
METIN CENGIZ
Μετάφραση από τα γαλλικά: Μαρία Σπανουδάκη
Επιμέλεια και απόδοση: Αριστέα Παπαλεξάνδρου
© Poeticanet
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ METIN CENGIZ
Ο Metin Cengiz ανήκει σ’ εκείνη τη γενιά των Τούρκων ποιητών που συνέδεσαν αδιάρρηκτα την ποίηση με τη μοίρα του ανθρώπου και την ιστορία των λαών.
Στους στίχους του, η γη, η επανάσταση, ο έρωτας και ο θάνατος συνυπάρχουν ως πρόσωπα του ίδιου κόσμου — ενός κόσμου όπου το πιο απλό αντικείμενο, ένα γιλέκο ή μια χιονονιφάδα, μπορεί να λάβει την πυκνότητα του συμβόλου.
Οι λέξεις του Cengiz, μεταφρασμένες στα ελληνικά διά της γαλλικής γλώσσας, ξαναγεννιούνται με ήχους οικείους, χωρίς να χάνουν τη φωτιά της καταγωγής τους. Το χιόνι του γίνεται εδώ χιονοθύελλα μνήμης, ο έρωτάς του παίρνει τη μορφή λαϊκής εξέγερσης, κι ο ποιητής μεταμορφώνεται σε μάρτυρα που επιμένει να ονειρεύεται.
Μέσα σ’ αυτά τα ποιήματα, το πολιτικό και το ερωτικό στοιχείο δεν διαχωρίζονται· σμίγουν όπως το φως με τη σκιά. Ο άνθρωπος, η αγαπημένη, ο επαναστάτης, ο ποιητής, είναι μία και η αυτή μορφή: μια ψυχή που συνεχίζει να ακούει τη βροντή
του κόσμου και να γράφει επάνω στο χιόνι τα ίχνη της.
ΣΥΝΤΟΜΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΟΙΗΤΗ
Ο Metin Cengiz γεννήθηκε το 1953 στο Kars. Ποιητής της αντίστασης και της εσωτερικής καθαρότητας, υπήρξε μια από τις πιο αυθεντικές φωνές της τουρκικής ποίησης των τελευταίων δεκαετιών.
Στο έργο του διαπλέκονται η ιστορία και η μνήμη, η αγάπη και η επανάσταση, η σιωπή και η κραυγή του ανθρώπου απέναντι στην εξουσία.
Η γλώσσα του υπακούει στον εσωτερικό του ρυθμό, ανακαλώντας μετουσιωμένο το πνεύμα του Ναζίμ Χικμέτ, αλλά και την τρυφερότητα των μεγάλων λυρικών της Ανατολής.
Στα ποιήματά του, η φύση και ο άνθρωπος σμίγουν σε έναν κοινό παλμό: εκεί όπου το χιόνι γίνεται σημάδι ελπίδας, και η ποίηση τρόπος ύπαρξης.
Ο άνθρωπος μοιάζει με το μονοπάτι που ακολουθεί
Ο άνθρωπος μοιάζει με το μονοπάτι που ακολουθεί.
Τα μάτια του γίνονται ημερολόγιο της ζωής του.
Εκεί αποκαλύπτεται ποια βροχή και ποιο χιόνι έπεσε πάνω του.
Για παράδειγμα, εξαιτίας ενός ονείρου, φαίνεται αν έχει κάνει φυλακή.
Ένα ίχνος, σαν δαντέλα κεντημένη απ’ τα χρόνια,
Κάμπτει την ψυχή με αύρα ντροπαλή,
Και οι μέρες της σκλαβιάς καίνε το πρόσωπο σαν σημάδι από μαστίγιο.
Ο άνθρωπος μοιάζει με το μονοπάτι που ακολουθεί.
Κι αν η καρδιά με αγάπη αντηχεί,
την νιώθεις απ’ την κορυφή ώς τα νύχια.
