Εκτύπωση του άρθρου


 

ΕΙΣ ΕΑΥΤΟΝ

Δεν ξέρω αν το 2018 θα είναι και πάλι έτος κρίσης. Πάντως, ήδη συνωστίζονται πάνω στο γραφείο μου οι ποιητικές συλλογές προς κρίσιν. (Εφτά κιλά περίπου τα βιβλία, εννιάμισι γραμμάρια η ψυχή – μα πώς επιμερίζεται;)

Η Ποίηση μια μυρμηγκοφωλιά που σφύζει, όλα τα μυρμηγκάκια πολυάσχολα σε τεθλασμένες βιαστικές διαδρομές, φορτίο δυσανάλογο για το κεφάλι μας κάθε ψιχίο, αχυράκι, σπόρος, αποθηκεύουμε ακατάπαυστα εδώδιμα στη μαύρη τρύπα μας…

Η Στήλη Άλατος επιλέγει τώρα και παρουσιάζει 17 τίτλους της πρόσφατης σοδειάς:

(Ενδιαφέρουσα παρατήρηση: το 80% των υπό παρουσίαση ποιητών προέρχονται από τον χώρο των θετικών επιστημών: έχουμε βιολόγους, χημικούς, μηχανολόγους  μηχανικούς, πολιτικούς μηχανικούς, μαθηματικούς,  οικονομολόγους  αρχιτέκτονες, μερικούς από τμήματα Διοίκησης Επιχειρήσεων – κ.ά, κ.ά !!! Πού άραγε να οφείλεται το φαινόμενο; Κι αυτό στην Κρίση;)


ΜΑΡΙΑΝΝΑ ΚΟΥΜΑΡΙΑΝΟΥ, ΤΟΠΟΣ ΣΤΗ ΓΑΛΗΝΗ, Θράκα

ΕΡ: Τι διαδρομή ακολούθησε η δημιουργός σας; Πού βρίσκεται τώρα;
ΑΠ: Έφτασα στο Μηδέν / αρθρώνω λόγο

ΕΡ: Τι της δίδαξε η προγονική της ποίηση; Εννοώ η της προηγούμενης γενιάς…
ΑΠ: Προσπάθησε πάλι. / να κληροδοτήσει θλίψη και απάθεια ως τα μόνα φάρμακα. / αρνήθηκα.

ΕΡ: Έχει βρει την πηγή της έμπνευσης – και πώς; 
ΑΠ: Οι ήχοι βαθμιαία διαλέγουν μια πηγή προέλευσης. Ο άνεμος ισοκρατεί κι οι μυρωδιές

ΕΡ: Για ποιο λόγο ισχυρίζεται πως σας γράφει;
ΑΠ:  Για να βλέπω και να κατανοώ / εμένα και τους άλλους

ΕΡ: Έκανε κάποια σημαίνουσα διαπίστωση πριν αρχίσει να σας γράφει; 
ΑΠ:  Βγαίνοντας από το δωμάτιο τα γεγονότα ήταν ομοιοκατάληκτα / ως προς τα πρόσωπα και τη ρήξη.

Σχόλιο: Η Μαριάννα Κουμαριανού μπαίνει πλησίστια και πραγματοποιεί πέρασμα από την Ποίηση «έκστηθι θαυμάζουσα». Στήνει ένα  σκηνικό μη συμβάντων και τοποθετεί συμβάντα,  βαλσαμωμένα, «όπου προϋπήρξαν». Με «λέξεις αντανακλάσεις δράσεων».   

ΣΑΡΑ ΘΗΛΥΚΟΥ, Ο ΚΟΣΜΟΣ ΣΕ ΤΡΕΙΣ ΠΡΑΞΕΙΣ 

ΕΡ: Πώς ένιωσε η δημιουργός σας εισχωρώντας στο ποιητικό σύμπαν;
ΑΠ: Τι δυνατοί που νιώθαμε, Θεέ μου / αντέχοντας τόσον παράδεισο

ΕΡ: Ποιες είναι οι συνθήκες που επιτρέπουν τη γέννησή σας;
ΑΠ: Από τα έγκατα του μέλλοντος / αρχαίος υψώνεται θυμός

ΕΡ: Γιατί αγωνιά; Τι έχει αντιληφθεί; Τι προσπαθεί να πετύχει;
ΑΠ: Εγώ / το αρχαίο θηρίο / εγώ / στη χαύνωση του κόσμου / εγώ / δεν είμαι εσύ ακόμη

