους στίχους. Νεκροί και αγέννητοι περιδιαβαίνουν ανάμεσα στα πολλαπλά υποκείμενα της μια φωνής, καθιστώντας την εκπεμπόμενη θεατρικότητα των ποιημάτων του αμιγώς μεταφυσική.

Ακόμα, παρά τις επιμέρους διακρίσεις που θεμιτά κάποιος θα επεσήμανε στην πορεία του ποιητικού του σώματος, η επιμονή στην ανθρωπινότητα των πραγμάτων είναι για τον Λειβαδίτη κάτι που συνέχει καθ’ ολοκληρίαν την πορεία του. Αυτή η επιμονή με το πέρας του καιρού γίνεται Πίστη. Πίστη για την λυτρωτική ευεργεσία του πέραν του πόνου. Πίστη για το διαρκές επέκεινα που η ανθρώπινη ματιά δύναται να νιώσει καθώς βουτά με την αγία παιδική της περιέργεια στα πλέον καθημερινά πράγματα. Πίστη για την πραγμάτωση της εσωτερικής ελευθερίας ακόμα και εντός της κοινωνικής ανελευθερίας που μας χειμάζει. Πίστη στην αριστοκρατικότητα της ταπεινοφροσύνης, στην επαγρύπνηση των ονείρων, στον θρίαμβο της στωικότητας.

Γραπωμένος από τη νοσταλγία του ανέκφραστου, εκείνος που με ένα φλάουτο προσπάθησε να συγκρατήσει τον καιρό, μας άφησε ένα λόγο διόλου μάταιο, καθώς ο μόνος μάταιος λόγος είναι εκείνος που δεν κρατάει μέσα του τη σιωπή…πράγματι…ο λειβαδιτικός λόγος στέκεται ακατάλυτα στον αντίποδα της ματαιότητας. Ίσως επειδή κουβαλάει την ανθρώπινη σιωπή στα λευκά κενά ανάμεσα στις λέξεις. Ίσως  επειδή είναι χτισμένος με τα συντρίμμια των πλέον ευγενών ονείρων. Ίσως επειδή όσα μας καθιστούν ανθρώπινους αντηχούν υποδόρια στις μουτζουρωμένες από χοϊκή φαντασία σελίδες του.

Τελικά ο μεταμοντέρνος οδοστρωτήρας της αστόχαστης ματαιότητας, ο μεταμοντέρνος οδοστρωτήρας του απανταχού τεχνοκρατισμού και ο μεταμοντέρνος οδοστρωτήρας της ποίησης ως γραπτής αποτύπωσης των αρμολογημένων νοητικών σχημάτων μας, είναι ένα απλό μυρμήγκι μπροστά στον Λειβαδίτη. Το μόνο που θα μπορούσε να σκοτώσει, και που όταν τον πρωτοδιάβασα το έλιωσε για χάρη μου. Και τον ευχαριστώ για αυτό, παντοτινά.

Ενεός…..
για τον Τάσο Λειβαδίτη

Μόλις ξεστράτισα από τις παρτιτούρες του φθινοπώρου, βρήκα πεταμένο ένα πορτοφόλι. Έσκυψα, το πήρα και το φύλαξα στην τσέπη. Στη γωνιά του δρόμου μια γυναίκα με κοίταξε θυμωμένα λες και αργοπόρησα για κάτι.  Της μίλησα βιαστικά. «Έχει για χρήματα όλη την συγκομιδή από τα κάλαντα των χειροβομβίδων, ευχετήριες κάρτες προς τους απίστους με τη μορφή σημειωμάτων αυτοχειρίας, τρεις φωτογραφίες του λουλουδιού που φύτρωσε στην μασχάλη του αμετανόητου ληστή και μια ταυτότητα που εξιστορεί ένα μονόχρωμο όνειρο με τρόπο πολύχρωμο. Δικό σου δεν είναι;» «Όχι» μου απάντησε. « Δεν είναι δικό μου. Ανήκε σε κάποιον εραστή μου. Θα τον δω και θα του το δώσω.» Με ένα δυνατό γέλιο που έλιωσε τα κόκαλα της αμηχανίας, το πήρε, το έβαλε στην τσέπη και έφυγε.. Στον πρώτο σωρό σκουπιδιών το πέταξε. Από τότε αρκετά συχνά ξεστρατίζω από τις παρτιτούρες του φθινοπώρου. Μόλις  μπαίνω στο καθαρό φθινόπωρο πάντα το βρίσκω, πάντα γεμάτο…

Νικόλας Ευαντινός
ποιητής- φιλόλογος

 


Ημ/νία δημοσίευσης: 19 Απριλίου 2013