Εκτύπωση του άρθρου
ΜΑΝΟΛΗΣ ΠΡΑΤΙΚΑΚΗΣ
 
Δύο ποιήματα από την ανέκδοτη συλλογή: Το αόρατο πλήθος
 
1
Το υπαγορεύει η μηχανή της ειμαρμένης
με τα αρχέγονα φτερά και τις ατράκτους.
 
Περιπολούνε έγχρονοι (sik)  φρουροί στις διαβάσεις,
ως τη μεθόριο. σταθμοί της ηλικίας. Τέρμα το
αμέριμνο. Το άσκοπο σαξόφωνο που ξενυχτά
στις μπυραρίες (κι ας έχω γράψει: στην ασωτεία μόνον
είναι απών ο χρόνος).
Τέρμα το κάθε σφύζον σκέρτσο. Κι ας είναι αυτό
που ξεπατώνει ναρκοπέδια και λεγεώνες.
 
Τα μέλη τόσο αυτάρκη. Σε ξένα σώματα βλασταίνουν.
Ξεχνιούνται και μιλάνε μ’ ενός άλλου τις κωφάλαλες κινήσεις.
Σε προσεχή Ξενώνα, ασύγγνωστα θα μοιραστούνε ξένους ύπνους.
Χωρίς ποτέ να μαρτυρήσουν μια τέτοια γλίσχρα συγκυρία
Θύτες και θύματα μαζί στην ίδια κλίνη. Εναγκαλισμοί
νεκρόφιλοι, φαντάζομαι. Θα πείτε.
 
Κουτάβι που επείγεται με ορμή να γίνει κτήνος.
Αρνί ν’ ακούσει μαυρομάνικο βέλασμα χασάπη.
Κόρη να γίνει Μάνα με μια κραυγή καυτού κενού
στο νεροχύτη χωρίς βρέφος
Αντί πορφύρας αίσθημα του θέρους
Αντί γλυκός πανσές ωδίνης.
 
 
Γιοι και κόρες
2

Γιοι και κόρες μου. Πλανήτες στις ερημιές.
Φύγατε μακριά ξεχνώντας τις σπηλιές που σας
γέννησα. Τ’ αλμυρά μου πέπλα. Τις φασκιές-αύρες
που σας τύλιξα. Του στήθους μου τα νανουρίσματα.
Όμηροι σε πολυώροφα σπίτια-ενυδρεία. Σε ξέφρενα
εποχούμενα κελιά (να χαχανίζουν οι χαράδρες)
Αμπαρωμένοι σε αόρατες πόλεις. Σε βαμβακερή
κάθειρξη.
Όμως στα βήματά σας μπερδεύεται το βήμα μου.
Στη ρωγμή του στέρνου σας-που κρυφά συνομιλεί
με τη φωνή μου- βρίσκει φωλιά η αλκυόνα μου.
Έρχομαι κρυστάλλινη σκόνη μες στο πιάτο σας.
Το κάθε σας φιλί ανάβει ένα φανό θυέλλης
στο κλειστό μου σπήλαιο.
Οι λύπες σας είναι θυγατέρες των θρήνων μου
που στηθοδέρνονται στις ακτές.
Οι κραυγές σας: κλωστές τυλιγμένες στου ωκεανού
πατέρα μου το όστρακο.
Παφλάζω στο αίμα σας και χτίζω δοκίδα δοκίδα
με  το αλάτι μου τα κόκκαλά σας.
Ο ιδρώτας σας, τα δάκρυά σας, είναι αλμυρά
γιατί είστε Εγώ. Γιατί είμαι Εσείς.
 
Μανόλης Πρατικάκης

Ημ/νία δημοσίευσης: 10 Μαρτίου 2007