ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΑΡΘΑΛΙΤΗΣ
ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ ΨΥΧΗ
Αν παραδοξολογούσαμε φιλοσοφικά, θα μπορούσαμε να ορίσουμε την αισθητική ως οντολογία της τέχνης. Τι είναι τέχνη, ποια είναι η υπόσταση, η βαθύτερη υφή του καλλιτεχνικού γεγονότος, πώς ορίζεται καθεμιά από τις επιμέρους τέχνες: αυτά είναι τα ερωτήματα που απασχολούν την αισθητική.
Ωστόσο, το καλλιτεχνικό γεγονός δεν είναι αυθυπόστατο, δεν ανήκει σε μια αυτόνομη πραγματικότητα. Υπάρχει μόνο σε συνάφεια με τον άνθρωπο που το προσλαμβάνει. Η αισθητική «οντολογία» πρέπει να συμπληρώνεται κι από μια αισθητική ψυχολογία.
Ας διαφοροποιήσουμε κατ’ αρχήν την ψυχολογία της αισθητικής ανταπόκρισης από την ψυχολογία της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Ο καλλιτέχνης δημιουργός συχνά περνά από την βασανιστική αγωνία στην θριαμβική έξαρση. Ωστόσο ένα είναι βέβαιο: κάθε δημιουργική ενασχόληση με τις τέχνες σφραγίζεται από έντονη ευφορία. Ευφορία συνοδεύει τη στιγμή της έμπνευσης, ευφορία φέρνει κάθε ευτυχής ανακάλυψη κατά τη διάρκεια της πορείας, κι ευφορία επιστέφει την νικητήρια αποπεράτωση.
Πώς αναγνωρίζει, λοιπόν, κανείς ότι έχει να κάνει με ένα έργο τέχνης άξιο του ονόματός του, πώς ανταποκρίνεται σ’ αυτό ή πώς επενεργεί το ίδιο το έργο μέσα στον άνθρωπο κι εγγράφεται στον ψυχικό του καθρέφτη; Όλοι διαθέτουμε ορισμένα πολύ λεπτά αισθητήρια, που, όταν δεν έχουν ατονήσει ή εκφυλιστεί κι όταν έχουν εκπαιδευτεί κατάλληλα, αντιλαμβάνονται την ομορφιά. Τα αυθεντικά καλλιτεχνικά έργα τα διεγείρουν, προκαλώντας μια ιδιαίτερη τέρψη: την αισθητική συγκίνηση. Χάρις σ’ αυτόν τον μηχανισμό- εν μέρει έμφυτο κι εν μέρει επίκτητο μέσα από μακρόχρονη άσκηση και καλλιέργεια- καταλαβαίνουμε τι είναι τέχνη με μια γνώση που δεν ανήκει στην έλλογη σφαίρα. Το κάλλος δεν είναι η αλήθεια, αλλά μας επιβάλλεται τόσο απόλυτα όσο η αλήθεια. Η φράση πως «η ομορφιά είναι υποκειμενική» είναι το συμπέρασμα μιας βλακώδους επαγωγής, όταν ο νους επεξεργάζεται λογικά το εμπειρικό δεδομένο πως οι άνθρωποι δεν ομονοούν στις καλλιτεχνικές τους συγκινήσεις και κρίσεις. Π.χ.: «στον Γιώργο αρέσει ο Ντοστογιέφσκι, στον Μιχάλη δεν αρέσει ο Ντοστογιέφσκι, στην Κατερίνα αρέσει ο Χατζιδάκις, στην Γεωργία δεν αρέσει ο Χατζιδάκις κτλ.. Λέγοντας Ντοστογιέφσκι και Χατζιδάκι δεν εννοούμε τους ίδιους αλλά τα καλλιτεχνήματά τους. Άρα η τέχνη είναι ζήτημα υποκειμενικού γούστου». Αυτό ακριβώς είναι το λάθος. Από τη στιγμή που προσπαθούμε να κρίνουμε και να αποτιμήσουμε λογικά την ομορφιά, έχουμε φύγει από την δική της επικράτεια. Μιλάμε για την τέχνη, ενώ ουσιαστικά την έχουμε καταργήσει, γιατί η τέχνη υφίσταται μόνο όταν ανταποκρινόμαστε σ’ αυτήν αισθητικά. Και στην περιοχή του αισθητικού το κάλλος είναι ο απόλυτος μονάρχης όπως η αλήθεια στην περιοχή του ορθού λόγου. Αν για μας ο Ερμής του Πραξιτέλη, ο Οιδίπους του Σοφοκλή, τα «Κατά Ματθαίον Πάθη» του Μπαχ ενσαρκώνουν την αιώνια ομορφιά, δεν μας απασχολεί η επίγνωση πως ενδεχομένως αυτά τα έργα δεν λένε τίποτε σ’ έναν κάφρο ή έναν κινέζο Μανδαρίνο.
