Εκτύπωση του άρθρου

ΑΛΕΞΙΟΣ ΜΑΪΝΑΣ

 

 

 3 ποιήματα 

 

 

ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΟΥΛΕΣ    

 

Κίνηση σε σημείο.

– Όταν μικρύνει ο καιρός και κοπούν τα φύλλα τι μένει;
– Τα κλαδιά.
– Κι αν κοπούν τα κλαδιά και πέσουν;
– Ο κορμός.
– Κι αν σπάσει ο κορμός;
– Οι ρίζες.
– Κι αν τις ξεριζώσει κανείς; 
– Τότε τα κυνηγόσκυλα πηγαινοέρχονται στον αέρα χωρίς να
σταματούν να ψάχνουν. 

~ * ~    

ΒΥΘΟΣ, ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΣΕΛΑΝ  

Εδώ ας σταθώ λιγάκι ν’ ακουμπήσω.

 

I.

Πώς βράδιασες, απόγευμα,
πώς νύχτωσες, ποτάμι!    

Ούτε ακούγεσαι ούτε ακούς. 
Περνάς χωρίς να νοιάζεσαι 
περνάς χωρίς να μοιάζεις.    
Κυλάς για αλλού και μένεις. 

Είσαι το μέλλον σου –
εμείς το παρελθόν μας.

Είσαι αυτό που ήταν εκεί
που σε δείχνουν. 
Είμαστε ακόμα αυτό
που πια δεν φαίνεται πως ήταν.  

~.~  

II.     

Αυτό που θέλω, θάνατε,
δεν είναι η γέεννα της κρίσης,
δεν είναι η τιμωρία, 
ούτε η χλεύη.  
Στο τέλος και το δίκαιο το πληρώνεις ακριβά. 

Ό,τι έγινε, είναι αιώνιο. Ό,τι συνέβη,
δεν σταματά ποτέ να λειτουργεί ως προζύμι.  
Κι ό,τι ακολούθησε είναι καρπός του Κήπου.     

Υπάρχει ακόμα θόρυβος στα στήθη 
κι ο στίχος μου μυρίζει πάλι ατσάλι.  
Σ’ ό,τι κι αν γράψω κρέμεται σπαθί καμπύλο.      
Κι ό,τι διαβάζω, το αλλάζω
σ’ έναν φυγόκεντρο συγκλονισμό.    

Τοπία της κλαγγής, αίμα πιο καθαρό
από σάλιο… 
θέλω την άγνοια. Αυτή που επέδειξε κι η φύση.  
Θέλω το ίσιο βάδισμα, τα μάτια τα στραβά
που κάναν άλλοι.   
Μα για να βρεις το δίκαιο μες στη συνήθεια
πρέπει να ψάχνεις το άδικο.   

Στον τρόμο
απόσταση μεγάλη έχουν διανύσει
όσοι έρχονται ώς εδώ.
Εκεί, πίσω απ’ τον τοίχο αυτό, 
τελειώνει το Παρίσι.   
Ο Εφιάλτης μ’ έφερε στον τελευταίο στύλο.  
Για λίγο, σώμα, πριν μηδίσεις
στάσου κι αγνάντεψε τα πλοία από τον δρόμο. 

Κάτω απ’ τη γέφυρα σαλεύει το νερό,   
πάνω του λάμπει και καλεί το ασήμι
και τ’ οπάλιο.    
Καλεί ζευγάρια κι αγκαλιές –
η λήθη προτιμά τους Γάλλους.  

Σαν θέατρο όλα, μην γελιέσαι, πλάνη κι αλήθεια
ένα εκκρεμές.
Η πεπατημένη βγάζει εκεί που
έβγαλε τους άλλους.  

Εμένα μ’ έφερες εδώ, μ’ έσυρες σαν κατάδικο.  
Σε αναζητώ λοιπόν, σε προσφωνώ και κράζω:
Πίσω απ’ τον άδειο ουρανό,
το νιώθω, είσαι πλησίον. 

Για ό,τι κάνατε, 
για τα τσαμπιά των σκελετών  
και την πυρά των κρύων, 
για τον καπνό που ουδέποτε θα σβήσει
στις φρυκτωρίες των ετών, 
αξίζω λήθη. 
Αξίζω ηρεμία.    

 

 

 

~~ ** ~~ 

 

 

 

 

 

 

 


Ημ/νία δημοσίευσης: 27 Δεκεμβρίου 2021