Εκτύπωση του άρθρου

Cristian Muntean

 

Cristian Muntean este numele sub care semnează Ştefan-Cristian Muntean, n. 18 decembrie 1971, Braşov. Poet şi eseist. Absolvent al Facultăţii de Teologie Oradea, doctor în teologie al aceleiaşi facultăţi. Preot la Biserica Adormirii Maicii Domnului din Braşov şi fost director al Seminarului Teologic „Dumitru Stăniloae” din Braşov. Este membru al Filialei Braşov a Uniunii Scriitorilor din România din 2013. Colaborări la revistele Aurora, Familia, Legea românească, Renaşterea, Gândirea, Revista Teologică, Telegraful Român, Ortodoxia, Glasul Bisericii, Biserica Ortodoxă Română, Lumina, Caligraf, Mişcarea literară. Debut absolut în 1991 în Legea Românească. Debutul editorial în 2003 cu volumul de versuri Singurătăţile dorului, Editura Universităţii „Transilvania” din Braşov. Poeme traduse în spaniolă, în volumul bilingv Silencios Fructuosos, publicat la Cultiva Libros. Premiul Filialei Braşov a Uniunii Scriitorilor din România pentru volumul de versuri Nostalgii (2013)

Cristian Muntean είναι το όνομα με το οποίο υπογράφει ο Ştefan-Cristian Muntean, γεννημένος στις 18 Δεκεμβρίου 1971, στο Μπρασόβ της Ρουμανίας. Ποιητής και δοκιμιογράφος. Αποφοίτησε από τη Θεολογική Σχολή στην πόλη Oradea, διδάκτωρ θεολογίας από την ίδια σχολή. Ιερέας στον Ιερό Ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο Μπρασόβ και πρώην διευθυντής του Θεολογικού Σεμιναρίου «Dumitru Stăniloae» στο Μπρασόβ. Είναι μέλος του Παραρτήματος Braşov της Ένωσης Ρουμάνων Συγγραφέων από το 2013. Έχει συνεισφέρει στα περιοδικά Aurora, Familia, Legea românească, Renaşterea, Gândirea, Revista Teologică, Telegraful Român, Ortodoxia, Glasul Bisericii, Biserica Ortodoxă Română, Lumina, Caligraf, Mişcarea literară. Πρωτοεμφανίστηκε το 1991 στο περιοδικό Legea Românească. Πρώτη έκδοση το 2003 με τον τόμο ποιημάτων Singurătățile dorului/Μοναξιές της λησμονιάς, Πανεπιστημιακός Εκδοτικός Οίκος "Transilvania", Μπρασόβ. Ποιήματα έχουν δημοσιευτεί στα ισπανικά, στον δίγλωσσο τόμο Silencios Fructuosos, εκδ. Cultiva Libros. Έχει τιμηθεί με το βραβείο του παραρτήματος Braşov της Ένωσης Συγγραφέων της Ρουμανίας για τον τόμο των ποιημάτων Nostalgii/Νοσταλγίες (2013)

OPERA/ΕΡΓΑ:

Versuri/Ποιήματα: Singurătăţile dorului/μοναξιές της λησμονιάς (2003); Tăceri roditoare/καρποφόρες σιωπές (2005); Neînserate dimineţi/αυγές δίχως βασιλέματα (2008); Silencios Fructuosos, δίγλωσση έκδοση, ρουμανική-ισπανική (2010); Citadela sufletului meu/Το κάστρο της ψυχής μου (2011); Nostalgii, antologie de autor/Νοσταλγίες, ανθολογία δημιουργού (2013); Semne de carte/Σελιδοδείκτες (2015);

Eseuri/ Δοκίμια: Ierusalim, istorie şi eshatologie/ Ιερουσαλήμ, ιστορία και εσχατολογία (2005, επανεκδ. 2010); Înţelesuri ortodoxe/ Ορθόδοξες έννοιες (2010); Episcop Dr. Vasile Coman, Teme de lectură/ Επίσκοπος Dr. Vasile Coman, Θέματα ανάγνωσης (2013); Mărturisire şi dialog, în colaborare cu Pr.Prot. Dănuţ Gh. Benga/ Εξομολόγηση και διάλογος, σε συνεργασία με τον Σεβ. Πρωτ. Dănuţ Benga (2015); Înţelesuri ale evangheliei/Έννοιες του Ευαγγελίου (2016);

