Εκτύπωση του άρθρου
ANASTASIA GAVRILOVICI
 
 
 
 
Εισαγωγή-Μετάφραση: Άντζελα Μπράτσου
 
 
 
 
Η Anastasia Gavrilovici (γεν. 1995) αποφοίτησε από τη Σχολή Γραμμάτων του Πανεπιστημίου του Βουκουρεστίου και από το μεταπτυχιακό πρόγραμμα «Κοινωνία, Πολυμέσα, Θέαμα» του Κέντρου Αριστείας στις Σπουδές Εικόνας. Έκανε το ντεμπούτο της με τον τόμο Industria liniștirii adulților/ Η βιομηχανία συμβιβασμού ενηλίκων (Casa de Editură Max Blecher, 2019), για τον οποίο έλαβε το Εθνικό Βραβείο Ποίησης «Mihai Eminescu»  και το Βραβείο «Νέος Ποιητής της Χρονιάς 2019». Συνεργάστηκε με διάφορα περιοδικά της Ρουμανίας, μεταξύ των οποίων τα «Observator cultural», «Timpul», «Zona nouă» και «Alecart» και μετέφρασε βιβλία από τα αγγλικά και τα ισπανικά (Kurt Vonnegut, Ernesto Cardenal). Σήμερα ζει στο Βουκουρέστι και είναι συντάκτρια του περιοδικού «Poesis international» και μεταφράστρια. 
 
lucruri simple
 
Poate că oamenii chiar dau tot ce e mai bun din ei doar 
atunci când sunt zdrobiţi, ca măslinele.
Sau poate că nu, ce ştiu eu, mintea mea e un şvaiţer prin care 
şuieră muzica şoarecilor de laborator când îi îmbrăţişează şublerul.
Nu sunt alergică la nimic şi totuşi sufăr din orice, e suficient să-mi spui că 
nu-ţi place marţipanul şi voi începe să plâng. Căldură umană eliberată 
haotic, conţinuturi psihice descărcate aiurea, nervi de dimineaţă, de 
nesomn şi lehamite, proiectaţi în cei dragi ca un avion care îşi 
goleşte dejecţiile deasupra unui vas de croazieră. Nu-i nimic, te uiţi spre 
paharul cu bere, aproape că ai putea să-i vezi jumătatea plină, dacă n-ar fi 
acoperită de amprente pe care, cu puţin noroc, va mai dura 
10 ani până să le reproducă maeştrii cyborg. Sunt lucruri simple în jurul 
         nostru care îmi
fac inima origami. Anarhie emoţională, cutremure insesizabile, 
         frumuseţea naturii 
destrămându-se prin propriile forţe, oraşe prin care se circulă mai 
greu ca în sângele meu şi tot aerul ăsta cu care nu am 
ştiut niciodată prea bine ce să fac. E târziu, copiii te aşteaptă acasă, 
           mai bine
nu mă lua în seamă. Suntem cu toţii 80% „le am şi eu pe ale mele”, restul 
apă şi calciu. Priveşte, constelaţiile astea par moftul unui artist 
contemporan, dar nu fac mai mult decât osatura delicată a unei păsări 
colibri. În turnul de control nu a mai rămas nimeni, fotograful cu 
Parkinson aproape că a nimerit butonul, măslinele sunt coapte, ar putea 
fi sfârşitul. De s-ar opri odată aici.
 
