Εκτύπωση του άρθρου

EMILIAN-IULIAN SUDE
 

Γεννήθηκε στις 6 Σεπτεμβρίου 1974 στο Βουκουρέστι – είναι Ρουμάνος πολίτης της εθνότητας των Ρομ. Ξεκίνησε με την ανθολογία ποίησης "Scărarul/ Ο Ιωάννης της Κλίμακος." (Εκδόσεις Grinta, 2014), με κριτικές παραπομπές από τη Nora Iuga. Δημοσίευσε επίσης την ανθολογία ποίησης Chiar Nu/Πραγματικά όχι (Eurostampa Publishing House) με κριτικές παραπομπές από τον Al. Cistelecan, Gabriel Nedelea, Nora Iuga, Ciprian Chirvasiu.

Έχει προσκληθεί σε πολυάριθμα φεστιβάλ και πολιτιστικές εκδηλώσεις που διοργανώνονται από τη Συνδέσμο Direcţia /Διεύθυνση 9. Έχει ποιήματα που δημοσιεύθηκαν στην Ανθολογία Moștenirea Văcăreștilor /"Κληρονομιά των Văcăreşti", 2013 (συλλογικός τόμος μετά από διαγωνισμό με το ίδιο όνομα) και σε αναγνωρισμένα πολιτιστικά περιοδικά. Κριτικές και αναφορές στα περιοδικά: Viaţa românească”, „Steaua”, „Contemporanul”, „Vatra”, „Mozaicul”. Συμμετείχε σε φεστιβάλ θρησκευτικής λογοτεχνίας στο Caraiman, που διοργάνωσε η εφημερίδα Lumina.

Το 2018 δημοσίευσε την ανθολογία ποίησης ,,Povești”/"Παραμύθια" μετά τη συμμετοχή του στο διαγωνισμό χειρογράφων που διοργάνωσε το Εθνικό Κέντρο Πολιτισμού των  Ρομά- Romano Kehr, σε συνεργασία με την Κυβέρνηση της Ρουμανίας.
 
EMILIAN-IULIAN SUDE
Este născut pe 6 septembrie 1974 în Bucureşti – cetățean român de etnie romă. A debutat cu volumul de poezie „Scărarul” (Editura Grinta, 2014), cu referinţe critice de Nora Iuga. A mai publicat volumul de poeme „Chiar Nu” (Editura Eurostampa) cu referinţe critice de Al. Cistelecan, Gabriel Nedelea, Nora Iuga, Ciprian Chirvasiu.
 
A fost invitat la numeroase festivaluri şi evenimente culturale organizate de Asociaţia Direcţia 9. Are poeme publicate în Antologia „Moștenirea Văcăreștilor”, 2013 (volum colectiv, în urma concursului cu acelaşi nume) şi în periodice culturale de prestigiu. Cronici şi referinţe în: „Viaţa românească”, „Steaua”, „Contemporanul”, „Vatra”, „Mozaicul”. A participat la festivalurile de literatură religioasă de la Caraiman, organizate de Ziarul Lumina.
 
În anul 2018 a publicat volumul de poezie ,,Povești” în urma participării la  concursulde manuscrise organizat de Centrul Național de Cultură al Romilor-Romano Kehr în colaborare cu Guvernul României.
 
 
Și încet încet au dat de capătul
luminii.
și au văzut că sursa
este începutul capătul luminii.
revenirea la înfățișare.
se minunau de puterea și dragostea
celor doi frați orbi. de apropierea
distanțată a lor. și mare minune
cum își schimbau forma și conținutul
în lucruri și viață. și câtă vedere
aveau cei doi frați orbi. erau doi
frați pentru că văzuseră cu mintea
lor doi frați angelici ținându-se de mâini.
uitaseră de întuneric. negau întunericul
până la uitarea afirmației de lumină si alungau frații vitregi
despărțindu-le până și asemănarea
cu lumina. se căutau și nu se găseau și mare
le era distanța în apropiere a fraților cu o
mulțime de ochi îmbrâncindu-se care nășteau vederea pură.

Και σιγά σιγά έφτασαν τα έσχατα του φωτός
και είδαν ότι η πηγή
είναι η αρχή τα έσχατα του φωτός.
Η επιστροφή στη θέαση.
θαύμαζαν τη δύναμη και την αγάπη
των δύο τυφλών αδελφών. το απομακρυσμένο
ταίριασμα τους. και μεγάλο θαύμα
πώς άλλαζαν τη μορφή και το περιεχόμενό τους
σε πράγματα και ζωή. και πόση θέαση
είχαν οι δύο τυφλοί αδελφοί. υπήρχαν δύο
αδελφοί επειδή είχαν δει με το νου τους
δύο αγγελικούς αδελφούς να κρατιούνται απ’ τα χέρια.
είχαν ξεχάσει το σκοτάδι. αρνιόταν το σκοτάδι
μέχρι να ξεχάσουν την επιβεβαίωση του φωτός και να εκδιώξουν τους ετεροθαλείς αδελφούς
χωρίζοντάς ακόμη και την ομοιότητα τους
με το φως. έψαχναν ο ένας τον άλλον και δεν τον έβρισκε και μεγάλη
ήταν η απόσταση στο ταίριασμα των αδελφών με ένα
πλήθος οφθαλμών να σπρώχνονται που γεννούσαν το καθαρό θέαμα..

