
© Poeticanet
ΕΙΣ ΕΑΥΤΟΝ
Η συγκομιδή μου είναι πάντα εντυπωσιακή: από την τελευταία Στήλη άλατος μέχρι σήμερα έχουν συγκεντρωθεί πάνω στο γραφείο μου 53 λεπτά, λεπταίσθητα τομίδια. Α, να και άλλα 2, πιο ευτραφή και λουσάτα.
Όπως έχουμε ξαναπεί, όλοι στην χώρα μας γράφουν ποιήματα. Γιατί όχι; Είναι ο πιο εύκολος (και οικονομικός) τρόπος για να «εκφραστείς» όπως επιτάσσουν, σχεδόν αναγκάζουν, οι Ψ., για να βγάλεις από μέσα σου ό, τι σε βαραίνει (παιδικά, εφηβικά, μεσήλικα και γεροντικά τραύματα) και κυρίως το ότι δεν σε καταλαβαίνει κανένας.
Αυτό είναι καλό για τα ποιήματα -από μια άποψη: ευρύνεται έτσι και το αναγνωστικό, έστω το αγοραστικό κοινό των ποιητικών συλλογών (κάθε «ποιητής» έχει κι έναν ικανό αριθμό συγγενών, μαθητών, ασθενών, υπαλλήλων, γειτόνων ή φίλων). Για την Ποίηση όμως, κατά τη δική μου άποψη, είναι κακό: πού να ξεχωρίσει κανείς μέσα στο συνωστισμό μια κάποια αυθεντική φωνή; Κάποιον που γράφει «δύσκολα και απρόθυμα» και μόνο γιατί δεν μπορεί να κάνει αλλιώς;
Πάντως το δικό μου πρόβλημα τώρα ήταν, όχι να ξεχωρίσω τα παραχθέντα από κλωσομηχανή (Εργαστήρια δημιουργικής γραφής) αλλά τα παραχθέντα με τη βοήθεια ΤΝ!
Εδώ να σημειώσω ότι χαμογελώ λίγο χαιρέκακα: η Τ.Ν. θα επιταχύνει την αραίωση / εξαφάνιση και των Εργαστηρίων δημιουργικής γραφής που έχουν πλέον κατακλύσει το σύμπαν. Εκεί, αν δεν απατώμαι (δεν έχω φοιτήσει ποτέ – εγώ είμαι αυτοδίδακτη), οι διδάσκοντες, καταξιωμένοι ή απαξιωμένοι ποιητές συνήθως, φαντάζομαι πως θα δίνουν μερικές λέξεις – κλειδιά, μια παραδεκτή ποσόστωση ωραίων εικόνων, μεταφορών, παρομοιώσεων, κεντρικών ή απόκεντρων ιδεών, καθώς και οδηγίες τεχνικής για να συναρμολογηθούν όλα αυτά ώστε να μπορεί ο καθένας να συνθέσει ένα «ποίημα».
Ε, αυτό το κάνει και η Τ.Ν. τώρα, πιο εύκολα, πιο χορταστικά και, κυρίως, δωρεάν! Την ταϊζεις με 2-3 λέξεις από ποίημα του Ελύτη λ.χ. ή του Σεφέρη -και σε κλάσματα δευτερολέπτου σού παρουσιάζει ένα «ποίημα» στο στιλ του Ελύτη ή του Σεφέρη. Αν δεν μείνεις ικανοποιημένος παραγγέλνεις άλλο και άλλο, που κι αυτά συντίθενται ακαριαία, ως παζλ.
Στη τωρινή μου συγκομιδή των ποιητικών συλλογών, εντόπισα μεν τόπους τόπους λίγα, δυσδιάκριτα ακόμα, ίχνη βοήθειας από Τ.Ν. αλλά και λίγα ευδιάκριτα ίχνη εργαστηρίων (προϊόντα κλωσομηχανής). Δεν πειράζει… Όμως, όταν θέλεις να βρεις ζωντανά ποιήματα μέσα στις ρεπλίκες, ποιήματα που να έχουν πραγματικά λόγο ύπαρξης (όπως εγώ το εννοώ), δεν είναι εύκολη δουλειά.
