Εκτύπωση του άρθρου

MARLENA  ZYNGER

 
 
 

 

cantata de sal
Απόδοση: Ιωσήφ Βεντούρας

 

Του κορμιού σου φέρνω στη μνήμη τ' αλάτι 
Γιορτάζω τη γεύση του και ξάφνου από
Αλμύρα ορθώνεται ένα παλάτι 
Μ' ύλη κρυστάλλων κτιστό και ίχνη στιγμών

Υψώθηκε κτίριο εκεί, στεριώνει 
Χωρίς μέρες τότε ο χρόνος  κυκλώνει
Κυρτώνουν ξάφνου οι τοίχοι κι αλλάζουν
Ζαρώνουν τα τζάμια  οι πόρτες μικραίνουν

Μ’ αλμύρα  τριγύρω η ανάσα θερμή
Αργά στην απουσία τρυπώνει  τρελά
Γυρολόγος το είναι λαξεύει το χώρο
Λαξεύει αγάλματα ύπαρξη χαύνα 

Ακίνητη ήμουν θωρώντας  γυμνή
Σταλακτίτες στη μέση και άλλες μορφές
Όνειρα έκανα για   εσένα, γι'  εμάς
Ο κόσμος τότε χανόταν με λάμψη θολή

Μίσχοι πλεξούδες γλυφοί με δέρμα γυαλί 
Κυμάτων μοιάζουν κορφές και πάγος εκεί
Μάτια θαμπά σαν από νέφος δακρύων
Χωρίς να κινούνται χλευασμένα πολύ

Θαύμα θαυμάτων ανημπόριας μεγάλης
Μες την ορμή νερού αλμυρού, σε ναούς
Όταν  η ψυχή, η πνοή, το μυστήριο
Μήτε χέρι τ' άλλου να κινήσει μπορεί

 
cantata de sal 
 
uniosłam w myśli sól twego ciała 
celebrowałam jej smak zamysł zmysł 
z solnej materii powstawał pałac 
kryształ ciosany dotykiem chwil 
 
budowla rosła w miarę istnienia
w czasie dziwacznym w cyklu bez dni 
ściany pęczniały sufit się zmienia
kurczyły okna malały drzwi 
 
w solnych komnatach oddech gorący 
drążył bezwiednie snuł się to szalał 
rzeźbił w przestrzeni byt wędrujący 
tworząc posągi kreował marazm 
 
stałam bez ruchu naga wpatrzona 
wśród stalagmitów i innych brył 
śniłam o tobie śniłam tak o nas 
świat ginął w dali ledwie już ćmił 
 
plotły się pnącza szkliste i słone 
składały w szczyty fale i kry 
patrzyły oczy łzami zamglone 
chwycił je stupor trzymał i kpił 
 
dziw to nad dziwy niemoc tak wielka 
wśród ruchu soli wody i skroni
gdy woni ducha moc niepojęta
nie można ruszyć własnej swej dłoni 
 

© Poeticanet 


Ημ/νία δημοσίευσης: 12 Μαΐου 2020