Εκτύπωση του άρθρου

                                  

                        

 

 εκείνο το πεισματικό φάντασμα

Τι σχέση έχει η τραγωδία Πέρσαι του Αισχύλου με την ιστορική Ναυμαχία στα νερά της Σαλαμίνας πριν 2500 χρόνια; Τι σχέση έχουν τα τραγούδια της Άλωσης και οι Θρήνοι με τους καημούς των Ελλήνων σε ώρες μεγάλης εθνικής συμφοράς; Τι σχέση έχει το έργο του Ρήγα, του Σολωμού και του Κάλβου με την Ελληνική Επανάσταση; Τι σχέση έχει το «Πνευματικό Εμβατήριο» οι Επίνικοι και όχι μόνο, του Άγγελου Σικελιανού και του Ελύτη ο Ανθυπολοχαγός και το Άξιον Εστί με το Έπος του 1940; Ο Επιτάφιος  και η Ρωμιοσύνη του Ρίτσου με τα ιστορικά γεγονότα της εποχής του; Το έργο του Μανόλη Αναγνωστάκη, του Τίτου Πατρίκιου και τόσων άλλων νεότερων με την Ιστορία έτσι όπως την βίωσαν οι ίδιοι;  

Στα παραπάνω ερωτήματα, σκέφτομαι πως, μετά από  εκατό χρόνια, επαναπροβάλλει, ελαφρά τροποποιημένο, το ζεύγμα Ποίηση και Ιστορία, το οποίο είχε διατυπωθεί από τη γενιά του Γιώργου Σεφέρη και στο οποίο ο ίδιος είχε απαντήσει με το δοκίμιό του «Η Τέχνη και η εποχή», θέτοντας με τη σειρά του ένα παραπέρα ερώτημα ως εξής: «Τι πρέπει να κάνει ο πνευματικός εργάτης απέναντι στους θρησκευτικούς φανατισμούς που είχαν εξαπολύσει οι πολιτικές ορθοδοξίες του καιρού». Εκεί ο ποιητής πήρε θέση σε ένα θέμα που, όσο και αν απαντήθηκε ποτέ δεν εξαντλήθηκε και σήμερα επανεξετάζουμε, αναζητώντας κατευθείαν, χωρίς υπεκφυγές,  τη σχέση της Ποίησης με την Ιστορία, η οποία βεβαίως εξυπονοεί τον ποιητή μέσα στις ιστορικές συνθήκες. 

Και πώς θα ήταν δυνατόν να μην σχετίζονται  αυτές οι δύο έννοιες αφού από την γέννησή της η μία στηρίχτηκε στην άλλη. Ίσως θα έλεγε κανείς πως είναι το πιο σύνηθες, αφού η Μούσα Κλειώ βοηθάει τον Όμηρο να ψάλει το έπος  της Ιλιάδας και η αδελφή της η Ερατώ κρυφοκοιτάζει τις αφορμές του αιματηρού πολέμου.

Με χρονικό άλμα μέγα φτάνουμε στο έτος 1821, όταν ξεκίνησε η Ελληνική Επανάσταση.  Ο προάγγελός της Ρήγας Φεραίος με τον Θούριό του, πατριωτικό ποίημα, καλούσε τους Έλληνες να διεκδικήσουν το δικαίωμά τους για «μιας ώρας ελεύθερη ζωή». Και ο Διονύσιος Σολωμός, ακούγοντας τα ντουφέκια από το Λόφο του Στράνη και βλέποντας τους καπνούς στην απέναντι παραλία έγραψε στη Ζάκυνθο τον Ύμνο εις την Ελευθερίαν, την οποία είχε υμνήσει ο Δάντης και το ήξερε καλά ο Σολωμός: Liberta vo cantando. Και ο Θούριος του Ρήγα και ο Ύμνος του Σολωμού  συμπεριελήφθησαν στην Ποιητική Ανθολογία του Κλωντ Φωριέλ, μαζί με άλλα δημοτικά τραγούδια, το 1825 στο Παρίσι, δείχνοντας την άμεση τροφοδότηση της Ποίησης από την Ιστορία.

Κοντά σ’ αυτούς, πρέπει να τοποθετήσουμε και τον Ανδρέα Κάλβο, του οποίου οι Ωδές είναι επίσης εμπνευσμένες  από τον Αγώνα της Ανεξαρτησίας, ήτοι από την Ιστορία, αλλά και τον προαναφερθέντα Σεφέρη, ο οποίος  παραβρέθηκε στην εκταφή των οστών του Κάλβου και της συζύγου του Καρλότας, όταν έφτασε η ώρα να διορθωθεί εκείνο που είχε παρεκκλίνει από την ευχή του

Ας μη μου δώση μοίρα μου /Εις ξένην γην τον τάφονˑ Είνε γλυκύς ο     
θάνατος/Μόνον όταν κοιμώμεθα/ Εις την πατρίδα.

