Εκτύπωση του άρθρου

                                                                                                  Στη Σάρα Θηλυκού

                        

                    «την παρηγορούσε κάπως η σκέψη ότι όλα ανεξαιρέτως τα πράγματα είναι υποχρεωμένα να ιδωθούν ισότιμα sub species aeternitatis»

                                                                          Τζων Μπάνβιλ, H κυρία Όσμοντ

 

1.

Εκ προοιμίου: ας δεχθώ κι εγώ ότι όντως «η ποίηση δεν αποδέχεται τα δεδομένα των αισθήσεων στην απόλυτη, στη γυμνή τους μορφή, ούτε όμως συνιστά πάντα (ή μάλλον, συνιστά σπανίως) περιφρόνηση του εξωτερικού κόσμου. Αρνείται και καταστρέφει την εγγύτερη πραγματικότητα, διότι τη θεωρεί σαν την οθόνη που μας αποκρύπτει την πραγματική μορφή του κόσμου». Οι ορισμοί ανήκουν στον Τζωρτζ Μπατάιγ, ο οποίος προφανώς αποδίδει εδώ ως οθόνη την περιώνυμη Μάγια των Ινδουιστών, ό, τι δηλαδή καλύπτει την ουσία των ορατών και κατ΄ επέκταση την απώτερη αλήθεια του όντως όντος. Μέσα στην πτύχωση του μηνύματος ανιχνεύεται ενίοτε η ακριβής ουσία των σημαινομένων. Η πτύχωση είναι δηλαδή το σπίτι του άλλου νοήματος. Του πιθανώς εγκυρότερου. Όσοι το αποκαλούν αίφνης «μυστικό του ποιήματος», βεβαίως ομολογούν ένα αναβαθμισμένο σήμα. Η πιστοποίηση αυτή είναι κατεξοχήν αποστολή της λογοτεχνικής κριτικής.

2

Η διαδικασία της ανεύρεσης του πληρέστερου νοήματος εξ ορισμού νομιμοποιείται: το μυστικό των στίχων δεν είναι ακριβώς μυστικό, αλλά ον εμπράγματο. Πλην όμως αφανές. Ο κώδικας είναι άραγε απαραίτητος; Συνωμοτεί ο λόγος; Ή πρόκειται για τη φυσική εξέλιξη της εξ αντικειμένου διερευνητικής γραφής; Γνωρίζουμε βεβαίως ότι «η θέση της ποίησης δεν είναι ποτέ απόλυτη. Βρίσκεται πάντοτε σ΄ ένα εσώτερο, αβέβαιο χώρο, κάτω από τις λέξεις του ποιητή και βαθιά μέσα στην όραση του αναγνώστη, ένα χώρο όπου η διάνοια της ποίησης κάθεται μονάχη με το κερί δίπλα σε μια συγκινητική ομορφιά». Έτσι τουλάχιστον μας δείχνει ο Ουάλας Στήβενς. Εξ ου και η εισβολή των πολλαπλών ερμηνειών. Η μια επείγεται να ακυρώσει την άλλη. Το ψέμα της πρώτης είναι το αίτιο και αιτιατό της δεύτερης κ. ο. κ. Ο μικρόκοσμος και ο μακρόκοσμος εν τω μεταξύ συνομιλούν, συν-υπάρχουν, συν-διαλέγονται. Ενδέχεται να είναι δυνατή η σύγκλιση των αντιθέτων μέσα σε ένα μονιστικό σύστημα ποιητικών διασκελισμών. Βεβαίως ο φορέας του νοήματος διαθέτει όρια και αντοχές. Ο στίχος υπάρχει για να λυγίζει μέσα στα χρόνια. Ή αντιθέτως να επανακάμπτει ακμαιότερος ως επιβεβαίωση μιας παλαιάς ενσυναίσθησης. Ορισμός: «Αυτή είναι η παράξενη μοίρα της γλώσσας, ότι δεν υπάρχει ούτε μια λέξη που να μη φέρει μέσα της την αιτία της ερείπωσής της, κάτι σαν μια μηχανή ανατροπής της σημασίας της». (Βλ. Jean Paulham, Le don des langues, Oeuvres complétes,  (Circle du livre précieux) τ. III, σ. 390). Δεν είναι βέβαια απαραίτητο ό, τι σημαίνον εκφέρεται να το διαβάζουμε κατ΄ ανάγκην διαφορετικά από ό,  τι σημαίνει. Αρκεί όμως να θυμόμαστε κι αυτή την (δημιουργική εν πάση περιπτώσει) εκδοχή.

3

Η συνύπαρξη ψεύδους και μυστικών στο λόγο: η συνάφεια των αντιθέτων σε ένα ρηματικό δεδομένο. Η συγκυρία είναι καταλυτική, καθόσον ο νους ενδιαφέρεται ενίοτε για τη Ρήση. Για την έκφανση εκείνη, η οποία δεν θέλει να γνωρίζει φραγμούς. Η ρητορική εμμένει, αποφασίζοντας να μη συρρικνωθεί στην όποια ορθότητα του μηνύματος. Παραπέμπω στον απαραίτητο αφορισμό: «Δεν είμαστε τίποτε άλλο από ό,τι λέχθηκε», όπως τονίζει την κατάλληλη στιγμή ο Μισέλ Φουκό στο εμβληματικό του έργο Η αρχαιολογία της γνώσης. Πάντως ο νουνεχής αναγνώστης θα καταλήξει εκ του ασφαλούς να ισχυρισθεί, συμμεριζόμενος τη νιτσεϊκή διευκρίνηση, ότι δηλαδή η αλήθεια, πίσω από το ενδεχόμενο ψεύδος, συνιστά «μία κινούμενη στρατι3333ά μεταφορών, μετωνυμιών, ανθρωπομορφισμών, κοντολογίς ένα σύνολο ανθρώπινων μεταφορών, που κλιμακώθηκαν, μεταφέρθηκαν, στολίσθηκαν με τρόπο ποιητικό και ρητορικό, και που μετά από μακρόχρονη χρήση φαίνονται πια σ΄ έναν λαό σταθερές, κανονικές και δεσμευτικές. Οι αλήθειες είναι ψευδαισθήσεις των οποίων η απατηλή φύση ξεχάσθηκε, φθαρμένες μεταφορές που έχασαν την αισθητική τους δύναμη (die abgenutzt und kraftlos geworden sind), κέρματα που έχασαν την εικόνα τους (Bild) και που λογίζονται πια όχι ως κέρματα αλλά ως μέταλλο». (Βλ. «Περί αλήθειας και ψεύδους υπό εξωηθική έννοια», στο Η αλήθεια και η ερμηνεία, Θεσσαλονίκη, εκδόσεις Βάνιας, 1991).

4.

Ήδη προ πολλού, ήτοι το 1734, ο Αλεξάντερ Πόουπ στο έργο του με τίτλο Essay on Man έχει καταθέσει ότι «όλη η Φύση δεν είναι παρά Τέχνη άγνωστη σ΄ εσένα·/κάθε Δυνατότητα, Κατεύθυνση  που δεν μπορείς να τη δεις·/ κάθε Ασυμφωνία, Αρμονία ανεπίγνωστη». Στη συγκεκριμένη περίπτωση, δηλαδή στο στάδιο της αναγνωστικής πρόσληψης το Μυστικό είναι εν ολίγοις το σοφά κρυμμένο Δισκοπότηρο του ποιήματος.

Γιώργος Βέης

© Poeticanet 


Ημ/νία δημοσίευσης: 16 Ιανουαρίου 2020