Εκτύπωση του άρθρου

 

ΔΗΜΗΤΡΑ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ

 

τέσσερα ποιήματα

 

 

Η  ΣΥΓΚΛΗΤΟΣ

 « Ω, Κυβερνήτα! Εξοχότατε!
Παρ’ όλα αυτά, η γη κατοικείται!»

Με τα ρούχα του βρεγμένα
Προσέρχεται στη συνεδρίαση
Ο γηραιότερος των φαντασμάτων.
Και με τις μαργαρίτες του τάφου τους
Τον υποδέχονται οι συνωμότες.
 Ανάλαφροι  μες στο λιβάνι του φράκου τους
Σμίγουν τα φρύδια, κουνάνε το δάχτυλο
Φυλλομετρούν τη λεκιασμένη ατζέντα,
Σκάβουν με τη μακριά τους μύτη το λεκέ
Και εκπονούν τη στρατηγική του κάρβουνου.
«Αυτός ο κόσμος! Οι ολέθριοι ζώντες!
Η αθλιότητα των μικρών αναγκών!»

Τέλος ψηφίζεται κατ’ αρχήν και κατ’ άρθρον
( Πλην μέσα σε εκνευρισμό και αντεγκλήσεις )
Η ίδια εκείνη η καταρρακτώδης βροχή
Που δέρνει μέρες τώρα τα καντήλια.



ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Τρύπωσε  θυμωμένος στη γωνιά του
Της ημέρας ο κάματος:
Να έχεις επί ώρες εκθέσει
Ψυχή και σώμα στη δημοσιότητα,
Να έχεις διαφημίσει το πνεύμα σου
-Πλην, με  ελεγχόμενη  προθυμία
Για κάθε πιθανό συμβιβασμό-
Και να πετάς απλώς  τα παπούτσια σου
Προτού χωθείς στην πολυθρόνα…

Μια παλάμη σαρώνει τον αέρα
Με τον κόλαφο ενός πονοκέφαλου.
Τρέχουν με τα μποτάκια τους στον τοίχο
Τα τρένα από τις μυρμηγκοφωλιές.
Δεν θα σε πάρουν. Τι μεγάλος που είσαι,
Πλατύς και θλιβερός σαν πεταλούδα
Με μαύρα φτερωτά επιφωνήματα…
Είσαι ένα στόμα που βυζαίνει το δάχτυλο,
Ένα κακό μωρό κουκουλωμένο.
Ποιος να σε θέλει μες στο χιόνι
Εκτός από  το σουρωτήρι όπου κάθεσαι
Κι απ’ όπου τρέχουν και λεκιάζουν το χαλί
Τα εξαιρετικά σου προσόντα.


ΑΠΟΓΡΑΦΗ


Πού πάνε με τη λάμπα στο χέρι
Τόσοι άμαχοι και τόσοι βετεράνοι,
Τόσοι συνταξιούχοι νοσοκόμοι,
Τόσοι παλαίμαχοι υδραυλικοί;
Ακούστηκε πως κάπου στον  Άδη
Υπάρχουν νέες θέσεις εργασίας;
Πως όλη αυτή η σκόνη στα γένια τους
Θα κατακάτσει στο ψωμί;

Πού πάνε με λιωμένο σαγόνι
Οι ευφυείς και οι διπλωματούχοι;
Έπεσε σαν κομμένο κεφάλι
Το εθνικό τους νόμισμα;
Φάνηκε ο βιότοπος των υπογραφών;

Πού πάνε  με τις καρφιτσωμένες ταυτότητες
Οι φύλακες του Ναυτικού Μουσείου;
Τα ομοιώματα δρόμωνος; Τα παροπλισμένα;
Θα προσληφθεί προσωπικό;
Θ’  ανατεθούν στους  Αγγέλους;

Πού πάνε διπλωμένοι στα δυο
Σαν από δεινό στομαχόπονο
Οι στύλοι τηλεφώνου και ρεύματος;
Το κόκκινο παχύ απόγευμα
Κατεβαίνει στο χώμα;


ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ

Η γιγαντόσωμη καθαρίστρια στο μετρό
Με τα μπουκλάκια της μελαγχολίας,
Οι ρυθμικοί κυματισμοί επιβατών
Με την παράνοια της ομοιόμορφης σιωπής τους,
Οι ανακοινώσεις  της επόμενης στάσης
Μες στην καρδιά του ανεξερεύνητου σπηλαίου,
Μια χούφτα αλάτι κατευθείαν στα μάτια
Από την αφίσα  της Metropolitan  Opera,
Τίποτε τόσο αναγνωρίσιμο, τόσο οικείο
Όσο  τα οστά τα ξεπλυμένα απ’ την άνοιξη
Στο τέλος μιας μακράς πεζοπορίας. 

Δήμητρα Χριστοδούλου


Ημ/νία δημοσίευσης: 31 Ιανουαρίου 2012