Εκτύπωση του άρθρου

 Γράφει ο Βάλτερ Πούχνερ:

 

 

Παυλίνα Παμπούδη, Νυχτολόγιο, Αθήνα, Ροές 2021, σελ. 86.

 

 

Βιωματική ποίηση

...Σ’ αυτό το «βιβλίο επισκεπτών» στον ύπνο (και την αγρυπνία),
στα πρωτόκολλα της νύχτας, γίνεται λόγος για το πάνδημο
των ονείρων, την κοσμογονική μνήμη των κυττάρων,
την τεκτονική διαστρωμάτωση του υποσυνείδητου,
τις εκφάνσεις του αγνώστου σε πολλαπλές μεταλλάξεις.
Η Π. Π., με τη μοναδική ιδιότυπη γλώσσα της,
περιγράφει προσωπικές και αρχέτυπες νύχτες,
περιγράφει τον άλλο κόσμο μέσα μας,
αυτόν ο οποίος ξυπνά όταν ο εγκέφαλος υπολειτουργεί.
Και εξυφαίνει ένα ποιητικό πανδαιμόνιο
όπου οι ανώνυμες δυνάμεις της εξέλιξης
συντίθενται με τις πολλές εκφάνσεις τού εγώ
και δημιουργούν αναπαραστάσεις εξαιρετικής
ολμηρότητας και έντασης.

Με αυτά τα λόγια παρουσίασα το νέο βιβλίο της ΠΠ στο οπισθόφυλλό του. Η συστηματική γνωριμία με τη μοναδική γραφή της και η συνολική γνώση του ποιητικού της έργου (βλ. Β. Πούχνερ, Η Λεπτουργός. Επιστήμη και μύηση στο ποιητικό έργο της Παυλίνας Παμπούδη. Με μια προσθήκη για το χιούμορ, Αθήνα, Ροές 2021, σελ. 248) μου επιτρέπει να προωθήσω την παρουσίαση και ενδεικτική ανάλυση του βιβλίου σε λεπτομερέστερα πεδία, πέρα από τους συνοπτικούς χαρακτηρισμούς ενός κριτικού σχολίου, και να επισημάνω και ομοιότητες και διαφορές με το προηγούμενο έργο της (αυτή είναι 15η ποιητική συλλογή της). Επίσης ακολουθώ περίπου την ίδια αναλυτική μέθοδο και αποκαλώ τη δημιουργό, όπως στο βιβλίο που αναφέρθηκε, ως «ο ποιητής» με άφυλη έννοια που καλύπτει και τα δύο ανθρώπινα φύλα, γιατί οι χαρακτηρισμοί κατά φύλο, στη λογοτεχνία τουλάχιστον, αλλά και στην επιστήμη κι αλλού, οδηγούν σε λανθασμένα συμφραζόμενα ξεπερασμένων στερεοτύπων και σε μη επαληθεύσιμες συνειρμικές συνυποδηλώσεις. Γυναικεία γραφή με αυτή την έννοια δεν υπάρχει.

Το βιβλίο αποτελείται από την ενότητα «Επισκέπτες» με 10 ποιητικά συνθέματα και την κύρια ενότητα «Νυχτολόγιο» με 43 ποιήματα. Η έκτασή τους κυμαίνεται ανάμεσα σε περίπου 10 στίχους και πάνω από 40. Για την ευχερέστερη χρήση της ανάλυσης θα χρησιμοποιήσω ως συντομογραφίες μόνο τους αριθμούς.

Α΄ Επισκέπτες

Ι  ΝΥΧΤΑ ΔΙΑΣΠΑΡΤΗ

ΙΙ  ΚΥΜΑΤΑ ΩΣΤΙΚΑ

ΙΙΙ  ΔΩΔΕΚΑ Η ΩΡΑ

ΙV  ΕΙΝΑΙ ΑΣΦΑΛΗΣ ΑΥΤΗ Η ΔΙΟΔΟΣ: 

V  ΤΙ ΩΡΑ ΕΙΝΑΙ;

VI  ΚΑΙ ΟΜΩΣ

VII  ΦΥΣΑ, ΦΥΣΑ

VΙΙI  ΜΕ ΧΙΛΙΕΣ ΒΕΡΓΕΣ

ΙΧ  ΠΡΟΣ ΤΟ ΞΗΜΕΡΩΜΑ

Χ  ΣΕΡΝΟΤΑΝ
 

Β΄ Νυχτολόγιο [με πρόσθετη αρίθμηση]

1  ΣΤΟΝ ΥΠΝΟ ΒΟΥΪΖΕ

2  ΜΙΑ ΧΑΡΜΟΛΥΠΗ

3  ΠΟΣΟ ΗΣΥΧΟΣ ΕΙΣΑΙ

4 ΤΩΡΑ ΚΟΙΜΑΜΑΙ ΠΙΟ ΒΑΘΙΑ

5  ΜΟΝΟΔΙΑΣΤΑΤΟ

6  Μ’ ΕΒΛΕΠΕΣ

7  ΤΩΡΑ, ΕΝΤΕΚΑ ΚΑΙ ΜΙΣΗ

8  ΑΔΕΙΑΖΕΙ ΤΟ ΦΕΓΓΑΡΙ

9  ΑΝΕΒΑΙΝΕ ΟΥΡΑΝΙΟ ΤΟΞΟ

10  ΑΠ’ ΤΟ ΚΟΥΒΑΡΙ ΤΩΝ ΝΥΧΤΩΝ

11  ΑΥΤΟ ΤΟ ΒΡΑΔΥ

12  ΒΡΕΘΗΚΑ ΜΑΚΡΙΑ ΑΠ’  ΤΗ ΦΥΛΗ

13  ΕΙΜΑΙ ΠΟΛΥ ΚΑΙΡΟ ΕΔΩ;

14  ΔΕΝ ΕΙΧΕ ΠΕΡΑΣΜΑ

15  Η ΧΑΡΙΣ

16  ΚΑΙ ΝΑ ΘΥΜΑΣΑΙ

17  ΚΑΙ, ΑΝΟΙΞΕ ΤΩΡΑ ΤΑ ΜΑΤΙΑ

18  ΚΑΤΙ ΤΡΙΓΥΡΙΖΕΙ

19  ΞΗΜΕΡΩΜΑ

20  ΜΑΤΙΑ ΚΛΕΙΣΤΑ

21  ΜΕ ΒΥΖΑΙΝΕ

22  ΝΕΚΡΗ ΦΥΣΗ

23  ΟΛΑ ΤΑ ΜΥΣΤΙΚΑ

24  ΟΛΗ ΤΗ ΝΥΧΤΑ

25  ΠΑΡΑΞΕΝΑ, ΟΛΟ ΚΑΙ ΠΙΟ ΠΑΡΑΞΕΝΑ

26  ΚΟΙΜΑΜΑΙ

27  ΠΑΤΗΜΕΝΟΣ ΣΤΟ ΣΤΗΘΟΣ

28  ΣΑ ΝΑ ’ΧΑΝΕ ΤΑ ΠΑΝΤΑ

29  ΣΤΟ ΕΠΟΜΕΝΟ ΚΑΡΕ

30  ΤΙ ΑΓΩΝΙΑ

31  ΕΜΟΙΑΖΕΣ ΠΟΛΥΤΡΑΥΜΑΤΙΑΣ

32  ΕΤΡΕΧΕ ΤΟ ΠΑΙΔΙ

33  ΠΕΡΙΠΛΑΝΩΜΕΝΟΙ ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ

34  ΠΑΛΕΥΑ ΤΑ ΣΚΕΠΑΣΜΑΤΑ

35  ΗΜΑΣΤΑΝ ΠΑΛΙ ΣΤΗ ΣΚΗΝΗ

36  ΟΙ ΩΡΕΣ ΕΙΝΑΙ ΛΙΓΕΣ

37  ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΜΕΝΑ

38  Α, Η ΑΠΡΟΣΕΧΤΗ ΣΤΙΓΜΗ

39  ΤΑΞΙΑΝΘΙΕΣ ΑΣΤΡΩΝ

40  ΜΙΑ ΜΟΥΣΙΚΗ

41  Ε, ΜΙΑ ΣΤΙΓΜΗ

42 ΑΝΑΣΚΕΛΑ

43 ΤΑ ΠΛΑΣΜΑΤΑ ΜΟΥ

Εισαγωγικά

Κάθε ξύπνημα, το τραύμα της γέννησης, κάθε κατάκλιση επιστροφή στη γη. Ο ήλιος οδηγεί τη συνείδηση ψηλά στον θόλο του κόσμου. Εκεί, όρθια φωτίζει τις πράξεις της, και τα έργα της αποκτούν σκιά. Με το σούρουπο γυρίζει πάλι στην εξέλιξη και τη μητέρα. Τότε τίποτε δεν είναι δικό της. Βυθίζεται στο παρελθόν του γαλάζιου πλανήτη. Μόνο η καρδιά κρατά τη βάρδια.

Στο ταξίδι αυτό όλα είναι δυνατά, κι όλα ερωτηματικά. Κι όλα επικοινωνούν με όλα. Μεταμορφώνονται, ρευστοποιούνται, μετουσιώνονται. Αμνιακό υγρό. Τροφή και σκέψη. Και ο νόστος για το σκότος. Υπνώττων ή εν εγρηγόρσει. Με μάτια κλειστά ή ανοιχτά. Νύχτα. Έξω και μέσα. Τόσα θαύματα. Παγκόσμιοι εφιάλτες και προσωπικοί.

Τόσοι επισκέπτες. Γεγονότα, ζητήματα. Βεβαιότητες μειώνονται, ταυτότητες λιώνουν. Είμαστε κοντά στην αρχή. Του είδους, της έμβιας ύπαρξης. Της παιδικής μας δύναμης, να μιλάμε με τα πάντα. Και τα πάντα να μας μιλούν. Ώρες της ποίησης. Χρόνια του όλου.

Ο χρόνος του σκότους

Οι δύο θεματικές ενότητες με τους διαφορετικούς τίτλους, ουσιαστικά είναι ίδιες: έχουν ίδια αποσπασματικότητα, συνειρμική διασύνδεση, συχνά εφιαλτική εικονικότητα, έχουν αισθήματα αξεδιάλυτα, περάσματα και αδιέξοδα, ένα κουβάρι βιωμάτων, ερωτημάτων, δρωμένων ακαριαίων, σκέψεων αστραποειδών, και ένα στιγμιαίο ξύπνημα διατρέχει ως αγωνιώδης ερώτηση και τις δυο συλλογές με τον ίδιο τρόπο: τι ώρα είναι, και η απάντηση/διαπίστωση: είναι ώρα – χρονικοί προσδιορισμοί, μέρες, καταστάσεις αναμονής κτλ.

Απλώς η πρώτη ενότητα, «Επισκέπτες» εξειδικεύει τα δρώμενα και τις συναντήσεις μέσα στον ύπνο, που δεν λείπουν και στον δεύτερο κύκλο. Οι επισκέψεις είναι από αναμνήσεις της προσωπικής παιδικής ηλικίας ή συλλογικά βιώματα από την προϊστορία του είδους των διπόδων, κατά κάποιον τρόπο συγκεκριμενοποιούνται, αν και η ατμόσφαιρα της αοριστίας, αμορφίας, και αβεβαιότητας είναι ενιαία. Η πυκνότητα και αποσπασματικότητα της γραφής μεταδίδει την συναισθηματική ένταση και συνειρμική ροή των ονείρων, με τέτοιον τρόπο που ο αναγνώστης συνεπαίρνεται, δυσκολεύεται να αποστασιοποιηθεί, εμπλέκεται στη μέθεξη της αγωνίας.

Συχνή ερώτηση μέσα στη νύχτα είναι: τι ώρα είναι (ΙΙ, V), η απάντηση: είναι ώρα (ΙΙΙ: 12-12.30, V: η γνωστή, ΙΧ: προς το ξημέρωμα, Χ: από ώρα σε ώρα, 7: 11.30-11.45, 19: ξημέρωμα, 29: 4 ακριβώς – 4.30, 33: ξημέρωνε, 38: μεσάνυχτα) ή και προσδιορισμός της ημέρας (π. χ. VΙΙΙ: Σαββατο, Χ: Τρίτη, Τετάρτη).

