Εκτύπωση του άρθρου
 
LORNA DEE CERVANTES
 
Μετάφραση: Βασιλική Ντουλαβέρη 
Επιμέλεια: Λιάνα Σακελλίου
 
 
 
Βιογραφικό Σημείωμα:
 
Η Lorna Dee Cervantes γεννήθηκε στο Σαν Φρανσίσκο το 1954. Είναι μεξικάνικης και ινδιάνικης καταγωγής. Κατά την παιδική της ηλικία δεν της επιτρεπόταν να μιλάει ισπανικά στο σπίτι εξαιτίας του ρατσισμού που επικρατούσε στην κοινότητά της εκείνη την εποχή. Αυτή η απώλεια της μητρικής της γλώσσας ενέπνευσε την ποίησή της εκφράζοντας την αδυναμία της να ταυτιστεί με την πολιτιστική της κληρονομιά καθώς και την απώλεια της ταυτότητάς της.

Στα θέματα της ποίησής της περιλαμβάνονται: ο διχασμός των Αμερικανο-Μεξικανών ανάμεσα σε δύο πολιτισμούς, η κοινωνική αδικία και η προσωπική ταυτότητα, καθώς και η θέση των Αμερικανο-Μεξικανών και των γυναικών σε ένα κόσμο λευκών. Η πρώτη της ποιητική συλλογή ήταν η “Emplumada” (1981).

Το 1982 η μητέρα της δολοφονήθηκε βάναυσα, πράγμα που επηρέασε τα μετέπειτα έργα της μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται τα: “From the Cables of Genocide: Poems on Love and Hunger” (1991).“Drive: The First Quartet” (c2006), “Ciento:100  100-Word Love Poems” (2011) and  “Sueño” (2013).Η Η Lorna Dee Cervantes έχει λάβει πολλές τιμές και βραβεύσεις και θεωρείται μία από τις  ηχηρότερες φωνές στη αμερικανο-μεξικανική λογοτεχνία.
 
 
Τρία ποιήματα
Μετάφραση: Βασιλική Ντουλαβέρη 
Επιμέλεια: Λιάνα Σακελλίου

 

 

Φτερωτή πένα

Σαν τέλειωσε το θέρος
μαράθηκαν τα φύλλα απ’ τα λυκόστομα
σιώπησαν τα διαπεραστικά τους χρώματα.
Έμειναν ασάλευτα, βουβά. Ελαιόμαυρα
γινήκανε όλα όσα ήταν βιολετιά. Μισούσε
και μισούσε να τα βλέπει 
να ξεμακραίνουν. Λουλούδια


που γεννιούνται με τον καλό καιρό – αυτό
περνά στις σκέψεις της, κοιτάζοντας το κλώνι απ’ τα ροδάκινα
να ψηλαφούν το δρόμο τους πάνω απ’ το φράχτη, και πιο πέρα,
δυο κολιμπρί να αιωρούνται αγκαλιασμένα,
αψίδες ατσαλένιες τα κορμάκια τους
αναζητώντας το καλό, εκείνο που 
τους δίνεται να βρούν. Είναι πολεμιστές

που γυρνούν την πλάτη τους στην ιστορία.
Βρίσκουν γαλήνη
στο πώς δαμάζουνε τον άνεμο
και χάνονται μακριά.
 

EMPLUMADA
 
When summer ended
the leaves of snapdragons withered
taking their shrill-colored mouths with them.
They were still, so quiet. They were
violet where umber now is. She hated
and she hated to see
them go. Flowers
 
born when the weather was good - this
she thinks of, watching the branch of peaches
daring their ways above the fence, and further,
two hummingbirds, hovering, stuck to each other,
arcing their bodies in grim determination
to find what is good, what is
given them to find. These are warriors
 
distancing themselves from history.
They find peace
in the way they contain the wind
and are gone.
 
Poetry collection: Emplumada
Date of publication: December 1981, University of Pittsburgh Press.
 

Σε έναν άγνωστο

Γύρευα τα μαλλιά σου,
κατάμαυρα σαν αρχαία λάβα σε νησί
από λευκά κοράλλια. Ονειρεύτηκα
πως σ’ εγκατέλειψαν και ήρθαν να με βρούν,
πως με τύλιξαν με τις πένθιμες κορδέλες τους
και μ’ έδεσαν ένα φιόγκο από αλμύρα.

Εδώ είναι θαρρώ ο θάνατός μου:
να λαχταρώ τη φλόγα, αιχμάλωτη στο κύμα,
παντρεύοντας τη μυρωδιά της μουσκεμένης τέφρας
με τη γλυκύτητα μιας λίθινης ερήμου.
Ευφυές μου θηλαστικό, αρσενικό
του είδους μου, δίδυμε ήλιε σ’ έναν κόσμο
που δεν έπλασα εγώ, μ’ αφήνεις καταστάλαγμα
μέλι του φεγγαριού, κοχλάζει
το είναι μου στην απουσία των χεριών σου.

Πού είναι το δέρμα σου, με αποχωρίζεται;
Πού είναι οι τούφες που σκιάζουν τα φιλιά σου
και με οδηγούν μες στις μαβιές κοιλάδες; Πού
είναι τα φτερά σου, η νοητή ουρά
και η χρήση της; Πού θα μπορούσα να σε
εκθρέψω; Μες στο λαιμό στα άδηλα της καρδιάς μου
εκεί θα βρεις τη θαλπωρή
δαγκώνοντας τον άρτο, που τα τρίμματά του σπάζουν
και σκορπούν και τις ψυχές μας τρέφουν

μακάρι να ’σουν πέτρα, να σε πέταγα
μακάρι να σε αποκτούσα.


