Εκτύπωση του άρθρου

ΤΑΣΟΥΛΑ ΚΑΡΑΓΕΩΡΓΙΟΥ

 

 

 

Το πρωτόπλαστο ποίημα 

Σε ποιους άραγε δρόμους οδεύει το ποίημα;
Λεωφόρους ή μήπως σοκάκια;
Ατραπούς ή μήπως ἀγυιές; 
Αποφεύγει εν τέλει την κέλευθο,
            τη δημόσια οδό των πολλών
            που ο Καλλίμαχος αποστρεφόταν;

Προτιμά τις ανόδους ή τις καθόδους;
Άραγε άλλοτε παίρνει
την κοινή ἄνω ἢ κάτω ὁδὸ του Εφέσιου
ή του Κάλβου επιλέγει τη μία οδό και την μόνη
          —εκείνη που φέρει εις τον τάφον;

Κι αν συχνά  δεν γνωρίζει  πού πάει,
μια φωνή μυστική το οδηγεί
—σαν τυφλό οδοιπόρο— στα πιο δύσβατα μέρη:  
             στο κρυφό μονοπάτι  που βγάζει σε βράχο ἁλίκτυπο, 
             στον απόκρημνο έρωτα  με τα ευώδη ασπροκίτρινα ἴτσια.

Νιώθει τότε το ποίημα πως γεννιέται ξανά απ´ τα σπλάχνα της θάλασσας
              με το χρώμα γλαυκό —του ἀπείρονος πόντου  
              με του φλοίσβου το θρόισμα 
              με την άλμη του πέλαγου 
              με το ηδύπνοο  μύρο του κύματος 
              με της αύρας το άγγιγμα και τη θωπεία. 

 Κάπως έτσι —σαν δώρο ασέληνης νύχτας—
 απ´ τα βάθη αναδύεται το πρωτόπλαστο ποίημα. 

(11-9-2022)


Ημ/νία δημοσίευσης: 21 Σεπτεμβρίου 2022