Εντάξει, ξεχώρισα αρκετά βιβλία, παλιότερων και νεότερων, που φαίνονταν κατά μεγάλο ποσοστό προϊόντα Φ.Ν (φυσικής νοημοσύνης ) και, αγνοώντας το ότι σχεδόν όλα είχαν μάλλον ατυχείς τίτλους, τα ανακρίνω και παίρνω πάλι, κατά τα ειωθότα, συνέντευξη από τα ποιήματά τους.
1 ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΜΠΟΥΚΑΛΑΣ: Τρεις επί τρία - Εννιά ποιήματα για τον Χαλεπά, τον Θεόφιλο και τον Παπαδιαμάντη, Άγρα
ΕΡ: Τι σκέφτηκε ο ποιητής σας και σάς έγραψε χρησιμοποιώντας προσωπεία και φωνές άλλων δημιουργών;
ΑΠ: Ώστε δεν έχω τίποτα να εξηγήσω./ Εξήγησε ποτέ ο Θεός την πλάση του; / Όποιος Θεός; (…) Όσο το μπόρεσα, έγινα πηλός. / Ότι από πηλό έφτιαξε ο Θεός / το πρώτο πλάσμα που τον αμφισβήτησε.
ΕΡ: Τι πιστεύει πως πράττει ως ποιητής;
ΑΠ: Τα δάχτυλά μου σκέφτονται και νιώθουν. / Τον κόσμο που ιστορούν τον αναγνώθουν / συλλαβή τη συλλαβή. Γράμμα το γράμμα. / Μ’ ευλάβεια και σέβας. Σαν το Θείο Δράμα.
ΕΡ: Πώς νιώθει ως δημιουργός;
ΑΠ: Ένα πρωτάκι πάντα μου στης πλάσης το σχολείο. / Θαυμάζω κι απορώ. Και αγαπάω. / Τα πάντα και τους πάντες αγαπάω. Καίει η καρδιά μου, χώρο δεν έχει για το κρύο.
ΕΡ: Πώς γράφει;
ΑΠ: Σαν ποταμός που βιάζεται / να βρει τη θάλασσα ν’ αγαπηθούν / μα το μισό νερό του γυρνάει πεισματάρικο / πάντα προς τα πίσω.
Σχόλιο: Ο Παντελής Μπουκάλας είναι ένας σεβαστικός παρατηρητής του μέρους της ανθρώπινης φύσης που μετέχει του θείου. Εξαργυρώνει τα πολύτιμα ευρήματά του σε ειλικρινή, καθαρά ποιήματα που αποδίδουν με απλότητα την άχρονη ζωή.
2 ΣΠΥΡΟΣ ΓΟΥΛΑΣ: Οριστικά φαινόμενα, Εκδ. Πόλις.
ΕΡ: ‘Εχετε κάτι να πείτε στους ομότεχνους;
ΑΠ: Εμείς που ήρθαμε εδώ / όλοι θα διαβαστούμε / σαν του ψαριού τα σωθικά / σαν του πουλιού τα σπλάχνα // και θα φανεί ποιος το ’χει μέσα του / και ποιος απλώς μπλοφάρει.
ΕΡ: Πώς αντιμετωπίζει ο δημιουργός σας την ποίηση;
ΑΠ: χορτάσαμε από επιδείξεις / κι εσύ ασφαλώς κατέχεις τεχνική/ ασφαλώς /δεν ήρθαμε όμως εδώ για τεχνική / αλλά για το σώμα σε πτώση / ανέβα να τελειώνουμε / και πήδα.
ΕΡ: Γιατί λέει πως σας γράφει;
ΑΠ: Προσωπικά θα ήθελα πολύ να δω την μεγάλη εικόνα / ίσως η υπογραφή να είναι πάνω στο κάδρο / κι όχι στο ίδιο το έργο / και το θαύμα να είναι εκεί που τελειώνω / κι όχι όπου γεννιέμαι/ έχουν συμβεί και χειρότερες φάρσες
ΕΡ: Τι θα θέλατε να πείτε στους «κριτικούς» ποίησης;
ΑΠ: ανοίξτε τα θερμοκήπια, πετάξτε έξω τους ποιητές
ΕΡ: Τι φιλοδοξεί ως ποιητής ο δημιουργός σας;
ΑΠ: να ξεχρεώσω μόνο / και μετά το υπόσχομαι / ούτε άχνα.