                                                                    (Ο Φιλόπατρις)

Χρειάστηκαν σχεδόν 100 χρόνια για να επιστρέψει ο ποιητής στην φιλτάτη πατρίδα, τη θαυμασία νήσο Ζάκυνθο, την οποία στερήθηκε από τα παιδικά του χρόνια.

Ανοίγω παρένθεση για να ξαναπώ κάτι που έχω ήδη πει αλλά το θεωρώ αναγκαίο στην παρούσα περίσταση. Ο Σεφέρης πρέσβης στο Λονδίνο καταγράφει λεπτομερώς τις κινήσεις για τον επαναπατρισμό των οστών του Κάλβου: «Λονδίνο, Παρασκευή 18 Μαρτίου 1960…. Τ’ απόγευμα έφεραν και μου έδειξαν τις φωτογραφίες που πήραν όταν άνοιξαν τον τάφο του: ‘‘Αλίμονο, καημένε Γιόρικ…’’ κτλ… Η μπρούτζινη πλάκα με τ’ όνομα του, η καρφωμένη πάνω στο φέρετρο, είχε φαγωθεί από χρόνια… Λίγο χώμα που γυρίζει στον τόπο του· τα άλλα όσα εξαγοράσει το φως…».  Πιο κάτω, σημειώνει: «Κυριακή 14 (Αυγούστου) βράδυ … Εκκλησία του keddington. .. Η πλάκα του Κάλβου σκεπασμένη με την ελληνική σημαία (πρόκειται για την αναμνηστική πλάκα, που εντοιχίστηκε με έξοδα και φροντίδα της Ελλάδας, την Κυριακή 14 Αυγούστου 1960 απόγευμα, στην ενοριακή εκκλησία του keddington, σημείωση 1 της σελίδας 359)…

Στο τέλος, απροσδόκητα, στη μικρή νορμανδική εκκλησία της Αγίας Μαργαρίτας, τη χωνεμένη μέσα στην πρασινάδα και τους τάφους, ακούστηκε ο Ύμνος  στην Ελευθερία… Μια στιγμή που σ’ αγκυλώνουν τα μάτια. Δε γύρεψα το γιατί, ούτε ξέρω γιατί συλλογίστηκα, βγαίνοντας, εκείνον που με ρώτησε στο μεσημεριανό τραπέζι: «Μα πέστε μου, ο Κάλβος έγραψε μόνο εθνικιστικά ποιήματα;» Κι εκείνον  τον άλλον που …χρησιμοποίησε -με ειλικρινή συμπάθεια- την έκφραση: «αυτός ο ξεπερασμένος εθνικισμός σας”».    Και ο Σεφέρης σχολιάζει: «Πώς να εξηγήσει κανείς την Ελλάδα στους άλλους Ευρωπαίους που ολοκληρώνονται βιομηχανικά όλο και περισσότερο. Πώς να εξηγήσεις την Ελλάδα  και σε πολλούς ελλαδικούς … Η πλαϊνή καθεδρική χτύπησε έντεκα· στα τζάμια των παραθύρων, η χοντρή βροχή. Θυμούμαι τον Άγιο Ιάκωβο χτες τη νύχτα και εκείνο το πεισματικό φάντασμα ενός ποιητή χωρίς πρόσωπο».

Σ’ αυτό το απόσπασμα  από το ευρύτερο κείμενο του Σεφέρη (Δοκιμές Β΄, «Κάλβος, 1960», σελ. 112-135) επιλέγω ως απολύτως αναγνωριστικές και οιδιαιτέρως σημαίνουσες τις ψηφίδες «Ύμνος στην ελευθερία», «σ’ αγκυλώνουν τα μάτια», «ο Κάλβος έγραψε μόνο εθνικιστικά ποιήματα;» «αυτός ο ξεπερασμένος εθνικισμός σας», «Πώς να εξηγήσει κανείς την Ελλάδα στους άλλους Ευρωπαίους  που ολοκληρώνονται βιομηχανικά όλο και περισσότερο», «πεισματικό φάντασμα ενός ποιητή χωρίς πρόσωπο».

