ION BARBU
Ο Ion Barbu (γεν. Dan Barbilian, 18 Μαρτίου 1895, Câmpulung-Muscel, 11 Αυγούστου 1961, Βουκουρέστι) ήταν Ρουμάνος ποιητής και μαθηματικός. Ως μαθηματικός είναι γνωστός ως Dan Barbilian. Ήταν ένας από τους πιο σημαντικούς ρουμάνους μεσοπολέτες ποιητές, εκπρόσωπος του ρουμανικού λογοτεχνικού μοντερνισμού.
«Εκπρόσωπος του «μαλλαρμεϊκού» ερμητισμού στην ρουμανική ποίηση του Μεσοπολέμου, ο Ion Barbu είναι επίσης συγγραφέας του κύκλου Ισαρλίκ, όπου διεκδικεί για τα Βαλκάνια μια διαχρονική πνευματικότητα και μια μυθική διάσταση, και προσπαθεί να παντρέψει την γραφικότητα με την «καθαρή ποίηση».
Βίκτωρ Ιβάνοβιτς
Riga Crypto si Lapona Enigel
Menestrel trist, mai aburit
Ca vinul vechi ciocnit la nuntă,
De cuscrul mare dăruit
Cu pungi, panglici, beteli cu funtă,
Mult îndărătnic menestrel,
Un cântec larg tot mai încearcă,
Zi-mi de lapona Enigel
Şi Crypto, regele-ciupearcă!
- Nuntaş fruntaş!
Ospăţul tău limba mi-a fript-o,
Dar, cântecul, tot zice-l-aş,
Cu Enigel şi riga Crypto.
- Zi-l menestrel!
Cu foc l-ai zis acum o vară;
Azi zi-mi-l strâns, încetinel,
La spartul nunţii, în cămară.
*
Des cercetat de pădureţi
În pat de râu şi-n humă unsă,
Împărăţea peste bureţi
Crai Crypto, inimă ascunsă,
La vecinic tron, de rouă parcă!
Dar printre ei bârfeau bureţii
De-o vrăjitoare mânătarcă,
De la fântâna tinereţii.
Ο ρήγας Κρυπτό και η Λαπωνέζα Enigel
Μετάφραση: Άντζελα Μπράτσου
Ω λυπημένε μενεστρέλ, πιο σκοτεινό
Κι απ’ το παλιό καλό κρασί που τσούγκρισαν στο γάμο,
Του πατέρα του γαμπρού γαμήλιο δώρο,
Συνάμα με πουγκιά, κορδέλες, πούλια με φιόγκο,
Πολύ πείσμων μενεστρέλ,
Ένα παλαιό άσμα προσπάθησε ξανά,
Πες μου για την Λαπωνέζα Enigel,
Και για τον Κρυπτό, τον μύκητα-βασιλιά!
- Αρχηγέ στο γάμο!
Το φαγοπότι σου μου έκαψε τη γλώσσα, το ’κανε κόκκαλο,
Αλλά το άσμα θα ‘θελα ακόμη να αιδώ
Για την Enigel και για τον ρίγα Κρυπτό.
- Πες το, μενεστρέλ, τραγούδα!
Το είπες ζωηρά πέρσι το καλοκαίρι.
Σήμερα τραγούδα το σε μένα εν συνόψει, σιγανά,
Στη λήξη του γαμήλιου γλέντι, στο κελάρι.
*
Πολύ κυνηγημένος από τους μανιταροσυλλέκτες
Σε κοίτη ποταμού και λιπαρό πηλό,
Βασίλευσε απάνω στους σαρκώδες μύκητες
Ο βασιλιάς Κρυπτό, με κῆρ σκοτεινό,
Σαν πάνω σε αιώνιο δροσερό θρόνο!
Όμως, μεταξύ τους, κακολογούσαν τα σφουγγάρια
Μια μάγισσα, ένα αμανίτη πορτομπέλο,
Εκεί που αναβλύζει η αιώνια νεότητα.
Şi răi ghioci şi toporaşi
Din gropi ieşeau să-l ocărască,
Sterp îl făceau şi nărăvaş,
Că nu voia să înflorească.
În ţări de gheaţă urgisită,
Pe-acelaşi timp trăia cu el,
Laponă mică, liniştită,
Cu piei, pre nume Enigel.
De la iernat, la păşunat,
În noul an, să-şi ducă renii,
Prin aer ud, tot mai la sud,
Ea poposi pe muşchiul crud
La Crypto, mirele poienii.