Σχόλιο: Ευδιάκριτος ποιητής ο Σπύρος Γούλας. Με ζωντανά, θυμωμένα, απεγνωσμένα, αυθάδη ποιήματα άγουρης ωριμότητας. Οπωσδήποτε διαθέτει κοιτάσματα και γνώση, θέληση και δύναμη για να τα εξορύξει.
3 ΚΟΥΛΑ ΑΔΑΛΟΓΛΟΥ: tempo passo, Σαιξπηρικόν.
ΕΡ: Πώς σας γράφει η δημιουργός σας;
ΑΠ: Στήνω λέξεις ξόβεργες / τις αποφεύγεις / πετάς εκεί και πιο μακριά / / … / Θαρθεί το ποίημα / πονεμένο κι αθώο / να φέρει την κάθαρση.
ΕΡ: Πώς άρχισε να σας γράφει;
ΑΠ: Πάλευε να τραγουδήσει / αλλά έβγαιναν από τα χείλη της μόνο σύμφωνα / μετά μόνο φωνήεντα / ήχο σωστό δεν σταύρωνε. / Τα παιδιά έφεραν ένα σκεύος / να μαζέψουν τα απομεινάρια φωνής.
ΕΡ: Γιατί σας γράφει;
ΑΠ: … μη μου λες για μποτίλιες στο πέλαγος / αυτά που πληγώνουν, πληγώνουν / και πρέπει να διαλέξεις επιτέλους / σε ποια ανακυκλώσιμα υλικά θα τα ξεφορτωθείς.
ΕΡ: Σας χρησιμοποιεί ως βαθυσκάφος για να εξερευνήσει τα βάθη;
ΑΠ: Όπως όταν επισκέπτεσαι το ευρύχωρο σπίτι / ύστερα από πολλά χρόνια / όταν η γυναίκα φορά τις κουρτίνες / τα σοκολατάκια στην φοντανιέρα βγάζουν μικρές δαγκάνες, / σου σερβίρει αόρατο καφέ / κι ύστερα θρονιάζεται στην κορνίζα / και σου επιβάλλει την ακινησία της. / Τώρα μπορούμε να μιλήσουμε / για αποδόμηση της καθομιλουμένης.
ΕΡ: Τι εύχεται για τον εαυτό της;
ΑΠ: υγρή να μείνω / να κουβαλώ το ποίημα / τηγμένο όνειρο
Σχόλιο: Δόκιμη ποιήτρια η Κούλα Αδαλόγλου, αφοσιωμένη πάντα στο εργόχειρό της, κεντά με τέχνη μικρά, σεμνά μοτίβα και διακοσμεί παρελθόντες εσωτερικούς, οικείους χώρους, ξορκίζοντας τους και μνημειώνοντάς τους.
4 ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΕΩΡΓΙΑΔΟΥ: (Γ)ράμματα, Έναστρον.
ΕΡ: Τι συμβαίνει στη δημιουργό σας και την υποχρεώνει να σας γράψει ;
ΑΠ: Έχω ένα παιδί / Τα μάτια του κοιτούν λοξά / αδυνατούν να κεντράρουν / Έτσι εντοπίζουν / όλες τις παράπλευρες απώλειες
ΕΡ: Τι νιώθει γράφοντάς σας;
ΑΠ: έτσι αθόρυβα υποκύπτω / στην απόκοσμη ευγένεια του κενού
ΕΡ: Τι πιστεύει για τη γραφή σας;
ΑΠ: ένα σώμα που κινείται / ρουφά τους νόμους της φύσης / μετά τους φτύνει ποίηση
ΕΡ: Πώς σας βλέπει;
ΑΠ: Μοτίβα άσπρα μαύρα / συμπυκνώνονται / ενώνονται / διασπώνται / / Διασταυρώνονται / διαιρούνται / πάλλονται
ΕΡ: Τι πιστεύει πως κάνει όταν σας δημιουργεί;
ΑΠ: Κλείνει σε μια στήλη / -άλατος; φωτός; - / όλα τα τι // τι είμαι; Τι είσαι; / Τι είναι;
Σχόλιο: Η Χριστίνα Γεωργιάδου λογοπαίζει στον τίτλο του βιβλίου της [(Γ)ράμματα}, και στο περιεχόμενό του συρράπτει ανάλαφρα εντυπώσεις του βίου και ράκη συναισθημάτων, αλλά πείθει πως παίρνει μάλλον στα σοβαρά τη βάσανο της γραφής.
