Εκτύπωση του άρθρου

            

Η λογοτεχνία με την ανα-παραστατική της δύναμη –ιδίως η ποίηση με το συγ-κινησιακό της φορτίο- προσπαθεί να ζωογονήσει έναν κόσμο άλλον, ανοίκειον, ακόμα και στις περιπτώσεις, όπου ως κύριο αίτημα προβάλλεται  η πιστή απ-εικόνιση της «πραγματικού» κόσμου -είτε για να ερμηνευθεί είτε για να ξορκισθούν οι φόβοι του είτε και ως μια απόπειρα αλλαγής του.

Το παιχνίδι -αποποιούμαι τον πειρασμό να γράψω για τη φιλοσοφική του διαδρομή, την διαφορά παιγνίου και παιδιάς, για τις λογής απόπειρες ανάλυσής τους από κοινωνιολογική ή όποια άλλη θεωρητική άποψη- στον κόσμο των παιδιών είχε πάντοτε μιαν ομόλογη σημασία, υποσυνείδητη μεν, αλλά και γι’ αυτό καθόλα επιδραστική. Το όνειρο επίσης. Μόνο που εκεί ο συνειδησιακός έλεγχος είναι ακόμη πιο απομακρυσμένος, όλα εκεί φαίνονται ολότελα εκτός των βουλητικών ή βουλησιακών μας επιλογών.  Αρκεί να αναλογιστούμε την ψυχοθεραπευτική αξία και των δύο σε περιπτώσεις έντονα τραυματικών βιωματικών εμπειριών, για να απομακρυνθούμε από τον καχύποπτο σκεπτικισμό που γεννά κάθε ορθολογιστικά επιστημολογική και γι’ αυτό αναπόφευκτα απλουστευτική τοποθέτηση.

Ο 20ος αιώνας άνοιξε μια καινούργια διάσταση στην ανά-πλαση αυτής της νοητικής ανα-κατασκευής του κόσμου γύρω μας: τον εικονικό κόσμο της ψηφιακής προσομοίωσης. Κάτι που τροποποίησε ολόκληρο το σύστημα της παιγνιώδους επιθυμίας μας, σε όλες της τις παραλλαγές∙ διάσταση που επικρίνεται ή λατρεύεται, αναλόγως της διάθεσης ή της ιδεολογικής τοποθέτησης του κάθε φορά υποκειμένου. Αλλά ο κόσμος της ψηφιακής προσομοίωσης δεν έχει επηρεάσει με δραστικό τρόπο τον κόσμο της ποίησης. Όχι ακόμη τουλάχιστον.

Σχετιζόμενη όμως με την παραπάνω στάση της άρνησης μιας πραγματικότητας που μας ξεπερνά −ή/και μας ξεγελά− με τους χαοτικούς ρυθμούς της είναι και η ποιητική τάση της παιγνιώδους στάσης έναντι των μετρικών και στιχουργικών επιλογών ως μια αντί-σταση (στον ελεύθερο στίχο; στον μοντερνισμό; στην ευκολία;) που όσο πλησιάζει προς το συγχρονικό μας παρόν, τόσο εμβολιάζεται και με θλίψη. Θυμίζω την απόσταση που διανύθηκε π.χ. από την περίπτωση του Τετραδίου Γυμνασμάτων Β΄ του Γ. Σεφέρη[1] μέχρι τις περιπτώσεις ποιητών όπως ο Η.Λάγιος και άλλων συνομηλίκων του, όπως ο Κ.Σταμέλος, που ακολούθησαν έναν παρόμοιο του δικού του δρόμο.[2]

Από τους νεότερους ποιητές θα αναφερθώ στο παράδειγμα της Αριστέας Παπαλεξάνδρου, η ποίηση της οποίας θεωρώ πως συμπυκνώνει με έναν ιδιάζοντα όσο και χαρακτηριστικό τρόπο, τόσο το «παίγνιον» με τις μορφικές επιλογές της παράδοσης, όσο και το «παιγνιώδες» μιας γλώσσας που αρνείται να αποχωριστεί το λόγιο παρελθόν της, ενώ ταυτόχρονα διαποτίζεται έντονα από ειρωνεία, αυτοσαρκασμό, αλλά και την πικρή επίγευση του αισθήματος της ξενότητας και της ματαίωσης που βιώνουμε μπροστά σε μια πραγματικότητα που «Μας προσπερνά»,[3] χωρίς να κοιτά τη δική μας μελαγχολία. Πρόκειται για μια ποίηση που ο μοντερνισμός έχει εμβολιάσει μεν καθοριστικά αλλά εν ταυτώ και διακριτικά, αφήνοντας χώρο στον μετρικό βηματισμό, την επιλεκτική ομοιοκαταληξία και τους στροφικούς σχηματισμούς που πατούν στην παράδοση, χωρίς ωστόσο να εγκλωβίζονται σε μια ολοκληρωτική συστροφή σε αυστηρά μετρικά σχήματα ή αναγνωρίσιμες περιοριστικές φόρμες του παρελθόντος.