ΕΡ: Ποια είναι η επίκλησή της στον Θεό και στην Ποίηση;
ΑΠ: Κάνε επιτέλους / το ανθρωπίνως δυνατό / τον άνθρωπο / άσε με να κάνω

ΕΡ: Πιστεύει πως ο ποιητής βρίσκεται σε συνεχή διχασμό;
ΑΠ: Αυτός ο ένας/ ελεύθερος εράσμιος εφήμερος / αυτός / τον άλλο εποφθαλμιά / εαυτό

ΕΡ: Τι επιδιώκει; Τι επιδιώκει η Ποίηση;
ΑΠ: Λόγια πολλά- / όλα γι αυτό / που δεν μπορεί να ειπωθεί

Σχόλιο: Η Σάρα Θηλυκού, λογία αλλά ενθουσιώδης, στο πρώτο της ποιητικό βιβλίο -βιβλίο με  ελάχιστο σώμα αλλά με διπλάσιο εκτόπισμα-  εκδηλώνει εφηβικό έρωτα προς το ποιείν, πραγματοποιεί καταβύθιση εις εαυτόν, αναβάπτιση, και ανάδυση σε άλλες  επιφάνειες.  
 

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΡΤΑΚΗΣ, Ο ΘΡΙΑΜΒΟΣ ΤΗΣ ΛΟΓΙΚΗΣ, Ενδυμίων

ΕΡ: Τι είσαστε για τον δημιουργό σας; Τι περιμένει από σας; 
ΑΠ: Οι στίχοι αυτοί που ξέφυγαν από το πάστρεμα της μάνας μου/να με φιλέψουν ζωή

ΕΡ: Γιατί γράφει;
ΑΠ: (…) για να σας πω / πως τα  ηχηρά ονόματα / κατρακυλούν στο βάθος / και πως ο μύθος τους ανύπαρκτος είναι κι αυτός / όπως αυτός που φτιάχνω 

ΕΡ: Σας αντιμετωπίζει πολύ νηφάλια… Υπάρχει κάτι σε σας που ίσως τον ξαφνιάζει; 
ΑΠ: Μόνο απορώ / με ό, τι επιλέγει να θυμάται η ζωή

ΕΡ: Σας υφαίνει πότε για κουκούλι πότε για παγίδα. Πώς; 
ΑΠ: Η επανάληψη έχει στοιχειώσει τη ζωή μου / Δυστυχία μου / γιατί στημόνια δεν υπάρχουν πια στην αγορά / μα σαν αράχνη εγώ τραβώ από την κοιλιά μου.

ΕΡ: Τι πιστεύει για τους στίχους του;
ΑΠ: Δεν ήταν άλλο από πνιχτά καλέσματα /φωνές προσκλήσεως / βοώντος εν τη ερήμω / μιας αυταρέσκειας ο αυτοεγκλεισμός / μιας έπαρσης οι λαρυγγισμοί / μιας δήθεν ταπεινότητας τα πάθη

ΕΡ: Ανακάλυψε κάτι που θέλει να μοιραστεί;
ΑΠ: Για να περπατήσετε στα κύματα / πρέπει να έχετε όνειρα./ Για να φτάσετε στα κύματα / πρέπει να είστε ελαφροί / με τα βαρίδια της σκέψης. 

ΕΡ: Τι λέει με ταπεινότητα ο δημιουργός σας για την οίηση στην ποίηση;
ΑΠ: Πόσους ποιητές χλεύασα / εν αγνοία μου / Ζητώ συγνώμη /ζητώ συγνώμη

Σχόλιο: Ο Γιώργος Καρτάκης στην τρίτη του ποιητική συλλογή δείχνει να έχει διανύσει πολύ δρόμο. Γράφει απλά και μνημειώνει τα μεγάλα πράγματα της μικρής ζωής. Με πολύ λιτά μέσα καταφέρνει να κάνει τον αναγνώστη άμεσο κοινωνό στην ύπαιθρο σκέψη του.   
 