Αλλά η μεθοδολογική διαύγεια επιτάσσει να προτάξουμε μάλλον μια σύντομη παρουσίαση του κάθε ποιήματος ξεχωριστά, ώστε να δοθεί μια λεπτομερέστερη και πιο συνολική εικόνα του βιβλίου. Όπως και στο μεγαλύτερο μέρος του υπόλοιπου ποιητικού έργου της ΠΠ το εγχείρημα είναι κάπως λεπτό και προϋποθέτει έναν ορισμένο τρόπο προσέγγισης και ανάγνωσης των συνθεμάτων αυτών. Η αναζήτηση σημασιών και η ανάλυση περιεχομένου δεν πρέπει να αποπροσανατολίσει από την οργιώδη εικονικότητα, την ηχητική πρωτοτυπία και την αχαλίνωτη φαντασία της ποίησης αυτής. Την έντονη επικοινωνία της ΠΠ με τον αναγνώστη, τις πλούσιες γεύσεις του λεξιλογίου και των βιωμάτων από διάφορες περιοχές του επιστητού. Σε αυτό θα βοηθήσουν τα πλούσια παραθέματα που επιλέχτηκαν.

Το περιεχόμενο

Ι  ΝΥΧΤΑ ΔΙΑΣΠΑΡΤΗ

ΝΥΧΤΑ ΔΙΑΣΠΑΡΤΗ από γαβγίσματα και άστρα, κομμάτια σκόρπια από όνειρα και παιδικές αναμνήσεις στην ύπαιθρο, αλλά και υβριδικά όντα από μελάνι, γραψίματα και διαβάσματα, όλα σε ρευστή μορφή: τα όνειρα μάς ονειρεύονται εκτοπίζοντας καταστροφή μεγάλη.

ΙΙ  ΚΥΜΑΤΑ ΩΣΤΙΚΑ

Στον λήθαργο ο χρόνος καταργείται (Τι ώρα είναι; Είναι ώρα) και εισβάλλουν επισκέπτες ανώνυμοι κι απρόσωποι σε ομάδες, με μια αχνή οσμή συγχώρεσης, οι τεθνεώτες.

ΙΙΙ  ΔΩΔΕΚΑ Η ΩΡΑ

12-12.30 αόριστη μέρα, ίσως και στο παρελθόν, Όταν ακόμα έμοιαζαν όλα σωστά κι όλα στη θέση τους / Και άνθιζα γλυκά / Καθώς η νύχτα μ’ άγγιζε με την υγρή μουσούδα της / Και άρχιζε να με αποστηθίζει τ’ όνειρο- αναπολώντας διάφορες φάσεις της βιογραφικής ηλικίας.

Μέσα στη σκέψη, αν μπορεί να «μεταφραστεί» το παρελθόν, ακούγονται Άρρυθμα, ταπεινά πατήματα αγγέλου στον ασβέστη. Άγγελος ή πειρατής με μια παλιά σοφία. Λέει: Η ρώμη που χρειάζεται / Να γίνει το κουβάρι σφαιρικό / Το  μήλο, η πανσέληνος και η αγάπη / Είναι ισοδύναμη ακριβώς με την ορμή / Που όλα τα ισοπεδώνει-

η δύναμη της δημιουργίας είναι και η δύναμη της καταστροφής. Το ξέρει και ο γάτος του ποιητή.

ΙV  ΕΙΝΑΙ ΑΣΦΑΛΗΣ ΑΥΤΗ Η ΔΙΟΔΟΣ;

Ο πατέρας: προχωρά, διασχίζει  το αρχαίο άλσος μέσα μου […]. Διεισδύοντας τόσο βαθιά σε παρελθόν και μέλλον  / Που βγαίνει ευθεία απ’ την άλλη άκρη / Που χρόνος δεν υπάρχει πια – τι ώρα είναι;

Καμία δίοδος δεν είναι ασφαλής, για να επικοινωνείς με το παρελθόν στον ύπνο. Συμφύρονται οι χρόνοι και τα πρόσωπα. Να, τώρα ακολουθούν και οι υπόλοιποι  / Παλιοί νεκροί και πρόσφατοι, ακόμα κι ο προχθεσινός / Ο παιδικός μου φίλος- οι ταυτότητες είναι ρευστές. Το βίωμα των επισκεπτών αυτών δεν είναι γαλήνιο· το αντίθετο: Και όλοι ριζωμένοι, ανεστραμμένο μαύρο δάσος / Στα σαρκοβόρα δέντρα τους γερά -  

V  ΤΙ ΩΡΑ ΕΙΝΑΙ;

Η ώρα η γνωστή: άλλη βίαια εικόνα, οι ίπποι της Αποκάλυψης διασχίζουν την κοιλάδα του εφιάλτη: Ανοίγει πάλι αχανές πεδίο μάχης, άλογα / Δίποδα ξεχύνονται, ποδοπατούν φυγάδα  /  Έντρομη λογική, αποπροσανατολισμένη / Καλπάζει άγρια / Σκίζει χίλια κομμάτια την κοιλάδα  / Τα χόρτα ράβουν πάλι βιαστικά τη γη / Να, τίποτα δεν έγινε- οι εφιάλτες απωθούνται στο υποσυνείδητο.

VI  ΚΑΙ ΟΜΩΣ

Κάποιος όμως ξέφυγε. Άλλος επισκέπτης, που τα βλέπει όλα ανθρωποκεντρικά: Πως η αλήθεια ήταν ένα μάτι / Η τύψη ένα δόντι, δεν υπήρχε αυτί: / Όλα στα μέτρα του ανθρώπου / Και πάντων μέτρον άνθρωπος-

αλλά: Η νύχτα όλα τα απορροφά, ήχο και φόβο κι επισκέπτη / Τα καταπίνει όλα / Για να ξεράσει ύστερα θολή την άλλη μέρα / Και κακοχωνεμένη, επειδή / Το χθες ποτέ, ποτέ, το ξέρω, δεν τα λέει όλα-

 Ολόκληρο δάσος των αναμνήσεων, των ονείρων, των προαισθημάτων. Εγώ, το είχα βρει το δάσος, παιδί, το είχα βρει / Ναι, θα μπορούσα τώρα εγώ, μα δεν ανοίγω- Τα παιδιά επικοινωνούν με το όλο, η συνείδηση ακόμα δεν είναι εμπόδιο.

VII  ΦΥΣΑ, ΦΥΣΑ

Αυτό που προηγουμένως ήταν η θάλασσα, τώρα είναι ο αέρας. Άνοιξε ο ασκός, δεν άδειασε ακόμα / Τι φέρνει ο αέρας πάλι; ένα άγραφο χαρτάκι με μήνυμα, κι άλλους επισκέπτες: τους Δασκάλους (θεόρατοι, αυτόφωτοι, πάνσοφοι): Πριν απ’ τη γέννηση μ’ είχαν πενθήσει / Πάνσοφοι, όμως τι μου έμαθαν; Ξεχνάω- Στον ολικό χρόνο τα πρωθύστερα δεν έχουν θέση και σημασία. Όλα γίνονται ταυτόχρονα. Τα σχολικά βιώματα στις παιδικές αναμνήσεις:

Τώρα ερίζουν άγρια / Εισβάλλοντας ξανά όλοι μαζί, τι φασαρία / Καθένας πάντα με τα ευαγγελικά του ζώα / Τώρα σε κλουβί, τι χαλασμός  / Δόγμα κανιβαλίζει δόγμα / Στάζουν ολόσωμοι αίμα, ιχώρ, μελάνι / Φυσά, αναστατώνονται τα σύννεφα  / Αναστατώνονται οι σκέψεις / Και όλες οι μελλοντικές χρονιές, τι μπέρδεμα / Καμιά δεν έχει τη γνωστή κατάληξη-

Και οι συστάσεις και προτροπές τους προς το αδύναμο παιδί: Οι Δάσκαλοι φωνάζουν, το παιδί / Ακόμα μηρυκάζει λόγια, λόγια κυτταρίνη / Τρέφεται, επιβιώνει, του φωνάζουν, πρόσεχε / Το χάρτινο το καταφύγιο, πρόσεχε / Η λάθος φόρτιση μιας λέξης θα το ανατινάξει / Μα ποιοι, ποιοι είναι αυτοί; Τι ξέρουν που ξεχνάω;

Επίμονοι επισκέπτες. Φυσά για πάντα-

Σκέψεις και επισκέψεις δεν σταματούν. Κάθε νύχτα μπορεί να έρχονται. Και για όλη τη ζωή.

VΙΙI  ΜΕ ΧΙΛΙΕΣ ΒΕΡΓΕΣ

Συνεχίζει ο βοριάς να φυσά και βιτσίζει τα νέφη στον ουρανό. Πένθιμο εμβατήριο / Ποιον περιμένουμε; Οι ήχοι δυναμώνουν και καταλύουν την εικονολογία: Ανοίγει ξαφνικά κάποιος τον ήχο / Διαπασών / Σπάνε φλεγόμενα πουλιά πάνω στον πάγο της σελήνης / Ραγίζει το στερέωμα και θρυμματίζεται κι άλλο η μνήμη / Ξηλώνουν δυνατές φωνές κάθε εικόνα- Είναι Σάββατο, ιερή ημέρα, αλλά: η μισή μητέρα είχε χαθεί κι αλλού δεν έμοιαζα-. Κανείς όμως δεν έρχεται, ποιον περιμένουμε;

ΙΧ  ΠΡΟΣ ΤΟ ΞΗΜΕΡΩΜΑ

Πέφτει με θόρυβο ένας αστέρας: Το αίνιγμα που δεν ζητήθηκε, που δεν ειπώθηκε / Δεν εξηγήθηκε ποτέ. Σαν κατάρα. Τόσο βαρύ το άγραφο βιβλίο-. Αναστάτωση. Στο βυθό ένα βρέφος σαλεύει. Ο ποιητής ανάμεσα σε ουρανό και θάλασσα.

Χ  ΣΕΡΝΟΤΑΝ

Στον αγώνα και την αγωνία να πάρει κάτι τη μορφή του μπαίνει ο τελευταίος επισκέπτης (Ήταν ακόμα πιο αλλόκοτος από τους άλλους / Ήταν πολλοί, ήταν ο ένας). Στα ξέφωτα του δάσους είχε δει όλα τα πουλιά, που είχαν κατοικήσει ποιήματα, και φθόγγους, που έγιναν προσευχές, συλλαβές από μαντεία και ανέμους και ξεχασμένες γλώσσες· τα υπόλοιπα λόγια δεν έπρεπε ξανά να ομιληθούν. Κι ο τελευταίος επισκέπτης δεν μου μίλησε / Και δεν του μίλησα. // Δεν μ’ αναγνώρισε και δεν τον αναγνώρισα / Δεν θα ’φευγε ποτέ -


1 ΣΤΟΝ ΥΠΝΟ ΒΟΥΪΖΕ

Πάλι φυσάει ο άνεμος και βρέχει, χιονίζει, μόνο η πέτρα θυμάται. Τώρα υπάρχει ένα φαντασιακό έτερον (σκιά, παρασκιά, συχνά και άλως). Και τα λόγια της νύχτας έχουν ακροατή, απεύθυνση.

2  ΜΙΑ ΧΑΡΜΟΛΥΠΗ

Παλιρροϊκοί κυματισμοί με εικόνες από την παιδική ηλικία και τις αρχές των οργανισμών και του σύμπαντος (Μια αμμουδιά άπειρα σύμπαντα - Σκέψεις πρωτόζωα - οι οροσειρές διάγραμμα του πένθους / Φαράγγια με πατημασιές τιτάνων - Θυμήθηκα πεύκα παντού / Και άλλα είδη ριζωμένα στο γαλάζιο - η πανσπερμία κι η αιωνιότητα)· η αγωνία μετατρέπεται σε εφησυχασμό, πως η ζωή συνεχίζεται (Να πάλλονται χορδές οι νέοι μίσχοι). Κατά την παρτιτούρα υπερήχων μια ορχήστρα νέων ψυχών/εντόμων κουρδίζει τα όργανα. Αφουγκράζεται ο ποιητής και γράφει.

3  ΠΟΣΟ ΗΣΥΧΟΣ ΕΙΣΑΙ

Διάλογος με το alter ego, το έτερον του ύπνου, ήσυχος, με μάτια αδειανά, κάτι τους κοιτάζει επίμονα, σε άλλο χρόνο, Ψυχές πανάρχαιες, θεού ψιχία, κι οι δυο τους στον ιστό της αράχνης σε έναν εύπεπτο σβώλο τροφής, αρτύματα για το κενό αυτού του ωτακουστή, που ακούει όλες τις σκέψεις.