A UN DESCONOCIDO


I was looking for your hair,
black as old lava on an island   
of white coral. I dreamed it   
deserted you and came for me,   
wrapped me in its funeral ribbons   
and tied me a bow of salt.
 
Here’s where I put my demise:   
desiring fire in a web of tide,   
marrying the smell of wet ashes   
to the sweet desert of your slate.
My intelligent mammal, male
of my species, twin sun to a world   
not of my making, you reduce me   
to the syrup of the moon, you boil   
my bones in the absence of hands.
 
Where is your skin, parting me?
Where is the cowlick under your kiss   
teasing into purple valleys? Where   
are your wings, the imaginary tail
and its exercise? Where would I breed   
you? In the neck of my secret heart   
where you’ll go to the warmth of me   
biting into that bread where crumbs crack   
and scatter and feed us our souls;
 
if only you were a stone I could   
throw, if only I could have you.
 
Poetry collection: Drive: The First Quartet
Date of publication: April 2005, Wings Press(San Antonio, Texas).
 
Αγαπημένος


Πετροκέρασα μουλιασμένα μια βδομάδα,
τη νύχτα σκάνε στο φόντο όσων υπήρχαν πριν το
άγγιγμά σου. Η αυλαία ανοίγει στη λήξη του παρελθόντος μας.
Ροδαλά νυχτολούλουδα πάνω στα κλήματα παραδίνονται στα κολι-
μπρί. Πεταλούδες ελευθερώνονται απ’ τη σφιχτή αγκάλη του ζευγαρώ-
ματός τους, φωτίζουν και ανοίγουν πάνω στις σμιχτές παλάμες των ευ-
καλύπτων. Γεύονται τους χυμούς του ύπερου για εφτά γενιές και γεννιού-
νται ξανά μέσα από άλλα στόματα, καθώς το πρώτο έτος των αδυσώπη-
των μαθηματικών μας ξεκινά να μετρά το χρόνο. Προσγειώνονται σαν
τα φθαρμένα βράχια στα πόδια του γκρεμού. Δοκιμάζονται ξανά 
στον κύκλο της ζωής όπου τα άνθη ροδίζουν και χλωμιάζουν
σ’ ένα χάραμα βρώμικης νύχτας όπου η θύμησή σου τυλίγει
με ιστό τα μέλη σου μέσα απ’ τα  κλαδιά της κερασιάς.
Σπάνιο πουλί, χρώμα εξαφανισμένο, μένεις μες
στα όνειρά μου σαν ακτινογραφία. Ξανά
και ξανά, ο σκελετός σου, γυμνώνοντας
από καρπούς την κερασιά διπλώνει 
και στοιβάζει τα πεσμένα πέταλα
της θλίψης μου σ’ ένα κούφιο
ολό-γραμμα που φθίνει 
– την παντοτινά 
Αδειανή μου
τέχνη.


VALENTINE

Cherry plums suck a week’s soak,
overnight they explode into the scenery of before
your touch. The curtains open on the end of our past.
Pink trumpets on the vines bare to the hummingbirds.
Butterflies unclasp from the purse of their couplings, they
light and open on the doubled hands of eucalyptus fronds.
They sip from the pistils for seven generations that bear
them through another tongue as the first year of our
punishing mathematic begins clicking the calendar
forward. They land like seasoned rocks on the
decks of the cliffs. They take another turn
on the spiral of life where the blossoms
blush & pale in a day of dirty dawn
where the ghost of you webs
your limbs through branches
of cherry plum. Rare bird,
extinct color, you stay in
my dreams in x-ray. In
rerun, the bone of you
stripping sweethearts
folds and layers the
shedding petals of
my grief into a
decayed holo-
gram—my
for ever
empty
art.
 
 
Poetry collection: From the Cables of Genocide: Poems on Love and Hunger.
Date of publication: May 1991, Arte Público Press, University of Houston.(Houston, Texas)
 
 
Resources:
 
Biographical Note:
https://www.poetryfoundation.org/poets/lorna-dee-cervantes
https://en.wikipedia.org/wiki/Lorna_Dee_Cervantes
 
Emplumada:
https://www.poetryfoundation.org
"Emplumada" from Emplumada, by Lorna Dee Cervantes, © 1982. All rights are controlled by the University of Pittsburgh Press, Pittsburgh, PA 15260. Used by permission of the University of Pittsburgh Press. 
Source: Emplumada (University of Pittsburgh Press, 1982) 
 
A un desconocido:
https://www.poetryfoundation.org
“A un Desconocido” by Lorna Dee Cervantes was first published in Drive: The First Quartet (San Antonio: Wings Press, 2006). 
Source: Drive: The First Quartet (Wing Press, 2006) 

https://citedatthecrossroads.net/chst404/2012/04/22/the-meaning-behind-lorna-dee-cervantes-poem-to-a-stranger/
 
Valentine:
https://www.poetryfoundation.org
"Valentine" by Lorna Dee Cervantes, from From the Cables of Genocide: Poems on Love and Hunger. Copyright © 1991 by Lorna Dee Cervantes, Used with permission of Arte Público Press, www.arte.uh.edu 
Source: From the Cables of Genocide: Poems on Love and Hunger (Arte Público Press, 1991) 

Lorna Dee Cervantes on “Valentine”:
https://doubleentendre48.wordpress.com/2008/03/24/lorna-dee-cervantes/
 
© Poeticanet 
 

Ημ/νία δημοσίευσης: 11 Μαΐου 2020