ΓΙΑΝΝΗΣ ΤΖΑΝΕΤΑΚΗΣ, ΘΑΜΠΗ ΠΑΤΙΝΑ, Πόλις

ΕΡ: Πώς ορίζει ο δημιουργός σας τη θέση του στον κόσμο;
ΑΠ: Μέσα σε κάθε ποίημα είμαι εγώ // όπως στα φιλμ του Χίτσκοκ

ΕΡ: Πώς περιγράφει την διαδικασία της έμπνευσης;
ΑΠ:   (…) μ’ αρέσει να λουφάζω στις γωνιές // σκύλος / σφιχτά το κόκαλό του που κρατάει // σαν ύστατη πνοή /σαν φυλαχτό
Αλλά και:
 (…)  Τι σπίρτο άναψες πού βρήκες / Τι χάσμα έφεξε και μπήκες 

ΕΡ: Πώς αντιμετωπίζει το παίγνιο της ποίησης και της ζωής;
ΑΠ: Μη μου χαλάς /δεν ξέρω / πώς σε φτιάχνουν πάλι // δεν έχω άλλο παιχνίδι μη

ΕΡ: Πώς αντιμετωπίζει το τελειωμένο ποίημα;
ΑΠ: Τα βράδια με κοιτάει στις ραφές// πάω ν’ αφαιρεθώ /ξηλώνει

Σχόλιο: Ο Γιάννης Τζανετάκης, δόκιμος,  με πολυετή παρουσία στα γράμματα, στο βιβλίο του αυτό μας χαρίζει στίχους  χαμηλόφωνους – με σουρντίνα, πολύτιμους  - με «θαμπή πατίνα». Βαθιά εξομολογητική ποίηση από ένα ήσυχο μεγάλο παιδί που όμως κρύβει μυστικά και κάνει μικρές ζαβολιές και αταξίες.  
 

ΧΑΡΗΣ ΙΩΣΗΦ, ΑΠΟΣΤΙΧΑ ΣΙΩΠΗΣ, Περισπωμένη
 

ΕΡ:  Πώς προσεγγίζετε τον δημιουργό σας;
ΑΠ: Τέμνοντας το τοπίο /σε υγρό στερεό και αέριο /διαφέροντας μόνο στις θλάσεις /ενός διάχυτου φωτός

ΕΡ: Τι πιστεύει εκείνος για τους ποιητές; 
ΑΠ: Υπάρχουμε μόνο για να δημιουργούμε / παιδικές μνήμες στους μέλλοντες κλειδούχους / Μήπως κι εκείνοι καταφέρουν να διασώσουν / τις θυμαρίσιες εκπνοές των βουνών / τις λεπτές διαβαθμίσεις των αποχρώσεων / από της ζωής τις αδιάκοπες αντιστροφές 

ΕΡ: Τι πιστεύει για την ποίηση;
ΑΠ: Είναι παράλογο να μιλάνε / για μελλοθάνατους  οι μελλοθάνατοι

ΕΡ: Πώς βλέπει τα ποιήματα;
ΑΠ: Ακτινωτά συνδέονται με τους γαλαξίες / ετερόφωτα νεφελώματα που μεταβάλλονται / χωρίς τις ουράνιές τους συντεταγμένες

ΕΡ: Γιατί σας γράφει;
ΑΠ: Για να έχει ελπίδα το ξόδεμα των ψυχών

ΕΡ: Ποιο είναι αυτό που τον ελκύει στο να απεργάζεται Ποίηση;
ΑΠ: Έχει μια ιδιαίτερη βαρύτητα / η αναμόχλευση του αόρατου

Σχόλιο: Ο Χάρης Ιωσήφ, στο τρίτο του βιβλίο, αφοσιωμένος πάντα στην αλχημεία της ποίησης,  ομογενοποιεί κοσμικά πάθη, διυλίζει αισθήσεις και αισθήματα  και μεταστοιχειώνει τα άρρητα σε πολύτιμο μέταλλο «για να έχει ελπίδα / το ξόδεμα των ψυχών».
 
ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΡΑΤΖΟΓΛΟΥ, ΕΓΓΡΑΦΕΣ  ΚΛΕΙΣΙΜΑΤΟΣ, Ρώμη
 

ΕΡ: Πως περιγράφετε τον δημιουργό σας;
ΑΠ:  (…) καλυτερεύει η υγεία μέσα του, εκτός από κάτι πόνους, στις κλειδώσεις της ωμοπλάτης, δεν είναι τίποτα του είπαν οι γιατροί, είναι που φύονται φτερά, λιγάκι ακόμα θα πονάς μέχρι να μεγαλώσουν αλλά την μέρα εκείνη θα πετάξεις άνετα με μεγάλες απλωτές…

ΕΡ: Πώς άρχισε να σας γράφει;
ΑΠ: Προσποιούταν τον συλλέκτη: μάζευε χρωματιστά σαπουνάκια, μπουκάλια με αρώματα (…) ήχους και εικόνες ψηφιακές, πόνους και συναισθήματα, έκρυβε σ’ ένα ντουλάπι όλα όσα μάντευε πως αργότερα θα του χρειαστούν. 