4 ΤΩΡΑ ΚΟΙΜΑΜΑΙ ΠΙΟ ΒΑΘΙΑ

Η δυικότητα σε άλλη εκδοχή: διχάζομαι σε δίδυμο όνειρο / Μαζί κι ο παρατηρητής κι ο άρρωστος σε λήθαργο – / Διπλωπικό το κείμενο, διαβάζω, γράφω / Βιβλίο χωρίς φύλλα, δέντρα σελιδοδείκτες / Διακλαδίζονται κι αυτά, πυκνοϋφαίνονται / Στο ίδιο ιπτάμενο χαλί των φαινομένων-.

Μέσα στο όνειρο ο νους παρατηρεί τα τεκταινόμενα, και ο ποιητής γράφει. Αυτό που φαίνεται είναι μια νεολιθική εικόνα με νυχιές στο τοίχωμα του πηγαδιού. Ποιος θα προχωρήσει και τι θα βρει στο λαβύρινθο (χαμένο έρωτα, τίγρη ή εκείνη τη μισοκαμένη σαλαμάνδρα); Πού βρίσκονται; Μάλλον σε γκρίζα ζώνη, ουδέτερη, κάπου ανάμεσα – / Να οι αλάνες των παιδιών, να οι γκρεμοί των γέρων-

5  ΜΟΝΟΔΙΑΣΤΑΤΟ

Οι διάλογοι με τον εαυτό συνεχίζονται, αλλά το σύμπαν ξαφνικά έγινε μονοδιάστατο, και ο ποιητής παγιδεύτηκε σ’ ένα βιβλίο που έκλεισε.

Μια πέτρα έπεσε μα δεν θυμάται, ήτανε από λιθοβολισμό / Από οικοδομή, από παιδάκι; / Σε ακατοίκητο πλανήτη, στο φεγγάρι ή στη θάλασσα; / Ποιος ξέρει- / Η θάλασσα του ύπνου, πάντως / Αναπαράγει τώρα το ανατρίχιασμα σε ομόκεντρους / Στην άβυσσο μέσα μου, μέσα σου, αδιάκοπα- / Μέχρι που ξημερώνει πάλι (μέχρι πότε;). Φυσάει πάλι ο αέρας δυνατός και φέρνει μια συντροφιά αγγέλων μεθυσμένων-, κατρακυλούσαν (Μια μάζα αξεδιάλυτα φτερά) να φράξουν ένα αδιέξοδο που ίσως δεν υπάρχει καν.

6  Μ’ ΕΒΛΕΠΕΣ

Εικόνες αοριστίας. Στον αέρα (πάλι φυσάει) πρόσωπα αλλάζουν, πολλαπλασιάζονται, κρύβονται στην πλάση, και το εγώ χάνει τον εαυτό του. Όμως η φύση προχωρά ακάθεκτα προς το καλοκαίρι: Εγώ, το σκάφος, μια ιδέα του θεού / Με επικίνδυνο φορτίο χρόνου / Έχοντας ήδη πάρει κλίση, πελαγοδρομούσα- / Όμως η άνοιξη, σε τρομερή διέγερση / Κρατούσε το κατάρτι πάντα επηρμένο / Και φούσκωνε το ισόβιο σύννεφο που αρμένιζε-

7  ΤΩΡΑ, ΕΝΤΕΚΑ ΚΑΙ ΜΙΣΗ

Πριν τα μεσάνυχτα αισθήσεις και μορφές συμφύρονται: τα κρύσταλλα γίνονται ήχοι (Άτεχνα, κλίμακα γιαπωνέζικη / Ή  μοιρολόι αιχμηρό, γιαννιώτικο-) κι ακολουθούν και άλλες σουρεαλιστικές μετουσιώσεις: πνιχτό βουητό, μετείκασμα χρώματων από πίνακα σφαγής κτλ. και τελειώνει με το να βυθίζονται όλα στην ώχρα μιας λιμναίας λήθης / Ξεχειλισμένης λύματα / Από προγόνων νοθευμένη σκόνη-.

8  ΑΔΕΙΑΖΕΙ ΤΟ ΦΕΓΓΑΡΙ

Το ποίημα αρθρώνεται από τον άξονα του ρήματος αδειάζει (το φεγγάρι, ο ποιητής και το έτερόν του) και τη διεύρυνση της νύχτας που μας περιλαμβάνει (αδέλφια ορφανά, μόρια σκόνης αστρικής). Μιλά ο ποιητής στον εαυτό του: κοιμήσου - κλείσε τα βλέφαρα - συγκεντρώσου· μέσα στον καθρέφτη του ύπνου, θα δει αυτό που δεν μπορεί να βλέπει, παρελθόν και μέλλον.

9  ΑΝΕΒΑΙΝΕ ΟΥΡΑΝΙΟ ΤΟΞΟ

Εμφανίζονται οι τεθνεώτες: Για δευτερόλεπτα / Ξανά οι άνθρωποί μας όλοι σε ανάπαυση / Ψυχών συστάδα / Σε γραφικό, απλό Παράδεισο / Να τους σκιάζει ένας πεύκος με τις κάμπιες του / Ως έννοια θεολογική και εντελής- Το alter ego κοιμάται ανήσυχα, ξεσκεπάζεται. Άνοιξε τότε μια στιγμή ο χρόνος / Έλαμψε ξάφνου σπίθα κατανόησης / Μια ταραχή σηκώθηκε / Θα ’ταν τα χόρτα τα ακοίμητα κάτω απ’ το χιόνι / Που ψηλώναν αδιάκοπα / Ν’ ακούγεται πάντα στους ύπνους θρόισμα ευχών-.

10  ΑΠ’ ΤΟ ΚΟΥΒΑΡΙ ΤΩΝ ΝΥΧΤΩΝ

Το ποίημα έχει συγκεκριμένη δομή: Απ’ το κουβάρι των νυχτών ξετυλιγόταν μαύρος μίτος / Μ’ ακολουθούσε όπου κοίταζα […] / Μέχρι που πύκνωνε τόσο το νόημα σε φράση αδιέξοδη / Που πια δεν έβλεπα πιο πέρα- και τελειώνει με την ίδια φράση. Στο ενδιάμεσο όμως συμβαίνει ένα θαύμα: βλέπει ένα σώμα παλιό και αγαπημένο σε αποσύνθεση αλλά θεοβριθές, να κουνάει τα άκρα, τον νου εν ευδοκία, ν’ ακούει τον σφυγμό του να περνά από το πάτωμα στη θάλασσα, η οποία παραμιλά στον ύπνο της Τα μυστικά ν’ αστρονομίζονται  και να φανερώνεται το μέλλον. Τότε άστραψε πάλι ένα άνοιγμα, έσπασε ο μαύρος μίτος και φυγαδεύτηκε λύπη ισόβια στη στιγμή την ασφαλή-. Ήταν πρόσωπο παλιό και αγαπημένο.

11  ΑΥΤΟ ΤΟ ΒΡΑΔΥ

Ο τίτλος είναι και το leitmotiv του συνθέματος, που επαναλαμβάνεται τέσσερις φορές: οι συστάδες συλλογικής και ατομικής μνήμης συμφύρονται (άβατα δάση ξεχασμένης μυθολογίας, νέοι αστερίσκοι στο κείμενο του ουρανού, ο ένας θα βρίσκεται στο μέλλον, ο άλλος σε απώτατο παρελθόν).

12  ΒΡΕΘΗΚΑ ΜΑΚΡΙΑ ΑΠ’  ΤΗ ΦΥΛΗ

Εδώ επαναλαμβάνεται τρεις φορές το μοτίβο Δεν είχα φόβο: προϊστορικό το σκηνικό, κυνήγι του τοτέμ, προστασία από πρόγονο· το υποκείμενο δεν φοβάται ούτε το γκρέμισμα του στερεώματος, ούτε τους αδελφούς αρχαιοπτέρυγες, ούτε τους αδελφούς βόνασσους, αλλά δεν φοβάται ούτε όταν σκότωνεται ως τοτέμ από αιχμηρό οψιδιανό και λίθινο μαχαίρι. Κρύβεται στον ύπνο και γλιτώνει τον μεγάλο θάνατο. Επειδή δεν φοβάται: Τι αποκάλυψη: / Ήμουνα θηρευτής, ήμουν τροφή, δεν είχα φόβο-. Η διαλεκτική του τοτέμ: σκοτώνεται και προστατεύει.

13  ΕΙΜΑΙ ΠΟΛΥ ΚΑΙΡΟ ΕΔΩ;

Το leitmotiv που ανοίγει και κλείνει το κείμενο, είναι: Είμαι πολύ καιρό εδώ; Ή μόλις ήρθα; Η ερώτηση αποδεικνύεται υπαρξιακή, ισχύει όμως εξίσου για τον ύπνο. Εξειδικεύεται στη συνέχεια: Σώμα, κουτί του Στρέντιγκερ ή κιβωτός; Το κουτί του Schrödinger είναι το γνωστό πείραμα της κβαντικής μηχανικής. Αυτό το ποίημα είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακό. Τι στρίμωγμα, μόλις χωράω / Κορεσμένος χρόνος, άγνωστο περιβάλλον – / Αυτά τα μπάζα ήταν τα εφόδια μου / Αυτά τα χώματα ο κόσμος / Αυτά τα τρωκτικά, οι ενοχές / Οι άχρηστοι μηχανισμοί, αυτά που σκέφτηκα / Αυτά που επινόησα, οι πρόγονοι  / Όλη αυτή η σκόνη ώς το στήθος / Σκόνη όλο αποτυπώματα αρχέτυπων / Να, διακρίνονται ακόμα / Κοχλίας του αυτιού, ναυτίλος, κύμα ημιτονοειδές / Τροχίσκος, έλικας / Ίχνη συμβόλων ξεχασμένων, ιερόγλυφα – / Τα γράμματα μητέρες που μ’ ανάστησαν- 

 Όλα στοιβάζονται μέσα στον ύπνο. Ολόκληρη η ιστορία και η εξέλιξη. Στην κατακλείδα του ποιήματος η υπαρξιακή διάσταση είναι πάλι κυρίαρχη:

Τι παραμύθια, τι παραμυθία / Να σταθώ άκρη σ’ ένα τυχαίο κόσμο / Ν’ απαριθμώ ονόματα- Γιατί; Η συνείδηση είναι ένα μικρό μέρος της σύνολης υπόστασής μας: Είμαι πολύ καιρό εδώ ή μόλις ήρθα; / Σκέφτομαι, συνεχίζω να σκέφτομαι / Απορροφητικό χαρτί ο ύπνος, ας ξυπνήσω πάλι – Βλ. και VI Η νύχτα όλα τα απορροφά.

14  ΔΕΝ ΕΙΧΕ ΠΕΡΑΣΜΑ

Βλ. και IV Είναι ασφαλής αυτή η δίοδος; [...] Όχι, δεν ήταν ασφαλής αυτή η δίοδος / καμιά δεν είναι-. Αυτή τη φορά το πέρασμα θα βρεθεί. Το θέμα όμως δεν είναι ο πατέρας και οι άλλοι νεκροί, αλλά έχει άλλες διαστάσεις: το έργο του ποιητή σαν μια τεθλασμένη γραφή από το ένα φως στο άλλο.

Δεν είχε πέρασμα / Θα ήταν αδιέξοδο, μα προχωρούσα / Από τυφλό σημείο σε τυφλό σημείο / Άναβαν τα άστρα / Αναγκασμένος ξαφνικά αυτόφωτος / Απέχοντας από θεό και άνθρωπο, μια πολυμορφική οδύνη / Γραμμή έγραφα τεθλασμένη ολοένα / Από το ένα φως στο δεύτερο, στο τρίτο, ώς το άπειρο-.

Και κάποτε φαίνεται πανόραμα στο νου το γράφημα, που περιλαμβάνει το παν.

Κι είδα τη γη ν’ ανασυνθέτει με υπομονή / Οστά στο διαρκές λυκόφως / Κάποτε να ξαναχτιστούν με κλάματα και δυνατές φωνές / Τις ρίζες όλες ν’/ αγκαλιάζονται στον κάτω κόσμο / Κι είδα τη θάλασσα, την παλαιά των ημερών / Που αγνοούσε πως υπήρχα κι είχε δίκαιο…

Και με τη θέα αυτή ανοίγει το πέρασμα προς την άλλη κατάσταση: Τότε, ομπρέλα συγχορδίας μαύρης άνοιξε / Πάνω απ’ τη βροχή των διαττόντων – / Ξυπνούσα πάλι, βρήκα πέρασμα-

15  Η ΧΑΡΙΣ

Και αυτό το ποίημα έχει κυκλική μορφή: το μοτίβο της αρχής Αστρίτης έρχεται o στίχος / Με ένα σσσς στο σκοτεινό χωράφι /κίνδυνος- μετατρέπεται σε Αστρίτης έρχεται η σιωπή / Με ένα σσσς στο σκοτεινό χωράφι / Σαν συγχώρεση-.

