Εκτύπωση του άρθρου

ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ ΛΥΜΠΕΡΗ

ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΤΣΙΝΤΑΒΗΣ 

ΟΙΚΕΙΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ
Εκδόσεις Γαβριηλίδης (2012)

)

 

                                                 Των τυράννων
                                                 ο πιο σκληρός,
                                                 ο αυταρχικός
                                                 είναι μονάχα η σκέψη.
                                                           
                                                                   Φίλιππος Γεώργιος Τσινταβής

Μέσα στην πληθώρα της νεότερης ποιητικής παραγωγής των τελευταίων χρόνων, σπάνια συναντά κανείς κάποιο αληθινά ενδιαφέρον βιβλίο που να διαθέτει την πρωτοτυπία και την αυθεντικότητα του πηγαίου δημιουργού. Ο ποιητής (και εικαστικός) Φίλιππος Γεώργιος Τσινταβής (1990), παρά το νεαρό της ηλικίας του, αποτελεί  λαμπρή εξαίρεση, καταθέτοντας σ’ αυτή την πρώτη του συλλογή, μια ποιητική πρόταση ιδιαίτερη εμπνευσμένη και με λιγοστές παραφωνίες.

Ο Βίκτορ Σκλόφσκι στο γνωστό δοκίμιό του Art as Technique υποστηρίζει ότι η σημαντική τέχνη αντί να μετατρέπει το ανοίκειο σε οικείο, αντιθέτως, κάνει το οικείο παράξενο και αινιγματικό (defamiliarizes). Ο Φ.Γ.Τ. παραπέμπει σε μια ανάλογη καλλιτεχνική περίπτωση, αφού κατορθώνει εδώ να αναδεικνύει την απλή, οικεία πραγματικότητα σε φωταγωγημένο ποιητικό μόρφωμα, μετασχηματίζοντας το ασήμαντο σε σημαντικό, το τετριμμένο σε ουσιαστικό, την άχρωμη καθημερινή σκηνή της ζωής σε ευμέγεθες φαντασιακό τοπίο. Το κέρδος όλης αυτής της «ανοικείωσης» είναι μια ατμόσφαιρα που δεν αφήνει αδιάφορο τον υποψιασμένο αναγνώστη.
Χωρίς καμιά προηγούμενη εμπειρία στο δυσκολότατο είδος της σύνθεσης, που απαιτεί ευφυία, ευρηματικότητα και σκηνοθετική αντίληψη, ο Φ.Γ.Τ.  ολοκληρώνει επιτυχώς τις προθέσεις του για την κατασκευή ενός κόσμου που χτίζεται κυρίως με τα ταλέντα της εικαστικής του ιδιότητας και δευτερευόντως με τις δυνατότητες της γραφής. Το βιβλίο, αν και αυτοαναφορικό, τείνει να αποκρύψει το ίδιο το πρόσωπο του ποιητή, ωστόσο είναι φανερό ότι τα σκοτεινά βιώματα της παιδικής ηλικίας ευθύνονται ολοκληρωτικά για την παρούσα σύλληψη. Πρόκεται για ένα σύνολο εικόνων του εξωτερικού κόσμου (συγκεκριμένα, για τον χώρο και τα αντικείμενα του αστικού σπιτιού), που αποτελεί την αντιστοιχία της εσωτερικότητας του Φ.Γ.Τ. υπονοώντας μνήμες, εγκλεισμούς, αποστάσεις, ματαιώσεις,  ποιότητες και διαβαθμίσεις μιας ιδιαίτερα οξυμένης καλλιτεχνικής ευαισθησίας.

