Εκτύπωση του άρθρου

Εξελικτικές ποιητικές εξισώσεις

 

Κώστας Λιννός

Μετασχηματισμοί Γ΄

Εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2013



 


 


Γράφει η: Πόλυ Μαμακάκη


«Κι ακούγαμε τα φτερά των ημερών

να σαλεύουν μες στο κεχριμπάρι της νιότης μας» 

(Η δικιά μας μοίρα, σελ. 10)

 

Έχουν προηγηθεί οι Μετασχηματισμοί Α΄ (Εκδόσεις Δωδώνη, 2004) και Β΄ (Εκδόσεις των Φίλων, 2007). Μετασχηματισμοί Γ΄ τιτλοφορείται, λοιπόν, το τρίτο βιβλίο ποίησης του Κώστα Λιννού, που έρχεται να συμπληρώσει – και ενδεχομένως να ολοκληρώσει – μια σειρά κοσμολογικής ενδοσκόπησης και αντικατοπτρισμού της ψυχής μέσα στα επιμέρους στοιχεία που συνιστούν κατά τους προσωκρατικούς αφετηρία ζωής και αυτοκαθορίζουν την ανθρώπινη φύση. Ο ποιητής αισθάνεται και παράλληλα σκέφτεται τον ενεργό κόσμο που μας περιβάλλει, κινούμενος «από τον μύθο στον λόγο» και ευγνωμονώντας τη γλώσσα - μητέρα που δύναται να συντηρεί τον κόσμο αυτόν ανόθευτο στο πέρασμα των αιώνων, ενώ προβληματίζεται διαρκώς για το οντολογικό μας παρόν και για το κατά πόσον εναρμονίζεται αυτό με τις πρώτες καταβολές ή ελλείψει σύνδεσης με το παρελθόν οδηγείται συστηματικά προς ένα διαρκές τέλος. 

Μολονότι το μικρό – δισέλιδο μόνο – δείγμα των λιτών και πυκνών σε περιεχόμενο αφορισμών υπό τον τίτλο «Λεύκιου αποσπάσματα» (σελ. 43) μαρτυρεί επαρκέστατο κατ’ οικονομίαν χειρισμό του ποιητικού λόγου, η γραφή με την οποία αποδίδει το σύνολο των παραστάσεων και νοημάτων του, και στο βιβλίο αυτό, ο Κώστας Λιννός είναι ως επί το πλείστον ελεγειακή. Αναπτύσσεται με ευχέρεια σε ποιήματα εκτενή, ήτοι στην καθόλα γνώριμη καθώς φαίνεται πως του είναι μεγάλη ποιητική φόρμα. Τα φυσικά τοπία κυριαρχούν, επαναφέροντας συνεχώς το τρίπτυχο γη – θάλασσα – ουρανός, το οποίο με την εκούσια ή ακούσια επανάληψή του όχι μόνο μας εγκαθιστά αλλά δίχως άλλο μας καθηλώνει σε μια sine qua non ιστορική συνέχεια, και μάλιστα τόσο αδιάρρηκτη που στην ίδια της τη ροή λαμβάνει διαστάσεις ακινησίας. Η ύλη προσδοκά να λάβει μορφή μέσα στο γενεσιουργό καθεστώς της κοσμογονίας και του συνεπακόλουθου κατακερματισμού, ενόσω ο χρόνος παραμένει απροσδιόριστος και μάλλον ταυτίζεται με το είναι κατά τη διδαχή της φιλοσοφικής σκέψης του Χάιντεγκερ. Παντού κυριαρχούν ερείπια και βασιλεύει μια καθολική αίσθηση ερημίας. Αλλού διαμελισμένα τεκμήρια σώματος, αλλού αδρανή αγάλματα, αλλού άδειοι και οι ίδιοι οι τάφοι ακόμα συγκροτούν εικόνες μυητικής διαδικασίας στο άυλο της ψυχής και το ανερμήνευτο της αρχέγονης λήθης. Η αναζήτηση καταφατικού ή αποφατικού νοήματος αποδίδεται ως μουσική και η μουσική αναπαριστά εγγύηση κατανυκτικής δικαιοσύνης, την ώρα που θρησκευτικές παραστάσεις συμπόνιας ή/και σύμπνοιας ανακαλούν την αλλοτινή γαλήνη της απολεσθείσας πίστης. 

Η νεότητα, η φθορά και η κούραση είναι ωστόσο τα πρωτεύοντα ζητήματα που αποσφραγίζει, καθώς ενίοτε διαρρηγνύεται, το κουκούλι των συνειρμών του ποιητικού ονείρου. Η γνώση καθίσταται προϋπόθεση μνήμης και είναι δεδομένη για τον Κώστα Λιννό, σε ένα ισχυρό και κατά τούτο κρίσιμο χρονικό σημείο, όπου τόσο ο ίδιος ως ηλικιακά νεότερος ποιητής (1975- ) όσο και η φθίνουσα σε υλικά εχέγγυα εποχή του επαναπροσδιορίζονται, υπερακοντίζοντας πολλαπλούς και δισεπίλυτους θρόμβους, προκειμένου να μετασχηματισθούν στις όποιες νέες δομές συγγραφικής ή κοινωνικοπολιτικής, αντίστοιχα, ενηλικίωσης μέσω της αναγκαίας χειραφέτησης, πλην όμως όχι αποκοπής τους, από την ιστορία. Στον αγώνα αυτόν που επίκειται, τα ηνία δεν μπορούν παρά να λάβουν η εμπιστοσύνη στην αυθεντική εμπειρία και η ειλικρίνεια που απορρέει από το προσωπικό βίωμα. Και παραθέτω, εν κατακλείδι, αυτούσια δύο από τα ποιήματα του βιβλίου που ενέχουν τον προκείμενο ακριβώς προβληματισμό και ταυτόχρονα μετασχηματισμό. 


ΔΙΑΘΕΣΗ (σελ. 29)
 

Πληκτικό και το Συνέχεια∙ θέλει κι ο Θεός πού και πού να πεθαίνει.

Και για τον χρόνο της απουσίας, αφήνει στη θέση Του τα άστρα

Κι εμάς για να τα προσέχουμε∙ αλλ’ αυτά

Απ’ τους προικισμένους ζωγραφίζονται. Γιατί θέλουμε

ν’ ανασταίνουμε τον Θεό, γεμίζοντας με κάτι

Την προσωρινή απουσία Του. Όπως η φωτογραφία του γλυπτού

Στη θέση του εκθέματος που αποσύρθηκε για συντήρηση.

                                                      

ΚΡΑΤΑ (σελ. 36)

 

Κράτα, όπως τα φύλλα τη δροσιά της νύχτας, το παιδί που ήσουνα κάποτε

Απ’ το χέρι, κι έχε το μαζί σου.

Ζήτα του να σου δείξει πώς να στέκεσαι γαλήνιος

Έτσι που να ‘ρχεται μια άγουρη ευχή και να κάθεται πάνω σου

Πώς να ‘σαι ευτυχισμένος κοιτώντας

Μια νησιώτικη κούκλα κρεμασμένη στον τοίχο

Ή ένα γύψινο καράβι πάνω απ’ την εξώπορτα.

Άσε το παιδί που ήσουνα κάποτε να περπατά δίπλα σου, μην το διώχνεις

Ζήτα του να σου ξαναμάθει τον κόσμο. 


Πόλυ Μαμακάκη, Μάρτιος 2014

 


Ημ/νία δημοσίευσης: 11 Απριλίου 2014