ΕΡ: Ο ίδιος, ομολογεί κάπου από πού αντλεί το υλικό του;
ΑΠ: (…) και τότε άρχισε να με βασανίζει η απορία, γιατί να μην μπορώ να κάνω print ή έστω  save μέσα απ τ’ όνειρο, να σώσω ό, τι μπορεί να απομείνει…

ΕΡ: Και όταν διαπιστώνει  και τη θνητή φύση του ονείρου; 
ΑΠ: Και καταλήγει αυτό το φριχτό όνειρο να είναι, υποτίθεται, Δευτέρα, να τον σηκώνει συνοφρυωμένος ο Μέγας Καθηγητής και να τον ταπεινώνει: γιατί μας ήρθες πάλι απροετοίμαστος εδώ πάνω, παιδί μου;»

ΕΡ: Πώς περιγράφει την διαδικασία της σύλληψης και της γέννησης σας;
ΑΠ: Συλλογιζόταν έντονα, τον σκληρό του δίσκο υπερφόρτωνε, μέρες και νύχτες ερευνώντας σπάνια αρχεία να πάρει απάντηση (…)

ΕΡ: Τι είσαστε για εκείνον;
ΑΠ: Έφτασα πια σε τέλεια σημεία, να φτιάχνω καταλόγους με το τι θα πάρω μαζί μου στο ταξίδι. (…) συμπιεσμένα αρχεία στιγμών αισθηματικών με πρόσωπα που ίσως εκεί πέρα συναντήσω, αποθηκευμένα στοιχεία με γειτονιές και δρομίσκους, ήχους και ψιθύρους…
 
Σχόλιο: Ο Γιάννης Καρατζόγλου, με άλλα έξι ποιητικά βιβλία στο ενεργητικό του, καταθέτει αλήθεια και μόνον αλήθεια. Απλή γραφή που μας μεταγγίζει άμεσα την  αποσταγμένη θλίψη του ποιητή για τον άνθρωπο και τη μοίρα του.

ΔΗΜΗΤΡΑ ΚΟΥΒΑΤΑ, ΣΚΥΛΙ ΔΕΜΕΝΟ, Μανδραγόρας

ΕΡ: Πώς ερχόσαστε  στην δημιουργό σας;
ΑΠ: Ενίοτε / ένα παράθυρο φωτίζεται. / μονάχα προς στιγμήν φωτίζεται.

ΕΡ: Ποιο είναι το υλικό που επεξεργάζεστε;
ΑΠ:Οι θάλασσες / οι δρόμοι, τα φεγγάρια / ξεχειλωμένα απ’ την ποιητική κατάχρηση.

ΕΡ: Τι είσαστε για εκείνη;
ΑΠ: Ευτυχώς που / όταν αποτυγχάνω / διανυκτερεύει με φώτα ανοιχτά / η ποίηση

ΕΡ:  Γιατί γράφει;
ΑΠ: Κάποιος πρέπει να γράψει και για τις νοικοκυρές / Ναι, αυτές / με την φωλιά στ’ αχτένιστα μαλλιά τους.

ΕΡ: Πώς νιώθει για την διττή της υπόσταση;
ΑΠ: Δεν πρέπει να ’μαι απ’ εδώ / ψάρι πάνω στην ξέρα //(…) εγώ / ένας αντάμωτος /παραπανίσιος ξένος.

Σχόλιο: Η πρωτοεμφανιζόμενη Δήμητρα Κουβάτα μαθητεύει με ειλικρινή επιμέλεια σε ασκήσεις ύφους, αυτοσχεδιασμούς  και γυμνάσματα  αλλά, παράλληλα ,συνθέτει ήδη και μια δικιά της εκφραστική. Ως ήσυχη, μικρή νυχτερινή μουσική δωματίου.   