Η ακινησία (όχι ως βίωμα στασιμότητας αλλά σαν κατάσταση έκτασης έξω από τον συμβατικό χρόνο) δεσπόζει στο βιβλίο αυτό, περιγράφοντας την επιθυμία του καλλιτέχνη να εισχωρήσει σε μια άλλη διάσταση αντιληπτικότητας, εκεί όπου οι  φυσικοί περιορισμοί έχουν αντικατασταθεί από μια υπερβατική σκηνή, γεμάτη παράδοξες εικόνες. Το κλίμα, βαρύ, ασφυκτικό, με κύρια τα χαρακτηριστικά της μόνωσης, απογειώνεται εντούτοις από μια ιδιάζουσα φαντασία και από ευφυείς αποσιωπήσεις που σχηματίζουν και την φυσιογνωμία του χώρου: η καρέκλα και ό,τι αυτή υπονοεί για την ίδια την υπόσταση του ποιητή ¬¬- ο οποίος πάνω της ταξιδεύει σε μια αινιγματική πραγματικότητα καταθέτοντας υπαρκτικά σχόλια – συγκροτεί το κύριο σύμβολο αυτού του έργου, που τελικά μας δίνει και ένα στίγμα κατανόησης για τον ψυχισμό του κατασκευαστή της. (Η καρέκλα του Φ.Γ.Τ. είναι, νομίζω, μια αντιστοιχία της πολυθρόνας του Κυρίου Φόγκ, του Βαρβέρη, μόνο που δεν αποτελεί σημείο πλεύσης και εξερεύνησης άλλων κόσμων, αλλά αιτία συγκέντρωσης στο συγκεκριμένο. )

Ο Φ.Γ.Τ. κρατώντας ένα βαθύ, αλλά υπαινικτικό  νήμα σύνδεσης με τα συναισθήματά του, εκτοξεύεται προς τον χώρο και τα αντικείμενα (κυριολεκτικά, «στρέφεται» προς αυτά), προφανώς για να ξεφύγει από το δικό του υπαρκτικό βάρος. Το σπίτι μοιάζει να είναι ο στέρεος δεσμός του με την πραγματικότητα, μια αντιστοιχία της μητρικής κοιλιάς, μέσα στην οποίαν προστατευμένος αφήνεται στο σχεδιασμό του κόσμου με τον τρόπο του  αυθεντικού καλλιτέχνη.

Θα έλεγα, ότι η μελέτη του χρόνου και του χώρου λειτουργεί ως κύριος άξονας αυτής της ποιητικής, αναδεικνύοντας τις απολήξεις του βλέμματός του Φ.Γ.Τ. σε χαρισματικές ιδιωτικότητες. Η κουζίνα, το σαλόνι, η κρεβατοκάμαρα, το κρεβάτι, το γραφείο, το πορτατίφ, γίνονται εδώ «ζωντανά» πλάσματα που εκμαιεύουν αλλόκοτα αισθήματα από τον παρατηρητή-ποιητή, συνδιαλεγόμενα μαζί του, για να καταλήξουν φαντασιακοί δυνάστες και συμπαραστάτες του κενού. Έτσι, η κρυφή σύνδεσή τους με τον εσωτερικό ρυθμό του ποιητή, αφαιρεί την επιφανειακή ακινησία τους για να την αντικαταστήσει με μια ολοκληρωμένη ζωή και μια πλούσια κινητικότητα. Η φαντασία (το «μαύρο τετράγωνο») ενέχει θέση επόπτη-διαχειριστή, αναδεικνύοντας την οικογενειακή ιστορία του Τσινταβή σε εξέχον ποιητικό φαινόμενο.

Είναι φανερό ότι ο σχεδιασμός του ανά χείρας βιβλίου στηρίζεται πάνω σε πολύ γνωστά μας ποιητικά έργα, όπως «Ο κύριος Τεστ» του Βαλερύ, ο «Πλουμ» του Μισώ, «Ο κύριος Φογκ» του Βαρβέρη και τελευταία «Ο κύριος Ταυ» της Ηλιοπούλου (που ασχολείται ακριβώς με έναν αντίστοιχο ήρωα αστικού δωματίου). Βέβαια όταν ο Βαλερύ στον «Κύριο Τεστ» περιγράφει «Το μάτι που κοιτάει το μάτι που κοιτάει», αναφέρεται στη ίδια την παρατήρηση της διανοητικής λειτουργίας, η οποία δρα προς την κατεύθυνση της ερμηνείας του κόσμου. Ο Φ.Γ.Τ. στο παρόν βιβλίο, είναι πράγματι ένα μάτι, ακριβώς ένας οφθαλμός (λόγω της δεύτερης καλλιτεχνικής του ενασχόλησης, της ζωγραφικής), μόνο που δεν ενδιαφέρεται να ερμηνεύσει ή να κατανοήσει, αλλά να αφεθεί σε ένα είδος μυστηριακής ζωής και στην ίδια την φύση του απεριόριστου που καταργεί κάθε ερμηνεία. Έτσι εδώ ο ποιητής μοιάζει να μετακινεί το καβαλέτο του (ως εικαστικός) στα διάφορα σημεία σπιτιού για να καταγράψει ατμόσφαιρες, αντικείμενα, εικόνες και αναλογίες ψυχικών διαβαθμίσεων. (Ας μου επιτραπεί να πω, ότι, κατά την προσωπική μου τουλάχιστον αίσθηση, η βαθύτερη ταυτότητα του Τσινταβή είναι αυτή του εικαστικού. Δείγματα ζωγραφικά περιλαμβάνει άλλωστε στο παρόν βιβλίο εν είδη «εικονογράφησης», συμπληρώνοντας τον λόγο και αρτιώνοντας την καλλιτεχνική του περσόνα.)

