Εκτύπωση του άρθρου
Λάζαρος Ατματζίδης 
 
Περσόνα: κάποιος/κάποια που μπαίνει στη θάλασσα ή σε κάποιο ποτάμι για να βάλει τέλος στη ζωή του/της 
(βλ. Καρυωτάκη, Paul Celan, Virginia Woolf).
 
ΑΓΡΑΦΑ ΡΟΥΧΑ
 
Ό,τι Δεν Είναι
με βυθίζει πιο πολύ από αυτό που Είναι·
ό,τι Δεν Έχω πιο πολύ από αυτό που Έχω.
 
**
Επιλέγω λοιπόν για Κοσμήματά μου
αυτά που Δεν Είναι.
 
Τα Δάχτυλα - πρησμένα μου δαχτυλίδια
από Όρκους και Προσευχές
μέχρι τα παμφάγα νύχια.
Ο Λαιμός - περιδέραιό μου
λάμπει απ’ το μέταλλο της Πίστης.
Το Κεφάλι - κορώνα μου βαριά
μια μάζα από Λόγια των άλλων για μένα.
 
Όλα τους από κάτι ατόφιο,
αδειάζουν ωκεανούς
σαν μπανιέρα
όταν μέσα τους βυθιστώ.
 
Και τα Ρούχα - χωρίς στάμπες 
     μουγκά
φύκια ξεβρασμένα
στην πολύβοη όχθη.
 
Ο   Λάζαρος Ατματζίδης, είναι γεννημένος στην Αθήνα και σπούδασε μηχανικός. Ζει Ελλάδα και Ολλανδία γωνία. Όταν δεν μοιράζει ευρεσιτεχνίες στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης, μάχεται την τεχνητοποίηση της δικής του νοημοσύνης.
 
Καρίνα Βέρδη
 
Περσόνα: Μια γιαγιά μιλάει σε έναν δημοσιογράφο σχετικά με ένα παιδί που εξαφανίστηκε.
 
ΕΞΑΦΑΝΙΣΗ ΑΝΗΛΙΚΟΥ
 
«Τι να σας πω…
Δεν είχε τίποτα η τηλεόραση και κοίταζα από το παράθυρο
Είδα τη μάνα καλοντυμένη που έφυγε με ένα αυτοκίνητο
Το κορίτσι βαστούσε ένα βιβλίο στην εξώπορτα
Και την κοίταζε
Φορούσε πουά καλτσάκια
«Φεύγω» της είχε φωνάξει, θυμάμαι
Και κάτι σαν «κάτσε να διαβάσεις»
Ύστερα βγήκε μια κοπελίτσα
Αυτή η «νταντά» που λέτε
Βγήκε τρεχάτη και τη μάζεψε
Τι να σας πω…
Θυμάμαι το παιδάκι που καθόταν και κοίταγε
Έτσι κοίταγε
Με το βιβλίο στο χέρι
Ώσπου βγήκε η νταντά..
Φοβάμαι μην πω και κάτι λάθος
Μην και δεν βρουν τα πράγματα τη θέση τους
Αλλά δυο παιδιά μεγάλωσα
Κι ένα εγγόνι
Αυτό το βλέμμα δεν το ’χω ξαναδεί.
 
Η Καρίνα Βέρδη εργάζεται ως επιμελήτρια εκδόσεων, ενώ ολοκληρώνει τον μεταπτυχιακό κύκλο σπουδών της στον τομέα της Επικοινωνίας, στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Έχει εκδώσει τρείς ποιητικές συλλογές.
 
Γιώργος Δρίτσας 
 
Λίγα λόγια για το ποίημα: Η Αυστροουγγαρία ως αυτοκρατορία πριν τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο ταλανιζόταν από συγκρούσεις λόγω των διαφορετικών εθνοτικών ομάδων που ενείχε στους κόλπους της και οι οποίες προσδοκούσαν την ανεξαρτησία τους. Ο Γκαβρίλο Πρίντσιπ, μέλος της περίεργης αναρχοπατριωτικής οργάνωσης «Νέα Βοσνία» που υποστηρίζονταν από τους παραστρατιωτικούς της «Μαύρης Χειρός», θέλοντας την ένωση της Βοσνίας με τη Σερβία συμμετείχε σε μια δολοφονία που έμελλε να  πυροδοτήσει τον πρώτο μεγάλο πόλεμο, τη δολοφονία δηλαδή του διαδόχου του αυστροουγγρικού θρόνου Φερδινάνδου και της γυναίκας του Σοφίας. 
 