Ο στίχος μετατράπηκε σε σιωπή και ο κίνδυνος σε συγχώρεση. Η κατάργηση της γλώσσας; Η ματαιότητα της γλώσσας να εκφράσει το άρρητο; Σαν οπτασία βλέπει ο ποιητής χαρούμενο παιδί / Με  τ’ όνομα οσίας που μαρτύρησε επί Δεκίου / “Πόδας Χάρις τμηθείσα προς Θεόν τρέχει / Τους ψυχής γαρ ου συνετρίβη πόδας” –

Πρόκειται για αναφορά από τον Μέγα Συναξαριστή στην Αγία Χάριν, της οποίας έκοψαν τα πόδια, άγνωστο πού και πότε μαρτύρησε. Για την χρησιμοποίηση τέτοιου υλικού από τον μηνολόγιο βλ. και Το ημερολόγιο του διπλού χρόνου (2005, Η Λεπτουργός 128-144). Η φονική βροχή της πρώτης στροφής όμως έχει σβήσει τα στοιχεία, Έχουν παραγραφεί πλέον τα πάντα / Το πείσμα και η αρετή, η φρίκη- / Σβήστηκαν και οι αμαρτίες όλων, μένει το όνομα-. Ξαναβλέπει το χαρούμενο παιδί, την Χάριν, με άλλα πόδια σε σκοτεινό χωράφι, να παίζει μ’ ένα κίτρινο μπαλόνι (κάποια ψυχή, ίσως του Δεκίου) που της φεύγει όμως προς το φεγγάρι. Σουρεαλιστική ατμόσφαιρα, ασυνάρτητα στοιχεία. Και η θυσία των μαρτύρων δεν έχει νόημα πια.


16  ΚΑΙ ΝΑ ΘΥΜΑΣΑΙ

«Και να θυμάσαι» είπε / «Δεν έχει σημασία τι - μα να θυμάσαι: / ΄Ο, τι κι αν  θυμηθείς, είν’ η αλήθεια, είναι / Ξεγελασμένη λήθη προς στιγμήν - να το θυμάσαι»- Μνήμη δίχως περιεχόμενο; Η προσωπική ιστορία είναι πιο αληθινή από την επίσημη (Πιραντέλλο). Ποιος έδωσε εντολή σε ποιον σε θάλασσα από πνιγμένα λόγια; Χρόνοι και ταυτότητες μπερδεύονται. Ποιος έδωσε τη βυθισμένη εντολή και πού; Έπρεπε να θυμάμαι, βάθαινε το άδηλο- Τέτοιες μυστήριες και αόριστες εντολές υπάρχουν και στον Ένοικο (1989, 1999, βλ. Η Λεπτουργός, 93-105). Ο ποιητής περνά βιαστικά σε άλλο όνειρο (διαφόρων ζώων): Του τελευταίου αθώου πλάσματος / Που θα ξυπνούσε, χωρίς μνήμη / Έκθαμβο, ξανά απ’ το βυθό σε ύπαρξη -. Η μνήμη είναι ανθρώπινη ιδιότητα; Η μνήμη του ύπνου και των ονείρων είναι ατελής, αλλά υπάρχει. Η μόνη που δεν ξεχνά είναι η Λήθη.

17  ΚΑΙ, ΑΝΟΙΞΕ ΤΩΡΑ ΤΑ ΜΑΤΙΑ

Και άλλη εντολή σε ευθύ λόγο: «Και, άνοιξε τώρα τα μάτια» είπε / «Είναι νύχτα, ναι, ήταν νύχτα εξαρχής / Θα είναι πάντα, όμως, άνοιξέ τα / Δεν είδες τίποτα ακόμα, να κοιτάξεις κι άλλο / Στο σκοτάδι, αν δεις προσεχτικά, βλέπεις το τέλος όλων-». Ο ποιητής αρνείται (θα οργιζόμουν, θα ξυπνούσα). Τότε συνεχίζει ο εντολέας: «Ξέρω, δεν είδες την αρχή / Στο νου σου δεν θα κλείσει η καμπύλη / Τι σημασία έχει, δεν υπάρχει / Δεν υπάρχεις, δεν την είδες-». Και πάλι διαφωνεί ο ποιητής: εκεί ήταν, είδε Εκείνη τη φιδίσια, περισταλτική / Κίνηση των γαλαξιών / [αστρίτης] Τον συριγμό και το κροτάλισμα / Το αμνιακό υγρό, τη θραύση των αγγείων, την πλημμύρα – Ο ποιητής έχει συμπαντικές διαστάσεις (βλ. Ένοικος, Σημειώσεις για το άγραφο). Η ΠΠ διαλέγεται με το έργο της. Ήμουν εκεί απ’ την αρχή, την είδα, ήτανε το ίδιο -  / Δεν θ’ άνοιγα τα μάτια – Στον ύπνο βλέπεις πιο μακριά. Οι προφήτες ήταν όλοι τυφλοί.

18  ΚΑΤΙ ΤΡΙΓΥΡΙΖΕΙ

Και άλλο ένα ποίημα για τα αόρατα της νύχτας, όλο ατμόσφαιρα, όλο ήχους, υποψία, αναμονή. Και τι νύχτα συμπαντική! Κάτι τριγυρίζει στο περιβόλι, δεν ξέρω τι / Ακούω σύρσιμο μεταξωτό / Υπέρηχους, έλυτρα, λέπια ή φολίδες / Φουρφούρισμα από σταχτιά φτερά, λαχάνιασμα / Τρίξιμο από τρίχωμα ηλεκτρισμένο / Ακούω σφύριγμα, δύσκολη ανάσα / Άρρυθμο τριπόδισμα σακατεμένου ζώου- Σ’ αυτή τη νύχτα τίποτε δεν διακρίνεται: σκοτάδι διακεκομμένο / Τα φωτορυθμικά της αστραπής / Του κεραυνού τα εφέ / Διασαλεύεται η νύχτα / Τρέμει το περίγραμμα, άμορφη ύλη / Πλαταίνει, συρρικνώνεται, σκορπίζει […] Γύρω σου φρίττει κονιορτός από μετεωρίτες / Απ’ τα ερείπια της Βαβέλ, από βιβλία- / Τίποτα, τίποτα δεν διακρίνεται- Ευτυχισμένος συλλογισμός, ανολοκλήρωτος, ήρθε από μακριά, λαβύρινθος από μαιάνδρους αναπτύσσεται στο περιβόλι, έφτασε μόνο το αθέατό του μέρος. Επιβλητική η πυκνή ατμόσφαιρα του σκότους.

19  ΞΗΜΕΡΩΜΑ

Ξύπνημα μέσα στην άνοιξη. Ξημέρωμα στο νου σου, στο δωμάτιο – / Τινάζεται απ’ τον αόριστο της μνήμης το κοτσύφι / Αστράφτει μαύρα στον στιγμιαίο ενεστώτα – / Σκίζει με συριγμό μεταξωτό τον συνεχή- Ο νους ως κοτσύφι θυμίζει και τον έξοχο επίλογο του Το σπίτι στους 40 δρόμους (Η Λεπτουργός, 169). Και με το σώμα ξυπνά και η ασώματη ιδέα της πτήσης: Ανατριχιάζει το φτερό όλων των άφτερων / Σηκώνεται νοτιάς κι  αναρριπίζει / Θάλασσες κι αμμουδιές της έκστασης / Γαλάζια αραιώνοντας τον ύπνο σου-. Επίλογος: Όταν ξυπνήσεις, αν ξυπνήσεις / Θα’ ναι ακόμα άνοιξη-.

20  ΜΑΤΙΑ ΚΛΕΙΣΤΑ

Σε μάτια κλειστά ανοίγει ο κόσμος όλος και σε κλειστά δωμάτια αναπτύσσονται τα δράματα του ανθρώπου. Μάτια κλειστά, κλειστό δωμάτιο, στόμα, αυτιά / Φωλιάζοντας βαθιά μες στη δική του νύχτα το καθένα / Όντα ημίθεα και παίζουμε / Απομυζώντας μ’ εκατό βεντούζες το ’να τ’ άλλο.

 Σαν παιχνίδι περνά ο βίος υπνοβάτης, ο αιώνας, η στιγμή. Όντα κυρτά από βαρύ φορτίο / Φτερών και σκοταδιού στην πλάτη / Καθώς χαράζει ρούνους – ξόρκια πάνω μας / Και βοστρυχώνει αβρά τα σύννεφα / Αρχαίου ουρανού του νου -.

Το ποίημα οργανώνεται γύρω από το μοτίβο: Μα πού μας σπρώχνει ο ξαφνικός αέρας.

21 ΜΕ ΒΥΖΑΙΝΕ

Και αυτό το παραβολικό ποίημα έχει κυκλική μορφή. Ξεκινά με το μοτίβο: Με βύζαινε ο ύπνος και λιγόστευα / Αραίωνα, ήταν οδύνη, ήταν ηδονή, ήταν / Αυτό που πύκνωνε το άπειρο- και τελειώνει με τα ίδια λόγια, εκτός από το άπειρο, το οποίο έγινε χάος. Τι έχει γίνει στο ενδιάμεσο; Ακούει τον ταχυδρόμο (Σκόνταφτε, σε χάσματα μνήμης / Σε λάσπες, σε αίματα / Έπεφτε σηκωνόταν ανηφόριζε / Χρόνια, σε αγωνία τρομερή) που επιμένει να παραδώσει ένα φάκελο άδειο χωρίς επιστολή και αποστολέα, να βρει τον ποιητή μέσα στην απίστευτη μοναξιά του σχεδόν θεός / Ακόμα μία / Δύσκολη σημασία, αμετάφραστη-.  

22 ΝΕΚΡΗ ΦΥΣΗ

Ποίημα για τη δύναμη του έντονου βλέμματος, που παρομοιάζεται με το μαχαίρι που καρφώνει. Πάλλεται το μαχαίρι, ανεβαίνει, αιωρείται / Αλλάζει ξαφνικά κατεύθυνση / Στοχεύει, εφορμά, καρφώνεται στο κέντρο / Δονείται,  ζζζννν – Ο παρατηρητής έχει καταστρέψει τον πίνακα. Δες, ζωντανεύει η αρχαία νεκρή φύση / Μαραίνονται τα τριαντάφυλλα / Το μήλο, τα σταφύλια, το ψωμί, σαπίζουν / Σπάει το ρόδι και σκορπά στην τύχη / Ραγίζει η πιατέλα, λιώνει ο σάκος / Και δραπετεύει ο λαγός ο σκοτωμένος- // Κρύβεται ο ζωγράφος πιο βαθιά στο δάσος του- / Να, τώρα βλέπουμε και πάλι μόνο τοίχο-.

Για τους πίνακες βλ. και Το σπίτι στους 40 δρόμους (Η Λεπτουργός, 166 εξ.).

23  ΟΛΑ ΤΑ ΜΥΣΤΙΚΑ

Τα πουλιά/μυστικά βυθίζονται στο άπατο γαλάζιο και χαράζουν με το ράμφος υδατογραφήματα, Γράφουν και σβήνουν σχήματα / Σύμβολα αυτοδιασπώμενα / Γίνεται αυτόματη μετάφραση κυμάτων και νεφών / Παράφραση ευχών, ύστερα μαύρες μικρές ιδέες σκορπίζουν, από ίσκιο αρπακτικού, Μαύρα αποσιωπητικά στα ίσαλα του βυθισμένου ορίζοντα-. Επιλογικό σχόλιο: Ένας διακεκομμένος ύπνος η  ζωή.

