Εκτύπωση του άρθρου

 

Η ιταλική ποίηση, μία από τις πλουσιότερες και πιο επιδραστικές λογοτεχνίες του ευρωπαϊκού χώρου, εδράζεται πάνω σε μια μακρά γλωσσική παράδοση. Ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των ποιητών της διαχρονικά είναι πως ποτέ δεν απομακρύνονται ριζικά από την παράδοσή τους: κάποτε αποκλίνουν λιγότερο ή περισσότερο από κάποια στοιχεία της, άλλοτε πειραματίζονται και δέχονται επιδράσεις από ξένες λογοτεχνίες κι άλλοτε επιμένουν σε μορφές και θέματα που απηχούν άμεσα τη γνώση του ιταλικού λυρικού, φιλοδοξώντας να αποτελέσουν συνέχεια αυτού.

Δεν θα προσπαθήσω εδώ  να αναφερθώ στον τρόπο με τον οποίο τα θεμελιώδη κείμενα της ιταλικής παράδοσης «καθρεπτίζονται» στο έργο των σύγχρονων Ιταλών ποιητών, αφού αυτό θα απαιτούσε να γραφτεί μια ολόκληρη μελέτη. Θα προσπαθήσω όμως εν συνόψει να ταξινομήσω, όσο είναι δυνατόν, κάποιες από τις βασικότερες τάσεις της σύγχρονης ιταλικής ποίησης.

Θα μπορούσαμε να ταξινομήσουμε τη σύγχρονη ιταλική ποίηση σε τρεις μεγάλες κατηγορίες:

  1. Ποιήματα που, έστω και με πολλές διαφορές μεταξύ τους, συνομιλούν και ανανεώνουν την ιταλική ποιητική παράδοση του 20ού αιώνα, με επιδράσεις από τους Ungaretti, Montale, Sereni και Luzi μέχρι τους νεότερους Milo De Angelis, Cesare Viviani, Umberto Fiori και Valerio Magrelli.  
  2. Ποιήματα που χαρακτηρίζονται έντονα από μια γραφή η οποία αξιοποιεί στοιχεία πεζολογίας και αφηγηματικότητας, εγείροντας έναν προβληματισμό για τη ρευστότητα των ειδολογικών διακρίσεων στη σύγχρονη λογοτεχνία.
  3. Ποιήματα που χαρακτηρίζονται από προφορικότητα και από έναν στόχο «αναπαραστατικό», αφού συχνά γράφονται για να «παρασταθούν» ενώπιον ενός κοινού, εμπλέκοντας σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό το στοιχείο της διακαλλιτεχνικότητας (θέατρο, μουσική κ.ά.).

Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε και μια άλλη κατηγορία: εκείνη των ποιημάτων που χρησιμοποιούν οπτικά, γραφικά, φωτογραφικά στοιχεία, συνδυάζοντάς τα με το κείμενο.

Το βέβαιο είναι πως οι νεότερες γενιές ποιητριών και ποιητών δεν ομοφωνούν επί ζητημάτων που άπτονται της ποιητικής γλώσσας, της τεχνικής, των προβληματισμών που θέτει η ποίηση. Έτσι, για παράδειγμα, οι ποιητές της επιτέλεσης κρίνουν συχνά τους ποιητές που συνομιλούν με την παράδοση του ερμητισμού ή και με παλιότερα κείμενα της ιταλικής ποίησης «απαρχαιωμένους». Οι ποιητές που συνομιλούν με την παράδοση, από την πλευρά τους, πολλές φορές επικρίνουν κείμενα των άλλων τάσεων για ευκολία ή εν γένει για εύκολο εντυπωσιασμό και επιφανειακό χειρισμό των εργαλείων της ποιητικής γλώσσας, που θέτει το ίδιο το κείμενο σε δεύτερη μοίρα.    

Φυσικά, δεν θα πρέπει να θεωρήσουμε πως οι παραπάνω διακρίσεις είναι πάντα εφικτές, αφού υπάρχουν πολλοί ποιητές που αξιοποιούν και συνθέτουν στη γραφή τους χαρακτηριστικά διαφορετικών τάσεων. Ο κριτικός λογοτεχνίας Paolo Giovannetti εξηγεί το φαινόμενο αυτής της πολυποίκιλης και ρευστής κατάστασης υποστηρίζοντας πως από την «επανάσταση» του ελεύθερου στίχου και εξής η τέχνη είναι λογικό να τείνει προς τον πολλαπλασιασμό των τρόπων και των τεχνικών.