Απάντηση σ’ έναν νέο ποιητή
Ένας νεαρός ποιητής με ρώτησε μια μέρα,
με το μυαλό βουτηγμένο στις αναθυμιάσεις του οινοπνεύματος
ξεπλυμένο από οίστρο ποιητικό:
«Πώς ξέρεις πως ένα ποίημα έχει τελειώσει; Αφού τα λόγια ίπτανται εδώ κι εκεί
μπροστά σε όλους φλογισμένα από έρωτα σαν τους αρχάριους εραστές;»
Δεν ξέρω ποια εικόνα της βροχής τότε συνέλαβα στο χώμα,
μα έγραψα την δέουσα ημερομηνία
Σ’ ένα χαρτί τσαλακωμένο που έβαλα στην τσέπη μου.
«Εάν το ποίημα λάμπει από χαρά μελαγχολική
σαν μονοπάτι χαραγμένο από χτύπημα φτυαριού,
τότε κράτα το πολύ σφιχτά, μην το αφήσεις μες στην μέθη χαθεί.
Αφέσου στου ποτού τον ήλιο σου ν’ ανθίσει.
Η διαμάχη
«Κάποτε ήμουν τα πάντα για σένα.
Τώρα ένα τίποτα. Αυτή είναι η αγάπη σου;» είπε η γυναίκα.
Σαν τον ήλιο που σβήνει απ’ το ηφαίστειο.
Στο πρόσωπό της μυστική υπόγεια λάβα, έτοιμη να εκραγεί.
Ο άντρας οσμίστηκε τον αέρα, τον άνεμο, τις μυρωδιές από μακριά.
«Ακούς;» της είπε «της αγάπης την βροντή στα πέρατα του κόσμου;
Τον θάνατο που πάνω της ορμάει με άγρια κύματα;»
Τα ρουθούνια του ανοιγόκλειναν γοργά.
Η γυναίκα σιώπησε. Πιο άναυδη απ’ την σιωπή.
Ο άντρας απέγινε ένα παίγνιο μέσ’ στην σιωπή.
Της Αγαπημένης
Χιόνι πέφτει χιόνι απ’ τις σπηλιές,
χιόνι στον αέρα που εισπνέουν οι λόφοι
Χιόνι που φράσει τους δρόμους και τους καλύπτει σαν τη χλόη,
Χιόνι απ’ τα πουλιά που τα τρομάζει ο σεισμός, με την πρώτη δόνηση.
Χιόνι απ’ τα καλντερίμια που πέφτει στα τραγούδια.
Χιόνι στους ώμους του Λένιν απ΄ τον καιρό της επανάστασης.
Τότε που σκοτώθηκε ο πρώτος στον πόλεμο της ανεξαρτησίας.
Χιόνι που ήπιε αφού το έλιωσε στην παλάμη του.
Χιόνι απ’ την εικόνα που ξυπνάει στο μυαλό του καθενός
Πέφτει στο κενό της καρδιάς σου
Ολημερίς διεκδικώντας ένα θεϊκό όνομα για την αγαπημένη
Έκρηξη ηφαιστείου ή αχός της επανάστασης
Να μην το νιώθεις κάτω απ’ τα πόδια σου, πέφτει το χιόνι
Ίλιγγος λικνίζει στη βάρκα που ανέβηκες,
Χιόνι απ’ τα χέρια σου που στέλνουν σινιάλο
Ενώ όλη η ανθρωπότητα απειλείται
Χιόνι από την πρώτη σφαίρα προς τους φασίστες
Όταν σκοτώθηκε ο Σαμπαχατίν Αλί
Χιόνι που έπεσε παντού
Χιόνι που διαβάζεται σαν μια είδηση, σαν ένα ποίημα
Πέφτει στο κενό της καρδιάς σου
Φωνάζοντας όλη μέρα ένα θεϊκό όνομα για την αγαπημένη
Θα έπρεπε να υπάρχει ένας ωραίος παλιός πίνακας
Στον τοίχο αντί για μνήμες ξέθωρες
Σαν τα Ανθρώπινα τοπία του Ναζίμ
Και το χιόνι ενός τόπου συγκλονισμένου από τις τόσες θύελλες.
