Εκτύπωση του άρθρου

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΖΗΣΑΚΗ

 

Θα ‘θελα να μιλήσω απλά
       για τον επαναστάτη εραστή της ουτοπίας

Διαβάζοντας  τον Τάσο Λειβαδίτη σήμερα τον αντιλαμβάνεται κανείς ως ποιητή της ελπίδας, οι στίχοι του φως πάνω στις πιο σκοτεινές στιγμές μας.

Μίλησε για τα πιο απλά, το χαμόγελο, τον έρωτα, το όνειρο, την ειρήνη, την αλληλεγγύη, το μεγαλείο των οποίων έγκειται στην απλότητά τους. Ονειρεύτηκε έναν κόσμο ιδανικό, όπου το καθήκον των ανθρώπων δεν καθορίζεται από τίποτα άλλο παρά μόνο από την ίδια την αλληλεγγύη. Μια ανθρωπότητα στην οποία ο καθένας ζει και πράττει προς όφελος του συνόλου. Μια κοινωνία αταξική και, τολμώ να πω, βαθειά αναρχική.

Το ποίημά του “Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος” αποτέλεσε μέσα σ’ αυτή τη δύσκολη συγκυρία των τελευταίων χρόνων ένα είδος οδηγού σκέψης, κυρίως από τη στιγμή που άρχισε να κάνει την εμφάνισή της η κρίση αλλά και η αδυναμία μας να τη διαχειριστούμε. Ο Λειβαδίτης, όντας πότε ποιητής και πότε “Ο άνθρωπος με το ταμπούρλο”, ήταν πάντα έτοιμος πλάι στ’ αδέλφια του για τις πιο μεγάλες μάχες, αφού όπως γράφει “όλο και νέοι αγώνες θ’ αρχίζουνε στον κόσμο”. Με μια ευρεία αντίληψη του κόσμου και των πραγμάτων, αμφισβήτησε τις εδραιωμένες αντιλήψεις κι αναρωτήθηκε “κατά πού πέφτει λοιπόν ο κόσμος”. Με τον ίδιο τρόπο μίλησε και για την πατρίδα, δίνοντάς της έναν θετικό ορισμό, απαλλαγμένο από αφορισμούς και εξαιρέσεις. Στο έργο του βρίσκεται παντού η έννοια της αδελφοσύνης δίχως σύνορα, αφού οι οκτώ άνθρωποι που βαδίζουν πάνω στη γη βρέθηκαν μεν κάποια στιγμή στο ίδιο χαράκωμα αλλά και βρίσκονται κάθε στιγμή πλάι πλάι στην ίδια λαχτάρα να ζήσουν μια ζωή πιο ευτυχισμένη όλοι οι άνθρωποι.

“Με τα μεγάλα παρήγορα χέρια του ανοιγμένα σ’ έναν αδελφικό χαιρετισμό”, όπως γράφει για τον άνθρωπο στο ποίημα Παντοκράτωρ, πίστεψε στην καλή πλευρά του ανθρώπου και στην ομορφιά μέσα του. Ήταν βαθειά ονειροπόλος, μεθυσμένος απ’ το αύριο. Αναζήτησε την ειρήνη και την ευτυχία και μέσα απ’ αυτή την αναζήτηση μπόρεσε να ανακαλύψει και να αναδείξει την ομορφιά στις πιο απλές στιγμές, ακόμα και στην πιο μεγάλη θλίψη. Μπορούσε να ζωγραφίζει πάνω στα ματωμένα πουκάμισα των σκοτωμένων σκηνές από την αυριανή ευτυχία του κόσμου. Αν υπήρχε έστω ένας τρόπος να ηχούν δυνατά στ´ αυτιά μας κάθε μέρα οι στίχοι του Λειβαδίτη, ίσως να μη θρηνούσαμε τόσους νεκρούς, ίσως να είχαν αποφευχθεί όλες αυτές οι αυτοκτονίες.

Σήμερα έχουμε ανάγκη τους στίχους του. Σήμερα χρειαζόμαστε την ποίηση. Ο ίδιος ο Λειβαδίτης κατέδειξε αυτή τη χρεία στα ποιήματά του Ποιητική και Κριτική της ποίησης. Αναγνώρισε στην ποίηση την ανάγκη να βγει απ’ τα χαρτιά και τα κλειστά δωμάτια και να μοιραστεί σαν το ψωμί στα πιο φτωχά τραπέζια. Ίσως μάλιστα αυτός να είναι ο λόγος για τον οποίο ο ίδιος θέλησε να μιλήσει απλά.

Θυμάμαι ένα βράδυ, μάλλον Δεκέμβρης του ’11, που καθώς η κρίση βάθαινε και διέβρωνε την ελπίδα, την ανθρωπιά και τη μαχητικότητά μας, βρισκόμουν με κάποιους φίλους κι ακούγαμε του στίχους του Άσιμου μπλεγμένους με τις Σημαίες του Λειβαδίτη, με ένα λυτρωτικό συναίσθημα να μας πλημμυρίζει. Τα φτερά στην πλάτη μας φύτρωναν ξανά.

Οι στίχοι του Λειβαδίτη ήταν μαζί μας και το Δεκέμβρη του ’08 και στις μεγαλειώδεις διαδηλώσεις του περσινού καλοκαιριού και είναι μαζί μας κάθε φορά που υπερασπιζόμαστε το δίκιο του αδελφού, κάθε φορά που αναζητούμε την αυριανή μας ευτυχία.

Κατερίνα Ζησάκη


Ημ/νία δημοσίευσης: 19 Απριλίου 2013