Εκτύπωση του άρθρου

EMMANUELLE MALHAPPE

Μετάφραση: Ιωσήφ Βεντούρας

© Poeticanet 

 

 

Rester au bord

 

Se tenir au bord

se tenir au bord
sans aucun savoir

au bord ?

des larmes
lorsque les cils luttent avec des yeux qui pleurent tout
seuls ?

de l’invisible
pour qu’au moins ne reste pas de trace de
ce dévoilement ?

du masque qui se noie se déforme
quand la victoire d’une énième naissance
pourtant nous
laisse presque sans vie ?

au bord ?

de la langue
au seuil d’aucune porte
dans le vertige d’un trop savant agencement
quand on reconnaît tant les lettres qu’on ne les
reconnaît plus ?

des mots
à l’orée de leur opacité
quand ils n’ont plus le sens
qu’ils résonnent en plein son
et qu’on tremble bouche interdite brouillard cercle
plein
devant leur sorcière puissance ?

au bord ?

de soi
là où on ne se connaît plus
corps qui ne jouit coeur éperdu
soi-même s’est-on abandonné enfin
aux bords de l’autre ?

il est trop tard pour tout
pour ne pas y aller
pour y aller
et où ?

Et il reste sur la rive
l’enveloppe
qui fut
quelque chose de nous
sans consistance aucune
il reste sur la rive
l’enveloppe vide
et soi sans forme aucune
sans rien qui contienne
on ne sait même pas qu’on vit alors
à peine si on s’en aperçoit
à peine si dans ce tressaillement
on envisage d’être
nu on en crève.

c’est enfui déjà
envolé disparu
dans les mains du magicien
à peine les traces de fumée
que retient comme un mensonge
l’odeur d’un feu sans âme

(extrait du poeme "au bord" / receuil "entre est le pays" editions L’Harmattan

 

Να παραμένεις στο όριο


να κρατιέσαι στo όριο
χωρίς καμμιά γνώση

στο όριο;

των δακρύων
όταν τα βλέφαρα παλεύουν με μάτια που κλαίνε 
ολομόναχα;

του αόρατου
ώστε τουλάχιστον να μην μείνει ίχνος 
αυτής της αποκάλυψης;

του προσωπείου που πνίγεται παραμορφώνεται
όταν η νίκη μιας πολλοστής γέννησης 
μας αφήνει ωστόσο χωρίς ζωή;

στo όριο;

της γλώσσας
στο κατώφλι ανύπαρκτης πόρτας
στον ίλιγγο μιας έξυπνης διευθέτησης
όταν τα γράμματα γίνονται τόσο οικεία
που δεν τ' αναγνωρίζουμε πια;

λέξεις
στην παρυφή της αδιαφάνειας 
όταν χάνεται η έννοια 
που εκπέμπουν όταν ηχούν
και που τρέμουμε απαγορευμένη ομίχλη στο στόμα
μποροστά
στη μαγική τους δύναμη;

στο όριο;

του εαυτού μας
εκεί που δεν γνωριζόμαστε πια
σώμα που δεν απολαμβάνει η ίδια η χαμένη καρδιά
έχουμε εγκαταληφθεί λοιπόν 
στα όρια του άλλου;

Ειναι πολύ αργά για όλα
για να μην προχωρήσουμε
για να προχωρήσουμε
και πού;

Και μένει στην  όχθη
ο φάκελλος
που υπήρξε 
κάτι από εμάς
χωρίς περιεχόμενο
μένει στην όχθη
άδειος φάκελλος
χωρίς σχήμα
χωρίς τίποτε μέσα
δεν γνωρίζουμε ακόμη κι αν ζούμε
αν μέσα σε αυτή τη συγκίνηση
φανταζόμαστε
πως όλα έχουν σβύσει είναι νεκρά.

Χάθηκε ήδη πέταξε 
στα χέρια του μάγου
εξαφανίστηκαν
ακόμη και τα ίχνη του καπνού
που διατηρεί σαν ψέμμα
την οσμή μιας φωτιάς χωρίς ψυχή

(απόσπασμα από τη συλλογή "entre est le pays" εκδόσεις L’Harmattan)

 

Eclats de femme
(extrait du receuil "Eclats de femme"/ (silence du f
éminin)

 

A Ithaque, Pénélope tisse tout le
jour la toile de ses désirs inquiets. La nuit,
elle défait le récit et le rêve en fragments
de silence. Le jour est pour faire. La nuit
pour défaire. Aux mots le jour, la nuit le
silence. Le visible et l’invisible. Le clair et
l’obscur.

Elle attend, il ne rentre pas. Il l’a
peut-être oubliée ou le chemin du retour.
Pourtant, entre eux, c’était clair. Il y a trop
à connaître, il faut se répartir la tâche. À
toi le monde du dehors, l’infiniment
grand, à moi, l’infiniment petit,
l’aventure du dedans. À toi l’espace, à moi
le temps. À moi l’infini vertige entre deux
secondes, à toi les horizons qui toujours
reculent.

