Εκτύπωση του άρθρου

 

 

                                                                       Στη Βασιλική Κοντογιάννη                   

 

                «Σοφοί; ας είναι˙ και οι σοφοί δεν σου φαίνονται ‘πως ημπορούν να κάνουν λάθος;»   
            Ένα ερώτημα του Ποιητή στον Διάλογο με τον Σοφολογιότατο του Διονυσίου Σολωμού

                                                         

(α΄ μέρος)

Το καθήκον στην εντιμότητα των σημείων. Η γραφή ως πράξη – ποίηση - δράση του υποκειμένου, του έτοιμου εκείνου υποκειμένου, το οποίο καταστατικά επείγεται να δει (και κυρίως) πίσω από τον κόσμο. Η γραφή ως διάσταση. Ως αντι-λόγος. Ως ο κρίσιμος δι-αυλός. Κι η τακτική της εμπειρίας, η στρατηγική των κατάλληλων χειρισμών, η οποία διέπει την εμβάθυνση στη γλώσσα, εκεί ακριβώς όπου οι συνειρμοί παράγουν έργο - ήχο, διορθώνοντας έτσι, εκτός των άλλων, τις βλάβες στο επίπεδο του συμβολικού: αυτό δεν σημαίνει άραγε δικαιοσύνη; Αντιλαμβάνομαι, εννοείται, κι εγώ μαζί με πολλούς άλλους, ότι εν γένει «η ποίηση δεν δέχεται τα δεδομένα των αισθήσεων στη γυμνή μορφή τους, ούτε όμως αποτελεί πάντα (ή μάλλον, αποτελεί σπάνια) περιφρόνηση του εξωτερικού κόσμου. Αρνείται και καταστρέφει την εγγύτερη πραγματικότητα, γιατί τη θεωρεί σαν την οθόνη που μας αποκρύπτει την πραγματική μορφή του κόσμου». Οι σκέψεις ανήκουν, ως γνωστόν, στον Τζωρτζ Μπατάιγ. Ναι, το επαναλαμβάνω: τις συμμερίζομαι. Έχω κάθε λόγο να φρονώ ότι δικαιώνουν τις συναφείς αναγνωστικές μου εμπειρίες. Σε διαχρονική, οίκοθεν νοείται, βάση. Αν το (μάλλον ή ήττον) πραγματικό είναι η περιώνυμος βάσανος της φιλοσοφίας, τότε η ποίηση είναι η μεγαλειώδης, η εμβληματική ανακαίνιση του (όποιου) όντως είναι.                                                                 

                                                          *

Η αλληλουχία των πλέον απροσδόκητων εκφάνσεων εκείνου του συγκεκριμένου ποιητικού διαβήματος, το οποίο έχει την ομολογούμενη δυνατότητα να εμβαθύνει στις ουσίες του κόσμου, συνιστά, ως εκ των πραγμάτων, την ολοσχερή επαναδιαπραγμάτευση των κανόνων της ίδιας της αισθητικής ζωής. Η κρίση από την πλευρά των χαρισματικών ποιητών αποτελεί εν προκειμένω αλλαγή θέας της Αλήθειας. Βεβαίως η αντιδιαστολή του μη πρόσφορου ποιητικού λόγου από τον φύσει και θέσει έγκυρο, ο οποίος έχει τη δυνατότητα – και το χάρισμα μαζί – να αποδομεί με σθένος τα ψευδεπίγραφα όσα της σκηνής του βίου των ανθρώπων, είναι καθόλα ορατή σε πλείστες όσες περιπτώσεις. Ας απομονώσω τα εξής ενδεικτικά: «Γιατί σε κανένα παρόν, σε κανένα «εδώ» και «τώρα» δεν μπορούν οι λέξεις να «κυματίζουν»: μόνο στο ανεξέλεγκτο, άθικτο και άτρωτο από τους κυνισμούς του παρόντος παρελθόν (και το αληθινό παρελθόν είναι το ποιητικό, το «πεποιημένο», παρελθόν) μπορεί η παραφορά να δημιουργεί και να συντηρεί τέτοιες ανεπιφύλακτες και ολοκληρωτικές ταυτίσεις. Η εντός του παρόντος ποιητική μέθη είτε γελοιοποιείται ελεγχόμενη, καθώς αυτομάτως αποκαλύπτονται οι πηγές και τα ελατήριά της υπό το φως της απομύθευσης, είτε ενδίδει στο "ζωντανό παρόν" προσφερόμενη σε μελετημένα αραιωμένες, ήτοι εκπτωτικές, δόσεις για διαφημιστικά και προπαγανδιστικά τρυκ. Διότι «η ζωή είναι μαγκιά». Δεν είναι τυχαίο ότι πολλοί ποιητές, εδώ και καιρό τώρα, επαγγελματοποιούνται στελεχώνοντας εταιρείες δημοσίων σχέσεων και πολιτικά γραφεία. Αυτοί ακριβώς παράγουν σήμερα τη μόνη ζώσα, τη μόνη «λειτουργική» ποίηση. Όσοι δουλεύουν αλλιώς, σκάβοντας τον στίχο, είναι ήδη νεκροί. Γιατί «όποιος σκάβει τον στίχο, σκάβει τον λάκκο του» (βλ. Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος, «Γράμμα σ΄ έναν πεθαμένο ποιητή», στο Μίμηση ήχων-σημειώσεις για την ποίηση», εκδόσεις ύψιλον / βιβλία, 2014). Η ποίηση συνιστά, εξ ορισμού μάλιστα, την πρόσφορη κρίση και του γίγνεσθαι. Κοντολογίς, η ποίηση κρίνοντας εαυτήν παράγει τον αντι-μύθο της.                                                           