Η προφητεία των μαύρων χεριών
 
Άκουσε για λίγο τη σιωπή,
σκάνε οι σταγόνες μες στους τοίχους.
Μην κοιτάς προ το μέρος μου,
έχω σταματήσει να βαδίζω
απλώνω μαύρα δάχτυλα, πληγιασμένα, 
και τραβώ το σχοινί των αισθήσεων.
Μόνο τα μάτια μου έχουν απομείνει,
πάνω από σαράντα κιλά ζωής
- αζύγιστα και αδιευκρίνιστα.
Πρέπει να γνωρίζεις ότι οι πράξεις μας
θυμίζουν παγίδες κυνηγών,
μας συνθλίβουν με την αγωνία τους·
και εμείς ανυπεράσπιστοι από έλεος
διαλέγουμε κληρονομιά,
προτού στη γούνα της ιστορίας 
ράψουμε τα παράσημά μας,
μερικές σπασμένες βελόνες 
και μπόλικα σκουριασμένα καρφιά.
Όπως τότε, ναι, το θυμάσαι 
δύο μόνο σφαίρες, δύο, 
σώματα έπαψαν
από τον φόρο της ανάγκης.
Ο Φερδινάνδος και η Σοφία 
- σαν αποχρώσεις του χρυσού -
με τύφλωναν με το κόκκινο χαμόγελό τους.
Δεν ακούστηκε ούτε μια γλώσσα
να ψέλνει τον ύμνο της Μικράς Βοσνίας,
μάτια γυρισμένα στην ουτοπία 
φώναζαν μόνο: «Γκαβρίλο Πρίντσιπ».
Υπήρχε πρόβλεψη για κατολίσθηση,
αλλά εγώ δεν ήξερα αν ο Κροπότκιν 
ήταν αποσυνάγωγος του Νετσάγιεφ 
και έτσι απλά συνωμοτούσα με την αυτοκτονία 
ή ένα απροσδόκητο μέλλον 
που τρυπούσε τα αυτιά του αιώνα.
Βάφτηκε έτσι με αίμα ο Κρόνος,
έπρεπε εξάλλου να ξεράσει
τα παιδιά του ολάκερα
και να αρχίσει ο χορός του Σεράγεβου.
Στο φυτώριο των τελευταίων στιγμών,
κλείστηκε μαζί μου 
απρόθυμα η γενιά του γδαρμένου κροτάφου.
Και η ελευθερία που οραματίστηκα;
Νέα στα συντρίμμια της βίας 
φαντάζει πλέον σαν βροχή από την κόλαση.
Ίσως με λίγο ακόμη κερί
κουράρει η πνευμονία των εθνών,
αλλά πρόσεχε τη φορά του ατσαλιού 
ποτέ δεν ξέρεις αν θα σε προδώσει.
 
Ο Γιώργος Δρίτσας γεννήθηκε το 1994 στην Κόρινθο. Είναι απόφοιτος του Φ.Π.Ψ. Αθηνών, στο οποίο και συνέχισε/ζει τις μεταπτυχιακές και διδακτορικές του σπουδές. Κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Οδός Πανός οι ποιητικές του συλλογές σκιά θανάτου και το ματωμένο όνειρο.
 
Μαριέτα Καλλέργη

Η  περσόνα που χρησιμοποιώ είναι η Μαρία Καρυστιανού,
μητέρα της Μάρθης που χάθηκε 20 ετών.

Λαόσφαιρα 28/02/2025

Την άνοιξη ανάποδα κρεμασμένη
κοιτώ.
Καπνισμένα νύχια
απ' τα κλαδιά αρπάζονται.
Πολύ μακριά από το μαύρο και το κόκκινο.
Της πυρκαγιάς 
που έκαψε τα φτερά μου.
Το σπίτι μου και τα μικρά μου.