Στη γενιά εκείνων που γεννήθηκαν μεταξύ του τέλους της δεκαετίας του ’60 και της δεκαετίας του ’80 και αξιοποιούν με ενδιαφέροντα τρόπο την ιταλική παράδοση θα άξιζε να επισημάνουμε ενδεικτικά τους: Guido Mazzoni, Massimo Gezzi, Giovanna Marmo, Maria Grazia Calandrone, Tommaso Di Dio, Andrea De Alberti, Giovanna Frene, Carmen Gallo, Vito Bonito, Franca Mancinelli. Μια καλή εικόνα δίνει σχετικά η ανθολογία σε επιμέλεια Giancarlo Alfano και Andrea Cortellessa Parola Plurale (Luca Sossella Editore, 2005).

Ο ποιητής και περφόρμερ Lello Voce, από την πλευρά του, μπορεί να θεωρηθεί ένας από τους εισηγητές της slam poetry στην Ιταλία, με τη διοργάνωση αντίστοιχου φεστιβάλ για πρώτη φορά το 2002.  Πολλές αντιπαραθέσεις έχουν προκύψει γύρω από τη slam poetry στην Ιταλία: οι πολέμιοί της υποστηρίζουν ότι ευνοούνται συχνά μέθοδοι που τείνουν περισσότερο προς τους εντυπωσιασμούς των μαζικών θεαμάτων, χωρίς να αξιοποιούνται επαρκώς οι τεχνικές και οι μέθοδοι που ορίζουν διαχρονικά την ποίηση. Οι υποστηρικτές της, από την άλλη, θεωρούν παραπλανητικό να επικεντρώνεται η προσοχή του κοινού στο διαγωνιστικό κομμάτι και υποστηρίζουν πως η σημασία της slam poetry έγκειται σε μεγάλο βαθμό στη δυνατότητά που δίνεται να δημιουργηθούν ζωντανές κοινότητες δημιουργών και κοινού, ενώ συγχρόνως, ως καλλιτεχνικό φαινόμενο, όλη η τάση βρίσκεται σε συνεχή διαμόρφωση και εξέλιξη.

Άλλοι συγγραφείς και κριτικοί, όπως ο φιλόλογος Roberto Batisti, αμφισβητεί τη διάκριση μεταξύ αυτής της νέας προφορικής ποίησης και των πιο παραδοσιακών μορφών ποιητικού λόγου, θεωρώντας επικίνδυνο να τίθενται διχοτομίες που αρνούνται τη συνύπαρξη γραπτού και προφορικού λόγου, η οποία υπάρχει από τότε που δημιουργήθηκε το αλφάβητο. Εξάλλου, επισημαίνει, ακόμη και η σιωπηρή ανάγνωση εμπλέκει τη φροντίδα του ποιητή για τη μουσικότητα και τον ρυθμό του στίχου. Και αντιστρόφως, όπως δηλώνει ο ποιητής Bernardo Pacini, ένα κείμενο προφορικής ποίησης πρέπει να υποβάλλεται στη «δοκιμή της σιωπηλής ανάγνωσης της», όπως κάθε ποίημα.

Σε κάθε περίπτωση, η ιταλική ποίηση, παρά τις επιμέρους πειραματικές τάσεις, φαίνεται να ξεχωρίζει (όχι μόνο στο εσωτερικό της χώρας αλλά και διεθνώς) μέσα από τις πιο φωτισμένες σύγχρονες μορφές της, που ακολουθούν και αναπτύσσουν δημιουργικά την παράδοση του 20ού αι. και τελικά ισορροπούν μεταξύ παράδοσης και καινοτομίας, όπως είναι η Antonella Anedda, η Federica Saini Fasanotti, η Vivian Lamarque, αλλά και οι νεότερες Alessia Giovanna Matrisciano, Maria Consiglia Alvino, Viola Vocich.

Βιβλιογραφία

Paolo Giovannetti, La poesia italiana degli anni Duemila - Un percorso di lettura, Roma, Carocci, 2017

Giancarlo Alfano, Andrea Cortellessa (επιμ.), Parola Plurale, Luca Sossella Editore, 2005          

Luca Vaglio, “La mappa della poesia italiana: lirici, performer e sperimentatori”, Gli Stati Generali, 8/2017

Αννα Γρίβα

 


Ημ/νία δημοσίευσης: 27 Οκτωβρίου 2024