Εκτύπωση του άρθρου



ANATOL  E. BACONSKY

 

 

Επιμέλεια και Μετάφραση: Angela Bratsou 

Ο Anatol E. Baconsky, ήταν Ρουμάνος μοντερνιστής ποιητής, δοκιμιογράφος, μεταφραστής, μυθιστοριογράφος, εκδότης, λογοτεχνικός και κριτικός τέχνης.

 

VÂNTUL

Mă uit la vânt şi nu-l văd,
Mă uit îndelung şi nu-l văd,
Văd doar arborii cum se clatină
Şi frunzele cum aleargă prin iarbă.
Mă uit la timp şi nu-l văd,
Mă uit îndelung şi nu-l văd –
Văd doar copiii cum cresc
Şi oamenii cum încărunţesc şi se-apleacă. 
 

Ο ΑΝΕΜΟΣ

Κοιτάω τον άνεμο και δεν τον βλέπω,
Τον παρατηρώ για ώρες πολλές και δεν τον βλέπω,
Βλέπω μόνο τα δέντρα να κουνιούνται
Και τα φύλλα να τρέχουν μέσα στο γρασίδι.
Κοιτάω τον χρόνο και δεν τον βλέπω, 
Τον παρατηρώ για ώρες πολλές και δεν τον βλέπω... 
Βλέπω μόνο παιδιά να μεγαλώνουν
Και πώς γκριζάρουν οι άνθρωποι και γέρνουν.


TRANSFIGURARE

Nici gândurile voastre, nici florile nu-mi spun,
Nici negurile toamnei, că sunt ieşit din minte –
Ci numai mie-mi pare mereu că sunt nebun,
De vreme ce-mi prind viaţa şi moartea în cuvinte.ααααααααααα


Ard în lumina zilei de parcă uit că n-am
Decât un drum prin iarbă, un singur drum şi-o poartă
Prin care voi pătrunde ca luna-ncet prin geam,
Sau liniştea din sălcii rotind în Marea Moartă.α


Mă bucur când mai trece un an şi-un anotimp,
Când prin oglinzi străine îmi rătăceşte chipul,
Şi iar mi-aduce vremea acelaşi dor să-mi schimb
Inelul meu cu-al mării ce l-a-ngropat nisipul.


Trăiesc mai mult ca roua câmpiilor, mai mult
Ca pasărea pădurii şi poate că mi-e bine:
Văd ridicată steaua de-al cărei semn ascult,
Văd risipită ora de plumb din care vine.αααααα


De-acum e dimineaţă pe cer ca un surâs
Pe faţa răvăşită. De-acum e aurora …
Stau şi-mi gravez în suflet ca-ntr-un mărgean deschis,
Cu litere tăcute, speranţa tuturora.


ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ

Ούτε οι σκέψεις σας ούτε τα λουλούδια δεν το παραδέχονται,
Ούτε οι φθινοπωρινές ομίχλες ότι παράφρων είμαι -
Όμως μόνο εγώ πάντα νομίζω ότι είμαι τρελός,
Αφού πιάνω τη ζωή και τον θάνατο μου σε λέξεις.

Καίγομαι στο φως της ημέρας σαν να ξεχάσω ότι δεν έχω
Παρά μονάχα ένα μονοπάτι μέσα στο γρασίδι, μονάχα έναν δρόμο και μια πόρτα
Μέσα από την οποία θα διεισδύσω σαν το φεγγάρι αργά από το παράθυρο,
Ή τη σιωπή των ιτιών που περιστρέφονται στη Νεκρά Θάλασσα.

Χαίρομαι που πέρασε άλλος ένας χρόνος και μια εποχή,
Όταν το πρόσωπό μου περιπλανιέται σε ξένους καθρέφτες,
Και ο καιρός με κάνει να θέλω να αλλάξω πάλι
Το δαχτυλίδι μου με εκείνο της θάλασσας που το έθαψε η άμμος.