Μικρόπουλα ανήψια σαν τιτιβίζετε
στα σπλάχνα μου καθαρίζει λίγο ο καπνός.

Η Μαριέττα Καλέργη ζει στον Πειραιά και έχει σπουδάσει Ελληνικό Πολιτισμό και Φιλοσοφία. Γνωρίζει την Αγγλική και Γαλλική γλώσσα. Αγαπά την ποίηση, την φύση και την άθληση.

Ελένη Κατσιαμπή 
 
Στη μνήμη της Λέλας Καράγιαννη (1898-1944), αρχηγού της αντιστασιακής οργάνωσης “Μπουμπουλίνα”, που έδωσε τα πάντα στον αγώνα για την ελευθερία και εκτελέστηκε έναν μήνα πριν την αναχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων από την Αθήνα.
 
Γενναία Κληρονομιά
 
Όταν ξεκίνησε η Κατοχή είπες 
Λέλα, έχουμε οικογένεια να φροντίσουμε
μακριά όσο μπορούμε από κινδύνους
εγώ όμως λέω πως
ζωή που περιμένει ακίνδυνη δεν είναι
 
Τώρα στη σκόνη που σηκώνεται άσπρη 
μετράω αποστολές
πρόσωπα που ανακούφιση ζητούσαν
ισόρροπα χαμόγελα
πληροφορίες διπλωμένες στο σακάκι
 
Τα ναύλα - οι ποντοπόρες σωτηρίες
στο ζύγι τα αρώματα, στο ζύγι 
ποιος το μπορεί - ποιος θα λυγίσει - ποιον να πείσω 
Τα παιδιά με βλέπουν κουρασμένη 
Η σκόνη σημαίνει το τέλος 
 
Δεν είδα που έδωσα πολλά
και άλλα πάλι τόσα έχω
 
H Ελένη Κατσιαμπή γεννήθηκε το 1994 στην Τρίπολη Αρκαδίας. Σπούδασε Αρχιτεκτονική στην Αθήνα και στη Φλωρεντία. Εργάζεται ως αρχιτέκτων μηχανικός και γράφει ποιήματα- εσχάτως. Έχει παρακολουθήσει σεμινάρια δημιουργικής γραφής και φοιτά στο εργαστήριο του ιδρύματος Τάκης Σινόπουλος.
 
 
Χρυσάνθη Κοκκίνου
 
Περσόνα: Η Σέρβα καλλιτέχνιδα Marina Abramović (γενν. το 1946) αναγνωρίζεται ως μια από τις πιο επαναστατικές φυσιογνωμίες της σύγχρονης τέχνης και είναι πρωτοπόρος της περφόρμανς. 
 
 
Αόρατες Γωνίες Ζωής
 
Ακροβατείς μεταξύ σώματος και ψυχής.
Ξετυλίγεις με θάρρος το νήμα του κινδύνου.
Το κορμί σου γίνεται σύμβολο.
Μιλάω σε σένα, Marina Abramović.
Θυμάμαι.
2010 στο ΜΟΜΑ της Νέας Υόρκης.
22 χρόνια μετά
στο ίδιο τραπέζι.
Εσύ κι ο Ulai.
Ένα σώμα με δύο κεφάλια.
Βλέμμα παγωμένο και ζεστό
ταυτόχρονα.
Η αναπνοή σου  παράκληση,
ζητούσες από τον κόσμο να αισθανθεί
ό,τι αισθανόσασταν.
 
Κοιτάζω το μέλλον.
Φοβάμαι μήπως οι άνθρωποι πάψουν να νιώθουν.
Η καρδιά δεν θα αντέξει το βάρος των στιγμών που έρχονται.
Πιστεύω πως ο πόνος μπορεί να είναι το κλειδί,
πως η σιωπή μπορεί να ανοίξει νέους δρόμους.
Αυτογνωσία και συναισθηματική νοημοσύνη.
Η αληθινή μας ψυχική πανοπλία.
Εκείνη που μπορεί να αντέξει τα πάντα,
που μας επιτρέπει να αναγεννηθούμε
όταν όλα φαίνονται να καταρρέουν γύρω μας.
Με ρωτάς αν φοβάμαι;
Ναι, φοβάμαι.
Αλλά, τουλάχιστον ζω.
 
