Εκτύπωση του άρθρου

 



 

Η Μνήμη, μαζί με την Μελέτη και την Αοιδή είναι οι τρεις αρχαιότερες Μούσες, προστάτιδες  της Ποίησης.  Ο Όμηρος, στο προοίμιο της Οδύσσειας,  επικαλείται την Μνήμη. «Ἄνδρα μοι ἔννεπε, Μοῦσα, πολύτροπον, ὃς μάλα πολλὰ πλάγχθη…» Ζητάει από την Μούσα να τού τραγουδήσει την περιπετειώδη επιστροφή του πολύπραγου ήρωα στην πατρίδα Ιθάκη. Στις αρχαϊκές εκείνες προφορικές εποχές, η ποίηση –λυρική ή επική- «απομνημονεύει», «μελετάει» και «τραγουδάει». Οι ποιητές συνθέτουν και απαγγέλουν οι ίδιοι στο κοινό τα μεγάλης συνήθως έκτασης ποιήματά τους. Στη συνέχεια, αυτά τα ποιήματα απομνημονεύονται, αναπαράγονται και μεταδίδονται σε άλλους χώρους και τόπους από συντεχνίες ραψωδών και αοιδών.

Με την ανάπτυξη της γραφής, ο προφορικός λόγος  καταγράφεται πλέον, η ποίηση αποτυπώνεται, η τεχνική της αποστήθισης περισσεύει. Ωστόσο η Μνήμη, Μούσα της Ποίησης, παραμένει πιστή σύντροφος του ποιητή. Με το χάρισμα της έμπνευσης, τον οδηγεί τώρα σε προσωπικούς ενδότερους υποσυνείδητους χώρους, σε ανεξερεύνητους ατομικούς και συλλογικούς τόπους. Έτσι και τα ποιήματα αποκτούν πλέον δική τους μνήμη. Η αποσπασματική επιλογή στίχων  Ελλήνων ποιητών που ακολουθεί είναι ένα ελάχιστο δείγμα της ευδόκιμης σχέσης Μνήμης και Ποίησης.

Κ. Καβάφης  (1863-1933 )       

Θυμήσου, Σώμα…     

Σώμα, θυμήσου όχι μόνο το πόσο αγαπήθηκες, / όχι μονάχα τα κρεββάτια όπου πλάγιασες,/ αλλά κ’ εκείνες τες επιθυμίες που για σένα /γυάλιζαν μες στα μάτια φανερά, /κ’ ετρέμανε μες στην φωνή —  και κάποιο / τυχαίον εμπόδιο τες ματαίωσε. / Τώρα που είναι όλα πια μέσα στο παρελθόν,

μοιάζει σχεδόν και στες επιθυμίες / εκείνες σαν να δόθηκες — πώς γυάλιζαν, θυμήσου, μες στα μάτια που σε κύτταζαν·

Σε όλες της εκφάνσεις της πολυεπίπεδης καβαφικής ποίησης, η Μνήμη έχει τον κύριο λόγο. Το παρελθόν ως αναπόληση ή ανάμνηση προσώπων, γεγονότων και τόπων άλλων καιρών, επισημαίνει την επικαιρότητά του και στο παρόν. Ως νουθεσία για το μέλλον.

          ……………………………………………………………………

Α. Σικελιανός  (1884-1951)

Το τραγούδι των Αργοναυτών       

Στο μέγα απάνω το πανί, για θύμηση μονάχη           7
της γης που πλέον αφήναμε, γαλήνια ζωγραφιά.
ένα τσαμπί ολοφώτεινο, ένα μεγάλο αστάχυ
ιστορισμένο επαίρναμεν, αιώνια συντροφιά. 

Της χώρας ως μακράιναμεν από τη μάταιη λήθη,     10
στους ώμους μας παράστεκεν η Χάρη και η Σιγή
νοτιάς, βοριάς ή ζέφυρος μάς γέμιζε τα στήθη,
κάθε στιγμή ήταν πάλεμα βουβό και προσταγή. 