5 ΤΩΝΙΑ ΤΖΙΡΙΤΑ ΖΑΧΑΡΑΤΟΥ: Εμείς κι ο κόσμος, Θράκα.
ΕΡ: Τι λέει η δημιουργός σας για να δικαιολογήσει την ύπαρξή σας;
ΑΠ: …έχω την ανάγκη πότε πότε / -χωρίς να ξέρω γιατί - / να ζητώ συγχώρεση / - χωρίς να ξέρω από πού - / να ζητώ συγχώρεση
ΕΡ: Τι πιστεύει για την ποίηση;
ΑΠ: Μοιάζει με χορό ενός εντόμου / γύρω απ’ την λάμπα, με διαδρομή / ανάμεσα σε έλατα κι ερημωμένα χωριά. / Ένας τόπος χωρίς έξοδο προς τη θάλασσα / μοιάζει με κύκλο, κι όμως με τι άλλο /θα μπορούσε να μοιάζει;
ΕΡ: Τι συμβουλή θα έδινε στο υλικό σας;
ΑΠ: Μνήμη, μη γίνεις σαν εκείνο το φιδάκι / που καταπίνει στο τέλος την ουρά του
ΕΡ: Τι σκέφτεται για την πορεία της;
ΑΠ: θα εξακολουθήσω να οδηγώ / ακόμη κι όταν ο δρόμος τελειώσει στη θάλασσα
Σχόλιο: Η Τώνια Τζιρίτα Ζαχαράτου πότε εμπειρικά πότε έμπειρα αντλεί από τη ζωή – και από τα συμβαίνοντα και από τα μη συμβαίνοντά της – και καταγράφει τα ευρήματα με αμεσότητα και σαφήνεια.
6 ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΓΚΙΟΥΛΕΚΑ: Πλάνης στην πλάνη της, Θίνες.
ΕΡ: Τι σκέφτηκε και άρχισε να σας γράφει η δημιουργός σας;
ΑΠ: Όχι, οι σιωπές δεν έχουν πια τη δύναμη / να με σκοτώσουν, έσπευσα έγκαιρα μια / νύχτα, τα σώματα των στίχων αρωγοί / μ’ ανέσυραν…. / κι αφού μ’ απίθωσαν σε αμμουδιά / ζεστού ονείρου, μου άδειασαν / πνευμόνια και στομάχι / μέχρι που ανέπνευσα τα βάθη τ’ ουρανού
ΕΡ: Τι πιστεύει πως κάνει γράφοντάς σας;
ΑΠ: - γραφές στέλνω σε άγνωστους / μες σε μποτίλια σκούρα, σφραγιστή - / λέξεις και ήχοι κούφιοι πλέκουν ιστορίες / μόνο τις μυρωδιές φρέσκες ακόμη / σε κρύπτη εσωτερική / φυλάγω μυστική
ΕΡ: Τι πιστεύει κατά βάθος για την ποίηση;
ΑΠ: Αθλήματα υπάρχουν – όπως παιγνίδια επιδόσεων / (εκτός από τα άλλα που τα λεν στρατηγικής) / εκείνα που αν το βρεις αλλάζεις πίστα / και ξεγελούν πως πίστες τάχα είναι της ζωής
ΕΡ: Γιατί άρχισε να γράφει;
ΑΠ: πεινάω είπε / αλλά δεν έχω όρεξη / με το μαχαίρι / χαράζει στην τάβλα / ακατανόητους / χρησμούς
Σχόλιο: Η Κατερίνα Γκιουλέκα, όπως αποκαλύπτει και μόνη της, νιώθει πως κάτι την υποχρεώνει να γράφει, ως άσκηση ζωής. Και τελικά ανταποκρίνεται χωρίς φόβο και πάθος, αλλά με όλες της τις δυνάμεις.