Ediţii de text/Εκδόσεις κειμένου: Episcop Vasile Coman, Rugăciunile pentru autorităţile Statului în Cultul Creştin/Επίσκοπος Vasile Coman, Προσευχές για τις κρατικές αρχές στη χριστιανική λατρεία  (2007); Episcop Vasile Coman, Glasul credinţei, cuvântări apologetice pentru întărirea credinţei în Dumnezeu/Επίσκοπος Vasile Coman, Η φωνή της πίστης, απολογητικές ομιλίες για την ενίσχυση της πίστης στον Θεό (2011); Oglindiri în acuarelă/Καθρεφτίσματα σε ακουαρέλα (2019).

Mansardă  

mansarda copilăriei a prins viață
de noapte
heruvimi cu ochii cât cepele
au rămas agățați de fereastra copilăriei 
martori tăcuți ai nopților albe 
ce numărau zilele

apare soarele după orice ninsoare
veghind dimineața  amintirilor…
doruri crude în înserări târzii

zăpada pe acoperișuri se va rumeni
obraz de prințesă
pe care îl mângâi cu genele

 
Σοφίτα  

η παιδική σοφίτα ξεκίνησε τη νυχτερινή 
ζωή 
χερουβείμ με μάτια γουρλωμένα
έμειναν κρεμασμένα στο παράθυρο της παιδικής ηλικίας 
σιωπηλοί μάρτυρες των άγρυπνων νυχτών
που μετρούσαν τις μέρες

βγαίνει ο ήλιος μετά από κάθε χιονόπτωση
ενώ φυλάει την αυγή των αναμνήσεων...
οδυνηρές λαχτάρες αργά τα βράδια

το χιόνι στις στέγες θα ροδίζει
πρόσωπο πριγκίπισσας
που το χαϊδεύεις με τις βλεφαρίδες 


Loc 

casa ce mi-a împărtășit amintirea
a devenit poem
ferestre - ochi râzând în soare - privesc
marea în verde crud.

mă-ntorc din drum într-un sărut de vară 
bucurat de priveliștea 
odihnită 
în trupul cuvintelor ce șopteau
din când în când
Tristele lui Ovidiu

viața nu dădea semne că s-a trezit din 
labirint
păstra o sobrietate fără
anotimpuri

 
Τόπος 

το σπίτι που μοίρασε τη μνήμη μου
έγινε ποίημα
παράθυρα - μάτια που γελούν στον ήλιο - κοιτούν
την θάλασσα σε πράσινο σαρτρέζ/ κιτρινοπράσινο χρώμα.

επιστρέφω από το δρόμο σ’ ένα καλοκαιρινό φιλί
απολαμβάνω τη θέα
που ξεκουράζεται
στο σώμα των λέξεων που ψιθύριζαν
ενίοτε
τα Άσματα θλιβερά/Tristia του Οβίδιου

η ζωή δεν έδειχνε να είχε αφυπνίσει από
τον λαβύρινθο
κρατούσε μια νηφαλιότητα δίχως
εποχές


 
Poartă 

dacă intri prin această Poartă n-ai
să știi unde ajungi

anotimpul e de trecere spre lumină

culorile mă orbesc în conturul lor printre
mulțime de verdețuri ce recompun grădina

eșarfă alungită de timp

în vis nu poți știi niciodată unde e ea
în realitate…încep să-mi curăț uneltele în 
grădina cuvintelor pentru a supraviețui 
poetul fragilelor primule nu se mai teme de
pragul Porții

 
Πύλη  

αν μπεις από αυτήν την Πύλη δεν 
θα ξέρεις που φτάνεις

η εποχή είναι της μετάβασης στο φως 

τα χρώματα με τυφλώνουν στο περίγραμμά τους ανάμεσα
από πολλά χόρτα που ανασυνθέτουν τον κήπο

μαντίλι τεντωμένο από τον χρόνο 

σε ένα όνειρο ποτέ δεν ξέρεις πού είναι
στην πραγματικότητα… αρχίζω να καθαρίζω τα εργαλεία μου μέσα
στον κήπο των λέξεων για να επιβιώσει
ο ποιητής των εύθραυστων πριμούλων δεν φοβάται πια
το κατώφλι της Πύλης

 
Asfințit 

strălucea ziua spre întâlnirea nopții  iar
barca-și urma călătoria vieții străină de 
gustul pământului

ziua pare mai lungă decât orice sfârșit

iar corăbierul ce până mai ieri dădea vestea morții
privea lumina din asfințit 

unica realitate de trăit.