24  ΟΛΗ ΤΗ ΝΥΧΤΑ

Επιβλητικές εικόνες καταστροφών τη νύχτα και την ημέρα. Οι πόλεμοι ποτέ δεν σταματούν. Όλη τη νύχτα καίγεται η ενδοχώρα, κάθε νύχτα – / Δεν βλέπεις τίποτα, τίποτα δεν ακούς- / Μετακινούνται βίαια τα σύνορα, οι ήπειροι / Κοπάδια πληθυσμοί αλλόφυλοι και ετερόδοξοι / Θηλαστικά, έντομα, ψάρια, ερπετά / Κατασπαράζοντας το ένα τ’ άλλο, αδιάκοπα // Τι χαλασμός, τι βουερά φτεροκοπήματα / Τι ποδοβολητά, τι χλαλοή, πού πάνε; / Με ουρλιαχτά ουρανομήκη, ολολύζοντας / Μεταναστεύουν στ’ άστρα;

Κι όμως ο κόσμος δεν βλέπει και δεν ακούει τίποτε από αυτό που γίνεται κάθε νύχτα. Μόνο το ξημέρωμα τον ξυπνά. Κι όμως σε λίγο, τι ντροπή, τι θλίψη, τι οργή / Θα δεις κι εσύ – δεν γίνεται να μην τη δεις- / Σαν κάτι φυσικό, βαμμένη πάλι / Σε χρώματα πολέμου, ένδοξη / Να προελαύνει η αυγή του νέου κόσμου-

25  ΠΑΡΑΞΕΝΑ, ΟΛΟ ΚΑΙ ΠΙΟ ΠΑΡΑΞΕΝΑ

Ποίημα για την παράξενη ζωή του ποιητή. Ξυπνάς, κοιμάσαι, θορυβείς, πεθαίνεις – / Στο ενδιάμεσο πάντα τα όνειρα, ως τρέιλερ / Στο μεταξύ, τι σκηνικά, τι κήποι, τι νερά / Τι χρώματα, τι μουσικές, τι υπερθέαμα – / Κι η πολυπλόκαμη πλοκή σε κίνηση αργή / Σε παρακολουθεί –.

Και κάθε τόσο μετατρέπει τη ζωή σε γραφή. Και κάθε τόσο, αίφνης, το αστρικό σου σώμα / Ατρακτοειδές ολόγραμμα / Τινάζεται πρόσω ολοταχώς / Χύνει μελάνι προς τα πίσω, θολώνει την εικόνα-

Το δράμα του λογοτέχνη που κάνει τη ζωή του χαρτί. Η άλλη σου ζωή για πάντα μένει / Στο θαλάμι της κρυμμένη-. Και αυτή η κατάσταση συνεχίζεται, και το έργο, όλο και πιο παράξενο.

26  ΚΟΙΜΑΜΑΙ

Σπαράγματα υποσυνείδητης λειτουργίας του εγκέφαλου. Κοιμάμαι – ύλη ασταθής, πιο ασταθής / Υπόνοιες  διάσπασης, πού είσαι; / Μορφή, μορφή παλεύω για να πάρω, ποια μορφή; / Εικόνες σε  καλειδοσκόπιο, αποχωρίζονται / Σμίγουν ξανά, αποχωρίζονται. Μια διαλογική ροή εικόνων, πράξεων και γεγονότων.

Αδειάζω, με τραβάει, άδειασα, πού πήγες; / Δεν είσαι πια πηγή ενέργειας / Έχουν κοπεί οι τροφοδότες όλοι- / Στείλε μου σήμα. Ακούγεται γραντζούνισμα γραφής με γράμματα κωφάλαλα, καίγεται η επιστολή, μέσα στη φωτιά διαβάζει: Πρόσεχε, πρόσεχε το παραμικρό- / Κάθε απόφαση είναι εις βάρος κάποιας άλλης, πρόσεχε – βλ. και την ταυτόλογη έκφραση στο ΙΙΙ. Απάντηση: Προσέχω. Είμαι παντού, κάθε λεπτό. Ύλη ασταθής πιο ασταθής, κοιμάμαι -. Κι εδώ η κυκλική δομή του πλαισίου.

27  ΠΑΤΗΜΕΝΟΣ ΣΤΟ ΣΤΗΘΟΣ

Boύλιαγμα και διάλυση: Πατημένος στο στήθος βυθιζόμουν / Κινούμενη η άμμος, άπατη, βούλιαζα / Παράσερνα σκιές βαριές  -  καμιά ανθρώπινη – / Τι μαύρες, δεν προλάβαινα μορφή να δώσω / Όνομα, μη με απορροφήσουν-. Ξεσηκώνει σύννεφα αστρικής σκόνης, σκόνη από ακάρεα, γίνεται ο ίδιος σκόνη, μποζόνια, τμητά εγώ, άτομα μουσικής, μόρια έργων τέχνης κτλ. Βουλιάζει ολοένα, πέφτει σε μεγάλο έρωτα, σήμα κινδύνου σε άγνωστες συχνότητες, επίκληση βοήθειας παροξύτονη κτλ. Δεν προφταίνει.

28  ΣΑ ΝΑ ’ΧΑΝΕ ΤΑ ΠΑΝΤΑ

Το εμπρεσιονιστικό χρονικό ενός μισάωρου του ποιητή: Σα να ’χανε τα πάντα προς στιγμήν αποσυρθεί / Στο άβατο έμεναν μόνο ένα εσύ / Κι ένα εγώ, πιο τρομαγμένο, γνώριζαν / Μέλλον δεν είχανε σ’ αυτό το παρελθόν. Εικόνες από τα παιδικά χρόνια, βάπτιση, Τα σκεύη αναποδογύρισαν / Χύθηκαν γαλαξίες. Κατάληξη: Και τότε, ξεριζωθήκαν μεμιάς τα δέντρα / Τα νέφη αναλήφθηκαν / Οι βράχοι βούλιαξαν με πάταγο (…) Κι έσπρωξε στο αιώνιο το εφήμερο.

29  ΣΤΟ ΕΠΟΜΕΝΟ ΚΑΡΕ

Μελλοντολογική εικόνα, σε άλλο αιώνα, με άλλες συντεταγμένες.

Ο βράχος μετατοπιζόταν μέσα μου / Ίσως να μη βρισκόμουν πια στον ύπνο τον δικό μου / Άκουγα γύρω αλλόγλωσσα πουλιά – πού ήμουν;  Στο μέλανα δρυμό πάνω σε ροζ ποδήλατο, σε ελεύθερη πτώση. (Τι βουητό ανέμων, άστρων, μελισσών)- // Α, πέφτω, πέφτω-  Μένει να περιστρέφεται στον άδειο αέρα ο τροχός του κόσμου-

30  ΤΙ ΑΓΩΝΙΑ

Η αγωνία της αναζήτησης του γνώθι σ’αυτόν μέσα στον ύπνο και το όνειρο. Τι αγωνία, θα ’ταν κάτι κρυφό, πολύ κρυφό / Πολύ κρυμμένο, αλλιώς / Γιατί να ψάχνω τόσα χρόνια στα θεμέλιά μου / Κάτω από χιλιάδες ύπνους; / Τι να ήταν; Μέρη ασύνδετα, αμεταχείριστα του εγώ και του έτερου, λίγο των άλλων. Όλα μας ανακατεμένα με παράξενα κτερίσματα / Έβρισκα αταίριαστα κομμάτια πένθους / Μνήμες ανήλικες ταριχευμένες μες στο μέλι / Μνήμες ανίατες, συλλογικές, μες στη σκουριά / Παλιά τοπία με τα άχρηστα ανταλλακτικά τους – Και τελικά, πιο βαθιά, βρίσκει έναν υποθαλάσσιο κήπο Με άγνωστες μορφές ζωής που ακόμα δεν-

ναυάγια του μέλλοντος; Εκεί καταλήγουν όλα; Πεισματικά συνεχίζει να ψάχνει. Κι αν δεν το περιέχω πια; / Κι αν έχουμε ήδη δωρηθεί κειμήλια στο χάος; // Τι αγωνία. Ας ξυπνήσω πάλι-

31  ΕΜΟΙΑΖΕΣ ΠΟΛΥΤΡΑΥΜΑΤΙΑΣ

Επισκέπτης που βγαίνει από ερείπια: πρόγονος, ίσκιος, εραστής, παιδί;

Καταλαβαίνω, είσαι όλοι. Τον αναγνωρίζει από άλλο αδιέξοδο του ύπνου, συζήτηση που έμεινε στη μέση. Τι βγήκε; Ήταν γαλάζιος ο καρπός της γνώσης; / Ήτανε μήπως, ένας τυχαίος εσωτερικός πλανήτης; Και απευθύνεται σε αυτόν: Θυμάσαι ή πονάς; / Πίεσε, δέσε τούτη την αδέσποτη στιγμή / Που στάζει αγιασμό ή μνήμη – Θα τον ακολουθήσει, θα διαπλεύσουνε ανάδρομα τον ρου του χρόνου, ρέουσα προσευχή.

32  ΕΤΡΕΧΕ ΤΟ ΠΑΙΔΙ

Σύντομο ποίημα για μια συνοπτική βιογραφία: για το παιδί που τρέχει (σε slow motion), πρωί βράδυ. Μακραίνουν τα μαλλιά του, τα νύχια, πολλαπλασιάζονται τα κύτταρα (με ιλιγγιώδη ταχύτητα). Φυτρώνουν και πέφτουν φύλλα, ανεβαίνει και κατεβαίνει η θάλασσα, αποστάσεις αυξομειώνονται. Έτρεχε. Σε λίγο αναλήφτηκε μαζί με τον χαρταετό του-  

33  ΠΕΡΙΠΛΑΝΩΜΕΝΟΙ ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ

Σπαράγματα αναμνήσεων: Περιπλανώμενοι χρόνια πολλά στο νου μας / Σταθήκαμε για μια στιγμή εδώ- ένα λιβάδι από άγριες λέξεις σε ημιυπόγειο δωμάτιο πλεγμένες μικρές βιογραφίες μικρών ζώων, ένα ποτάμι που ξεβράζει πρόγονο με τσεκούρι στο κρανίο κτλ. Τελικα κρεμάνε στα δέντρα τα τσαλακωμένα σώματά τους και πέφτουν προς τα πάνω.

34  ΠΑΛΕΥΑ ΤΑ ΣΚΕΠΑΣΜΑΤΑ

Άλλες αναμνήσεις του ύπνου: Παλεύοντας με τα σκεπάσματα τελικά βγαίνει από το τούνελ (αυτιστικός λαβύρινθος) και μπαίνει στον πίνακα: Επιχρωματισμένη, με τα είκοσί μου χρόνια - / Φόντο ένα Λονδίνο του ‘80 / Μες στην αιθαλομίχλη του ακόμα - / Πάχνη κοιμητηρίων – / Μέσα στην υγρασία το εξαχνωμένο Χάυντ Παρκ – Η θολή εικόνα όμως συρρικνώνεται όπως κρύβεται ένα σκουλήκι στην τρύπα του από άπλαστες λέξεις. Και η διαίσθηση τής λέει, πως είναι ακόμα μια άτυχη παρανάγνωση της μοίρας της· πρέπει να ξυπνήσει πάλι.

35  ΗΜΑΣΤΑΝ ΠΑΛΙ ΣΤΗ ΣΚΗΝΗ

Ήμασταν πάλι στη σκηνή / Στην τελευταία πράξη, επίμονα / Βαθαίναμε το κοίλο στο κρανίο / Παλλόταν να εκραγεί δι’  ελέου και φόβου / Η αρχαία κάθαρση. Είχε τελειώσει το δράμα, καραδοκούσε ο εκ μηχανής θεός. Συνεχίζουν επίμονα τον ερωτικό διάλογο, φοβούμενοι να μην τον διακόψει ανοίκειος ήχος, από τους θεατές του άνω διαζώματος, Εκείνοι, οι  αθέατοι / Άυλοι εραστές παλιοί, σε μέθεξη / Είχανε ήδη σηκωθεί- / Έξαλλοι / Άρχιζαν να εκσφενδονίζουν τα κεφάλια τους στη νύχτα / Ν’ αποθεώνουν την παράσταση-  

36  ΟΙ ΩΡΕΣ ΕΙΝΑΙ ΛΙΓΕΣ

Όμορφο και ζυγισμένο ποίημα, που ξεκινά με τη σχετικότητα του νυχτερινού χρόνου. Οι ώρες είναι λίγες, μόνο δώδεκα – / Πέφτουνε σε αντικατοπτρισμό / Μαύρου καθρέφτη και διπλασιάζονται – / Μετείκασμα του άχρονου, οφθαλμαπάτη / Μπορεί και να ’ναι μόνο μία ώρα-

Το φορτίο ιδεών και γεγονότων όμως στον ύπνο είναι μεγάλο και καταλήγει σε μια παραβολική εικόνα: Στον ύπνο πια συνωστισμός, όλες εκείνες / Οι μεγάλες οι ιδέες που μας έθρεψαν / Παραμεγάλωσαν, παλιμπαιδίζουν – / Ήδη, ολόκληρη άθλια συμμορία / Έθνη, ορφανά, ξυπόλητα / Σκισμένα, λερωμένα / Παίζουν κρυφτό, κυνηγητό  / Κλέφτες και αστυνόμους / Παίζουν στον κήπο μπάλα το κεφάλι μας-

Κι όμως, στον ύπνο μας το σώμα συνεχίζει να ζει με τον τρόπο του: Α, ο κήπος, ευτυχώς, αυτός τουλάχιστον / Όσο κοιμάμαι, θάλλει πάντα-  / Μικρές ιδέες άγριες και ξεφυτρώνουν αδιάκοπα / Αναρχικά αναρριχητικά, ζιζάνια / Άπειρα φύλλα χλόης, ταπεινές παραπομπές / Κι όλο απλώνεται, φουντώνει / Ανεβαίνει, περιπλέκεται – / Θα ωραΐσει, θα στοιχειώσει τα σοφά ερείπια μας-

37  ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΜΕΝΑ

Περί σκιάς ο λόγος: Πριν από μένα, η σκιά μου πού ανήκε; / Η σκιά σου; Η παρασκιά; Η άλως; Ο δρόμος έξω δεν ενδιαφέρεται για το ζήτημα. Έξω από μας συνεχιζότανε ο δρόμος, όμως / Τώρα, μια παρατεταμένη παύση των εγκοσμίων / Έχαινε στην άσφαλτο και προχωρούσε-  Συμμετέχοντας τρόπον τινά στα εσωτερικά τεκταινόμενα.