7 ΕΛΕΝΑ ΚΟΥΡΗ: Παρακαταθηκών και δανείων, Κύμα.
ΕΡ: Τι ωθεί την δημιουργό σας να σας γράφει;
ΑΠ: Λυπάμαι όταν κόβω ένα λουλούδι / προσπαθώ να το αποφύγω / αφυδατώνομαι απότομα / μου προκαλεί μια φτήνια / μια ιδιοτέλεια / μια μικρή βλάβη /στα ηθικά μου αισθήματα / για τα οποία/ -για φαντάσου- /πρέπει να λογοδοτήσω στο Θεό
ΕΡ: Γιατί σας γράφει;
ΑΠ: Χρειάζομαι εγχειρίδιο ενηλικίωσης / ολιγόφυλλο βιβλιαράκι / σε σχήμα τσέπης / να με καθοδηγεί / με σχήματα πολύ λεπτομερή / και τα εξής περιεχόμενα / Πώς να αντιλαμβάνεστε την ύλη / ανακαλώ οφθαλμαπάτη
ΕΡ: Πώς σας γράφει;
ΑΠ: πολλές φορές χρειάζεται / να χρησιμοποιήσεις όλα σου τα όργανα / ή μόνο ένα σπλάχνο / το πιο δημοφιλές / για να κάνεις ένα βήμα μπροστά
ΕΡ: Είσαστε ολιγόστιχα – καλό αυτό – είναι άραγε ηθελημένο; Γιατί;
ΑΠ: Ας μην εκτονωθούμε / στις αλήθειες / η επίγευση μιας τέτοιας ουσίας / είναι γλυκόπικρη
Σχόλιο: Η Έλενα Κουρή, γειωμένη φανερά και κρυφά αλαφροϊσκιωτη, στο πρώτο της βιβλίο ήδη μπορεί και εκμαιεύει με πολύ πειστικό τρόπο ποιητικότητα από την καθημερινότητα, και, χωρίς να την απαξιώνει και να απομακρύνεται, την εμπλουτίζει με οξυγονούχα στοιχεία.
8 ΣΤΕΛΙΟΣ ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗΣ: Το κράτος των σωμάτων, Περισπωμένη.
ΕΡ: Πώς άρχισε να γράφει ο δημιουργός σας;
ΑΠ: τι είχα κατά νου; / Δεν ξέρω. / Σαν να ’θελα να εκπλαγώ απ’ τ’ άγνωστο
ΕΡ: Ποιες είναι περίπου οι συντεταγμένες του;
ΑΠ: Η απόσταση με φέρνει στην ουσία μου: / μοναξιά ή μονάδα
ΕΡ: Τι σκέφτεται και επιχειρεί να το αποδώσει / διασώσει σε ποίηση;
ΑΠ: Σκέφτομαι πως το τώρα έχει ήδη συμβεί / το πριν είναι μπροστά σου / και το μετά ήδη παρελθόν
ΕΡ: Δεν τον αποθαρρύνει η όλο και μεγαλύτερη αύξηση των ποιητικών συλλογών στην εποχή μας;
ΑΠ: Ξέρω τι πάει να πει να πολεμάς ιούς / σαν να’ σαι ο ίδιος ένας
ΕΡ: Τι συμπέρασμα βγάζει από την μέχρι τούδε πορεία του στη γραφή;
ΑΠ: όλα αρχίζουν τελικά με κάποιο στίγμα / Μ’ έναν λεκέ // Και τ’ αναγκαίο ολόγυρα κενό
Σχόλιο: Στο δεύτερο ποιητικό του βιβλίο ο Στέλιος Χουρμουζιάδης, ιδιωτικός χρονικογράφος και χαρτογράφος του προσωπικού του, απολύτως ελεγχόμενου χώρου, χρησιμοποιώντας τη μελανή του ύλη σκιαγραφεί ποιήματα – κατοικίδια συντροφιάς. Συχνά όμως συλλαμβάνει αιφνιδιαστικά στον αέρα και φωτεινά όντως όντα.
Παυλίνα Παμπούδη
Ημ/νία δημοσίευσης: 20 Οκτωβρίου 2025