Εκτύπωση του άρθρου

 

Οι Αλεξανδρινοί ένοιωθαν βέβαια
που ήσαν λόγια αυτά και θεατρικά.
[...]
τι κούφια λόγια ήσανε αυτές η βασιλείες.
                                            
(Κ. Π. Καβάφης, Aλεξανδρινοί Βασιλείς)

 

Η σχέση ποίησης και ρητορείας απηχεί νομίζω κατά τρόπον ευθέως ανάλογο τη σχέση φιλοσοφίας και σοφιστικής (με τη ρητορική και τη διαλεκτική της) κατά την αρχαιότητα, ως οιονεί διαμάχη μεταξύ αλήθειας και ψεύδους Και βέβαια δεν ξέρω κατά πόσον μπορεί να μας βοηθήσει μια τέτοια επισήμανση δεδομένης της διχογνωμίας επί του θέματος... Ίσως να μπορούσαμε να δεχτούμε τη ρητορεία της ποίησης, προκειμένου να αναφερθούμε στους εκφραστικούς τρόπους της τελευταίας αλλά μάλλον όχι την ποίηση της ρητορείας που ταυτίζεται με την ανούσια θεματολογία ή το στομφώδες ύφος. (Η καβαφική ειρωνεία τίθεται εν προκειμένω στον αντίποδα  αυτού του ύφους). Ο Καντ θεωρούσε άλλωστε τη ρητορική εν γένει ως ασύμβατη με τη λογοτεχνία. Φτάνουμε έτσι πιο κοντά νομίζω στην καρδιά του θέματός μας που δεν είναι άλλο από το ντιμπέιτ κλασικισμού – ρομαντισμού. Κλασικίζουσες απόψεις στον χώρο της ποίησης δεν θα θεωρούσαν τη ρητορεία κατ' ανάγκην αναιρετική της πρώτης. Από την άλλη η αισθητική του ρομαντισμού, που προτιμούσε περισσότερη ελευθερία και μια φυσική γλώσσακατήγγειλε ως ψευδεπίγραφη την κλασικιστική ποιητική -στη Γαλλία λόγου χάρη του αλεξανδρινού στίχου και ιδιαίτερα στον χώρο της δραματικής ποίησης, με τις αιτιάσεις για παρερμηνεία των τριών ενοτήτων χώρου, χρόνου, δράσης της αριστοτελικής ποιητικής και της εφαρμογής τους ως αισθητικών κανόνων ενός καρδιναλίου Ρισελιέ ή ενός Μπουαλώ, το ντιμπέιτ προσέλαβε τη μορφή Ρακίνας και Σαίξπηρ...    

***

Είμαστε οι κούφιοι άνθρωποι.
Είμαστε οι παραγεμισμένοι άνθρωποι.
[...]
        
(Τ. S. Eliot, Koύφιοι άνθρωποι, μτφρ. Γ. Σεφέρη)

Από τα κούφια λόγια στους κούφιους ανθρώπους – ή αντιστρόφως; Έχει υποστηριχθεί πως ο Έλιοτ σε αυτούς τους στίχους αναφέρεται στον Μάγο του Οζ , τη γοητευτική ιστορία δρόμου και ιδιαίτερα τον ήρωά της Αχυρένιο... Ψάχνοντας μυαλό, καρδιά και θάρρος οι ήρωες του L. F. Baum θα οδηγηθούν στην ποιητική αυτοπραγμάτωση με την Ντόροθυ ως ρήτορα λαμπρή και οιονεί πρόδρομο του μοντερνισμού να αναφωνεί: There is no place like home, όπου το σπίτι-εαυτός ισόρροπα στεγάζει τις δυνάμεις που ουσιώνουν τον άνθρωπο στην τριμερή πλατωνική του διάκριση: Αχυρένιος, Τενεκεδένιος, Λιοντάρι...  Τα κοντράστ άλλωστε  προσδίδουν δυναμισμό σε κάθε καλλιτέχνημα, στην τέχνη και τη ζωή,  πέρα από τις επίπλαστες κάποτε αρμονίες. Το υψηλό και το χαμηλό κ.ο.κ. αποτελούν μεταφορές του ηθικού και εν ταυτώ αισθητικού αιτήματος της αρμονίας. Η σύζευξη των αντιθέτων έχει συντελεστεί. Η ρητορεία παρουσιάζεται ως η τρίτη της Πικαρδίας στη μουσική λόγου χάρη, μια θριαμβική, μείζων κατάληξη που φαιδρύνει ένα χλωμό ποίημα ελάσσονος τόνου. Αν λοιπόν ως ποίηση εννοήσουμε το βαθύ και ως ρητορεία το λαμπρό (και πάντως όχι το ψευδές) δεν είναι προφανές ότι πρέπει να συνυπάρχουν, όπως το γιν με το γιανγκ; Σε αντίθετη περίπτωση τα ποιήματά μας θα μοιάζουν είτε αναιμικά είτε απλώς υπερφίαλα...  

*** 

Ο βαθύτερος εαυτός μας βρίσκεται σε εκείνο το λευκό κενό διάστημα στο μέσον του ποιήματος, η καρδιά και το μυστήριό μας
                                     
(G. Rosenstock, Silencio, μτφρ. Σ. Θ.)

Το λευκό κενό διάστημα στο μέσον ενός συγκεκριμένου [οπτικού] ποιήμαος (βλ. το δοκίμιο Silencio στο παρόν τεύχος) συνιστά αναμφίβολα δομικό στοιχείο της μορφής του ποιήματος. Στη μορφή βρίσκεται λοιπόν το μυστήριο, και αυτό, ως υπέρτατο νόημα, ως καρδιά του ποιήματος αλλά και του αφηγηματικού υποκειμένου. Μορφή και περιεχόμενο, ήτοι ποίηση, μυστήριο των μυστηρίων, μυστήριο par excellence, καρδιά του ανθρώπου. Ποίηση βιωματική, όχι όμως και αυτοβιογραφική ή κατ' ανάγκην εξομολογητική, και ποτέ ποίηση πόζας ή ποίηση εγκεφαλική, με ασφαλείς οδηγούς της πάντα, την απόσταση και την αφαίρεση. Διερωτώμαι ακόμη: ποια ρητορεία χωράει σε αυτό το κενό; Καμία προφανώς. Σιωπή. Σύμπασα του κόσμου η ρητορεία...

© Poeticanet 


Ημ/νία δημοσίευσης: 7 Μαΐου 2020