Chaque matin, j’écrirai le nouveau
texte du jour chuchoté par l’obscur. La
nuit accouche du jour, l’ombre de la
création. Chaque jour, Odysseus, j’écrirai
tes exploits. Chaque nuit, tu effaceras mes
prisons.

Tu es l’oubli qui permet l’agir. Je suis
la mémoire qui dessine tes contours. Tu es
mes désirs d’ailleurs, mes errances, mes
meurtres, mes guerres, mes ruses, mes colères.
Je suis ta sagesse, ta patience, ton empreinte,
ton désir de repli, ton amour. Tu es notre parole,
je suis notre silence. Tu es les mots, je
suis le silence qui les lie l’un à l’autre.

Sans moi, tes mots s’aplatissent les
uns sur les autres, sans moi nulle parole. Sans
toi, je ne suis que possible, je ne suis que silence,
oeuvre à venir, sans toi nulle parole.

Dehors, nous sommes en toi. Dedans,
nous sommes en moi. Je suis ton intelligence,
tu es mon corps.

Je suis une femme libre, Ulysse,
une femme qui a choisi de partir avec toi
quand toutes nous restions chez nos
pères. C’est moi qui, pour manifester que
je te suivrais, ai abaissé mon voile. Pour
toi, je choisis la femme plutôt que la fille.
Devant le cyclope, Odysseus, ta seule ruse
est de dire, dans la pénombre, la vérité : tu
es personne. Je suis attente de toi. Ni toi,
ni moi, ne sommes.

Ta peau est ma peau et ma peau la
tienne, chacun un côté de la membrane
translucide de l’existence. Pour un même
être, toi le masculin, moi le féminin. Nous
sommes un, aussi inséparables que notre
lit sculpté dans le bois de l’olivier. Un,
dédoublé que j’entrelace le jour quand
tout nous sépare et défais la nuit quand
tout nous réunit.
*
Bien-sûr que les feux qu’on vole brûlent
plus ardemment.

Bien-sûr qu’ils dansèrent sur l’impossible.

J’espère que tu me trahiras bien. Un
pacte. Là au coeur, là en exil. Entre les
mots où rien ne se fige. Ni promesse, ni
souvenir.

Chacun repart sur sa ligne d’étoiles.

Mais, à la place exacte de ce qui n’a pas
lieu se tient leur terre où ils se rencontrent
à l’infini.

 

Θραύσματα γυναίκας
(απόσπασμα από τη συλλογή 
Eclats de femme, MORESA éditions - 2025

Στην Ιθάκη η Πηνελόπη υφαίνει όλη την
ημέρα το ύφασμα των ανήσυχων επιθυμιών της. Τη νύχτα
ξηλώνει την αφήγηση και το όνειρο σε θραύσματα
σιωπής. Η ημέρα είναι για να φτιάχνεις, Η νύχτα
για να σβήνεις. Στην ημέρα οι λέξεις, τη νύχτα
η σιωπή. Το ορατό και το αόρατο. Το διαφανές και
το σκοτεινό.


Περιμένει, αυτός δεν επιστρέφει.
Την έχει  ίσως ξεχάσει ή τον δρόμο του γυρισμού.
Ωστόσο, μεταξύ τους, ήταν ξεκάθαρο. Υπάρχουν πολλά
να γνωρίσουμε, χρειάζεται να μοιραστούμε το έργο. 
Για εσένα ο έξω κόσμος το άπειρα μεγάλο,
για εμένα, το άπειρα μικρό, η εσωτερική περιπέτεια.
Σε σένα ο χώρος σε μένα ο χρόνος
Σε μένα ο ατέλειωτος ίλιγγος ανάμεσα σε δύο δευτερόλεπτα
σε σένα οι ορίζοντες που πάντα απομακρύνονται.

Κάθε πρωί, θα γράφω το καινούργιο
κείμενο της ημέρας ψιθυρισμένο από το σκοτάδι.
Η νύχτα γεννά την ημέρα, η σκιά τη δημιουργία.
Κάθε μέρα, Οδυσσέα, θα γράφω τα κατορθώματα σου.
Κάθε νύχτα,  θα σβήνεις τις φυλακές μου.

Είσαι η λησμονιά που επιτρέπει την κίνηση.
Είμαι η μνήμη που σχεδιάζει το περίγραμμα σου.
Είσαι οι αλλοτινές επιθυμίες μου, οι περιπλανήσεις μου,
οι φόνοι μου, οι πόλεμοί μου, οι πονηριές μου, οι θυμοί μου 
Είμαι η σοφία σου, η υπομονή σου το ίχνος σου
η επιθυμία σου γι απόσυρση, ο έρωτάς σου.
Είσαι οι λέξεις είμαι η σιωπή που συνδέει τη μια με την άλλη.

Χωρίς εμένα,οι λέξεις σου ισοπεδώνουν η μία την άλλη,
χωρίς εμένα καμμιά ομιλία.
Χωρίς εσένα, δεν υπάρχω, είμαι σιωπή, έργο που θα έρθει,
χωρίς εσένα καμμιά λέξη.