απλά πράγματα
 
Ίσως οι άνθρωποι δίνουν πραγματικά τον καλύτερό τους εαυτό μόνο 
όταν είναι τσακισμένοι, όπως οι ελιές.
Ή ίσος όχι, τι ξέρω εγώ, το μυαλό μου είναι ένα έμενταλ μέσα στο οποίο
σφυρίζει η μουσική των ποντικών του εργαστηρίου καθώς τους αγκαλιάζει το παχύμετρο.
Δεν είμαι αλλεργική σε τίποτα κι όμως υποφέρω για τα πάντα, φτάνει να μου πεις ότι
δεν σου αρέσει το μάρτσιπαν και θα βάλλω τα κλάματα. Η ανθρώπινη θερμότητα που απελευθερώνεται
χαοτικά, ψυχικό περιεχόμενο κατεβασμένο τρελά, πρωινά νεύρα, από
αυπνία και αηδία, που σφεντονίζεις στους αγαπημένους σου σαν ένα αεροπλάνο που
αδειάζει την κοπριά πάνω από ένα κρουαζιερόπλοιο. Ας είναι, κοιτάς 
το ποτήρι της μπύρας, σχεδόν θα μπορούσες να το δεις μισογεμάτο, αν δεν ήταν  
καλυμμένο με δακτυλικά αποτυπώματα τα οποία, με λίγη τύχη, θα περάσουν
10 χρόνια ακόμη μέχρι να τα αναπαράγουν οι ατσίδες σάιμποργκ. Υπάρχουν απλά πράγματα τριγύρω 
          μας που μου
μετατρέπουν τη καρδιά σε origami. Συναισθηματική αναρχία, ανεπαίσθητοι σεισμοί,
          η ομορφιά της φύσης
να καταρρέει από τις δικές της δυνάμεις, πόλεις μέσα από τις οποίες κυκλοφορείς πιο
δύσκολο και από μέσα στο αίμα μου κι όλος αυτός ο αέρας που δεν 
ήξερα ποτέ ακριβώς τι να το κάνω. Είναι αργά, τα παιδιά σε περιμένουν στο σπίτι,
            καλύτερα
μη με λογαριάζεις. Είμαστε όλοι κατά 80% «έχω κι εγώ τα δικά μου», το υπόλοιπο
νερό και ασβέστιο. Κοίτα οι αστερισμοί αυτοί μοιάζουν με ιδιοτροπία σύγχρονου 
καλλιτέχνη, αλλά δεν αξίζουν περισσότερο από τον λεπτό σκελετό ενός πουλιού
κολίμπρι. Στον πύργο ελέγχου, δεν έμεινε κανείς, ο φωτογράφος με
Πάρκινσον παραλίγο να πετύχει το κουμπί, οι ελιές είναι ώριμες, μπορεί
να είναι το τέλος. Μακάρι να σταματήσει εδώ.
 
 
veştile bune
 
tot ce ştiu eu doare şi dădea fericită din
cleşti mama-homar dintr-un desen animat când am trecut
prin faţa locului de joacă am simţit în mine un grup de
cercetaşi veseli urcând în şir indian la vederea piscinei cu bile colorate îmi
amintesc era ziua cuiva şosetele micuţe mirosul lor dulce acrişor
toast-ul capetelor care se ciocnesc şi brusc
băiatul care a urinat pe el când mi s-a ridicat rochia
mă uit la buclele perfecte ale fetiţelor nişte tuburi de drenaj care 
       într-o zi vor
gâdila coapsele bărbaţilor ele se uită la sânii mei cu privirea stereo a unui 
şarpe coral aş vrea să le mângâi să le vorbesc despre vremurile grele când 
va trebui să renunţăm la îngheţata preferată la capriciile 
glandei lacrimale
 
deocamdată e bine chiar acum cineva inventează o mână 
cibernetică în stare să masturbeze 2,8% din populaţia unui oraş mediu 
altcineva a pus la punct dinţii hibrid combinând celule din gingia umană cu 
celule stem din dinţii unui şoarece iar asta 
ne va scăpa de proteze
 
în momentele de cumpănă cel mai indicat e să-ţi 
masezi mâinile până nu le mai simţi bobiţele de rodie 
de pe spate fac mai întâi o crustă apoi cad 
şi cam astea sunt toate veştile bune
 
τα καλά νέα
 
Ό,τι γνωρίζω εγώ, πονάει και ευτυχισμένη κουνούσε
τις δαγκάνες της η μάνα-αστακός από ένα καρτούν όταν πέρασα
μπροστά από την παιδική χαρά ένιωσα  μέσα μου μια ομάδα από
χαρούμενους προσκόπουςι να σκαρφαλώνουν εφ' ενός ζυγού στη θέα της πισίνας με  χρωματιστές μπάλες  
θυμάμαι ήταν τα γενέθλια κάποιου, μικρές καλτσούλες, η γλυκόξινη μυρωδιά τους 
η πρόποση των κεφαλιών που τσουγκρίζονται και ξαφνικά
το αγόρι που κατούρησε πάνω του όταν σηκώθηκε το φουστάνι μου
 