Κλείνω παραθέτοντας δύο χαρακτηριστικά, για τον εν λόγω τρόπο, ποιήματα από το βιβλίο της Υπογείως (Τυπωθήτω, 2012):

Yστερόγραφο

Σε απάντησή σας 
εις τα ειπωμένα
ούτε παραιτούμαι
ούτε προσδοκώ
Αίσθηση ανοσίας
διά τα τετριμμένα
κι ούτε χαίρω άκρως
ούτε δυστυχώ
Μήπως θα θυμάσαι
πες σε πέντε χρόνια
Κρατικά Βραβεία 
Συγγραφής του ’08
Μήπως θα θυμάμαι 
πες σε δέκα χρόνια
ώρα σαν και τώρα
το τι γράφω εδώ
Θα ’χω αλλάξει πρόσωπο
αίσθημα παλτό
και ποιος ζει ποιος πέθανες
αν δεν σ’ αγαπώ

Γεννηθείσα το εβδομήντα

Η πιο κακόγουστη γενιά 
γεννήθηκε μαζί μου το εβδομήντα

Για μόδες ομιλώ και τέτοια
Φαρδιά μανίκια, χρώματα
Ζώνες πάνω απ’ τα θαλασσιά
πουλόβερ και λουλούδια

Φωτογραφίες έγχρωμες
με λίγες μου αναμνήσεις
Κάποιος Ιούλιος καυτός 
της επιστράτευσης
Και πλήθος κόσμος άγνωστος
στο πηγαινέλα

Για μόδες ομιλώ κι ανθρώπους
συνθήματα πολιτικά 
της αμφισβήτησης
και μια κουβέντα ατέλειωτη 
για αισθήματα και τέχνη
της πολιτικής
που ούτε και τώρα τέλειωσε
που είσθε, χρόνια πια
στην εξουσία

Για μόδες ομιλώ
για ποίηση ποτέ

Η γενιά του εβδομήντα
πιάνει αισίως τα εβδομήντα

 


[1] Διαβάζουμε σχετικά σε άρθρο του Ε.Γαραντούδη: «[…]παρατηρούμε ότι ο Σεφέρης σε αυτή την ποσοτικά αξιοσημείωτη σφαίρα των ποιητικών παρέργων ή ασκήσεων[«Τετράδιο Γυμνασμάτων Β’», Περιστατικά, Τα Εντεψίζικα κλπ] χρησιμοποιεί τις έμμετρες φόρμες, ενώ από την άλλη μεριά, στα σοβαρά ποιήματά του χρησιμοποιεί τον ελεύθερο στίχο. Το πιο αξιοσημείωτο είναι ότι αυτή καθαυτή η έμμετρη μορφή ή και κάποια στοιχεία έκδηλης ρυθμικότητας, όπως η ομοιοκαταληξία, φαίνονται να έλκονται ή έστω να συναρτώνται με το σατιρικό ή παρωδιακό είδος αυτών των πικρόχολων ποιημάτων»: Ε. Γαραντούδης, Η ποίηση του Γιώργου Σεφέρη, Ανάμεσα στον έμμετρο και στον ελεύθερο στίχο, Περ.Νέα Εστία, τχ.1728, σ.694.
[2] Διαβάζουμε σχετικά σε άρθρο του Α.Ζήρα: «[…]το Ad Absinthium του Σταμέλου μάς δείχνει τη νοούμενη συνύφανση της εν μέρει παραδοσιακής φόρμας και ενός είδους καρυωτακικού έντονου συναισθήματος που εξακολουθητικά υπερβαίνει την αποστασιοποίηση της μοντέρνας ποίησης. Είναι μια συνύφανση την οποία ακολούθησαν (ασκούμενοι ή όχι) κι άλλοι ποιητές κατά την ίδια χρονική περίοδο, όπως λ.χ. ο Μιχάλης Γκανάς στη συλλογική Ανθοδέσμη με Ποιήματα και τραγούδια για μια νύχτα (1993), η `Αντεια Φραντζή (ήδη ασκημένη με τα πολίτικα Μισμαγιά, 1993) στο Στεφάνι (1993), οι νεώτεροι Κώστας Κουτσουρέλης, Δημήτρης Φύσσας, Γιώργος Βαρθαλίτης, Θεοδόσης Βολκώφ κ.α.» και «[…]τα επιμέρους στοιχεία υπάρχουν όλα εδώ: η διάθεση του παιχνιδιού με τα νέα και τα παλιά ποιητικά σχήματα, η βωμολόχα έξαρση, η πολυσπερμική γλώσσα, η εναλλαγή του έρωτα και της απελπισίας, της ζωής και του θανάτου, το ανακάτεμα ιδιολέκτων διαφόρων λογιών και διαφόρων χρονικών στιγμών, η γλωσσοπλαστική έμπνευση, το «ανίερο» μπέρδεμα του λαϊκού με το λόγιο κ.ο.κ.»: Αλέξης Ζήρας, Η έμμετρη ποίηση ως έκφραση της παρωδιακής στάσης: Κυριάκος Σταμέλος, Ο Δήμιος, Γαβριηλίδης, 2016, εφημ. Η Αυγή/11-2-2018.
[3] Αριστέα Παπαλεξάνδρου, Μας προσπερνά, Κέδρος, 2015.

Άννα Αφεντουλίδου
(© Poeticanet


Ημ/νία δημοσίευσης: 27 Μαρτίου 2018