La început lumile erau transparente.
și toate câte erau
treceau dintr-o lume în alta. și nu era măsură
a vieții și nici măsura rugăciunii nu era. era
o singură ființare și moartea nu avea niciun
lăcaș fizic. iar lumina o destăinuire continuă
printre lumi.
și din toate câte au fost. ginerele morții.
păcatul s-a instaurat ca un rege al neliniștii.
iar mândria a opacizat fiecare ființă și a
despărțit lumile. și multe granițe au fost puse.
și între ființare și între lumi. și piatră cu piatră
s-au văzut și om cu om. iar cele transparente
alese transparente nu au mai fost văzute.
de către lumile opace.

Αρχικά τα σύμπαντα ήταν διαφανή.
και όλα όσα υπήρχαν
περνούσαν από έναν κόσμο στον άλλο. και δεν υπήρχε μέτρο
της ζωής και ούτε μέτρο της προσευχής δεν υπήρχε. υπήρχε
μονάχα μια υπόσταση και ο θάνατος δεν είχε κανένα
φυσικό οίκο. και το φως μια συνεχή αποκάλυψη
ανάμεσα στα σύμπαντα .
και απ’ όλα όσα υπήρχαν. ο γαμπρός του θανάτου.
η αμαρτία καθιερώθηκε ως βασιλιάς ανησυχίας.
και η υπερηφάνεια επισκίασε κάθε ύπαρξη και
διαίρεσε τα σύμπαντα. και ορίστηκαν πολλά σύνορα.
και μεταξύ της ύπαρξης και μεταξύ των κόσμων. και πέτρα από πέτρα
ειδώθηκαν και άνθρωπο με άνθρωπο. και τα διαφανή
επιλεγμένα ως διαφανή δεν ήταν πια ορατά.
για τους αδιαφανείς κόσμους.

Pe fața albă de masă au fost puse.
tot felul de bunătăți au fost puse
ouă încondeiate, vin alb vin roșu.
şi multă friptură şi multă friptură. numai prietenii şi rudele
îndepărtate se lăsau așteptate, e goală masa . am mâncat,
am băut de unul singur. spre cinstea lui m-am, ospătat. ca doi
prieteni apropiați ne-am ospătat din bunătățile de pe fața albă
de masă. asta până când ne-am mâncat urechile şi nu mai
auzeam. ochii şi nu mai vedeam pe cine mâncam de pe fața
albă de masă. si timpul se rarefia nu știu cum in jurul nostru.
masa cu fața albă de masă crescuse până la cer şi înapoi
până la cer. la strânsul mesei nu mai știam care încotro. din
cei trei prieteni numai unul purta fața albă. fața albă de masă

Πάνω στο λευκό τραπεζομάντιλο στρώθηκαν.
όλα τα ειδών καλούδια στρώθηκαν
κόκκινα αυγά, λευκό κρασί κόκκινο κρασί.
και πολλές μπριζόλες και πολλές μπριζόλες. μόνο οι φίλοι και οι μακρινοί
συγγενείς άφηναν να τους περιμένουν, είναι άδειο το τραπέζι. έφαγα,
ήπια μοναχός μου. προς τιμήν του εδείπνησα. σαν δύο
στενοί φίλοι εδειπνήσαμεν από τα καλούδια στρωμένα στο λευκό κάλυμμα
τραπεζιού. τούτο, μέχρι που τρώγαμε τα αυτιά μας και πάψαμε να
ακούμε. τα μάτια μας  και δεν βλέπαμε ποιον τρώγαμε από το λευκό
τραπεζοκάλυμμα. και ο χρόνος αραίωνε δεν ξέρω πώς γύρω μας.
το τραπέζι με το λευκό κάλυμμα είχε μεγαλώσει μέχρι τον ουρανό και πίσω
μέχρι τον ουρανό. στο μάζεμα του τραπεζιού, δεν ήξερε ποιος με ποιο τρόπο. από
τους τρεις φίλους μόνο ένας φορούσε λευκό κάλυμμα. το λευκό τραπεζομάντιλο.
90
 

Ημ/νία δημοσίευσης: 6 Ιανουαρίου 2020