Μήπως στην Κίνα ξετυλίχτηκε εκείνη η Μακρά Πορεία;
Είναι το χιόνι της ελπίδας που απόμεινε
Από αυτήν την πορεία.
Η στιγμή που ο Τσε συνάντησε τον Φιντέλ
Χιόνι του αίματος που βράζει μέσα στις φυτείες του ζαχαροκάλαμου.
Να πέσει πρέπει μέσα σου
Να πέσει ορμητικά αναζητώντας την αγαπημένη
Να ορίσουμε νέο ακρωτήριο και το σκάφος να σαλπάρει
Αντί να ρίξουμε άγκυρα στο λιμάνι
Οι ναυτικοί ν’ ανταρτέψουν
Το θωρηκτό Ποτέμκιν να ξαναμπεί στον πόλεμο
Οι επαναστάτες ατρόμητοι να δώσουν τα δακτυλικά τους αποτυπώματα
Οι παλιές ταυτότητες να πεταχτούν στα σκουπίδια.
Το ρακί να πάρει γεύση καραμελωμένου μήλου
Αθώου σαν τα παιδικά όνειρα
Να αστράψει το χιόνι που θα ρίχνουμε
Να φέρουμε στη ζωή νέα χιονιά
Να κατακλύσει τα πάντα
Το ψύχος των νιφάδων θαλπωρή να φέρει στο όνειρο
Για την αγαπημένη.
Ποίημα
Όταν το ποίημα έχει τελειώσει πλησιάζει στο φως
Το φως είναι ο ωραιότερος εξώστης του
Καθώς διαβάζεται αντηχούν οι υπαινιγμοί
Οι επαναστάτες ξεσηκώνονται με αμυχές
Φανφαρισμοί λικνίζονται στην κάθε λέξη.
Οι βάλτοι όλοι ξηραίνονται στη γλώσσα,
Όλες οι δημοκρατίες υποκλίνονται.
Ο καθένας αντλεί το δικό του νόημα
Και βαρύνουσα εικόνα κλίνει προς το μυστήριο.
Από τότε ούτε καν ο Αλί ούτε ο Χαμζά οι κυνηγοί λεόντων…
Ούτε η τελική υπογραφή είναι η ισχυρότερη στον κόσμο
Το γιλέκο
Κρατώ στο χέρι μου ένα γιλέκο παλιό σαν και μένα
Η μάνα μου το είχε πλέξει, σαν με βρήκε ασθενικό
Ο γκρεμός το πιάνει απ’ τα μανίκια αντί τα γένια
Όταν το φορώ τις μέρες του κρύου ονείρου
Δεν ακούω τον ψίθυρο του μαλλιού
Μα τον χειμωνιάτικο πλούτο της χαράδρας
Τι κόσμος στο γιλέκο αυτό
Φαντάσματα λυτρωμένων εκδικητών
Ενώ κι εγώ παλεύω με τον κόσμο πέτρες εκσφενδονίζοντας
Το γιλέκο μου με περνάει για το Μωυσή
Και σε σκοτούρες με μπλέκει
Έπειτα, η λεόντεια θωριά μου, έπειτα το αδυσώπητο θάρρος μου
Στα οδοφράγματα, στις συμπλοκές, στις φυλακές
Έπειτα τα τανκς, η αστυνομία, οι δεσμοφύλακες
Σαν ιστορία ενός τροχού που πίσω μας γυρίζει
Και ένας νικηφόρος ηγέτης περνάει περήφανα ανάμεσα στους στρατιώτες