38  Α, Η ΑΠΡΟΣΕΧΤΗ ΣΤΙΓΜΗ

Ξεκινά με μια εικόνα συντέλειας: Α, η απρόσεχτη στιγμή, βγήκε το νέο φεγγάρι- / Πέσανε άστρα, λέκιασε το μαύρο, μετά / Έπαρση ξαφνική αυλαίας / Κατάστικτης από παραβολές και προσεχώς / Σε σκηνικό συντέλειας – / Μετά χάνονται όλα στην καταπακτή του υποβολέα / Αποκαλύπτεται ξανά το μπλε σε ξαφνική αιθρία / Κι η άκρα σοφία της άμμου και η ευλάβεια των κυμάτων-. Βλέπουμε στον ύπνο; Μιλούν στον ύπνο ή είναι βουβή ταινία με υπέρτιτλους; (Πέρασαν άραγε στον ύπνο έξι ώρες / Ή μήπως πέρασε για μια στιγμή σύμπας ο χρόνος;)-

39  ΤΑΞΙΑΝΘΙΕΣ ΑΣΤΡΩΝ

Πολύ όμορφο ποίημα για την υπαρξιακή συνθήκη από μεταφυσική προοπτική. Ταξιανθίες άστρων, αγγέλων λεγεώνες / Κοπάδια εωσφόρες λέξεις, πυγολαμπίδες, και / Τόπους τόπους, έρημος αχαρτογράφητη –

Η ανασκόπηση της περασμένης ζωής: Τι έβλεπα; / Σε εξορία, δαγκωμένη από φίδι της γνώσης / Πειραγμένη από θάνατο / Σερνόταν κάτω μια μικρή αθανασία ζωής λυπητερής- Και ο μελαγχολικός λυρισμός καταλήγει: Ευθεία οδός σε τεθλασμένη διαδρομή / Ένιωθα άσχημα στο ξένο ρούχο- / Τα γκρίζα κτίρια είχανε χορταριάσει / Μέχρι τα παράθυρα – / Και όλα ακατοίκητα, πού κατοικούσα;

40  ΜΙΑ ΜΟΥΣΙΚΗ

Το ποίημα της διάψευσης και της επιμονής. Συμμετρική δομή, κλιμακωτή επανάληψη. Φιλοσοφημένη απόσταση, η μεγάλη εικόνα. Μια μουσική από τον ουρανό καθησυχάζει / Δεν είναι μουσική, είναι βροχή- / Η επιμονή της ν’ αποπλύνει αίματα, λάσπες, θεωρίες- // Θρήνος ισοκρατεί, δεν είναι θρήνος, είναι θάλασσα - / Η επιμονή της να πενθήσει έργα και ημέρες / Να πνίξει, να ξεχάσει- // Ένα νανούρισμα από την έρημο ακούγεται – / Όχι, νανούρισμα δεν είναι, είναι χώμα- / Η εμμονή του να σκεπάσει – Κλασική ηρεμία, απλότητα μεγαλείου.

41  Ε, ΜΙΑ ΣΤΙΓΜΗ

Διαταραγμένος δραματικός διάλογος αόριστων ομιλητών. Το θέμα: η σχετικότητα του χρόνου: Μαινάδες οι στιγμές και σε κατασπαράζουν-, ό,τι και να έκανες στο μέλλον, είναι ήταν πάντα παρόν, -Όμως, αυτά τα μαγεμένα δευτερόλεπτα / Που ’παιρνες την απόφαση / Σου αφαιρέθηκαν απ’ τα εικοσιτετράωρα – / Γι αυτό και δε σου φτάνει η ζωή σου / Ξάπλωσε, κοιμήσου - Πέρασε η μέρα; -Ω ναι. Αφού εδώ και χρόνια, όλα τ’ αναστρέφεις / Τα βαθαίνεις, βλέπεις τους αστερίες / Στο βυθό του ουρανού να λάμπουν κίβδηλα, κοιμήσου-

Πρώτη αποστασιοποιητική κατακλείδα: Τι ήτανε αυτή εμπιστευτική συνομιλία; / Τι είπε το εγώ κι απάντησε το εσύ / Και μεταφράστηκε σε γλώσσα ξεχασμένη / Και δεν ξεχάστηκε ποτέ;

Δεύτερη αποστασιοποιητική κατακλείδα: (Κάτι γραφόταν ολοένα και σβηνόταν /Μπομπίνα μουσκεμένη τυλιγότανε στα φύκια)-

42 ΑΝΑΣΚΕΛΑ

Άλλο ποίημα για τη συνθήκη της ύπαρξης: το εγώ της συνείδησης. Ξαπλωμένος ανάσκελα στη νύχτα ακούει ο ποιητής το πανδαιμόνιο: Μυριάδες σήματα αστραφτερά, στους άπειρους μεγακύκλους / Ασπαίροντας σε δίχτυ αδιαπέραστο, ήχοι οξείς ζωής, θανάτου / Αγέννητων υπέρηχοι, ψυχών υπόηχοι / Εκπέμπουν στα βραχέα, στα μακρά, ακούς;/ Η σκνίπα, το τριζόνι, το αρπαχτικό / Ο ποντικός, η κουκουβάγια, το πουλί στη ξόβεργα / Στο δόκανο το αγρίμι, στο σφαγείο το αρνί / Ο ερωτύλος γάτος, το έρημο σκυλί // Σ’ όλες τις γλώσσες της Βαβέλ- // Η ίδια λέξη στη μετάφραση: / “Εγώ!”, “εγώ!”, “εγώ!”, “εγώ!”-

43 ΤΑ ΠΛΑΣΜΑΤΑ ΜΟΥ

Ποίημα κλιμακωτής ερώτησης που βρίσκει την απάντηση στο τέλος.

Λοιπόν, πού πάνε άραγε τα πλάσματά μου / Τα ατελή, τα πολυμορφικά, τα παντοδύναμα / Όταν, αθόρυβα, αθέατο / Άξαφνα βαθυσκάφος αναδύεται το σώμα απ’ τον ύπνο…;

Μια γυναίκα χθες, η χρησμική βελανιδιά με φυλλωσιά λαλέουσα, τα παιδιά με γέλια γυάλινα, κάποιος θεός τυφλός κτλ. Η κατακλείδα: Ξέρω πού πάνε τα φαντάσματά μου: / Κρύβονται μέσα στις παλιές τις λέξεις, ξέρω-


Τα μέσα της αμεσότητας

Ο γνώστης των υφολογικών μέσων που βρίσκει κανείς στο ποιητικό έργο της ΠΠ (βλ. Η Λεπτουργός) θα παρατηρήσει ότι στη συλλογή αυτή των Νυχτολογίων η αμεσότητα μιας βιωματικής ποίησης έχει αυξηθεί ακόμα περισσότερο, και αυτό με μια διπλή έννοια: 1) είναι τα προσωπικά βιώματα μέσα στη νύχτα, τον ύπνο και τα όνειρα, τη συνειρμική σκέψη και τη βουβή εικονολογία του εγκεφάλου σε υπολειτουργία, και 2) είναι και η ενεργητική εμπλοκή του αναγνώστη στα εσωτερικά βιωμένα του ποιητή μέσω λεκτικών στρατηγικών και υφολογικών μέσων που μειώνουν την όποια νοηματική απόσταση και απορία, τις οποίες προκαλούν η κρυπτική γραφή και τα αινιγματικά συμβάντα (και μη-συμβάντα, θα έλεγε η ΠΠ). Αυτή η διαλεκτική ανάμεσα στην νοηματική αβεβαιότητα ως προς τα σημαινόμενα των γραπτών και την ψυχική και συναισθηματική μέθεξη της πρόσληψης στα μυστήρια σημαίνοντα της νύχτας δημιουργεί μιαν αναπόφευκτη γοητεία και προκαλεί έντονη μέθεξη, οι οποίες βέβαια υπήρχαν και σε άλλες ποιητικές συλλογές του ποιητή, αλλά αυτή τη φορά είναι ιδιαίτερα έκδηλες, πολυλειτουργικές και σχεδόν κυρίαρχες. Αυτή η αμεσότητα κάνει τον αναγνώστη από θεατή δρων πρόσωπο, γιατί πέρα από την επιβλητική εικονολογία και τις δραστικές «γεύσεις» του λεξιλογίου προκαλεί και εικασίες, υποψίες, προσωπικές ερμηνείες και υποθέσεις, πώς θα έπρεπε να εκλαμβάνονται τα τεκταινόμενα και περιγραφόμενα μέσα στο κείμενο, τα οποία δεν κινούνται μόνο στο επίπεδο των νύξεων και υπαινιγμών, αλλά είναι «εμπράγματες» διαδικασίες αγωνίας, φαντασίας, σκέψης του ποιητικού υποκειμένου.

Θα διαχωρίσω ενδεικτικά ορισμένες κατηγορίες των υφολογικών αυτών μέσων και θα τις τεκμηριώσω, παραπέμποντας στα επιμέρους ποιήματα.

Εκφωνήματα. Λειτουργούν εμφατικά και επικοινωνιακά, μειώνουν την προσληπτική απόσταση και μετατρέπουν το ποίημα σε δραματικό μονόλογο ή και εσωτερικό μονόλογο· ο αναγνώστης γίνεται θεατής μιας λεκτικής παράστασης και υφίσταται την ίδια μέθεξη που δημιουργεί η σωματική συμπαρουσία του στον ίδιο χώρο (θέατρο). Πρόκειται για ένα από τα χαρακτηριστικά στοιχεία της ποίησης της ΠΠ (Α IV, VI, VΙΙ, 10, 15, 29, 36, 38 / Ω 21 / Ω ναι 41/ αχ 31 / ε 41).

Σημείωμα για τη στίξη. Όπως και στα παλιότερα ποιήματα η χρήση των στικτικών σημείων είναι φειδωλή. Ο ποιητής εμπιστεύεται στη δύναμη του ίδιου του λόγου, όπως επίσης αποφεύγει τις ρίμες και τις περιπαικτικές συνηχήσεις και ομοηχίες. Σπάνια χρησιμοποιείται το θαυμαστικό, συχνά όμως το ερωτηματικό. Γενικά η στίξη είναι απέριττη, ή και υποτονική: σπάνια κόμματα, ακόμα πιο σπάνια τελείες, που έχουν αντικατασταθεί (ιδίως στο τέλος του στίχου) από μια πολύσημη παύλα -. Ανάμεσα στους στίχους δεν χρησιμοποιούνται σημεία στίξεως.

Ηχοποιητική μίμηση ορισμένων κατηγοριών από θορύβους. Λειτουργεί επίσης μηδενιστικά για την όποια επιφυλακτική απόσταση του αναγνώστη από τα δρώμενα του κειμένου. Είναι «παρών» στο κείμενο και τα λεκτικά τεκταινόμενα τον αφορούν άμεσα (ταπ ταπ VI / μπλε μπλε 10 / σσσς 15 / χρατς 20 / ζζζννν 21). Επίσης συχνάζουν λέξεις που είναι από μόνες τους ηχοποιητικές: π. χ. στο 18: σύρσιμο, φουρφούρισμα, λαχάνιασμα, τρίξιμο, σφύριγμα, άρρυθμο τριπόδισμα σακατεμένου ζώου.