ΜΑΡΙΑ ΛΑΤΣΑΡΗ, ΕΝ ΔΥΝΑΜΕΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ, Μανδραγόρας
 

ΕΡ: Πώς λέει ότι αρχίζει να σας γράφει η δημιουργός σας;
ΑΠ: Ξεπροβάλλει το τοπίο στο παράθυρό μου / ό, τι κι αν μπει εμπόδιο δεν χάνομαι / σχεδόν το ορίζω

ΕΡ: Πώς περιγράφει την ανάγκη της να ερμηνεύσει τον κόσμο, διατυπώνοντάς σας;
ΑΠ: Η πραγματικότητά μου ονειρική / και πώς να μην είναι / όταν βλέπω τα χρώματα της ίριδας / σε αριθμούς και γράμματα / το πέντε μπλε/ το οκτώ πορτοκαλί /το πληκτρολόγιο πολύχρωμο (…) όταν ακούω τη μυρωδιά του θυμαριού/ να κυλά με την αύρα στους αμμόλοφους

ΕΡ: Πώς περιγράφει τις συντεταγμένες της ποίησής της;
ΑΠ: (…) τόπος πλήρης θεών / τόσο πολλοί / αλλά κανένας παιδί

ΕΡ: Τι πιστεύει για τους ποιητές;
ΑΠ: Δεν υπάρχουν ομοενύπνιοι, μόνο επισκέπτες σε ξένα όνειρα υπάρχουν

ΕΡ: Πώς περιγράφετε εσείς την δημιουργό σας;
ΑΠ: Μοβ μορφή /σε ορίζοντα γυμνό /όσο πλησιάζω / δεν είσαι εσύ /αποδομείσαι /κηλίδες κόκκινες και μπλε //φιγούρα από πίνακα πουαντιγισμού

Σχόλιο: Η Μαρία Λάτσαρη, στην πρώτη της ποιητική συλλογή, έχει ήδη διακριτή φωνή. Καίτοι χαμηλόφωνη, διατυπώνει την ουσία της σε λόγο, με λεπταίσθητη γραφή και γραφίδα ακριβείας.  
 

ΝΙΚΟΛΑΣ ΚΟΥΤΣΟΔΟΝΤΗΣ, ΧΑΛΚΟΜΑΝΙΑ, Εντύποις
 

ΕΡ: Σας παιδεύει ο δημιουργός σας;
ΑΠ: Έκανα χάρτινες γροθιές τα ποιήματα / και γέμισα τις μπότες / άρχισαν ανεξέλεγκτα να περπατούνε χωρίς πόδια 

ΕΡ: Σας καλλιεργεί ή σας κακοποιεί; Του αντιστέκεστε; 
ΑΠ: Άρχισα το κλάδεμα στα λόγια /τους έκοψα τα πόδια / τρεχάλα φύγανε

ΕΡ: Τι εύχεται σε σας και στον ίδιο;
ΑΠ: (…) ας είναι ελαφρύ το σύννεφο που κρύβει την πορεία μας.

ΕΡ: Πώς βρέθηκε στην περιοχή της ποίησης;
ΑΠ:  Είμαι από άλλη γειτονιά / ούτε κι εκείνη όμως τη γνωρίζω

ΕΡ:  Τι σκέφτεται για τους ανθρώπους γενικά και για τους ποιητές ειδικά;
ΑΠ: Ισότιμα μας πιάνει ο νόμος της βαρύτητας / τι σε νοιάζει αν νομίζουνε οι γύρω πως πετάμε;

Σχόλιο: Ο Νικόλας Κουτσοδόντης, καταθέτει   κι αυτός την πρώτη του συλλογή,  γράφοντας σκληρούς και παιγνιώδεις στίχους με ποιητικότητα και ευαισθησία. 
 

ΛΙΤΣΑ ΛΕΜΠΕΣΗ, ΦΩΝΗ ΒΑΘΕΙΑ, Μανδραγόρας
 

ΕΡ: Τι ώθησε την δημιουργό σας στο να αρχίσει να ασχολείται με την ποίηση;
ΑΠ:  Στα μυθικά τα χρόνια / γράφει το παλιό γιαπωνέζικο βιβλίο / ένας θεός κυβερνούσε / το βασίλειο των λέξεων / Κάθε λέξη ήταν μια ψυχή.