Pe trei covoare de răcoare
Lin adormi, torcând verdeaţă:
Când lângă sân, un rigă spân,
Cu eunucul lui bătrân,
Veni s-o-mbie, cu dulceaţă:
- Enigel, Enigel,
Ţi-am adus dulceaţă, iacă.
Uite fragi, ţie dragi,
Ia-i şi toarnă-i în puiacă.
- Rigă spân, de la sân,
Mulţumesc Dumitale.
Eu mă duc să culeg
Fragii fragezi, mai la vale.
-Enigel, Enigel,
Scade noaptea, ies lumine,
Dacă pleci să culegi,
Începi, rogu-te, cu mine.
Και μισητά γιούλια λεφκολούλουδα και μενεξέδες
Από τρύπες ξεφύτρωναν να του κάνουν επίπληξη,
Στείρος και πείσμων τον αποκάλεσαν
Γιατί δεν ήθελε να λουλουδίσει.
Σε αρκτικά εδάφη καταραμένη,
Τις ίδιες μέρες με αυτόν ζούσε,
Μια Λαπωνέζα μικρή και ήσυχη
Ντυμένη με γούνες και στο όνομα Enigel απαντούσε.
Απ’ το χειμαδιό στη βοσκή,
Στο νέο έτος με τους ταράνδες στο πηγαιμό,
Μέσα στη ψυχρούλα, όλο κατανότου,
Εκείνη σταμάτησε στο βρύο χλωρό,
Κοντά στον Κρυπτό, γαμπρό του ξέφωτου.
Πάνω σε τρία χαλιά δροσιάς
Ήρεμη κοιμάται ονειρεύονταν πρασινάδα,
Όταν κοντά στο στήθος της ένας σπανός βασιλιάς
Μαζί με τον παλαιό του ευνούχο
Ήρθε να την δελεάσει με νέκταρ:
- Άγγελε μου, Enigel,
Κοίτα εδώ, σου έφερα ανθόμελο.
Και άγριες φράουλες, που αγαπάς τόσο,
Πάρε μερικές και ρίχ’ τες δίχως φόβο στο νεοσσό.
- Σπανέ βασιλιά, κοντά στο στήθος μου,
Σου ευχαριστώ για το δώρο σου.
Αλλά να μαζέψω θέλω
Τα φρέσκα μούρα μου, λίγο πιο κάτω.
-Άγγελε, Enigel,
Η νύχτα λιγοστεύει, έρχεται λιακάδα,
Εάν πας για συγκομιδή
Πάρε, σε παρακαλώ, εμένα πρώτα.
-Te-aş culege, rigă blând...
Zorile încep să joace
Şi eşti umed şi plăpând:
Teamă mi-e, te frângi curând,
Lasă. - Aşteaptă de te coace.
-Să mă coc, Enigel,
Mult aş vrea, dar vezi, de soare,
Visuri sute, de măcel,
Mă despart. E roşu, mare,
Pete are fel de fel;
Lasă-l, uită-l, Enigel,
În somn fraged şi răcoare.
- Rigă Crypto, rigă Crypto,
Ca o lamă de blestem
Vorba-n inimă-ai înfipt-o!
Eu de umbră mult mă tem,
Că dacă-n iarnă sunt făcută,
Şi ursul alb mi-e vărul drept,
Din umbra deasă, desfăcută,
Mă-nchin la soarele-nţelept.
La lămpi de gheaţă, supt zăpezi,
Tot polul meu un vis visează.
Greu taler scump cu margini verzi
De aur, visu-i cercetează.
Mă-nchin la soarele-nţelept,
Că sufletu-i fântână-n piept,
Şi roata albă mi-e stăpână,
Ce zace-n sufletul-fântână.
La soare, roata se măreşte;
La umbră, numai carnea creşte
- Καλέ μου ρήγα, θα ήθελα να σε πάρω...
Αλλά η αυγή άρχισε ήδη το δικό της χορό
Κι εσύ είσαι μούσκεμα και τρυφερό:
Φοβάμαι ότι σύντομα θα σπάσεις,
Άσε, περίμενε πρώτα να ωριμάσεις.
- Εγώ, Enigel, να ωριμάσω
Πολύ θα ήθελα, αλλά, βλέπεις εσύ, από τον ήλιο,
Εκατοντάδες εφιάλτες για φονικά
Με χωρίζουν. Εκείνος είναι κατακόκκινος, τεράστιος,
Στίγματα έχει διάφορα·
Παράτα τον, Enigel, ξέχασε τον
Σε ύπνο χλωρό και δροσερό.
