Εκτύπωση του άρθρου

  O Sebastian/Sébastien Reichmann γεννήθηκε το 1947 στην παραδουνάβια πόλη Γαλάτσι, της Ρουμανίας. Ανήκει δε στην Πληϊάδα των λογοτεχνών της χώρας του (Tristan Tzara, Benjamin Fondane, Ilarie Voronca, Isidore Isou, Gherasim Luca, Eugène Ionesco, E.M. Cioran... — για να αναφέρω μόνον τους πιο διάσημους, από τον χώρο του Μοντερνισμού και των Πρωτοποριών του 20ού αιώνα), οι οποίοι «μετακόμισαν» κάποτε στην επικράτεια των γαλλικών γραμμάτων, αφήνοντας μάλιστα σεβαστό, ποιοτικά και ποσοτικά, έργο στη μητρική τους γλώσσα. Επιβεβαιώνεται έτσι η ιδιαίτερα στενή σχέση ανάμεσα στο πάλαι ποτέ «Παρίσι των Βαλκανίων», όπως αποκαλούσαν - πότε με θαυμασμό και πότε ειρωνικά - την πρωτεύουσα της Ρουμανίας, και στο πνευματικό και καλλιτεχνικό Παρίσι, την «Πρωτεύουσα του Αιώνα» (κατά την εύστοχη ρήση του WalterBenjamin). Επιβεβαιώνεται επίσης η μοναδική ίσως κλίση των Ρουμάνων προς την avant-garde, αλλά και οι σπάνιες επιδόσεις τους στις ρηξικέλευθες τεχνοτροπίες της Νεωτερικότητας. Σχέση και κλίση τόσο σταθερές, που ούτε η πεντηκονταετής κομμουνιστική δικτατορία δεν κατάφερε ωστόσο να τις ξεριζώσει (αν και προσπάθησε σκληρά). Ο S. Reichmann αποτελεί περίτρανη απόδειξη.
  Ο ποιητής άρχισε να δημοσιεύει στον φιλολογικό τύπο γύρω στη μαγική χρονιά 1968, που ακόμη και στη Ρουμανία του Ceauşescuσημαδεύτηκε από κάποιο δειλά (και υστερόβουλα από πλευράς της Εξουσίας) πολιτικά και πολιτιστικά ανοίγματα. Ωστόσο ο «αναιδής» εικοσάρης, που τολμούσε ασκεί με άνεση την αυτόματη γραφή, να αντιμετωπίζει με φονική ειρωνείας τις «ιερές αγελάδες» της παράδοσης (πρβ. εδώ «Μπεμπέ»), να επιδεικνύει ρητές υπερρεαλιστικές επιδράσεις, ειδικά δε εκ μέρους του Gellu Naum(ο οποίος τελούσε τότε υπό καθεστώς «εγχώριας εξορίας») κλπ. κλπ., δεν μπορούσε παρά να προκαλέσει την μήνιν των δεινόσαυρων του Σοσιαλρεαλισμού και των μαμούθ της ακαδημαϊκής συντήρησης. Παρά ταύτα, το 1969 κατόρθωσε να τυπώσει την ποιητική συλλογή Geraldine και το 1971 την Αρχική αποδοχή, με  τα ίδια περίπου χαρακτηριστικά.
  Όταν ο Ceauşescu ήρε την επίφαση φιλελευθερισμού, προβαίνοντας μάλιστα σε μία μίνι «πολιτιστική επανάσταση» κατά τα πρότυπα της μαοϊκής, ο S. Reichmann εγκατέλειψε τη χώρα που βυθιζόταν και πάλι στο σκοτάδι μιας μακράς πολικής νύκτας. Μετά από σύντομη διαμονή στο Ισραήλ, εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, όπου ζει και εργάζεται ως ψυχολόγος-ψυχαναλυτής. Στα γαλλικά, γλώσσα που τον κατέκτησε, αλλά κι εκείνος την κατέκτησε πλήρως, εξέδωσε μέχρι στιγμής τις εξής ποιητικές συλλογές: Pour un complot mystique(1982),Audience captive(1988) και Balayeur devant sa porte(2000), οι οποίες, κατά τη γνώμη μου, φέρουν τη σφραγίδα της διακριτικότερης, αλλά όχι λιγότερο ανατρεπτικής, μετα-υπερρεαλιστικής avant-garde. Στη Ρουμανία, όπου επανέρχεται κατά καιρούς μετά το 1990, κυκλοφόρησαν το 1992 τα «παραλειπόμενα» της πρώιμης ποιητικής παραγωγής του, υπό τον τίτλο Το βάδισμα της σαύρας (1992) και δύο επιλογές από το όλο έργο του.
  Για μένα ο Sébastien Reichmann δεν έπαψε ποτέ να είναι ένας φίλος από τα παλιά, τον οποίον είχα την χαρά να ξαναβρώ πρόσφατα, nel mezzo del camin di nostra vita: «στα μισά της επί γης διαδρομής μας» (όπως θα έλεγε ο Dante). Είχαμε γνωριστεί πριν από… (δεν τολμώ καν να σκεφτώ πόσα χρόνια !), σε κάποια φοιτητική εστία του Βουκουρεστίου όπου διαμέναμε κι οι δύο, παιδιά απ’ την επαρχία, και δη «κοντοχωριανοί, απ’ τον Δούναβι. Μας ένωσαν κοινές προτιμήσεις, κοινά διαβάσματα κι ένα κοινό, τρελό κι ίσως αφελές, όνειρο ελευθερίας κι επαναστατημένης ομορφιάς. Η εξορία του μας χώρισε· στους δρόμους της δικής μου ξανασυναντηθήκαμε, στους ώμους μας με τρεις δεκαετίες παραπάνω και με αρκετές αυταπάτες λιγότερο στις αποσκευές μας.. Πλην όμως — θέλω να πιστέψω - ακόμη ατενίζοντας το νεανικό εκείνο όραμα, που έκτοτε δεν έχει ξεθωριάσει. 
  Επειδή, με τα λόγια του Εμπειρίκου, Αυτή η εκδρομή δεν έχει τέλος.


Ημ/νία δημοσίευσης: 2 Μαΐου 2006