Εκτύπωση του άρθρου
 ΡΟΥΛΑ ΚΑΚΛΑΜΑΝΑΚΗ


Τα πουλιά
 
 
Όταν έρχονται τα πουλιά, βάζω τη μουσική που τους αρέσει.
Τα χέρια μου γεμίζουν με σπόρους και μυρμηγκάκια.
Πετάνε σιγά σιγά καταπάνω μου για έρωτα και για θάνατο.
Το άσπρα και τα μαύρα χρώματα υποχωρούν.
Πολύχρωμη φιγούρα σαν γαϊτανάκι παλιάς εποχής,
χορεύοντας, χάνομαι ανάμεσα στις φτερούγες τους.
Υπαναχωρώ από κάθε σύμβαση καθημερινής αγωνίας.
Μεταναστεύω μαζί τους παίρνοντας μόνο το χώμα που μου αναλογεί.
 
Ζυγιάζομαι στον αέρα και βρίσκω τον εαυτό μου να πατάει στο
χώμα.
Κάποιος με ρωτάει τι κάνω εκεί πάνω, κι άλλος μου λέει πως με
βρίσκει
πολύ καλά στην υγεία μου. Εγώ βεβαίως, γελάω. Πηδάω με
φιλαρέσκεια
ένα ποτάμι ή ένα βουνό και λικνίζομαι ανάμεσα σε δυο μικρά
σύννεφα
κι  έναν θαλασσινό βράχο.
Όλα καλά. Μου λείπει μόνο η μνήμη μέλλοντος, μια πετσέτα του
μπάνιου
και λίγα φρούτα καλοκαιρινά για την ώρα που δύει ο ήλιος.
Όσο κι αν θέλω ν’ αποφύγω τους πεθαμένους γονείς μου, η πείνα και
η δίψα
θα με φέρει κοντά τους. Θα τους γνωρίσω άραγε; Θα με γνωρίσουν
εκείνοι;
 
Καλύτερα να τους βρω ξαπλωμένους μαζί: τα μαλλιά τους μακριά
σεντόνια, και
τα χέρια τους άδεια να περιμένουν. Το άλλοτε μνήμη του τωρινού.
Ένα μέλλον απρόθυμο σε  υποχωρήσεις. Τα πουλιά του φθινοπώρου
μαζί μας για πάντα.
 
Ρούλα Κακλαμανάκη

Ημ/νία δημοσίευσης: 28 Σεπτεμβρίου 2008