Κι επειδή δεν είναι λογικής τάξεως, η αισθητική συγκίνηση δεν είναι περαιτέρω αναλύσιμη. Η σκέψη μπορεί να οριοθετήσει την περιοχή του αισθητικού, όχι όμως να εισχωρήσει σ’ αυτήν.
Η αισθητική συγκίνηση είναι η κοινή συνισταμένη της ψυχολογικής μας ανταπόκρισης σ’ όλες τις μορφές τέχνης. Ωστόσο διαφορετικές τέχνες προκαλούν διαφορετικές ψυχικές καταστάσεις (τις οποίες συνενώνει, ως κοινός παρονομαστής, η αισθητική συγκίνηση). Ας δούμε, υπ’ αυτό το πρίσμα, τις δύο πιο απομακρυσμένες τέχνες: τη μουσική και τη ζωγραφική.
Η μουσική γοητεύει μ’ ένα είδος μέθης, που έχει τη δύναμη να τροποποιεί την ψυχική μας κατάσταση. Ασκεί μια εθιστική επήρεια που μας οδηγεί πίσω, στην αρχική πηγή: αισθανόμαστε την ανάγκη να ακούσουμε ξανά και ξανά το μουσικό κομμάτι ή το τραγούδι που μας αρέσει. Σε κάθε νέα ακρόαση ξαναβρίσκουμε την αρχική μας συγκίνηση εμπλουτισμένη, ενώ, αντίθετα, στις διαδοχικές αναγνώσεις ενός μυθιστορήματος η ισχυρή, πρώτη εντύπωση εξασθενίζει κι εξατμίζεται. Στον ναό της μουσικής, όπως και στα όνειρα, ποτέ δεν μπαίνουμε ξανά από την πόρτα που βγήκαμε, γιατί αυτός ο ναός μεταμορφώνεται αέναα: η διάταξη των αιθουσών αλλάζει συνέχεια, ο πρόναος μεταβάλλεται σε σηκό, τα αετώματα γίνονται επιστύλια.
Μάταια, θα αναζητήσουμε από τη ζωγραφική ή τη γλυπτική μια τέτοια μέθη. Ένας πίνακας μπορεί να μας θαμπώσει, να μας εκπλήξει όπως και όσο καμιά μουσική σύνθεση, όχι όμως να αποσπάσει δάκρυα απ’ τα μάτια μας. Οι πλαστικές τέχνες κατακλύζουν την όρασή μας σαν ξαφνική λάμψη που πάγωσε. Ακούγοντας μουσική περνούν απ’ τον νου μας φευγαλέες εικόνες που όμως σβήνουν και τις διαδέχονται άλλες. Ο ζωγράφος κατορθώνει κάποτε να συλλάβει ένα απ’ αυτά τα εφήμερα, τα στιγμιαία οράματα, να το σαρκώσει και να το απαθανατίσει. Οι εικόνες των γλυπτών και των ζωγράφων εντυπώνονται στη συνείδηση βαθύτερα από οποιαδήποτε φυσική εικόνα, περισσότερο από τις φωτογραφικές ή κινηματογραφικές αναπαραστάσεις. Γιατί; Γιατί κάθε ζωγραφική δημιουργία όσο ρεαλιστική κι αν είναι, ενέχει ένα είδος αφαίρεσης. Μπροστά στην τρομερή πολυπλοκότητα του ορατού κόσμου, ο ζωγράφος επιλέγει μερικά μόνο στοιχεία του. Αυτή ουσιαστικά είναι η φύση της ίδιας της όρασης: όταν κοιτάζουμε κάτι, δεν μπορούμε να συλλάβουμε ταυτόχρονα τις απειράριθμες λεπτομέρειες που το συνέχουν. Το μάτι διαλέγει. Κι η ζωγραφική χαράζεται ανεξίτηλα στη μνήμη, γιατί ο νους αναγνωρίζει και οικειώνεται καλύτερα τα δικά του σχήματα.