Η Χρυσάνθη Κοκκίνου (γενν. το 1987 στην Αθήνα) είναι δημοσιογράφος και ηθοποιός που ασχολείται με την ποίηση και τις εικαστικές τέχνες. Είναι τελειόφοιτη του ποιητικού εργαστηρίου του Ιδρύματος Τάκης Σινόπουλος.
 
 
Γεωργιάνα Λούκου
 
Περσόνα: Η Γκαλίνα Ρίμπου διαμορφώνει την ποίησή της ως έναν αιχμηρό δημόσιο λόγο που αναλύει τα κοινωνικά και πολιτικά αδιέξοδα της σύγχρονης Ρωσίας. Εξερευνά τη γυναικεία εμπειρία και την αλληλεγγύη μεταξύ γυναικών, αποδομώντας τους παραδοσιακούς ρόλους και τις κοινωνικές προσδοκίες. 
 
“Το σεξ είναι έρημος”. Αλλά εγώ βρήκα νερό.
 
Το σεξ είναι η γλώσσα της μάχης. Μου είπες πως το σώμα μου είναι λάδι, θα καεί με τον πρώτο άνεμο. Δεν καταλαβαίνεις. Μέσα του γεννιούνται φωτιές και στάχτες.
 
Ήθελα να μην φοβάμαι. Όπως τότε. Ξαπλώσαμε στο χαλί της κουζίνας. Οι παλάμες μας έγιναν θάλασσα. Αιμορραγία.
 
Εκείνοι που με φοβόντουσαν— οι φασίστες, οι στρατιώτες, οι εραστές τους— δεν
καταλαβαίνουν ότι το σώμα μου είναι επανάσταση. Κάθε λέξη που λέγεται γι’ αυτό είναι κατάρα. Ελευθερία.
 
Τα κτήνη φάνηκαν. Είπαν: Η σκόνη θα σε καταπιεί. Τα σώματα δεν αντέχουν στην ξηρασία. Το αίμα θα εξατμιστεί. Το νερό είναι ψευδαίσθηση.
 
Γέλασα. Η έρημος είναι εδώ. Αλλά δεν είναι το μέλλον μου.
 
 
Η Γεωργιάνα δουλεύει σε βιβλιοθήκες και ιστορικά αρχεία, ενώ παράλληλα γράφει ποιήματα και πεζά. Έχει εκδώσει ένα θεατρικό έργο και έχει σκηνοθετήσει δύο ταινίες μικρού μήκους.
 
 
Ρίτα Μπούτση
 
Περσόνα: Το ποίημα ξεδιπλώνει την ψυχολογική περσόνα – μάσκα, την οποία φορούν οι άνθρωποι σε κάθε επίπεδο της ζωής τους. Μιλά για την αφυπνιστική δύναμη, μέσα από το προσωπικό-καθολικό βίωμα.
 
ΑΣΤΡΙΚΟΣ ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ
 
Είμαι εγώ
Ο μόνιμος καθρέφτης,
Με κοιτάζει ο ψυχολόγος κατάματα.
Τούτος δεν με εγκρίνει,
Το ξέρω.
Είναι λες κι ήρθα εδώ γι’ αυτόν,
Απ’ τα οράματά μου,
Από τις φειδωλές νύχτες, του συμπαντικού σαμποτάζ,
που προσγειώνονται το πρωί και γίνονται αόρατη σκόνη.
 
Πλανητικός κυκεώνας της ανυπαρξίας,
Ανάμεσα στ’ άστρα.
 
Ακόμα θυμάμαι τα βαφτίσια των περσόνων μου·
Έχω πολλά βαφτιστήρια, σ’ ένα αρχείο.
Σε κάθε υποκριτική λέξη, της ψευδούς πραγματικότητας
 
Τούτης της σπηλιάς,
δίχως πόρτα, δίχως κλειδιά και δίχως τέλος.
Στο βάθος του καθρέφτη μου,
Εκεί,
Κοιτιούνται όλοι και βλέπουν πίσω τον δικό τους εαυτό.
Ετούτο κάνω,
Για Τούτο ήρθα
Ένα σιγοσφυρηλατημένο γυαλί στη φωτιά,
που του πέταξαν πάνω του οξύ.
Ξέρω πως δεν υπάρχω,
δεν υπάρχουμε όλοι,
Κρύβοντας τ’ ασυνείδητο είδωλο,
Προβολή,
Μονάχα της ανυπόστατης ύλης
με τ’ άπιαστο.
Μ’ αυτό ξυπνάμε, μ’ αυτό κοιμόμαστε,
Με κάθε ανάσα στο κεφάλι μας.
 