Στον στοχαστικό λυρικό λόγο του Σικελιανού, η Μνήμη μεταφέρει ποιητικά στο παρόν την αρχαία ελληνική ενορατική ατμόσφαιρα των μύθων, των μυστηρίων, του Ορφισμού. Να συνοδεύουν το υπερβατικό ταξίδι του ποιητή στον κόσμο,  με «ένα μεγάλο αστάχυ ιστορισμένο».                                …………………………………………………………………………………………

Γ. Σεφέρης   ( 1900-1971)

Μνήμη, Α΄

κα  θάλασσα οκ στιν τι *

Κι εγώ στα χέρια μου μόνο μ’ ένα καλάμι·
ήταν έρημη η νύχτα το φεγγάρι στη χάση
και μύριζε το χώμα από την τελευταία βροχή.
Ψιθύρισα· «Η μνήμη όπου και να την αγγίξεις πονεί,
ο ουρανός είναι λίγος, θάλασσα πια δεν υπάρχει,      5
ό,τι σκοτώνουν τη μέρα τ’ αδειάζουν με κάρα πίσω απ’ τη
                                                                        /ράχη

Τα δάχτυλά μου παίζανε ξεχασμένα μ’ αυτή τη φλογέρα
που μου χάρισε ένας γέροντας βοσκός επειδή τού είπα
                                                                / καλησπέρα   
                          οι άλλοι ξέγραψαν κάθε χαιρετισμό·  
9    ……………………….

 

*Αποκάλυψη Ιωάννη, Κ. 21

Η Μνήμη είναι η Ψυχή της σεφερικής ποίησης. Ο εσώτατος δεσμός του μυθικού και ιστορικού παρελθόντος του ποιητή με τις  υπαρξιακές αναζητήσεις του στον σύγχρονο κόσμο. Μια διαδρομή από το υποσυνείδητο στο συνειδητό, που «όπου και να την αγγίξεις πονεί». Ενάντια στη Λήθη.
                 ……………………………………………………..

Α. Εμπειρίκος  (1901-1975)

Στροφές στροφάλων  

Ω υπερωκεάνειον τραγουδάς και πλέχεις
Άσπρο στο σώμα σου και κίτρινο στις τσιμινιέρες
Διότι βαρέθηκες τα βρωμερά νερά των αγκυροβολίων          

…………………………………….

Ω υπερωκεάνειον τραγουδάς και πλέχεις
Αχούν οι φόρμιγγες της άπλετης χαράς μας
Με τα σφυρίγματα του ανέμου πρύμα-πλώρα
Με τα πουλιά στα σύρματα των καταρτιών
Με την ηχώ των αναμνήσεων σαν κιανοκιάλια
Που τα κρατώ στα μάτια μου και βλέπω
Να πλησιάζουν τα νησιά και τα πελάγη
Να φεύγουν τα δελφίνια και τα ορτύκια
Κυνηγητές εμείς της γοητείας των ονείρων
Του προορισμού που πάει και πάει μα δεν στέκει
Όπως δεν στέκουν τα χαράματα
Όπως δεν στέκουν και τα ρίγη

Όπως δεν στέκουν και τα κύματα
Όπως δεν στέκουν κ’ οι αφροί των βαποριών
Μήτε και τα τραγούδια μας για τις γυναίκες που αγαπάμε.
               

Υπό την απειλή του επερχόμενου 1940, το «υπερωκεάνειον» του Εμπειρίκου, αφήνει πίσω τα βρωμερά αγκυροβόλια,  τραγουδώντας  και πλέοντας με  «την ηχώ των αναμνήσεων σαν κιανοκιάλια». Ανάκληση της ονειρικής «Οδύσσειας» του ποιητή με ρότα τον ελεύθερο, υπερρεαλιστικό κόσμο του.

                ……………………………………………………

Οδ. Ελύτης   (1912-1996)
 

 Ηλικία της γλαυκής θύμησης         

… Περάσανε τα χρόνια φύλλα ή βότσαλα                   

Θυμάμαι τα παιδόπουλα, τους ναύτες που έφευγαν
Βάφοντας τα πανιά σαν την καρδιά τους
Τραγουδούσαν τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα
Κι είχαν ζωγραφιστούς βοριάδες μες στα στήθια

…. Θυμάμαι ήταν Απρίλης όταν ένιωσα πρώτη φορά το
           ανθρώπινο βάρος  σου
Το  ανθρώπινο σώμα σου πηλό κι αμαρτία….