Η απεύθυνση στον αναγνώστη. Το ποιητικό υποκείμενο απευθύνει τον λόγο του κατευθείαν στον αναγνώστη και δημιουργεί την ψευδαίσθηση της συμπαρουσίας του στο λογοτέχνημα (να [τονισμένο] ΙΙΙ, IV, V, 2, 13, 14, 21, 27, 34 / σουτ ΙΙΙ, / ναι VI, 25, 28, 33 / όχι 34, 40 / λοιπόν 33, 43 / τι θαύμα 10 / τι στρίμωγμα 13 / τι χαλασμός κτλ. 24 / τι σκηνικά κτλ. 25 / τι νύχτα 27, τι βουητό 29 / Τι αγωνία 30).

Δεικτικά σημεία. Πρόκειται για εκφράσεις της δείξης (deixis) που προσδιορίζουν με ακρίβεια ταυτότητες, τόπο, χρόνο, σχέσεις μέσα σε χώρο και χρόνο, την ταυτότητα του ομιλούντος κτλ. Είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα ιδιαίτερα για τον συμβατικό θεατρικό διάλογο, που έχει ανάγκη αυτό το ιδιαίτερο προσδιοριστικό φορτίο, για να γίνει κατανοητός. Στην περίπτωση της ΠΠ λειτουργεί με τον ίδιο ή παρόμοιο τρόπο όπως οι προηγούμενες υφολογικές κατηγορίες της αμεσότητας, μειώνοντας την απόσταση και ενδεχόμενη ουδετερότητα του αναγνώστη (εγώ 1, 3, 6, 9, 11, 28, 34, 41, 42 / εσύ 1, 9, 24, 28, 41 / έλα 33 / εκεί 2 / εδώ 3, 33 /  πέρα 6 / πλάι μου 6 / είπα 3, 33 / είπε 34 / τώρα 4, 5, 7, 9, 37 / τότε 14, 33 / μετά 2, 3, 9 / σε λίγο 9 / αργότερα 5 /  ξανά 9, 10, 15 / πάλι 10, 14 / ξάφνου 10 / αιφνίδια 15 / αίφνης 25 / αυτό το βράδυ 11 κτλ.). Αυτά τα προσδιοριστικά σημάδια της ταυτότητας, των σχέσεων, του χωροχρόνου, της εξέλιξης των «γεγονότων» κτλ. αποτελούν μερικές φορές και το λεκτικό και δομικό άξονα ενός συνθέματος ή πλαισιώνουν το ποίημα στην αρχή και το τέλος.

Ρητορικές και πραγματικές ερωτήσεις. Πρόκειται για ένα συντακτικό στοιχείο που πάντα υπήρχε στην ποιητική φαρέτρα του ποιητή, αλλά σε αυτή τη συλλογή γίνεται σε μερικά σημεία κυρίαρχο εκφραστικό μέσο, το οποίο δεν υπηρετεί μόνο το «ζωντάνεμα» του κειμένου αλλά υποβοηθά και την πολυσημία και υπαινικτικότητα, την αοριστία και τη σημασιολογική αβεβαιότητα των γραφομένων και βιωμένων καταστάσεων και γεγονότων του ποιητικού υποκειμένου. Η αβεβαιότητα για το τι συμβαίνει και τι σημαίνουν αυτά είναι ο εσωτερικός μίτος και ιστός που συνδέει τα ποιήματα της συλλογής. Οι ερωτήσεις αυτές αφορούν επίσης χρόνο, χώρο και ταυτότητα, αλλά και τις αισθήσεις και την ουσιαστική αβασιμότητά τους, καθώς και την αιτιοκρατία. (Τι ώρα είναι; ΙΙ, IV, V / Ποιος είναι; ΙΙ / Ποιος να ’ταν; 7 / ποιος είπε; 5 / Ποιος; IV, VI, 16, 34 / Ποιοι είναι αυτοί; VII / Ποιον περιμένουμε; VIII / πού είσαι 4, 26 / μέχρι πότε; 5 / Είμαι πολύ καιρό εδώ; 13 / Γιατί 13 / Τι; 15 / Είσαι εκείνη η ψυχή; 18 / είσαι εσύ; 18 / τι έκανα; 21 / Μα πώς; 21 / πού πήγες 26 / τι μου στέλνεις; 26 / πού ήμουν; 29 / τι ήταν 34 / τι να ήταν 30 / πού να το βρω; 30 / Πού το εδώ; Πού η στιγμή; Τι σημασία έχει; 33 / η σκιά μου πού ανήκε; κτλ. 37 / ολόκληρη σειρά ερωτήσεων 38 / τι έβλεπα; 39 / πέρασε η μέρα; και πού πήγε; 41 / πού πάνε, πού; 43 / πού πήγε; 43 / άραγε ΙΙΙ κτλ.). Και εδώ παρατηρείται η εμφατική κλιμάκωση σε αλλεπάλληλες επαναλήψεις ή η δομική στερέωση της ερώτησης στην πλαισίωση του συνθέματος στην αρχή και το τέλος. Ενώ τα σημεία της «δείξης» προσπαθούν να προσδιορίζουν με ακρίβεια, οι ερωτήσεις αμφισβητούν ακριβώς τη δυνατότητα αυτής της λειτουργικότητας· και η έντονη χρήση και των δύο αυτών άκρως αντιθετικών στοιχείων δημιουργεί εκείνη την σπαρακτική δραματικότητα, που χαρακτηρίζει τα σύντομα και πυκνά αυτά συνθέματα, τα οποία εγκλωβίζουν στις λίγες γραμμές τους την προσοχή και την ενσυναίσθηση του αναγνώστη. Στο όνειρο και τη νύχτα τίποτε δεν είναι σταθερό. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου η διάψευση γίνεται ακόμα και στον ίδιο στίχο (5 τελευταίος στίχος, 34 στ. 6), όπως τρεις φορές στο 40 (βλ. τηρουμένων των αναλογιών Κάφκα και Βιζυηνό).


Λεξιλόγιο και τροπικότητες του λόγου

Λεξιλόγιο. Ένα από τα πιο εντυπωσιακά στοιχεία της ποιητικής ιδιολέκτου της ΠΠ ήταν  το ασυνήθιστο εύρος του λεξιλογίου, που συμπεριελάμβανε, τόσο στη μεσαία όσο και στην όψιμη φάση της ποιητικής της δημιουργίας, και ειδικευμένη ορολογία από διάφορες επιστήμες, κυρίως μαθηματικά (αριθμητική και γεωμετρία), την τεχνολογία, τις θετικές επιστήμες, κυρίως φυσική, αστροφυσική και χημεία, αλλά και γεωλογία και τεκτονική, βοτανολογία και ζωολογία, ιατρική και (παρα)ψυχολογία, αλλά και την αρχαιολογία και την υφαντουργική, και από τις τέχνες κυρίως τη ζωγραφική (υλικά και χρώματα), εν μέρει και τη μουσική, αλλά και τον κινηματογράφο και την τηλεόραση (Η Λεπτουργός 198-205). Αυτή η τάση δεν εμφανίζεται αυξημένη, πράγμα που σχετίζεται βέβαια και με το περιορισμένο δείγμα της μίας συλλογής με 53 ποιήματα απέναντι στις 14 της συνολικής της σταδιοδρομίας με εκατοντάδες ποιήματα. Έτσι τα σχετικά δείγματα είναι περιορισμένα. Στην φυσική και τεχνολογία ανήκουν η δαγγεροτυπία (Χ), μια πρώιμη φωτογραφική τεχνική, τα μποζόνια (27), στοιχειώδη σωματίδια, και το Κουτί του Σρέντινγκερ (13) από την κβαντική μηχανική, ακόμα και η μπομπίνα (41) και το ατρακτοειδές ολόγραμμα (25), κύμα ημιτονοειδές (13), φωτορρυθμικά της αστραπής (18), στη γεωμετρία τα τεταρτημόρια 26, στην αρχαιολογία οι ρούνοι (20), και στην προϊστορική βιολογία οι αρχαιοπτέρυγες (12) και τα ακάρεα (27). Δεν απουσιάζουν και οι νεολογισμοί (θεοβριθές 10 / αστρονομίζονται 10)  ή και ακατάληπτες εκφράσεις (38). Και εδώ τα χρώματα παίζουν σημαντικό ρόλο: Ροζ, κάτασπροι, κίτρινοι και μαβιοί οι φθόγγοι (Χ), Το χοντροκόκκινο κάποιας βραχογραφίας / Ίσως και λίγο μπλε Φαιστού- (7). Υπάρχουν και στίχοι με την συμπύκνωση των ρημάτων, που συμπεριλαμβάνουν όλο τον βίο: Ξυπνάς, κοιμάσαι, θορυβείς, πεθαίνεις – (25).

Με αχαλίνωτη φαντασία δημιουργούνται υβριδικές συνθέσεις και ασυνήθιστοι συνδυασμοί, όπως Και άρχιζε να με αποστηθίζει τ’ όνειρο (ΙΙΙ, βλ. και 8 το όνειρο με αποστηθίζει), σκέψεις πρωτόζωα (2), αυτιστικός λαβύρινθος (34), ολογράμματα λύκων (11), θρυμματισμένα κρύσταλλα παραμορφωτικών φακών (34), ταξιανθίες άστρων (39), αγέννητων υπέρηχοι, ψυχών υπόηχοι (42) κτλ. Πιο σπάνια συναντά κανείς λογοπαίγνια και συνηχήσεις, όπως Τι παραμύθια, τι παραμυθία (13) ή ήταν οδύνη ήταν ηδονή (21).

Διαλογικότητα. Στις τροπικότητες του λόγου συναντά κανείς καταστάσεις επικοινωνίας του ποιητικού υποκειμένου με ένα έτερον, π.χ. στις περιπτώσεις της χρήσης ρημάτων στην προστακτική (4, 6, 8, 16, 26, 31), όπως κοιμήσου (8, 41), άκου (20, 42), ακούς; (42), δες (20, 21), νιώσε (20), δέξου (20), ε, μια στιγμή, περίμενε (41) ξάπλωσε, κοιμήσου (41), αλλά και λεκτικές αποστροφές όπως καλώς τον (3, 31), ξέρεις (3),  γεια σου (4, 7). Υπάρχουν και περιπτώσεις μονομερούς διαλογικότητας (π. χ. στο 31), αν και ο μονολογικός χαρακτήρας των περισσότερων συνθέσεων αποβλέπει και σε μια υποτιθέμενη πρόσληψη, έστω από τον αναγνώστη. Δεν λείπει όμως και ο ευθύς λόγος σε εισαγωγικά (16, 17, 26). Το έτερον του ποιητή ως δυνητικός παρτνέρ σε μια υποτιθέμενη επικοινωνία σπάνια απουσιάζει τελείως.