Ο καθρέφτης σου δίνει ό,τι του δώσεις.
Αν θες να δεις πίσω απ’ αυτόν,
Πρέπει να τον κρατήσεις.
 
Και κάθε μέρα, συναντώ
Αγύμναστα χέρια.
 
Κρατώ τον καθρέφτη μου με τόλμη,
Γι’ αυτό κουράζομαι·
δεν έχει είδωλο,
 
Μονάχα φως
Μέσα σε κάποια σκοτάδια.
 
 
Η Ρίτα Μπούτση είναι 37 ετών, εργάζεται ως Σύμβουλος ακινήτων, μ’ εμπειρία στα διεργαστηριακά - έρευνα & την πολιτική αεροπορία. Αγαπά τον Θεό, τα Ζώα, την Ποίηση, το Θέατρο & τη Μουσική. Γράφει ερασιτεχνικά κριτικές Θεάτρου, Στίχους & Παραστάσεις.
 
 
Νάγια Πάλλα 
 
Περσόνα: Ως προσωπείο χρησιμοποιήθηκε η Λήδα από τον αρχαιοελληνικό μύθο «Η Λήδα και ο κύκνος».
 
Ανάμνηση κύκνου
 
Είναι ο θεός
μια μορφή αυτοπάθειας
στιγμιαία ερήμωση
με εμένα κατάλυμα,
κατατρεγμένος
απ’ την τετριμμένη εικόνα του
μια πληγή γαλάζιας αφάνειας;
 
Κι είναι αυτό, το χαμένο τραγούδι του,
ήχος πολέμου που πλατσουρίζει άτσαλα
καθώς τα μάτια του κύκνου
πλαισιώνουν μαύρα παράθυρα
λαθρόβια θέα κι ερείπια λάφυρα;
 
Ήταν κύκνος ή λειρί κατακόκκινο
που αφαίμαξε το κρασάτο μου όνειρο
κι ο πετεινός – κοτσύφι, μεθύστακας-
στο κέφι του έσβησε
του θεού το αποτύπωμα;
 
Σαν κερί στο ναό της απώλειας
κηλιδωμένη η ουσία μου ζει απαράγραπτα,
με σταφύλια στάχτης κι Ελενηφόρια αδάμαστα
ανάσα της φλόγας και πνεύμονας άνθρακα.
 
Την Ελένη, τη λήκυθο
από εμένα ξεγέννησα, στο διάκενο,
που η φτερωτή παγίδα μου έστησε
κι αδιάκοπα μες στο αβγό
κολυμπάω αδιάκοπα, πρωτεΐνη μορφών
του θανάτου μου ελάττωμα.
 
 
Η Νάγια Πάλλα είναι δικηγόρος, απόφοιτος της Νομικής Σχολής Αθηνών. Σπουδάζει Φιλοσοφία σε πολλαπλούς κλάδους. Γράφει ποιήματα από παιδί. 
 
 
Μαρίζα Παρασύρη
 
Περσόνα: Ο Ουώλτ Ουίτμαν, στα μέσα του 19ου αιώνα στην Αμερική, εκδίδει τα Φύλλα Χλόης και προτείνει έναν νέο κόσμο. Πώς θα απαντούσε στα σύγχρονα αιτήματα ένας Ποιητής σήμερα;
 
ο Ποιητής
 
Ω, όλοι εσείς που με ακούτε, 
έμεινε κανείς εκεί έξω ευτυχισμένος;
 
Ανυπεράσπιστο, 
με άφησαν οι φίλοι μου κι οι συγγενείς μου, 
νεκρό κι ανυπεράσπιστο.
Κάποτε, όμως, θα πρέπει να νικήσει η ομορφιά,
αν κάτι πρέπει να νικήσει.
Γιατί εγώ, δεν μιλώ με γρίφους,
δεν λέω μισόλογα ή σαχλoκουβέντες.
Τρέχει στα χέρια μου ακόμα
αίμα κι ιδρώτας.
Κι έρχομαι πάλι, γιατί με ζητεί ο καιρός
και το ξερό του χώμα.
Κι έρχομαι πάλι σαν ποιητής 
και σαν ιππότης.
 