… Σ’ άφησα τότες,

… Τώρα θα ‘χω σιμά μου ένα λαγήνι αθάνατο νερό       

Θα ‘χω ένα σχήμα λευτεριάς ανέμου που κλονίζει
Κι εκείνα τα χέρια σου όπου θα τυραννιέται ο Έρωτας
Κι εκείνο το κοχύλι σου όπου θ’ αντηχεί το Αιγαίο.

Μνεία στον αισθησιασμό κάποιου Απρίλη, βίωμα της πρώτης νιότης του Ελύτη.  Η θύμηση του γλαυκή , ουρανός και θάλασσα, φέρνει στην επιφάνεια μια εσωτερική περιπέτεια του. Από το άλλοτε  στο τώρα, ο ποιητής εμμένει να υπενθυμίζει την προαιώνια σχέση του έρωτα με το Αιγαίο.

               …………………………………………………………….

Μ. Σαχτούρης  (1919-2005)

Η λησμονημένη VI       (1945)

Η λησμονημένη είναι ο στρατιώτης που σταυρώθηκε
η λησμονημένη είναι το ρολόγι που σταμάτησε
 η λησμονημένη είναι το κλωνάρι που άναψε
η λησμονημένη είναι η βελόνα που έσπασε
η λησμονημένη είναι ο επιτάφιος που άνθισε
η λησμονημένη είναι το χέρι που σημάδεψε
η λησμονημένη είναι η πλάτη που ανατρίχιασε
η λησμονημένη είναι το φιλί που αρρώστησε
η λησμονημένη είναι το μαχαίρι που ξαστόχησε
η λησμονημένη είναι η λάσπη που ξεράθηκε
η λησμονημένη είναι ο πυρετός που έπεσε
πώς έτρεμαν μες στην φωνή, για σε, θυμήσου, σώμα.
                                        

Η Μνήμη αποκαλύπτει ένα στοιχειωμένο από τη Λήθη εφιαλτικό κόσμο. Τον κόσμο της αγωνίας, οδύνης και φρίκης, μετά το 1940,  χρόνια της Κατοχής και του Εμφύλιου.  Ένα νεανικό ποίημα του Σαχτούρη που προοιωνίζεται το υπαρξιακό αδιέξοδο του σύγχρονου ανθρώπου.                     …………………………………………………. 

Οι νέες εποχές του σήμερα, με επιτακτικό στόχο το μέλλον, απομακρύνονται συνεχώς κι ολοταχώς από το παρελθόν. Ωστόσο για να μη χάνουν  στην τόση βιασύνη τους αξιοσημείωτα ενδιάμεσα δεδομένα, επινόησαν και καθιέρωσαν μια Μνήμη άλλη, τεχνητή. Υψηλοτάτης τεχνολογίας, αποθηκεύει και αποδίδει αυτοστιγμεί αμέτρητες  πληροφορίες για όλα σχεδόν και κάθε τι, που κάποιος αγνοεί ή δεν θυμάται.

Και η ανθρώπινη Μνήμη; Ακυρώνεται; Χάνεται; Αναρωτιούνται πολλοί… Ένα είναι βέβαιο. Ενόσω η τεχνητή Μνήμη παραμένει μηχανική, προγραμματισμένη, χρηστική, η έμψυχη ανθρώπινη Μνήμη υπερέχει. Συναισθηματική, απρογραμμάτιστη, δημιουργική, συνεχίζει να χρησμοδοτεί, να τραγουδάει, να απαγγέλλει, να ιστορεί, να ποιεί κόσμον και Ποίηση: του αιώνιου και του εφήμερου, της συνείδησης και του υποσυνείδητου, των αισθήσεων και των παραισθήσεων, του ειπωμένου και του ανείπωτου… Και θα συνεχίζει να καταγράφει, να μεταβιβάζει και να εμπνέει, επικυρώνοντας την προαιώνια φύση της.

Μάρω Παπαδημητρίου

 


Ημ/νία δημοσίευσης: 18 Ιανουαρίου 2022