Η ποίηση βρίσκεται, απ’ αυτή την άποψη, πιο κοντά στη μουσική: μας αιχμαλωτίζει με τη μαγεία της και μας ζητά να επιστρέψουμε κοντά της. Δέσμιος της γοητείας! Τέτοιος είναι ο πραγματικά μουσόληπτος. Αλλά οι λέξεις, με όλο το νόημα που τις φορτίζει και με τη συναισθηματική άλω που τις περιβάλλει, οριοθετούν- άλλοτε περισσότερο κι άλλοτε λιγότερο- τη συγκίνησή μας, δεν την αφήνουν να αναλυθεί σ’ ένα νεφέλωμα ακαθόριστων ψυχικών ιριδισμών- αν και επιδιώχθηκε κι αυτό από μια λυρική σχολή που προσπάθησε να μιμηθεί τη μουσική.
Όμως υπάρχει κι η εξής διαφορά: η συγκίνηση στην ποίηση προϋποθέτει την δική μας ενεργητική συμμετοχή. Δεν αρκεί να αφεθούμε στο θάμβος, όπως στη ζωγραφική, ή στη μέθη της ακρόασης, όπως η μουσική. Το ποίημα πρέπει να το ξαναχτίσουμε μέσα μας με την ανάγνωση ή -ακόμα καλύτερα- με την δυνατή απαγγελία. Καλός αναγνώστης είναι όποιος, τη στιγμή που διαβάζει, γίνεται ο ίδιος ποιητής.
Γιώργος Βαρθαλίτης
Ημ/νία δημοσίευσης: 17 Σεπτεμβρίου 2010
- FORUM
- RACHEL BLAU DU PLESSIS
- BLOOM, HAROLD
- RAMALHO, MARIA IRENE
- STEVENS, WALLACE
- ΑΓΓΕΛΑΚΗ-ΡΟΥΚ ΚΑΤΕΡΙΝΑ
- ΑΓΚΥΝΑΡΟΠΟΥΛΟΥ, ΧΡΥΣΟΥΛΑ
- ΑΓΡΑΦΙΩΤΗΣ, ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ
- ΑΘΗΝΑΚΗΣ, ΔΗΜΗΤΡΗΣ
- ΑΛΑΒΕΡΑ ΡΟΥΛΑ
- ΑΛΕΞΙΑΔΟΥ, ΘΕΟΔΟΥΛΗ
- ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΥ, ΜΑΙΡΗ
- ΑΜΑΝΑΤΙΔΗΣ ΒΑΣΙΛΗΣ
- ΑΜΠΑΤΖΟΠΟΥΛΟΥ, ΦΡΑΓΚΙΣΚΗ
- ΑΝΔΡΟΝΙΔΗΣ, ΣΙΜΟΣ
- ΑΝΤΙΟΧΟΥ, ΓΙΑΝΝΗΣ
- ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗ ΡΗΤΟΡΕΙΑ
- ΑΡΑΓΗΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ
- ΑΡΣΕΝΙΟΥ ΕΛΙΣΑΒΕΤ
- ΑΡΤΙΝΟΣ, ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ
- ΑΣΤΕΡΙΟΥ, ΧΡΗΣΤΟΣ
- ΑΦΕΝΤΟΥΛΙΔΟΥ, ΑΝΝΑ
- ΒΑΡΘΑΛΙΤΗΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ
- ΒΕΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
- ΒΕΝΤΟΥΡΑΣ, ΙΩΣΗΦ
- ΒΛΑΒΙΑΝΟΣ ΧΑΡΗΣ
- ΒΟΥΛΓΑΡΗ, ΣΟΦΙΑ
- ΒΟΥΛΓΑΡΗΣ, ΚΩΣΤΑΣ
- ΓΑΛΑΤΗΣ, ΤΑΣΟΣ
- ΓΕΩΡΓΟΥΣΗΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ
- ΓΙΑΝΝΙΣΗ, ΦΟΙΒΗ
- ΓΚΕΚΑ, ΕΣΜΕΡΑΛΔΑ
- ΓΚΟΛΙΤΣΗΣ, ΠΕΤΡΟΣ
- ΓΟΥΔΕΛΗΣ, ΤΑΣΟΣ
- ΓΡΙΒΑ, ΑΝΝΑ
- ΔΑΒΗΣ, ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
- ΔΑΝΑΣΣΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