Εξωτερικά, είμαστε εσύ.
Εσωτερικά, είμαστε εγώ.
Είμαι η ευφυία σου, είσαι το κορμί μου.

Είμαι μια γυναίκα ελεύθερη, Οδυσσέα,
μια γυναίκα που επέλεξε να φύγει μαζί σου
όταν όλες μέναμε στους πατεράδες μας.
Εγώ είμαι που, για να διαδηλώσω πως θα σε ακολουθήσω,
χαμήλωσα  το πέπλο μου.
Για εσένα, διάλεξα τη γυναίκα από το κορίτσι.
Μπροστά στον Κύκλωπα, Οδυσσέα, η μόνη σου πονηριά
ήταν να πεις, μες στο ημίφως, την αλήθεια:
δεν είσαι κανείς. Σε περιμένω.
Ούτε εσύ ούτε εγώ είμαστε.

Το δέρμα σου είναι το δέρμα μου και το δέρμα μου είναι το δικό σου,
καθένας μια πλευρά της ημιδιάφανης μεμβράνης της ύπαξης.
Για μια ίδια ύπαρξη, εσύ το αρσενικό, εγώ το θηλυκό.
Είμαστε ένα, το ίδιο αχώριστοι όπως το κρεβάτι μας
σκαλισμένο στο ξύλο της ελιάς.
Ένα όλο, που υφαίνω την ημέρα όταν όλα 
μας χωρίζουν και το χαλώ τη νύχτα
όταν όλα μας ενώνουν.

Ασφαλώς  οι φωτιές που κλέβουμε καίνε πιο ένθερμα.

Ασφαλώς και θα χόρευαν στο αδύνατο.

Ελπίζω πως θα με προδώσεις καλά.
Μια συμφωνία. Εκεί στην καρδιά, εκεί στην εξορία.
Ανάμεσα σε λέξεις όπου τίποτε δεν είναι βέβαιο.
Ούτε υπόσχεση, ούτε ανάμνηση.

Καθένας επιστρέφει στη γραμμή των αστεριών του.

Όμως στη θέση ακριβώς αυτού που δεν υπήρξε
βρίσκεται ο τόπος που συναντιώνται για πάντα.
 


Emmanuelle Malhappe  est née à Paris et vit à Montpelier. 

Chercheuse passionnée du côté du langage et de l'indicible mais si désirable rencontre, d'abord en enseignant la littérature du XVIIIème siècle et la poétique des textes à la Sorbonne Nouvelle, plus tard et maintenant en exerçant la psychanalyse, Emmanuelle Malhappe a toujours écrit, que ce soit du théâtre ou des nouvelles, des essais, des chroniques pour la radio ou de la poésie.

Sa poésie et ses nouvelles ont été traduites en plusieurs langues dans des revues. Son recueil poétique Entre est le pays est publié aux Éditions L'harmattan (2025). Son recueil mêlant poésie et philosophie (Éclats de femme, silence du féminin ) a été publié aux éditions Ubik-Art Moresa (2025). En 2025, elle a publié aux mêmes éditions, en collaboration avec Antonio Rodriguez Yuste, J’ai posé ma main, un recueil de poésie.

Elle a reçu le Grand Prix de la nouvelle Gaston Baissette pour son recueil de nouvelles La Solitude des cygnes.  Elle participe à de nombreux festivals en France et dans le monde.

Écorchée douce, curieuse d’apprendre, convaincue que le partage et la création sont une résistance nécessaire, elle mène son travail artistique et intellectuel comme des tentatives pour extraire, hors du magma du réel, un peu de vie et jeter des ponts là où les précipices menacent de nous aspirer et de nous priver de ce qui fait humains.

H Emmanuelle Malhappe γεννήθηκε στο Παρίσι και ζει στο Μονπελιέ όπου έργάζεται ως ψυχαναλύτριια. Ερευνώντας με πάθος τη γλώσσα  δίδαξε τη λογοτεχνία του 18ου αιώνα και την ποιητική των κειμένων στη Νέα Σορβώνη και έπειτα εργαζόμενη σαν ψυχαναλήτρια έγραψε  θέατρο νουβέλλες χρονικά για το ραδιόφωνο και ποίηση.

Η ποίηση και οι νουβέλες της μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσες και δημοσιεύτηκαν σε περιοδικά. Η συλλογή της ¨"ανάμεσα είναι η χώρα" κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις  L'harmattan (2025). Η συλλογή της εκλάμξεις Γυναίκας . σιωπή του θηλυκού κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ubik-Art Moresa (2025). Το 2025 από τον ίδιο εκδοτικό οίκο  κυκλοφόρησε μια άλλη συλλογή  σε συνεργασία με τον Antonio Rodriguez Yuste με τίτλο "έβαλα πάνω το χέρι μου" 



 

 


Ημ/νία δημοσίευσης: 28 Σεπτεμβρίου 2025