- Κρυπτό βασιλιά, Κρυπτό βασιλιά,
Σαν μια καταραμένη λεπίδα
Στην καρδιά μου τα λόγια σου αυτά είναι κεντιά!
Φοβούμαι πολύ τη σκιά,
Γιατί το χειμώνα είχα συλληφθεί,
Και τη πολική αρκούδα έχω πρώτη μου ξαδέλφη,
Από τη σκοτεινή σκιά τώρα έχω ανακτηθεί
Λατρεύω τον ήλιο τον λόγιο.
Με λαμπτήρες πάγου, κάτω από το χιόνι
Όλος ο δικός μου βόρειος πόλος βλέπει μονάχα ένα όνειρο.
Βαρύ και ακριβό ταψί με πράσινο χρώμα χείλη,
χρυσαφί, στην φαντασία του κάνει γύρω-γύρω.
Λατρεύω τον ήλιο τον λόγιο,
Γιατί η ψυχή μου αναβράζει στο στήθος,
Και ο μέγας λευκός τροχός είναι δυνάστης μου,
Βαθιά κρυμμένος μέσα στη βρύση της ψυχής μου.
Ηλιόλουστος, ο τροχός μεγαλώνει;
Οι σκιές, μονάχα τη σάρκα φουσκώνουν.
Şi somn e carnea, se dezumflă,
Dar vânt şi umbră iar o umflă...
Frumos vorbi şi subţirel
Lapona dreaptă, Enigel,
Dar timpul, vezi, nu adăsta,
Iar soarele acuma sta
Svârlit în sus, ca un inel.
- Plângi, preacuminte Enigel!
Lui Crypto, regele-ciupearcă.
Lumina iute cum să-i placă?
El se desface uşurel
De Enigel,
De partea umbrei moi, să treacă...
Dar soarele, aprins inel,
Se oglindi adânc în el;
De zece ori, fără sfială,
Se oglindi în pielea-i cheală.
Şi sucul dulce înăcreşte!
Ascunsa-i inimă plesneşte,
Spre zece vii peceţi de semn,
Venin şi roşu untdelemn
Mustesc din funduri de blestem;
Că-i greu mult soare să îndure
Ciupearcă crudă de pădure,
Că sufletul nu e fântână
Decât la om, fiară bătrână,
Iar la făptură mai firavă
Pahar e gândul, cu otravă,
– Ca la nebunul rigă Crypto,
Ce focul inima i-a fript-o,
De a rămas să rătăcească
Ύπνος είναι η σάρκα, ξεφουσκώνει,
Άνεμος και σκιά όμως τη ξαναδιογκώνουν.
Ωραία, με ευχάριστο τρόπο, μίλησε
Η δίκαια Λαπωνέζα Enigel,
Αλλά ο χρόνος, βλέπεις, δεν περίμενε,
Και ο ήλιος ήταν τώρα πεταμένο,
σαν ένα δαχτυλίδι απάνω στον ουρανό.
- Ω κλάψε, πολύ σοφή μου Enigel!
Στον Κρυπτό, το μανιτάρι-βασιλιά,
Πως θα μπορούσε να αρέσει η φωτοβολιά;
Εκείνος σιγά-σιγά αποχωρεί
Την Enigel,
Στην απαλή σκιά για να περάσει...
Αλλά ο ήλιος, φλέγον δαχτυλίδι,
Αντιφέγγισε βαθιά σ’ αυτόν μέσα.
Δέκα φορές, δίχως συστολή,
Αντικατόπτριζε τη φλόγα του στο φαλακρό του δέρμα.
Και το μελένιο του χυμό γίνεται ξινό!
Η κρυμμένη του καρδιά σκάνει,
Σε δέκα ολοζώντανες σφραγίδες να αφήνουν σημάδι.
Δηλητήριο και κόκκινο έλαιο
Βράζουν από βαθιές κατάρες.
Είναι μικρή η αντοχή στου ηλίου τη λάμψη
Του εύθραυστου χλωρού εδώδιμου Βωλίτη,
Γιατί η ψυχή είναι αναβλύζουσα πηγή
Μόνο στον άνθρωπο, θηρίο παλιό.
Αλλά σε ένα πλάσμα πιο εύθραυστο,
Κούπα με φαρμάκι, είναι η σκέψη.