Τώρα με βήματα ήσυχα ανεβαίνω την πλαγιά
Ακουμπισμένος στη σκιά μιας αγάπης
Σαν μια άμαξα με σπασμένο τροχό
Να πιστέψω δεν μπορώ πως φέρω την αθανασία
Ημ/νία δημοσίευσης: 28 Οκτωβρίου 2025
- ΣΤΕΦΑΝΟΥ, ΛΥΝΤΙΑ
- BELLI, GIOCONDA
- COLLINS, BILLY
- ΑΓΓΕΛΑΚΗ-ΡΟΥΚ, ΚΑΤΕΡΙΝΑ
- ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ 21ου ΑΙΩΝΑ
- ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΣΟΝΕΤΟΥ
- ΒΑΡΒΕΡΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ
- ΒΕΗΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ
- ΒΛΑΒΙΑΝΟΣ, ΧΑΡΗΣ
- ΙΣΑΡΗΣ, ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ
- ΚΑΡΟΥΖΟΣ, ΝΙΚΟΣ
- ΚΩΣΤΑΒΑΡΑΣ, ΘΑΝΑΣΗΣ
- ΜΗΤΡΑΣ, ΜΙΧΑΗΛ
- ΠΑΛΑΜΑΣ, ΚΩΣΤΗΣ
- ΡΟΥΜΑΝΟΙ ΠΟΙΗΤΕΣ ΤΟΥ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΥ
- ΛΑΓΙΟΣ, ΗΛΙΑΣ
- ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΕΙΚΟΝΑ
- ΤΟ ΦΕΓΓΑΡΙ ΤΗΣ ΓΗΣ ΚΑΙ Η ΣΕΛΗΝΗ ΤΩΝ ΠΟΙΗΤΩΝ.
- ΟΙΚΟΣ & ΠΟΙΗΣΗ
- ERICH FRIED
- JATTIN GOMEZ, RAUL
- JUARROZ, ROBERTO
- ROTHENBERG, JEROME
- SEXTON, ANNE
- ΓΟΝΑΤΑΣ, Ε.Χ
- ΚΑΡΑΒΑΣΙΛΗΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ
- ΠΟΙΗΤΕΣ ΤΗΣ ΒΕΓΓΑΛΗΣ
- Ποιητές του περιοδικού AutreSud
- ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ
- ΣΑΡΑΝΤΑΡΗΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ
- NOVAC, ANDREI
- Βάλια Γκέντσου, Παραμύθια ανάποδα (Θεμέλιο, 2020) ΩΣ ΑΓΑΠΗΤΑ ΤΑ ΣΚΗΝΩΜΑΤΑ ΣΟΥ* Τα μεσημέρια στο σπίτι κυλούσαν αργά σαν μεγάλα ποτάμια ο βυθός παγίδευε τις βεβαιότητες Πήγαινα και καθόμουν στο πίσω μέρος μιας άδειας εκκλησίας σ
- ΒΛΗΣΙΔΗ, ΕΛΕΝΗ
- ΚΑΤΣΑΜΠΗ, ΣΤΕΛΛΑ
- ΛΟΥΚΙΔΟΥ, ΕΥΤΥΧΙΑ-ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ
- ΜΟΥΣΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΙΗΣΗ
- ΠΕΡΙ ΖΩΩΝ ΓΛΩΣΣΑΣ
- ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΟ
- ΣΙΔΕΡΗΣ, ΝΙΚΟΣ
- ΤΙΜΟΘΕΟΥ, ΑΝΤΡΕΑΣ
- CALLEJON, BEGONIA
- NOVAC, RUXANDRA
- ROFFÉ, MERCEDES
- WILMS MONTT, TERESA
- WILMS MONTT, TERESA
- ΖΝΤΡΑΒΚΑ ΜΙΧΑΙΛΟΒΑ
- ABRUTYTE, NERINGA
- AKHMATOVA, ANNA
- ALTOLAGUIRRE, MANUEL
- AMIRTHANAYAGAM, INDRAM
- ...Δείτε περισσότερα