Εκτύπωση του άρθρου

ΜΑΡΙΑ ΛΑΜΠΑΔΑΡΙΔΟΥ-ΠΟΘΟΥ

 

Να μοιάζει σ' αποχαιρετώ

                             

                             Συν δυο συν τρεις συν δεκατρείς
                                     να κάθονται οι ψυχές να κλαίνε
                                     γύρω από τις πηγές
                                     και λαβωμένα τα ωσανά να μπαίνουν
                                                     από θύρα ξεχασμένη του
                                                     παραδείσου

 

Τα μεσάνυχτα έτοιμα
συσκευασμένα
στο δεξί μου χέρι
κι ένα χειρόγραφο του αγγέλου μου
στο αριστερό

ξεκίνησα     λίγα

φώτα μόνο πάνω στα νερά
σαν μάτια αγίων
όλα μου τα υπάρχοντα
δάκρυα όρκοι ερωτικές επιστολές αντίο
νύχτες του σεληνόφωτου
δωρεές
με ημερομηνία λήξης

δεν ξέρω τι με περιμένει
και ποιος
στην πύλη θα με βρει
                              όταν
η καμπάνα από το μοναστήρι της Μικρασίας θα σημάνει για το τραγούδι

κι ούτε αν βρω το θάρρος
να ζητήσω
μια ελάχιστη κόχη μέρας
να μοιάζει σ' αποχαιρετώ

<<σ' αποχαιρετώ με το φθινοπωρινό πρωτοβρόχι>> σου έλεγα κάποτε μα τώρα σκέτο σ' αποχαιρετώ όπως σ' αγάπησα
                    ή
όσα αγάπησα
εσένα πρώτα άγγελέ μου
να σε πάρω μαζί μου
με όλα τα μονοπάτια σου της στάχτης
  -την ψυχή μου
τον Λεύκιο και τον Πορφύριο και

τον μοναχό Θαβώρ και εκείνον τον άλλον
μοναχό Νικώνιο
της ευωδίας του καμένου ρόδου και
της καιόμενης ψυχής

τη Ρόδο την Αδριανή τη Δέλφη
τον λυπημένο Αυγουστίνο
τον Δανιήλ της προφητείας
τη θέα προς το Αμίλητο

το αίμα που σας γέννησε να πάρω
που σας έθρεψε
ψυχή από την ψυχή μου

κι εκείνα τα λιγοστά μου υπάρχοντα
αστροφεγγιές και δωρεάν φθινόπωρα και
μια μικρή λευκή εκκλησιά που κρέμασα
στη σκέψη μου
και ευωδιάζει
θυμίαμα και σπασμένο αμφορέα

να πάρω και μια μοναξιά από φίλους
να μοιάζει
με τις ερημιές που ασημίζουν στα περάσματα.


Μαριά Λαμπαδαρίδου-Πόθου

Από την υπό έκδοση ποιητική συλλογή "Κι η άβυσσος μου ανέβηκε ως το γόνατο"

 


Ημ/νία δημοσίευσης: 2 Ιουνίου 2011