ΕΡ: Τι είναι αυτό που την γοητεύει στο ποιείν;
ΑΠ: Η αιωνιότητα της στιγμής /στην ανθεκτικότητα /της σύντηξης των αισθημάτων

ΕΡ: Τι ακριβώς πιστεύει πως κάνει γράφοντάς σας;
ΑΠ:Πετάω αντικείμενα /για να περισωθούν απ’ τον πνιγμό / από την καταβρόχθιση αυτή . Που ενώπιον μου όμως συντελείται

ΕΡ: Τι σκέφτεται διαβάζοντάς σας;
ΑΠ: Μήπως τα πράγματα που μας θλίβουν / είναι η μυστική αρχή /της τελειωτικής μας ευτυχίας;

ΕΡ:  Πώς σας περιγράφει;
ΑΠ: Φτιαγμένα από μεταμοσχεύσεις / τα λόγια μου είναι άλλου αλλού

ΕΡ: Τι είναι κατ’ αυτήν η Ποίηση;
ΑΠ: Ψυχή διασκορπισμένη / σ’ ολόκληρο το σώμα

Σχόλιο: Η Λίτσα Λεμπέση  είναι όντως μια «φωνή βαθειά» που έρχεται από άλλους χρόνους, άλλου ήθους και ποιοτήτων:  έχει συναντήσει την ποίηση μέσω διαφορετικών  οδών, των της μουσικής και του θεάτρου - και τώρα καταθέτει εντίμως Λόγο. 


ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΣ, Ο Αρχίλοχος έπεσε από την Σελήνη με αλεξίπτωτο στην πόλη, Οδός Πανός


ΕΡ: Τι ισχυρίζεται ο δημιουργός σας ότι του συνέβη και τον έτρεψε σε γραφή;
ΑΠ: Σταύρωσαν τη σκιά μου / Από τότε, ένα σύννεφο μ’ έχει πάρει το κατόπι

ΕΡ: Πώς σας αντιλαμβάνεται;
ΑΠ:Τούτες οι σταγόνες /στα φύλλα του ελαιώνα / είναι ό, τι απόμεινε από έναν καθρέφτη / που έπεσε απ’ τη σελήνη

ΕΡ: Χρησιμοποιεί κάποιο μηχανισμό που βοηθά στην παραγωγή σας;
ΑΠ: Μαζεύω τη μέρα /διασπώμαι τη νύχτα /στα εξ ων συνετέθην

ΕΡ: Έχει κάποια θεωρία για το πώς συμβαίνει αυτό;

ΑΠ: Όταν ρωτάς το πώς και το γιατί /και η απάντησή μου πρέπει να είναι ερμαφρόδιτη / κάνω πως δεν ακούω την ερώτηση

ΕΡ: Έχει κάποιο μήνυμα για τους ομότεχνους του;

ΑΠ:Αφήστε αποτυπώματα παντού /να βρουν πρώτη ύλη / οι ποιητές του μέλλοντος

Σχόλιο: Ο Βαγγέλης Αλεξόπουλος –παρά τον προκλητικά σουρεαλιστικό τίτλο και παρά τις συχνές του συναναστροφές με εκπεσόντες αγγέλους, μας δίνει στίχους γειωμένους. Φυσικά, πότε σε «ποίηση ναρκοπέδιο» πότε σε «ποίηση λιβάδι με παπαρούνες». 


ΧΑΡΗΣ ΒΛΑΒΙΑΝΟΣ,  ΑΥΤΟΠΡΟΣΩΠΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΛΕΥΚΟΥ, Πατάκης

ΕΡ: Έχει κάποιο μυστικό ο δημιουργός σας; Τι σας εμπιστεύεται;
ΑΠ: Για να γράψεις έναν στίχο / πρέπει πρώτα να γράψεις έναν άλλον.

ΕΡ: Ποια είναι η στάση του απέναντι στην Ποίηση;
ΑΠ: (…) Όταν προφέρεις τ’ όνομά της / είσαι ήδη κάποιος άλλος.

ΕΡ:Υποθέτει ότι ο ποιητής με τις ατελείς του δεξιότητες συλλαμβάνει μόνο ανολοκλήρωτες εικόνες του κόσμου. Και πώς δικαιολογεί τον συμβιβασμό  του μ’ αυτό;
ΑΠ: Το θάμβος όμως αυτών των θραυσμάτων / μπορεί ακόμη να σε κρατήσει.

ΕΡ:  Όταν ολοκληρώνει και κλείνει ένα βιβλίο τι σκέφτεται;
ΑΠ:  (…) σκέφτεσαι: «Τι υπέροχη που είναι μερικές φορές η νεκρή φύση».

ΕΡ: Γιατί σας γράφει;
ΑΠ: Όπως είπε ο Φόρστερ / «το ποίημα πρέπει να δημιουργεί / μια σχέση ανάμεσα στα λουλούδια και την ανθρωπότητα».

ΕΡ: Τι είναι αυτό το ασεβές που θέλετε να εξομολογηθείτε;
ΑΠ: Η πλήξη, αγαπητέ μου, η μητέρα των Μουσών.