κοιτάζω τις τέλειες μπούκλες των μικρών κοριτσιών κάποιους σωλήνες αποχέτευσης που
        μια μέρα θα 
γαργαλίσουν τα μπούτια των ανδρών εκείνες κοιτάζουν το στήθος μου με το στερεοφωνικό βλέμμα ενός
κοραλιοφίδου θα ήθελα να τις χαϊδεύω να τους μιλήσω για τις δύσκολες στιγμές όταν
θα πρέπει να εγκαταλείψουμε το αγαπημένο μας παγωτό για τις ιδιοτροπίες
του δακρυϊκού αδένα
 
προς το παρόν είναι καλά αυτή τη στιγμή κιόλας κάποιος εφευρίσκει ένα κυβερνητικό 
χέρι ικανό με αυτό να αυνανίζεται το 2,8% του πληθυσμού μιας μέσης πόλης 
κάποιος άλλος ανέπτυξε υβριδικά δόντια συνδυάζοντας κύτταρα από ανθρώπινα ούλα με 
βλαστοκύτταρα από δόντια ποντικιού και αυτό
θα μας απαλλάξει  από τις οδοντοστοιχίες
 
στις στιγμές δυσκολίας είναι καλύτερα να
κάνεις μασάζ στα χέρια σου μέχρι να μην αισθάνεσαι πια τους σπόρους ροδιού
στο πίσω μέρος τους σχηματίζουν πρώτα κρούστα και ύστερα πέφτουν
και αυτά είναι όλα τα καλά νέα
 
e doar tristete
 
Nu e depresie, e doar tristeţe, impactul locului gol din pat 
unde dragostea apare şi dispare ca o eczemă, un punct 
roşu pe radarul unor marinari daltonişti. Nu e depresie, ci 
mai degrabă o dezamăgire plină de duioşie când ştii că nimic 
nu deosebeşte gura întredeschisă de plăcere de după 
orgasm de cea a unei fetiţe cu polipi în timpul somnului.
Mâna mea care mângâie de patru ani acelaşi bărbat şi 
mâna unui jucător de tenis sunt la fel: urâţite, umflate, dar sigure. 
Obediente. Cândva ştiam să spun cuvinte salvatoare, să asamblez 
după instrucţiuni androizi veseli, să croşetez plase de siguranţă pentru   
        acrobaţi,
spitale de nebuni şi multinaţionale. Prezenţa mea era dorită, simţită, 
treceam prin faţa senzorilor, iar ei mă recunoşteau, dându-mi apă, săpun 
         şi lumină.
Acum nu-mi mai cere nimeni nimic. Răspund doar la mailuri şi comenzi 
         simple
vă rugăm să ridicaţi cardul vă rugăm ridicaţi banii vă rugăm să ridicaţi 
        chitanţa.
Dar nu e depresie, nici măcar un pic, nici măcar din greşeală, deşi am 
o inimă de camembert şi, înfipt în ea, steguleţul unei capitale habsburgice 
în care nu mai vreau să mă întorc niciodată. E doar tristeţe, 
doar un simplu fenomen demografic ce va dispărea odată cu noi.
         Pâcla aceea
groasă pe care copiii o pictează în jurul munţilor la ora de desen şi 
fără de care peisajul ar fi incomplet. Aşa că fii liniştit, nu te întreba ce 
limbă vorbesc oamenii în visele maimuţelor, mai aprinde-ţi o ţigară, 
vino acasă la orice oră. Sunt aici şi te aştept, fiindcă nu e  
depresie, e doar tristeţe.
 