                                                          *

Διαβάζω, λόγω της διαρκούς, της αναπόφευκτης θα πρόσθετα επικαιρότητας, μια από τις διακηρύξεις των Ρομαντικών. Την αποσπώ από χαρακτηριστικό κείμενο του August Wilhelm Schlegel. Έχει ως εξής: «Η λογική παράγεται από το φως του ήλιου, όπως ακριβώς την εφαρμόζουμε με σεβασμό στο πλαίσιο της δράσης μας, η οποία δεσμεύεται από τους κανόνες του πραγματικού. Η νύχτα που έρχεται τους καλύπτει όμως με ένα ευεργετικό πέπλο-έτσι μας παρέχεται η δυνατότητα να θεωρήσουμε, διά των άστρων, το μεγάκοσμο των δυνατοτήτων: είναι η ώρα του ονειρικού [. . .] πρόκειται για τη σχέση που συνδέει τη λογική με τη φαντασία [. . .] όσο κι αν δείχνουν τελείως αντίθετες, συνιστούν αμφότερες τη δύναμη που ενεργοποιεί την ύπαρξή μας». Οι εναλλαγές (γνωστικού) φωτός και (αφάτου) σκότους προκαθορίζουν προφανώς τις ποσότητες και τις ποιότητες της ποίησης των Ρήξεων.

                                                            *

H κριτική από την πλευρά της ποίησης μας προετοιμάζει κατά κανόνα να διακριβώσουμε, με μια ιδιάζουσα μάλιστα ακρίβεια, το μελλοντικό μας άχθος. Η κρίση συνιστά στην προκειμένη περίπτωση μια ριζική επανεξέταση των όρων επίτευξης, αλλά και περαιτέρω διατήρησης του ανθρωπισμού.

                                                            *

Η ποίηση κρίνει: μια δικλείδα ασφαλείας του πνεύματος.

                                                            *

Η «αρχή της αρμονίας» επιβάλλει τη δική της τάξη. Ό, τι δεν αρμόζει, αποβάλλεται, συρρικνώνεται, ακυρώνεται. Η δε αναπόφευκτη ουτοπία λογίζεται κατά συνέπεια αρετή της ποιητικής έκτασης. Ή και δεδομένο αναπόσπαστο της ποθητής εκ-στάσης. Ήτοι ένας διαφορετικός τονισμός της έκστασης. Η ποιητική γραφή θα ωριμάζει πάντα μέσα στο μέτρο της κριτικής που αναλαμβάνει να καταθέσει ανυπερθέτως.

                                                            *

Ενίοτε η δυσπιστία που αφορά στο ρόλο της λογοτεχνίας σήμερα προκαλεί κατ΄ ανάγκην σε βάθος την ειδικότερη προοπτική της ποιητικής γραφής. Εξ ου και η αυτοκριτική όπως παρατίθεται ενδεικτικά εδώ: «Γιατί να πάμε παραπέρα; Θα μπορούσε κανείς, θεωρητικά, να ξαναβρεί το ρυθμό, να μελετήσει τα πάντα και να φτάσει την τελειότητα ενός κρίνου ή ενός πορσελάνινου πόμολου. Αντί να παιδεύουμε μια καλόβολη φράση γιατί να μην ακολουθήσουμε τον τροχό ως το τέλος – να πλησιάσουμε το θάνατο περπατώντας, να ρουφήξουμε όλο το τοπίο. Ο ένας δρόμος έχει τόση λογική όση κι ο άλλος και τότε – ποιος ξέρει – μπορεί να φέρουμε πίσω την Ευρυδίκη – αυτή τη φορά» (βλ. Γουίλλιαμ Κάρλος Γουίλιαμς,  Η Κόρη στην Κόλαση και άλλα ποιήματα, εισαγωγή-μετάφραση; Γιάννης Ζέρβας, εκδόσεις Printa / Ποίηση για πάντα, 2021). Η εμμονή της υπέρβασης των δεδομένων ορίων υπαγορεύει, όπως άλλωστε θα περίμενε κανείς την τελική συμπεριφορά του αυθεντικού, δηλαδή του γράφοντος-κρίνοντος εγώ.

                                                              *

Αν όντως «ο λόγος, δυνάστης μέγας ἐστίν, ὃς σμικροτάτῳ σώματι καὶ ἀφανεστάτῳ  θειότατα έργα ἀποτελεῖ», όπως ισχυρίζεται ο Γοργίας, τότε η κρίση, την οποία ξέρει να ασκεί, λογίζεται ιδιαζόντως επιτελεστική.

Γιώργος Βέης

 


Ημ/νία δημοσίευσης: 12 Μαΐου 2022