Σχόλιο: Ο ποιητής Χάρης Βλαβιανός μας δίνει κι εδώ -όπως και σε κάθε του βιβλίο – σχεδόν δοκιμιακά ποιήματα: μεταφυσικούς γιαπωνέζικους κήπους γνώσης, καλλιέπειας, τέχνης και τεχνικής.


ΕΛΕΝΗ ΒΕΛΕΝΤΖΑ, ΙΣΩΣ ΠΟΘΟΙ, Γαβριηλίδης

ΕΡ:  Ποιος είναι ο λόγος που γραφτήκατε;
ΑΠ: Δεν θα μπορούσε / άλλος λόγος να είναι / παρά η νύχτα // η νύχτα / που τα ίχνη σαστίζει / σαν ξαφνική ελευθερία

ΕΡ: Τι πιστεύει η δημιουργός σας ότι κάνει;
ΑΠ:  Ποιώ τον πορθμό της ζωής μου / υποφερτά και μεγαλόστομα.

ΕΡ: Γιατί  κατέφυγε στο γράψιμο;
ΑΠ: Χωρίς λέξεις δεν γινόταν

ΕΡ: Τι σκέφτεται για σας;
ΑΠ: Φύλλα τα μη ιπτάμενα / οι συνειρμοί μου είναι

ΕΡ: Πώς θα σας χαρακτήριζε;
ΑΠ: Φωτιά / από ένα τίποτα που έπρεπε να γίνει

ΕΡ: Τι ισχυρίζεται πως είναι η ποίηση για εκείνη;
ΑΠ: Το κάτι παραπάνω. //το που με ζει.

ΕΡ: Τι προσπαθεί να πετύχει;
ΑΠ: Να καταφέρω χτύπημα / στο δώρο.

Σχόλιο: Η Ελένη Βελέντζα στην πρώτη της συλλογή, υπονομεύει συχνά την φρεσκάδα και την ένταση των νεαρών της ποιημάτων, χρησιμοποιώντας πολλές φορές εξεζητημένες εκφράσεις ή γλωσσικούς τύπους - και στρεβλώνει τις λέξεις για να τις εκβιάσει να στάξουν χυμό ή οξύ.
 

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΠΑΛΙΕΡΑΚΗΣ, Βραχύσωμες πτήσεις παρεκκλίνουσεςΧαϊκού, Μανδραγόρας

ΕΡ:  Τι είσαστε για τον δημιουργό σας;
ΑΠ: Έπαρση στίχων /στις φυλακές της σκέψης / λευκές σημαίες

ΕΡ: Τι πιστεύει πως πετυχαίνει «κατασκευάζοντάς» σας; 
ΑΠ: Μετακομίζω / εκτός ορίων φόβου / όχθη ονείρων

ΕΡ: Έχει εντοπίσει την αιτία και το αποτέλεσμα της γραφής σας;
ΑΠ: Λυδία ρίμα / στίχοι φάσματος φωτός / όλα αλλάζουν

ΕΡ: Στο βάθος, θέλει να πείτε κάτι πολύ απλό. Τι είναι αυτό;
ΑΠ: Ένα κεφάλι / με κάθε συγκυρία / να χαϊδεύεις

Σχόλιο: Ο Απόστολος Παλιεράκης καλλιγραφεί τεχνηέντως σε παλίμψηστο ασπρόμαυρα χαϊκού - ενσταντανέ ζωής και σκέψης επί παντός επιστητού: «καθώς ποίηση /ποίηση κατά πάντα/ ερωτεύεται».  


ΠΑΤΡΙΤΣΙΑ ΑΙΒΑΛΗΠΩΣ Η ΖΩΗ, Θράκα

ΕΡ: Τι είσαστε για την δημιουργό σας;
ΑΠ: Βραβείο ανδρείας / της γαμημένης σου επανάστασης

ΕΡ: Διατυπώνεστε με κάπως επικίνδυνο τρόπο;
ΑΠ: Θα στα γράψω με κόκκινο στυλό / για να μείνει το χρώμα / όταν στεγνώσω.

ΕΡ: Έχετε ανακαλύψει κάτι επώδυνο και θέλετε να το μοιραστείτε;
ΑΠ:  (….) Φαντασία και πραγματικότητα / έχουν τον ίδιο δημιουργό.