Έχουμε λοιπόν δύο Έλληνες ποιητές που συναντώνται στο Λονδίνο το 1960. Ο ένας πεθαμένος από το 1869 και θαμμένος στο Λάουθ, και ο άλλος, τώρα 1960, στην εκταφή του, ως εκπρόσωπος της Ελλάδας. Δύο Έλληνες Ποιητές, οι οποίοι έγραψαν και πόνεσαν για την Ελλάδα, εμπνευσμένοι, ο ένας από τον αγώνα  του 1821 και ο άλλος από τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922, που βίωσε εκατό χρόνια μετά. Στα ενδιάμεσα χρόνια, η Ελλάδα δεν σταμάτησε να έχει πολιτικές,  κοινωνικές και εθνικές περιπέτειες, πολέμους, δικτατορίες, κινήματα,  τα οποία επηρέασαν το έργο Ποιητών και άλλων καλλιτεχνών, κάνοντας την Ιστορία την πιο σταθερή πηγή έμπνευσης και το έργο τους «εθνικό», κάτι  που ο συνομιλητής του Σεφέρη χαρακτήρισε «εθνικιστικό». 

Όλα τα στοιχεία του λόγου που απομονώσαμε στο κείμενο του Σεφέρη, είναι στοιχεία που δείχνουν συγκίνηση για έναν  ποιητή, που έγραψε και πόνεσε για την Πατρίδα του, που μίλησε για Τόλμη,  Αρετή και Ελευθερία. Και αυτό εκλαμβάνεται από έναν ανειδοποίητο Ευρωπαίο ως «εθνικιστικό». Δηλαδή, για ποιο πράγμα θα έπρεπε να γράφει ο καρμπονάρος Κάλβος, ζώντας μέσα στη φωτιά της Επανάστασης; Για το κρίκετ ή για τις ιπποδρομίες. Το θέμα θα μας πήγαινε πολύ μακριά αν ο Σεφέρης εξηγούσε στον συνομιλητή του πως και ο Σαίξπηρ και ο Έλιοτ (καμουφλαρισμένος) παρόμοιος ποιητής είναι. Από την άλλη, η φράση γι’ αυτούς που «ολοκληρώνονται βιομηχανικά» μόνο ως αρνητικό σχόλιο μπορεί να εκληφθεί για εκείνους που δεν έχουν ιστορία. Οι Άγγλοι έχουν, αλλά φαίνεται πως η εξέλιξη του κόσμου με γνώμονα την ταύτιση ακόμα και του Χρόνου -Time με το Χρήμα-Money και την με κάθε τρόπο απόκτησή  του, εκλογίκευσε το κριτήριο του συνομιλητή. Από την άλλη, η Αγγλία, εκτός από την εποχή του Καίσαρα, δεν έχει στερηθεί την Ελευθερία της και η λέξη Ελευθερία έχει άλλο νόημα και πολύ βαρύ για όποιον την έχει στερηθεί κι έχει ματώσει γι’ αυτήν. Άρα, κάποιος που ολοκληρώνεται «βιομηχανικά» υπολείπεται «συναισθηματικά» και δεν αντιλαμβάνεται το αντίκρισμα που έχουν στην ψυχή του αδικημένου τα «εθνικιστικά». Βεβαίως πρέπει να απενοχοποιήσουμε τη λέξη από το βαρύ σημερινό της φορτίο. Ας πούμε απλώς «εθνικά» ή πατριωτικά ποιήματα, για να είμαστε μέσα στο συναισθηματικό πλαίσιο  της συνομιλίας. Ο Κάλβος, Ναι, έγραψε εθνικά ή πατριωτικά, αλλά και ερωτικά, άμαχος γαρ εμπαίζει θεός Αφροδίτα,  μέσα σ’ αυτά, όπως από το αμβροσίοδμον στόμα του Σοφοκλέους ρέει στην Αντιγόνη στ. 800).

Όταν ο Σεφέρης μεταφέρει στα δοκίμιά του τον στίχο «οι ευθύνες αρχίζουν από τα όνειρα ή Responsibilities begin in dreams», ακριβώς για την επίδραση της Ιστορίας στην Ποίηση μιλάει. Ο ποιητής ακόμα και στον ύπνο του είναι υπεύθυνο άτομοˑ κοιμάται και ο νους του ξαγρυπνά κι εδώ νομίζω πως βρίσκει τη θέση του ή φωτίζεται καλά εκείνο «πεισματικό φάντασμα ενός ποιητή χωρίς πρόσωπο». Εκείνο το α-πρόσωπο του Κάλβου που επιμένει πεισματικά να είναι παρόν.

Ο Ανδρέας Κάλβος, ο Ούγος Φώσκολος, ο Λόρδος Μπάιρον ποιητές της ίδιας γενιάς, ρομαντικοί και επαναστάτες, από τις περιστάσεις επηρεάζονται. Η τραγωδία Πέρσαι του Αισχύλου από την Ιστορία πηγάζει, γέννημα της εμπειρίας του ποιητή που ήταν και αγωνιστής.