Η κύκληση των μοτίβων. Η συχνά κυκλική δομή των συνθεμάτων επιτυγχάνεται στην πιο απλή μορφή με την επανάληψη του ίδιου λεκτικού μοτίβου στην αρχή και στο τέλος π.χ. VII Φυσά, φυσά αδιάκοπα ... Φυσά για πάντα-, 25 όλο πιο παράξενα, όλα. Η κυκλωτική αυτή επανάληψη μπορεί να περιέχει και κάποια εξέλιξη, που δηλώνεται με κάποια αλλαγή ενός στοιχείου, π. χ. ΙΙΙ Δωδεκα η ώρα ... Δώδεκα και μισή,  13 δεν είχα πέρασμα ... βρήκα πέρασμα, 30 Τι αγωνία- Και η πλαισιωτική επανάληψη δεν αφορά πάντα τον πρώτο και τον τελευταίο στίχο, αλλά μπορεί να έχει μια καμπύλη πιο περιορισμένη: VIII ποιον περιμένουμε; ... ποιον περιμένουμε; (στον 7o και τελευταίο  στίχο) IV Eίναι ασφαλής αυτή η δίοδος; - Όχι δεν ήταν ασφαλής αυτή η δίοδος (στ. 1, 13), 3 Καλώς τον – Καλώς τον - (στ. 7 και τελευταίο), 8 Αρχίζει πάλι η διεύρυνση της νύχτας... μας περιλαμβάνει – (στ. 3 και στο τέλος το ίδιο), 10 ...δεν έβλεπα πιο πέρα (στ. 9 και τέλος), 13 Είμαι πολύ καιρό εδώ; Ή μόλις ήρθα; (αρχή και στ. 21), 15 Αστρίτης έρχεται ο στίχος (αρχή, στ. 23), 17 Δεν τ’ άνοιγα – Δεν θ’ άνοιγα τα μάτια (στ. 7, τέλος), 18 Είσαι εκείνη η ψυχή; ... Είσαι εσύ; (στ. 14 και τέλος), 21 ήταν οδύνη, ήταν ηδονή (στ. 2 και 19), 24 Δεν βλέπεις τίποτα, τίποτα δεν ακούς – (στ. 2 και 13), 27 πατημένος στο στήθος (αρχή, προτελευταίος στ.). Επίσης υπάρχουν και πολλαπλές κλιμακωτές επαναλήψεις: π.χ.  11 αυτό το βράδυ (στ. 7, 10, 17 και τέλος κάπως παραλλαγμένο), 23 Δεν είχα φόβο (2, 6, 17, 26, όχι στο τέλος), βούλιαζα ολοένα (6, 11, 18), 32 έτρεχε (1, 4, 7, 10)

Η διαλεκτική των σχέσεων. Το χάος που με περιείχε και το περιείχα (21). Υβριδικά όντα από μελάνι, που / Με τη μουσική αλλάζουν σχήμα αδιάκοπα / Σαν κάποιος να τα ονειρεύεται / Όμως τον ονειρεύονται αυτά (Ι). Η αοριστία της νύχτας ανοίγει το εύρος των δυνατοτήτων και την αβεβαιότητα: Δεν έβλεπα το αδιέξοδο, ποιος είπε πως υπήρχε; (5).

Η νύχτα ως συμπαντικός χώρος, φυσικός και υπερφυσικός

Η υπολειτουργία του εγκεφάλου στον ύπνο και το βίωμα της απεραντοσύνης του νυχτερινού ουρανού επικοινωνούν άμεσα μεταξύ τους· ύπνος και αγρυπνία μεταφέρουν το ίδιο βίωμα του ασύνορου, αμφισβητούν και μηδενίζουν τα δεδομένα της ταυτότητας, την ικανότητα των αισθήσεων να δώσουν σωστές πληροφορίες για την πραγματικότητα, και στη νύχτα και στο λήθαργο κυριαρχούν τα μυστήρια, τα ανεξήγητα και παρά τους ονειροκρίτες και το τηλεσκόπιο το άγνωστο, φιλικό ή εχθρικό, κάνει αισθητές την υπεροχή και εξουσία του. Τα κάστρα του εγώ και της βεβαιότητας του γνωστού κόσμου πολιορκούνται και παραδίδονται, η γλώσσα φτάνει γρήγορα στο όριά της μπροστά στο άρρητο των βιωμάτων και παρατηρήσεων, των αισθημάτων και των στοχασμών, που ψάχνουν κάποια γλώσσα ιερή, για να εκφραστούν.

Η νύχτα είναι για τον ανθρώπινο νου, είτε υπνώττοντα είτε γρηγορούντα, η πόρτα για το υπερπέραν. Και σε όλες τις μυθολογίες και θρησκείες παίζει κεντρικό ρόλο. Αν παρατηρήσει κανείς π.χ. τα Πάθη του Χριστού, τα κομβικά γεγονότα διαδραματίζονται σχεδόν πάντα σε παννυχίδα. Στην προσπάθεια της ανθρώπινης συνείδησης να φτάσει πέρα από τα όριά της, ο ύπνος και η νύχτα είναι σημαντικά μέσα, όπως η θρησκευτική κατάνυξη και ο εκστατικός ενορατικός στοχασμός, τα βιώματα της αισθητικής και η πρόσληψη της τέχνης, δίχως τα τεχνητά βοηθήματα της μέθης και της νάρκωσης, της trance και του υπνωτισμού. Ο ποιητής, όπως η ΠΠ, που βλέπει ως αποστολή του να αποσπάσει τμήματα του άγνωστου, του ασύλληπτου και του άρρητου (βλ. Πρώτη Ύλη), που η φύση γύρω μας, στο διάστημα και μέσα μας φυλάει ως αίνιγμα, θαύμα και μαγεία, και να τα εκφράσει και να τα κοινωνήσει στον κόσμο με γλωσσικά εργαλεία που είναι κοινώς γνωστά, επεξεργασμένα, φιλτραρισμένα, εμπλουτισμένα, μετουσιωμένα, θα καταφύγει αναπόφευκτα, σε φάσεις της δημιουργίας τους σε εκείνον τον κόσμο μακριά από το φως της συνείδησης, που φαίνεται πως είναι η μήτρα του επιστητού, που γέννησε τα πάντα. Η ποίηση ως συμπαντική αρχαιολογία, λεκτική αστροφυσική και ψυχολογία βάθους. Με την έννοια αυτή η ποίηση είναι η φωνή της φύσης, που προσπαθεί να μιλήσει στις γλώσσες των εθνών.


Η παράξενη γοητεία της ποιητικής γλώσσας της ΠΠ

Δε θα επαναλάβω εδώ, όσα έγραψα στο βιβλίο Η Λεπτουργός. Επιστήμη και μύηση στο ποιητικό έργο της Παυλίνας Παμπούδη, Ροές 2021. Το βιβλίο αυτό με απαλλάσσει από λεπτομερειακές αναπτύξεις των αξόνων και ορίων της ποιητικής της ΠΠ. Σε γενικές γραμμές ισχύουν οι επισημάνσεις που έγιναν εκεί. Το εύρος του λεξιλογίου σε αυτή τη θεματική συλλογή εξετάστηκε δειγματοληπτικά παραπάνω. Επίσης οι μέθοδοι της νοητικής και συναισθηματικής εμπλοκής του αναγνώστη (βλ. παραπάνω Τα μέσα της αμεσότητας). Η νύχτα και το όνειρο στον λήθαργο είναι οι πρωταρχικές και αρχετυπικές βάσεις τόσο του διαστημικού φωτός όσο και της έλλογης σκέψης του λογισμού, της λογικής και της αιτιοκρατίας.

Η ιδιότυπη και ιδιόλεκτη ποιητική γλώσσα της ΠΠ, που έχει αποκληθεί «ερμητική» και καθαρά προσωπική, ένα ιδιωτικό ευαγγέλιο, προκαλεί, στην ανάγνωσή της (ακόμα περισσότερο στην δυνατή της απαγγελία) ένα είδος διεύρυνσης της συνείδησης, γιατί, ακόμα και στην όποια ερμηνευτική προσπάθεια, γραμμή και στρατηγική, δεν είναι πλήρως καταληπτή, ίσως κατά περίπτωση και καθόλου, όπως ώς ένα βαθμό όλα τα απόκρυφα ιερά κείμενα των παγκόσμιων θρησκειών, όπως οι διφορούμενοι και πολύσημοι χρησμοί των μαντείων και συχνά και οι προφητείες διαφόρων ειδών και σκοπών. Σε αντίθεση με τα ιερά βιβλία όμως, η έλλειψη της δυνατότητας μιας πλήρους κατανόησης βρίσκεται στην ποιητικότητά τους, όχι μόνο στην απόκρυψη μιας έσχατης και απόλυτης αλήθειας. Ο ιερός λόγος δεν χρειάζεται να είναι απόλυτα κατανοητός· κρατά τα μυστήριά του. Ως ένα βαθμό ένα μέρος της τέχνης χαρακτηρίζεται από αυτή την αίσθηση και αύρα του ιερού. Αυτή την αίσθηση βεβαιώνουν αρκετές κριτικές για την ΠΠ.

Από αυτήν την άποψη θα μπορούσε να συγκρίνει κανείς αυτήν τη λειτουργικότητα της εκούσιας ερμητικότητας και πολυσημίας, με τα σύντομα συνθέματα του Nietzsche στα περισσότερα έργα του, με τη διαφορά – και ας έχουν τα κείμενά του κάποια λογοτεχνικότητα, ακόμα και ποιητικότητα στις πεζογραφικές του καταθέσεις, -  πως πρόκειται για φιλοσοφικό στοχασμό, ενώ στην περίπτωση της ΠΠ για βιωματική ποίηση, για γλωσσική τέχνη με σκοπό και αποτέλεσμα την βιωματική ανάγνωση, όχι τον διδακτισμό, έστω και αμφίσημο, όπως στην περίπτωση του Nietzsche, κι ας θίγονται συνεχώς υπαρξιακά, φιλοσοφικά, οντολογικά, μεταφυσικά, ψυχολογικά, οικολογικά κι άλλα ζητήματα, σκέψεις και στοχασμοί για την ζωή και το “νόημά” της, ακόμα και θεωρίες της μικρο- και μακροφυσικής, για την αποστολή της τέχνης, και ιδίως για τα όρια της γλώσσας και τις δυνατότητες έκφρασης που έχει αυτό το ανώνυμο λεκτικό υλικό των αιώνων, που δε θα είναι ποτέ και ολοκληρωτικά προσωπικό όργανο της εκφραστικότητας του ποιητή.

Ή αν θέλουμε να γενικεύσουμε κάπως αυτό το συμπέρασμα, που προκύπτει από τη μελέτη των έργων της ΠΠ, και ιδίως και από αυτό το τελευταίο, που διαφέρει κάπως σε ορισμένες τάσεις από τα προηγούμενα, ίσως και ανεπαίσθητα, στην ποίηση ο πρωταρχικός στόχος δεν είναι η κατανόηση αλλά το βίωμα. Αυτό βέβαια αντιβαίνει στην πεζολογική αισθητική της εποχής μας και στην αντίληψη ότι η γλώσσα πρωταρχικά είναι μέσον επικοινωνίας, συνεννόησης και περιγραφής της πραγματικότητας. Η λογοτεχνία μπορεί να απομακρύνει τη γλώσσα ώς ένα βαθμό από αυτή τη μονοδιάστατή της λειτουργικότητα, που βρίσκεται στις απαρχές της δημιουργίας της. Η κατανόηση των λογοτεχνημάτων, και κυρίως των πιο συμπυκνωμένων μορφών, όπως είναι η ποίηση, δεν αποκλείεται, αλλά δεν είναι το πρωταρχικό και αποκλειστικό ζητούμενο. Δεν είναι περίεργο, πως η ποίηση στις μέρες μας έχει περιορισμένο κοινό και βρίσκεται στο περιθώριο του λόγου (Wozu Dichter in dürftiger Zeit – Και τί χρειάζονται ποιητές σε ενδεή εποχή; - δεν είναι τυχαίο πως η ΠΠ αναφέρεται στον Εμπεδοκλή).

Χρειάζεται ίσως μια νέα διαπαιδαγώγηση των αναγνωστών, καταργώντας τα σχετικά σχολικά εγχειρίδια (που «εξηγούν» τα ποιήματα και αρχίζουν με το ερώτημα «Και τι θέλει να πει ο ποιητής μ’ αυτό»;), και αντικαθιστώντας τα με άλλα που προτρέπουν τους αναγνώστες να απολαύσουν τους ήχους και τους ρυθμούς, το χρώμα, την ύλη και τη «γεύση» των γλωσσικών σωμάτων που είναι οι λέξεις, πριν - ή τουλάχιστον παράλληλα – καταφύγουν στην όποια σημασιολογική αποκρυπτογράφηση των γραμμένων. Στην ποίηση της ΠΠ αυτή είναι αναφαίρετη προϋπόθεση για την απόλαυση των συνθεμάτων αυτών· η αναζήτηση του «νοήματος» μπορεί να μην οδηγήσει πάντα σε σίγουρα αποτελέσματα, αλλά η ερμηνευτική αβεβαιότητα είναι και μία από τις απολαύσεις της ποίησης, γιατί δίνει στον κάθε αναγνώστη την προσωπική του ελευθερία στην προσέγγιση των συνθεμάτων. Από κάποια άποψη κάθε ερμηνεία είναι ήδη λάθος. Το ποίημα είναι ένα αυθύπαρκτο καλλιτέχνημα που προσλαμβάνεται κυρίως με τις αισθήσεις και εκφράζεται με την αισθητική.

Αυτές δεν είναι «οδηγίες χρήσεως» για την αναγνώστη της εξαιρετικής αυτής συλλογής, αλλά σκέψεις που προκύπτουν από την ανάλυσή της.


Ημ/νία δημοσίευσης: 13 Μαΐου 2022