Ζω περισσότερο σαν τη δροσιά στις πεδιάδες, περισσότερο
Σαν πουλί του δάσους, και ίσως είμαι καλά:
Βλέπω να ανατέλλει το αστέρι του οποίου το σημάδι ακούω, 
Βλέπω να χάνεται η μολυβδαίνια  ώρα από την οποία αναδύεται.

Είναι πρωί πια στον ουρανό σαν ένα χαμόγελο
Σε ένα συντετριμμένο πρόσωπο. Ξημερώνει τώρα… 
Κάθομαι και χαράζω στην ψυχή μου σαν σε ανοιχτή χάντρα,
Με βουβά γράμματα την ελπίδα όλων.


Meditaţie în ritm de maree.

Numai tăcând şi gândindu-te singur la toate,
ajungi să-nţelegi că din tot ce-ai fi vrut prea puţine rămân lângă tine,
numai văzând cum se-aprind şi se sting noaptea
toate cărările tale greşite – numai lăsând
să te-nvăluie pulberea lor vei ajunge să ştii
că regretul e şarpele galben pe care-ntr-un vis
îl auzeai ca pe-un râu adormind la picioarele tale,
adormind şi trezindu-se iar. Fără cuvânt, fără strigat :
drumul pe care-ai umblat, ori că-l strigi, ori că-l fluieri,
nu se va-ntoarce la tine; ghemul lui negru şi brun
cineva l-a zvârlit în ocean. Decât orice părere de rău
e mai bună tăcerea. Numai tăcând şi gândindu-te singur
ajungi să-nţelegi că trecutul e-o casă pustie,
pentru toate
păcatele tale izbăvirea e numai în timp, e numai în roşu,
e numai în oameni, în faptele lor. Linişte-n urmă!
Totul e numai acolo-nainte, totul e-n faţă. Aleargă uitând,
ceea ce nu vei uita va veni după tine o dată cu turma
de cerbi străvezii, care sunt poate visele tale.
Totul e doar înainte, totul sunt anii
care ard şi te-ntâmpină-n cale.


Διαλογισμός στο ρυθμό της παλίρροιας

Μόνο στη σιωπή και να σκέφτεσαι μόνος σου τα πάντα,
καταφέρνεις να καταλάβεις ότι από όλες τις επιθυμίες σου λίγες μένουν κοντά σου
μόνο για να δω να ανάβοσβήνουν το βράδυ
όλα τα λάθος μονοπάτια σου – μόνο αν αφήνεις
να σε τυλίξει η σκόνη τους θα φτάσεις να μάθεις 
ότι η λύπη είναι το κίτρινο φίδι που σε ένα όνειρο
άκουγες σαν ποτάμι να κοιμάται στα πόδια σου,
ν' αποκοιμιέται και ξαναξυπνάει. Χωρίς λόγια, χωρίς φωνές:
ο δρόμος που περπάτησες, φωνάζοντας ή  σφυρίζοντας,
δεν θα επιστρέψει σε σένα· η μαύρη και καφέ μπάλα του
κάποιος την πέταξε στον ωκεανό. Αντί για τύψεις
η σιωπή είναι καλύτερη. Μόνο στη σιωπή και να σκέφτεσαι μόνος σου 
καταλαβαίνεις ότι το παρελθόν είναι ένα έρημο σπίτι,
για όλες
τις αμαρτίες σου η λύτρωση είναι μόνο στον χρόνο, είναι μόνο στο κόκκινο,
είναι μόνο στους ανθρώπους, στις πράξεις τους. Σιγή στο τέλος!
Όλα είναι μόνο εκεί εμπρός, όλα είναι μπροστά. Φύγε ξεχνώντας
αυτό που δεν θα ξεχάσεις θα σε ακολουθήσει με το κοπάδι
από διάφανα ελάφια, που είναι ίσως τα όνειρά σου.
Όλα είναι μόνο εμπρός, όλα είναι τα χρόνια
που καίγονται και σε χαιρετούν στην πορεία σου.


Ημ/νία δημοσίευσης: 24 Ιανουαρίου 2022