Παρά την απειρία του, ο Φ.Γ.Τ. αποδεικνύει ότι κατέχει το μυστικό της ισορροπημένης διαχείρισης των λέξεων και του ρυθμού, της καλής οργάνωσης του υλικού που απαιτεί μια σύνθεση, της αποφυγής κάθε κατεστημένης γλωσσικής τάξης που εμποδίζει την υπέρβαση και την θραύση των ορίων. Δυο τρία φάλτσα δεν βαραίνουν υπερβολικά μέσα στο γενικό κλίμα. Το ταλέντο του ωστόσο αναδεικνύεται στις αποσιωπήσεις, με τις οποίες οικοδομεί τον ευφάνταστο και αινιγματικό κόσμο του, προκαλώντας στον αναγνώστη εκείνα τα ρήγματα, απ’ όπου εισχωρεί η στίλβουσα πραγματικότητα της αληθινής  ποίησης. Όλα αυτά (και άλλα τα οποία παραλείπω) με κάνουν να περιμένω με πολύ ενδιαφέρον το επόμενο βιβλίο του.

«Το μαύρο τετράγωνο της φαντασίας δίνει ζωή στο κάθε αντικείμενο», διαβάζω στις Οικείες Ιστορίες. Το Μαύρο Τετράγωνο του Μάλεβιτς, σαν σημαίνον μιας δημιουργικής περιόδου της ζωγραφικής, συναντά εδώ την ποίηση, συνδιαλέγεται μαζί της και προσπαθεί να δημιουργήσει μια λεκτική αντιστοιχία, ανασύροντας ξανά στην επιφάνεια το απώτατο μυστήριο της τέχνης και τον πόθο  του καλλιτέχνη για μια νέα φόρμα και μια νέα γλώσσα. Ο Φίλιππος Γεώργιος Τσινταβής, πετυχαίνει σε αυτή την πρώτη λογοτεχνική προσπάθεια να συγκεράσει τα ταλέντα του, ενώνοντας την εικόνα με τη γραφή, τις λέξεις με τις εντυπώσεις, τις συναισθηματικές εκκρίσεις μες τις επιμέρους αναπαραστάσεις του υλικού κόσμου.

Τελειώνοντας, θέλω να σημειώσω ότι η δύναμη του παρόντος βιβλίου στηρίζεται στη συνθετική του φόρμα και όχι στα επιμέρους ποιήματα, σε ένα κλίμα που χτίζεται (και υποστηρίζεται) εν προόδω, γι αυτό χρειάζεται να διαβαστεί (και να αξιολογηθεί) σαν ένα ενιαίο έργο και όχι αποσπασματικά.


ΣΤΟ ΣΑΛΟΝΙ

Τότε είναι που διακρίνεις κάθε λεπτομέρεια, κάθε στοι-
χείο μες στου σπιτιού σου τα όρια. Δυό λεπτά πριν από
τα μεσάνυχτα. Όταν η όρασή σου σε βοηθά στο να κοι-
τάζεις. Όταν υποχρεώνεσαι στη μνήμη και τη φαντασία
σου. Μέχρι που το τραπέζι σου γλιστρά με παγοπέδιλα.
Θα κρατηθείς σφιχτά και θα τεθείς σε αλλόκοτη ταλά-
ντωση, διασχίζοντας του χώρου σου το χρονοδιάγραμμα.


Κλεοπάτρα Λυμπερη


Ημ/νία δημοσίευσης: 5 Νοεμβρίου 2012