Αλλά και στα χρόνια τα δικά μας, εκτός από τον Σεφέρη που αναφέραμε, είναι και ο Κωστής Παλαμάς και ο Άγγελος Σικελιανός και ο Οδυσσέας Ελύτης και ο Ανδρέας Εμπειρίκος και ο Νίκος Εγγονόπουλος και πολλοί άλλοι ακόμα και παλαιότεροι και νεότεροι. Και πάλι πίσω. Ποίηση και Ιστορία,  Ιστορία και Τέχνες. Μουσική, Ζωγραφική, Χορός. Η Ιστορία είναι ο καμβάς που πάνω του η κάθε μία θα κεντήσει με τα δικά της εκφραστικά μέσα τον δικό της καημό και εφόσον η Ποίηση είναι έκφραση συναισθημάτων ή ανάπτυξη επιφωνήματος, δεν θα μπορούσε να καταπνίξει τη φωνή της Ιστορίας, ως κύριο δημιουργό αυτού του συναισθήματος και του επιφωνήματος, με την προϋπόθεση ότι ο ποιητής δεν ζει στον γυάλινο πύργο του και δεν συνθέτει ερήμην των γεγονότων  γύρω του. Αν ο Ώντεν είπε Να γίνει η Τέχνη δεν μπορεί της κοινωνίας η μαμή, πριν από αυτόν ο Μέγας Ναπολέων είχε πει ότι ο πόλεμος είναι η μαμή της Ιστορίας οπότε και μεις συμπεραίνουμε ότι  η Ιστορία είναι η μαμή κάθε ανθρώπινης δραστηριότητας. 

Στα χρόνια της Επανάστασης, για να μη φύγουμε από τον Αγώνα που σημάδεψε τη νεότερη Ιστορία μας και γέννησε το νέο ελληνικό κράτος, θα λέγαμε πως σχεδόν κάθε γεγονός που η καθημερινή εμπειρία καταγράφει ως ποίημα-δημοτικό τραγούδι είναι ιστορικό. Γιατί στα ποιήματα των ανωνύμων δημοτικών ποιητών –τραγουδιστών  θα βρούμε ιστορικές πληροφορίες, όπως εύστοχα μας δίνει ο επίλογος του ποιήματος «Των Κολοκοτρωναίων»:

Απόψ’ είδα στον ύπνο μου, στην υπνοφαντασιά μου,/θολό ποτάμι πέρναγα και πέρα δεν εβγήκα./Ελάτε να σκορπίσουμε, μπουλούκια να γενούμε./
Σύρε, Γιώργο μ’ , στον τόπο σου, Νικήτα, στο Λοντάρι,/εγώ πάου στην Καρύταινα, πάου στους εδικούς μου,/ν’ αφήκω τη διαθήκη μου και τις παραγγολές μου,/τι θα περάσω θάλασσα, στη Ζάκυνθο θα πάω.

Ο Στρατηγός Μακρυγιάννης που, επίσης, φημίζεται και για τον καλό ταμπουρά που έπαιζε και για τη φωνή του, συνθέτει τραγούδι, το   δεύτερο μέρος του οποίου συνιστά έμμεση ιστορική πηγή για τις συνέπειας της  μάχης της Αθήνας:

Εψές όπου βασίλεψα/ πίσου από μια ραχούλα,/άκ'σα γυναίκεια κλάματα/
κι αντρών τα μοιριολόγια,/γι’ αυτά τα `ρωικά κορμιά/ στον κάμπο /ξαπλωμένα/και μες στο αίμα το πολύ/είν’ όλα βουτημένα./
Για την Πατρίδα πήγανε/στον Άδη τα καημένα.

Η Ποίηση  έχει αυτονομία. Είναι ανεξάρτητη, αλλά επεξεργάζεται το ιστορικό γεγονός ως ποιητικό, φωτίζοντάς το από τη δική της συναισθηματική οπτική. Η Ιστορία  και η Ποίηση είναι δεμένες με τον ομφάλιο λώρο, όπως η μητέρα με το έμβρυο, για να θυμηθούμε και πάλι τον Σεφέρη που διατύπωσε την άποψη ότι ο δεσμός του ποιητή με την εποχή του δεν είναι διανοητικός ή συναισθηματικός «αλλά ένας ομφάλιος λώρος …καθαρά βιολογικός». Και όπως μας δείχνει εκείνο το πεισματικό φάντασμα ενός ποιητή χωρίς πρόσωπο δεν είναι μόνο λώρος με την εποχή του, αλλά με όλες τις εποχές της Ιστορίας του.

Ανθούλα Δανιήλ
© Poeticanet 


Ημ/νία δημοσίευσης: 12 Δεκεμβρίου 2020