- ΔΑΝΙΗΛ, ΑΝΘΟΥΛΑ
- ΔΕΛΗΒΟΡΙΑ ΓΙΑΝΝΑ
- ΔΕΝΔΡΙΝΟΣ, ΜΑΡΚΟΣ
- ΔΗΜΗΡΟΥΛΗΣ, ΔΗΜΗΤΡΗΣ
- ΔΗΜΗΤΡΟΥΛΙΑ, ΤΙΤΙΚΑ
- ΔΗΜΗΤΡΟΥΛΙΑ, ΤΙΤΙΚΑ
- ΔΗΜΟΥ, ΕΥΣΤΑΘΙΑ
- ΔΗΜΟΥΛΗ, ΑΓΓΕΛΙΚΗ
- ΔΟΥΑΤΖΗΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ
- ΔΟΥΚΑΣ, ΓΙΑΝΝΗΣ
- ΔΡΑΚΟΝΤΑΕΙΔΗΣ, ΦΙΛΙΠΠΟΣ
- ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ
- ΕΥΑΝΤΙΝΟΣ, ΝΙΚΟΛΑΣ
- ΕΥΘΥΜΙΑΔΗΣ, ΓΙΑΝΝΗΣ
- ΕΥΣΤΑΘΙΑΔΗΣ, ΓΙΑΝΝΗΣ
- ΖΕΡΒΑΣ ΓΙΑΝΝΗΣ
- ΖΗΡΑΣ, ΑΛΕΞΗΣ
- Η ΠΟΙΗΣΗ ΚΡΙΝΕΙ
- ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΥ, ΚΑΤΕΡΙΝΑ
- ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΕΟΥΣ, ΘΑΛΕΙΑ
- ΘΗΒΑΙΟΣ, ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
- ΘΗΛΥΚΟΥ, ΣΑΡΑ
- ΙΑΤΡΟΥ, ΜΑΡΙΑ
- ΙΒΑΝΟΒΙΤΣ, ΒΙΚΤΩΡ
- ΚΑΪΜΑΚΗ, ΦΩΤΕΙΝΗ
- ΚΑΝΔΗΛΑΠΤΗ, ΓΕΩΡΓΙΑ
- ΚΑΝΙΣΤΡΑ, ΠΟΛΥ
- ΚΑΠΟΝ, ΛΙΛΙΑΝ
- ΚΑΡΑΒΑΣΙΛΗΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ
- ΚΑΡΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, ΤΑΣΟΥΛΑ
- ΚΟΚΟΡΗ, ΜΑΡΙΑ
- ΚΟΛΑΪΤΗ, ΠΑΤΡΙΤΣΙΑ
- ΚΟΡΝΕΤΗ ΕΛΣΑ
- ΚΟΥΛΟΥΡΗ, ΜΑΡΙΑ
- ΚΟΥΜΟΥΤΣΗ, ΠΕΡΣΑ
- ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗΣ, ΚΩΣΤΑΣ
- ΚΡΕΜΜΥΔΑΣ, ΚΩΣΤΑΣ
- ΚΩΣΤΙΟΥ, ΚΑΤΕΡΙΝΑ
- ΚΩΤΟΥΛΑ, ΔΗΜΗΤΡΑ
- ΛΑΝΤΖΟΥ, ΑΓΓΕΛΙΚΗ
- ΛΕΚΑΚΗ, ΜΑΡΙΑ
- ΛΙΛΛΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
- ΛΥΜΠΕΡΗ ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ
- ΜΑΝΟΠΟΥΛΟΥ, ΕΥΗ
- ΜΑΝΟΥΚΑΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ
- ΜΑΡΔΑΣ, ΚΩΣΤΑΣ
- ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ
- ΜΑΤΣΟΥΚΑΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
- ΜΕΛΑΣ ΘΕΟΦΑΝΗΣ
- ΜΕΡΑΚΛΗΣ Μ.Γ
- ΜΗΤΡΑΣ ΜIΧΑΗΛ
- ΜΙΧΑΗΛ ΣΑΒΒΑΣ
- ΜΙΧΑΛΟΠΟΥΛΟΣ, ΧΑΡΙΛΑΟΣ
- ΜΠΕΛΕΖΙΝΗΣ, ΑΝΔΡΕΑΣ
- ΜΠΕΝΑΤΣΗΣ, ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ
- ΜΠΛΑΝΑΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
- ΜΠΟΥΡΑΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
- ΞΗΡΟΓΙΑΝΝΗ, ΑΣΗΜΙΝΑ
- Ο ΦΟΒΟΣ
- ΠΑΜΠΟΥΔΗ, ΠΑΥΛΙΝΑ
- ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, ΕΥΤΥΧΙΑ
- ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, ΚΩΣΤΑΣ
- ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, ΜΑΡΩ
- ΠΑΣΧΑΛΗΣ, ΣΤΡΑΤΗΣ
- ΠΕΡΙ ΠΟΙΗΤΙΚΗΣ
- ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΥ, ΑΣΠΑ
- ΠΟΙΗΣΗ ~ ΠΑΙΓΝΙΟ
- ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
- ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
- ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΜΝΗΜΗ
- ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
- ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ
- ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΧΡΟΝΟΣ
- ΠΟΛΕΝΑΚΗΣ ΣΤΑΜΑΤΗΣ
- ΠΟΤΑΜΙΑΝΟΥ, ΑΝΝΑ
- ΠΥΛΑΡΙΝΟΣ, ΘΕΟΔΟΣΗΣ
- ΡΑΠΤΗ, ΒΑΣΙΛΙΚΗ
- ΡΑΠΤΗΣ ΧΑΡΗΣ
- ΡΟΥΒΑΛΗΣ, ΒΑΣΙΛΗΣ
- ΡΟΥΒΑΛΗΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ
- ΡΟΥΜΕΛΙΩΤΑΚΗΣ, ΧΡΙΣΤΟΣ
- ΣΑΚΕΛΛΙΟΥ, ΛΙΑΝΑ
- ΣΑΡΑΚΗΣ, ΣΩΤΗΡΗΣ
- ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΣ
- ΣΙΩΤΗΣ ΝΤΙΝΟΣ
- ΣΚΑΡΤΣΗ, ΞΕΝΗ
- ΣΤΕΦΑΝΟΥ. ΛΥΝΤΙΑ
- ΣΧΟΙΝΑ, ΚΑΤΕΡΙΝΑ
- ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ
- ΤΟ ΑΡΡΗΤΟ ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ
- ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ, ΚΩΣΤΗΣ
- ΤΣΕΛΙΚΗΣ, ΠΕΡΙΚΛΗΣ
- ΤΣΟΥΠΡΟΥ, ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ
- ΦΡΑΓΚΙΑΔΙΑΚΗ, ΜΑΡΙΑ-ΕΛΕΝΗ
- ΦΩΤΕΙΝΙΑΣ, ΛΕΑΝΔΡΟΣ
- ΧΑΛΒΑΔΑΚΗ, ΒΑΣΩ
- ΧΑΝΤΖΗΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ
- ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, ΒΑΓΓΕΛΗΣ
- ΧΡΥΣΟΠΟΥΛΟΣ, ΧΡΗΣΤΟΣ
- «Θε μου τι μπλε ξοδεύεις για να μη σε βλέπουμε!»
- Για τα δεμένα χέρια σου σε λέω γυναίκα
- ΓΟΥΛΑΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ
- ΔΕΝΔΡΙΝΟΣ, ΜΑΡΚΟΣ
- ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΠΟΙΗΣΗ
- Είναι αυτό ποίηση;
- Η ΣΤΗΛΗ ΤΗΣ ΒΑΓΙΑΣ ΚΑΛΦΑ
- ΚΑΛΦΑ, ΒΑΓΙΑ
- ΚΑΛΦΑ. ΒΑΓΙΑ
- ΚΑΛΦΑ. ΒΑΓΙΑ
- ΚΟΚΟΡΗΣ, ΔΗΜΗΤΡΗΣ
- ΚΟΥΤΣΟΥΜΠΕΛΗ, ΧΛΟΗ
- ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΕΠΙΘΥΜΙΑ
- ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑ
- ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
- ΠΟΙΗΣΗ, ΜΥΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΨΕΜΑΤΑ
- ΠΟΙΗΣΗ, ΜΥΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΨΕΜΑΤΑ
- ΠΟΛΥΜΟΥ, ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ
- ΤΟΥΜΑΝΙΔΗΣ, ΧΡΗΣΤΟΣ
- ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΚΑΙ ΠΟΙΗΣΗ
- ΧΟΥΛΙΑΡΑΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ
- ΨΑΧΝΩ ΓΙΑ ΠΑΡΑΚΑΜΠΤΗΡΙΟ