 
είναι μόνο θλίψη
 
Δεν είναι κατάθλιψη, είναι μόνο θλίψη, ο αντίκτυπος της άδειας θέσης στο κρεβάτι
όπου ο έρωτας εμφανίζεται και εξαφανίζεται σαν έκζεμα, ένα κόκκινο 
σημείο στο ραντάρ κάποιων δαλτονικών ναυτικών. Δεν είναι κατάθλιψη, αλλά
μάλλον μια απογοήτευση γεμάτη τρυφερότητα όταν ξέρεις ότι τίποτα
δεν ξεχωρίζει το στόμα μισάνοιχτο ύστερα από την ηδονή
του οργασμού από εκείνο ενός μικρού κοριτσιού με πολύποδες ενώ κοιμάται.
Το χέρι μου που χαϊδεύει τον ίδιο άντρα εδώ και τέσσερα χρόνια και
το χέρι ενός τενίστα είναι ίδια: άσχημα, πρησμένα, αλλά αξιόπιστα.
Υπάκουα. Ήξερα κάποτε να λέω σωτήριες λέξεις, να συναρμολογώ
ακολουθώντας τις οδηγίες χαρούμενα ανδροειδή, να πλέκω δίχτυα ασφαλείας για
         ακροβάτες,
τρελοκομεία και πολυεθνικές. Η παρουσία μου ήταν επιθυμητή, αισθητή,
περνούσα μπροστά από τους αισθητήρες, και με αναγνώριζαν δίνοντάς μου νερό, σαπούνι και φως.
Τώρα κανείς δεν μου ζητάει πια τίποτα. Απαντώ μόνο σε email και σε απλές 
         παραγγελίες
παρακαλώ σηκώστε την κάρτα παρακαλώ πάρτε τα χρήματα παρακαλώ πάρτε 
         την απόδειξη
Αλλά δεν είναι κατάθλιψη, ούτε καν λίγο, ούτε καν κατά λάθος, αν και έχω
μια καρδιά από camembert και, καρφωμένη σε αυτήν, η σημαιούλα μιας πρωτεύουσας των Αψβούργων
όπου δεν θέλω να επιστρέψω ποτέ. Είναι μόνο θλίψη
μόνο ένα απλό δημογραφικό φαινόμενο που θα εξαφανιστεί μαζί μας.
          Εκείνη η χοντρή ομίχλη που ζωγραφίζουν τα παιδιά γύρω από τα βουνά στο μάθημα ζωγραφικής και  χωρίς την οποία το τοπίο θα ήταν ημιτελές. Οπότε μείνε ήσυχος, μην αναρωτιέσαι τι γλώσσα μιλούν οι άνθρωποι στα όνειρα των πιθήκων, άναψε και άλλο τσιγάρο, έλα σπίτι όποια ώρα. Είμαι εδώ και σε περιμένω, γιατί δεν είναι
κατάθλιψη, είναι μόνο θλίψη.
 
 
wishlist
 
ştiu că ţie nu-ţi lasă nimeni bileţele pe frigider mai ales când drumul 
până la el e tot mai lung apucă-te de cozile împletite care îmi cresc 
direct prin ghips şi vino. apa bâhlită a fost îmbuteliată 
în ţestele câtorva prieteni neapărat să scrii şi tu poeme în felul ăsta 
vom face o flegmă colectivă numai bună să coboare peste 
casa poporului
 
ce tot stai cu săbiuţa frântă mai bine adu-o să
ţi-o lipesc cu gumă de mestecat nu e nimic dincolo de zidul în care
îţi izbeşti mânuţele nicio diferenţă între om
şi un gândac terorizat de lumină
 
ziua asta îşi stoarce cârpele peste resturile minţii ia o brichetă şi 
dă foc buruienilor care-au năpădit 
armura de nichel
 
şarpele e o jucărie cu venin ieftin dar îţi desenez 
o cămaşă de forţă. femeia pe care o vrei tu 
se sufocă înăuntru 
dispare
 
 
wishlist
 
Ξέρω ότι εσένα κανείς δεν σου αφήνει σημειώματα πάνω στο ψυγείο, ειδικά όταν ο δρόμος μέχρι εκεί 
όλο μακραίνει πιάσε τις πλεξούδες μου που μεγαλώνουν 
κατευθείαν μέσα από το γύψο και έλα. το κλούβιο νερό ήταν εμφιαλωμένο
στα κρανία λίγων φίλων πρέπει να γράφεις και συ ποιήματα με αυτόν τον τρόπο
θα φτιάξουμε ένα συλλογικό φλέγμα ό,τι χρειάζεται να κατέβει πάνω από
το σπίτι του λαού
 
γιατί κάθεσαι με το σπασμένο μικρό σπαθί σου, φέρε μου το καλύτερα
να σου το κολλήσω με τσίχλα δεν υπάρχει τίποτα πέρα από τον τοίχο όπου
χτυπάς τα χεράκια σου καμία διαφορά μεταξύ ανθρώπου
και ενός σκαθαριού τρομοκρατημένου από το φως
 
αυτή η μέρα σφίγγει τα κουρέλια της πάνω στα υπολείμματα του μυαλού, πάρε έναν αναπτήρα και
βάλε φωτιά στα αγριόχορτα που έχουν εισβάλει
στην πανοπλία από νικέλιο
 