ΕΡ: Πώς περιγράφετε την περιπέτεια της εποχής μας;
ΑΠ:  Για ποια βροχή μιλάς; / μπόρα του δεκάλεπτου / είναι μια απλή συνωμοσία.
Και:  Ένα μεγάλο πανό ΕΝΟΙΚΙΑΖΕΤΑΙ πήρε τη θέση της σημαίας στο μπαλκόνι.

Σχόλιο: Η Πατρίτσια Αϊβαλή οργισμένη, έμφοβη και γενναία, στο πρώτο της βιβλίο, γράφει προσπαθώντας να αποδείξει ότι είναι αμφισβητήσιμο γεγονός το «πως η ζωή ορίστηκε απ’ το απροσδόκητο που μας γέννησε, μας ανάθρεψε και μας εγκατέλειψε»  


ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΒΕΛΛΑΣ, ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ, Μανδραγόρας

ΕΡ: Πώς άρχισε να γράφει ο δημιουργός σας;
ΑΠ:  Φοίτησα σε πηγάδι / κόλακας ο καθρέφτης του / σκληρό είχε το νερό του

ΕΡ: Πώς αντιλαμβάνεται την υφή της ποίησης;
ΑΠ: Χαϊδεύει τις σελίδες απαλά / τις ισιώνει όπως η μάνα του / τη ριγέ κουβέρτα στο παιδικό του κρεβάτι. // Φτιάχνει διάδρομο ν’ απογειωθεί χαμογελώντας /το ανεκπλήρωτο

ΕΡ: Πώς σας συνθέτει;
ΑΠ: Μέσα από σύρματα στενά / ρίχνω τις λέξεις. // Φτερά βλαστάνουν στο λευκό. / Και το κενό ακούγεται / γλυκά να τιτιβίζει.

ΕΡ: Ποια είναι η εμμονή του;
ΑΠ: Πάθος // τι λήμμα … / Τα ερμηνεύματα ξεκινούν / από το καθετί που παθαίνει κανείς. // Καταλήγουν στο / ακατανίκητη επιθυμία για κάτι. // Ή μήπως έχει γίνει / λάθος στη σειρά;

Σχόλιο: Ο Δημήτρης Βέλλας πέρασε χρόνια «διανύοντας πολλά μοναχικά χιλιόμετρα , παράλληλα, «διδάσκων και διδασκόμενος» όπως γράφει ο ίδιος στο βιογραφικό του. Τώρα, σοφός, τρυφερός και προσεχτικός,  δρέπει τους καρπούς αυτής της ζωής που ωριμάζουν. 


ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΟΛ ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ, ΛΑΞΕΥΤΗΣ ΤΟΠΙΩΝ, Δίφρος 


ΕΡ: Ποια είναι η σχέση ποίησης και ζωής για τον δημιουργό σας;
ΑΠ: Του χαρτιού το σώμα μεταστοιχειώνεται ξανά σε ξύλο συμπαγές, κούτσουρο σκληρό, με φλοίδες μυτερές σαν ράμφη νεκρών κορυδαλλών.(…) Ένα βιβλίο που ξανάγινε κομμάτι ξύλου. Αυτός είναι ο κόσμος.
 
ΕΡ: Εσάς, πώς θα σας περιέγραφε; 
ΑΠ: Τα ποιήματα του «Εγώ» δεν έχουν πατέρα. Είναι θλιμμένα ορφανά και κατοικούν μονάχα σε σπηλιές.   

 ΕΡ: Τι πιστεύει ότι είναι το υλικό σας;
ΑΠ: Μάγμα είναι, αναλλοίωτα πετρωμένο στου χρόνου τα βάθη.

ΕΡ: Γιατί σας έγραψε;  
ΑΠ: Σε κείνους που ξεχνούν τα παιδικά όνειρα, ο καιρός περνά πιο γρήγορα.

ΕΡ: Τι τον κάνει να θεωρεί πως η ποίηση είναι υποκατάστατο ζωής;
ΑΠ: του τρύγου οι χυμοί είναι γλυκύτεροι μα, αλίμονο, πού είναι οι ρώγες που τους περικλείουν;

Σχόλιο: Ο Γιώργος Πολ. Παπαδάκης είναι ένας ευαίσθητος λόγιος ποιητής. Ο αγρός της ποίησής του, καλλιεργείται σχολαστικά και αρδεύεται συστηματικά από τα πλούσια κοιτάσματα των μελετών του.  


Παυλίνα Παμπούδη 
(© Poeticanet/ Τα περιεχόμενα του Poeticanet  προστατεύονται από copyright.).


Ημ/νία δημοσίευσης: 25 Μαρτίου 2018