 
Δειλινό 

έλαμπε η μέρα για να συναντήσει τη νύχτα και
η βάρκα ακολουθούσε το ταξίδι της ζωής της ,ξένη από
τη γεύση που έχει η γη

η μέρα φαίνεται μεγαλύτερη από κάθε τέλος

και ο ναύτης που μέχρι χθες έδινε την είδηση του θανάτου
κοιτούσε το φως του δειλινού

η μόνη πραγματικότητα για να ζει κανείς.


Terasa 

de la terasa aceea improvizată am 
scrutat orizontul lungilor zile de vară
vorbind lucruri mărunte despre viață despre
locuri cunoscute și despre oameni

neînserata zi aștepta priveghind 
de la fereastră agita o batistă de adio

am locuit în multe case
niciuna n-a păstrat în amintire
atâtea chipuri și glasuri
ce se rotesc la nesfârșit printr-un timp
nu de mine ales

trebuie să învăț cum să trec neauzit 
prin mari încercări

Η βεράντα  

από εκείνη την αυτοσχέδια βεράντα έχω
εξετάσει εξονυχιστικά τον ορίζοντα στις μεγάλες καλοκαιρινές ημέρες
και κουβέντιαζα μικρά πράγματα για τη ζωή για
γνωστά μέρη και για ανθρώπους

η αξημέρωτη μέρα περίμενε παρακολουθώντας
από το παράθυρο κουνούσε ένα μαντήλι για αντίο  

έχω ζήσει σε πολλά σπίτια
κανένα δεν θυμόταν
τόσα πρόσωπα και φωνές
που περιστρέφονται ατελείωτα μέσα σε έναν χρόνο
που δεν είναι δική μου επιλογή

πρέπει να μάθω πώς να περάσω χωρίς να ακούγομαι
μέσα από μεγάλες δοκιμασίες

 
Barca  

tainic gem vânturile

barca s-a lepădat de mare
străpungând liniștea cerului 
ca un pinten însingurat

nu răsufla nici o briză 

timpul se odihnea în așteptarea unei
zile noi precum o caravană în deșert
căutând răsăritul

e ceas apăsător de asfințit crestat
în suflete însingurate 
mi-e dor de răsărit cu amintirea
sufletelor moarte
 
Η βάρκα  

μυστικά βογκούν οι άνεμοι 

η βάρκα παράτησε τη θάλασσα
διαπερνώντας την ησυχία του ουρανού
σαν μοναχικό σπιρούνι

δεν φυσούσε κανένα αεράκι

ο χρόνος ξεκουραζόταν εν αναμονή μιας
νέας μέρας σαν καραβάνι στην έρημο
αναζητώντας την ανατολή

είναι ώρα καταπιεστική του δειλινού χαραγμένου
σε μοναχικές ψυχές
μου λείπει η ανατολή με τη μνήμη
από νεκρές ψυχές

 
Turn 

mă îndrăgostisem de turnul acesta
de demult îl priveam mereu
din toate părțile ca pe un frate mai mare
ce-mi orienta punctele cardinale ale vieții 
ce-mi povestea adânc în noapte
șoaptele zilei

străduiește-te să-ți arunci masca lumească
neînserata zi așteaptă

îl auzeam repetând cu fiecare viață
a fost o noapte lungă cât toate viețile 
la un loc

 
Πύργος 

ερωτεύτηκα τον πύργο αυτόν 
από παλιά τον κοιτούσα πάντα
από όλες τις πλευρές σαν μεγαλύτερος αδερφός
που καθοδηγούσε τα βασικά σημεία της ζωής μου
που μου ιστορούσε αργά μέσα στη νύχτα
ψίθυροι της ημέρας

προσπάθησε να πετάξεις την εγκόσμια μάσκα σου
η αξημέρωτη μέρα περιμένει

τον άκουγα να επαναλαμβάνει με κάθε ζωή
ήταν μια μεγάλη νύχτα όσο όλες οι ζωές
μαζί

 


Ημ/νία δημοσίευσης: 26 Οκτωβρίου 2024