το φίδι είναι ένα παιχνίδι με φτηνό δηλητήριο, αλλά σου ζωγραφίζω
ένα ζουρλομανδύα. η γυναίκα που θέλεις εσύ
πνίγεται μέσα
εξαφανίζεται
 
 
poveste de seară
 
o furculiţă scăpată pe gresie urme de toc în 
dâra de sos petrecerea se terminase în dreptul hublourilor de la 
bucătărie apărea din când în când o căpăţână de bărbat înfăşurată în 
sârmă ghimpată mâna
ridicată în aer ca şi cum aş fi smuls burka              pelicula 
de alcool din salivă aburul dulceag de parcă cineva 
tocmai ar fi făcut dragoste acolo
nu pot tu ar trebui să înţelegi eu încă o iubesc nu puteam să văd 
decât cauciucul deformat de căldură  gura contorsionată 
la o masă vecină mâna lui cobora între coapsele ei câteva musculiţe 
se jucau în casca de motociclist şi nimic
nu putea întrerupe asta nici mănuşile nici plânsul de muţunache
încurajat de lumina trandafirie & refrenul de la still loving you
orice ai fi făcut spuma continua să se usuce în pahar chelnerii strângeau
mesele spălau pe jos pregăteau sala de bal în care noaptea vin să danseze
oameni în scaune cu rotile iar eu scrumam într-o
chiflă cu susan erotică şi nepăsătoare
cu gândul la o dimineaţă de aprilie imună la suferinţă din
braţele tale aş fi putut pune pe fugă o armată de terorişti
spre noi se apropia un copil şi pentru câteva secunde faţa lui gălbejită
o compresă cu iod a strălucit mai presus de
toate dramele nocturne mai presus de umbreluţe
de braţele lor metalice care
nu se apără de nimic
nu te apără de nimic
 
 
βραδινή ιστορία
 
ένα πιρούνι πεσμένο στα πλακίδια σημάδια από τακούνι
το υπόλοιπο από σάλτσα, το πάρτι είχε τελειώσει μπροστά στα φινιστρίνια της
κουζίνας εμφανιζόταν που και που ένα αντρικό κεφάλι τυλιγμένο μέσα
σε συρματόπλεγμα το χέρι
υψωμένο στον αέρα σαν να του είχα αρπάξει την μπούρκα          η μεμβράνη
του αλκοόλ από το σάλιο ο γλυκός ατμός σαν κάποιος
μόλις έκανε έρωτα εκεί
δεν μπορώ εσύ θα πρέπει να καταλάβεις ότι την αγαπώ ακόμα, δεν μπορούσα να δω
παρά το παραμορφωμένο καουτσούκ από θέρμη  το στρεβλωμένο στόμα
σε ένα διπλανό τραπέζι το χέρι του κατέβαινε ανάμεσα στους μηρούς της μερικά μυγάκια
έπαιζαν στον κράνο μοτοσικλετιστή και τίποτα
δεν μπορούσε να διακόπτει αυτό ούτε τα γάντια ούτε ο λυγμός  του μουτσουνάκια
που ενθαρρύνεται από το ροδαλό φως & το ρεφρέν από το still loving you
ό,τι και να έκανες ο αφρός συνέχιζε να στεγνώνει στο ποτήρι οι σερβιτόροι μάζευαν
τα τραπέζια έπλεναν το πάτωμα προετοιμάζοντας την αίθουσα χορού όπου το βράδυ έρχονται να χορέψουν 
άνθρωποι σε αναπηρικά καροτσάκια και εγώ άφηνα τη στάχτη σε ένα
ερωτικό και ανέμελο σουσαμένιο ψωμάκι
σκεπτόμενη ένα πρωινό του Απριλίου με ανοσία στον πόνο μέσα 
στην αγκαλιά σου θα μπορούσα να είχα βάλει σε φυγή έναν στρατό τρομοκρατών
ένα παιδί μας πλησίαζε και για λίγα δευτερόλεπτα το κιτρινωπό πρόσωπό του 
μια κομπρέσα ιωδίου έλαμψε πάνω από 
όλα τα νυχτερινά δράματα πάνω από τις μικρές ομπρέλες
από τους μεταλλικούς βραχίονες τους που
δεν προστατεύονται από τίποτα
 δεν σε προστατεύουν από τίποτα
 
© Poeticanet

Ημ/νία δημοσίευσης: 30 Ιανουαρίου 2023