– Όπως στον τρελό βασιλιά Κρυπτό, η αγάπη απορρίφθηκε,
Του οποίου η φωτιά την καρδιά έκαψε
Και έμελλε να περιπλανηθεί
Cu altă faţă, mai crăiască:
Cu Laurul-Balaurul,
Să toarne-n lume aurul,
Să-l toace, gol la drum să iasă,
Cu măsălariţa-mireasă,
Să-i ţie de împărăteasă.
Με άλλη μούρη, πιο βασιλική:
Με τη καμπανούλα της Κόλασης,
Να στάζει στον κόσμο το χρυσό,
Να το ξοδέψει, στο δρόμο να βγει γυμνό,
Με τη στρυχνίνη για νύφη,
Βασίλισσα εφεδρική.
© Poeticanet
Ημ/νία δημοσίευσης: 4 Απριλίου 2021
- ΣΤΕΦΑΝΟΥ, ΛΥΝΤΙΑ
- BELLI, GIOCONDA
- COLLINS, BILLY
- ΑΓΓΕΛΑΚΗ-ΡΟΥΚ, ΚΑΤΕΡΙΝΑ
- ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ 21ου ΑΙΩΝΑ
- ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΣΟΝΕΤΟΥ
- ΒΑΡΒΕΡΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ
- ΒΕΗΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ
- ΒΛΑΒΙΑΝΟΣ, ΧΑΡΗΣ
- ΙΣΑΡΗΣ, ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ
- ΚΑΡΟΥΖΟΣ, ΝΙΚΟΣ
- ΚΩΣΤΑΒΑΡΑΣ, ΘΑΝΑΣΗΣ
- ΜΗΤΡΑΣ, ΜΙΧΑΗΛ
- ΠΑΛΑΜΑΣ, ΚΩΣΤΗΣ
- ΡΟΥΜΑΝΟΙ ΠΟΙΗΤΕΣ ΤΟΥ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΥ
- ΛΑΓΙΟΣ, ΗΛΙΑΣ
- ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΕΙΚΟΝΑ
- ΤΟ ΦΕΓΓΑΡΙ ΤΗΣ ΓΗΣ ΚΑΙ Η ΣΕΛΗΝΗ ΤΩΝ ΠΟΙΗΤΩΝ.
- ΟΙΚΟΣ & ΠΟΙΗΣΗ
- ERICH FRIED
- JATTIN GOMEZ, RAUL
- JUARROZ, ROBERTO
- ROTHENBERG, JEROME
- SEXTON, ANNE
- ΓΟΝΑΤΑΣ, Ε.Χ
- ΚΑΡΑΒΑΣΙΛΗΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ
- ΠΟΙΗΤΕΣ ΤΗΣ ΒΕΓΓΑΛΗΣ
- Ποιητές του περιοδικού AutreSud
- ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ
- ΣΑΡΑΝΤΑΡΗΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ
- NOVAC, ANDREI
- Βάλια Γκέντσου, Παραμύθια ανάποδα (Θεμέλιο, 2020) ΩΣ ΑΓΑΠΗΤΑ ΤΑ ΣΚΗΝΩΜΑΤΑ ΣΟΥ* Τα μεσημέρια στο σπίτι κυλούσαν αργά σαν μεγάλα ποτάμια ο βυθός παγίδευε τις βεβαιότητες Πήγαινα και καθόμουν στο πίσω μέρος μιας άδειας εκκλησίας σ
- ΒΛΗΣΙΔΗ, ΕΛΕΝΗ
- ΚΑΤΣΑΜΠΗ, ΣΤΕΛΛΑ
- ΛΟΥΚΙΔΟΥ, ΕΥΤΥΧΙΑ-ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ
- ΜΟΥΣΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΙΗΣΗ
- ΠΕΡΙ ΖΩΩΝ ΓΛΩΣΣΑΣ
- ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΟ
- ΣΙΔΕΡΗΣ, ΝΙΚΟΣ
- ΤΙΜΟΘΕΟΥ, ΑΝΤΡΕΑΣ
- CALLEJON, BEGONIA
- ROFFÉ, MERCEDES
- WILMS MONTT, TERESA
- WILMS MONTT, TERESA
- ΖΝΤΡΑΒΚΑ ΜΙΧΑΙΛΟΒΑ
- ABRUTYTE, NERINGA
- AKHMATOVA, ANNA
- ALTOLAGUIRRE, MANUEL
- AMIRTHANAYAGAM, INDRAM
- AMΜONS, A.R.
- ...Δείτε περισσότερα