Ω, όλοι εσείς που με ακούτε,
έμεινε κανείς εκεί έξω ευτυχισμένος;
 
Το νερό κυλά ακόμα στα ρυάκια, νά!  
Στα μάτια σας, όμως
δεν βλέπω ούτε ένα δάκρυ.
Κλείσατε τ’ αφτιά σας 
και το στόμα σας το φίμωσαν  
σκουπίδια και λάσπη.
Μιλήστε, τώρα που τα ηφαίστεια σκάνε
μαζί με την καρδιά μας.
Μιλήστε σε μένα, 
τον ποιητή της αποτυχίας.
Γιατί η ποίηση 
είναι η αποτυχία της σιωπής.
 
Ω, όλοι εσείς που με ακούτε,
έμεινε κανείς εκεί έξω ευτυχισμένος;
 
Σας καλώ κάτω στους δρόμους
και μέσα στη μεγάλη φωτιά.
Αυτήν που θα κάψει τις γλώσσες μας 
μαζί με το φαρμάκι τού φιδιού.
Γιατί δεν είμαστε εμείς κι αυτοί,
δεν είμαστε απέναντι σε κάποιον ή σε κάτι.
Μα κατοικούμε όλοι στο ίδιο σώμα.
Έχουμε τα ίδια χέρια, τα ίδια πόδια.
Κι η πληγή του ενός, πονάει τη δική μου καρδιά
κι η χαρά του, με εκστασιάζει.
 
Ω, όλοι εσείς που με ακούτε,
έμεινε κανείς εκεί έξω ευτυχισμένος;
 
Δεν έμεινε κανείς,
γι’ αυτό ήρθαν ξανά οι ποιητές
να μας το τραγουδήσουν. 
 
Η Μαρίζα Παρασύρη έχει εκδώσει την ποιητική συλλογή «ο αυτό-νόητος» (εκδ. Οσελότος) και «να μου λες πού πας / χάλασα όλα τα λεφτά μου σε φτερούγες» (εκδ. Ενύπνιο. Ζει στην Αθήνα και σπουδάζει ακόμα την ποίηση και τη γραφή. 
 
 
Μαρία Πασλή
 
Περσόνα: Ο Μάνος Χατζηδάκις.
 
Λαχεία τ' ουρανού
 
Με τ' αρώματα του καπνού
Της θάλασσας τον μαΐστρο 
Τις φωνές του λιμανιού
Έφτιαξα μουσικές
Τα υλικά μου μετουσίωσα σε μελωδικά λαχεία
Σε κάποιους ξύπνησαν τα όνειρα
Μα και τα όνειρα δεν έχουν βεβαιότητες
Για  λίγους κλήρωσαν 
Μα στους πολλούς εμμένουν να περιμένουν
Ανάμειξη ουσιών
αισθήσεων 
και αισθημάτων 
Τραγούδησα χρησμούς ,προσευχές , εφιάλτες
Σας ταξίδεψα μακριά
σε πόλεις μαγικές
χωρίς να κάνετε βήμα
Τώρα  στους γαλαξίες πετώ
Δεν είμαι πια αττικός αλλά παγκόσμιος
Μερικοί όταν ερωτεύεστε ακόμα με σιγοψιθυρίζετε
Κλήρωση δεν υπάρχει
κερδισμένος αυτός που θ΄αποκρυπτογραφήσει 
τα παλίμψηστα τ΄ουρανού
 
 
Η Μαρία Πασλή γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε διακόσμηση και σκηνογραφία. 
Έχει εκδώσει την ποιητική συλλογή Αόρατο κορίτσι απ' τις εκδόσεις Εύμαρος. 
 
 
© Poeticanet
 

Ημ/νία δημοσίευσης: 21 Απριλίου 2025