Εκτύπωση του άρθρου

VIRGIL CARIANOPOL

Εισαγωγή- Μετφ. Angela Braciu

 

 

 

Virgil Carianopol (n. 29 martie 1908, Caracal – d. 6 aprilie 1984, București) a fost un poet român Din 1956 până în 1963 a făcut închisoare politică la Aiud și Periprava. Virgil Carianopol a fost condamnat pentru infracțiunea de uneltire contra ordinii sociale. 

A fost afiliat la un moment dat grupului avangardist de la „unu”, apoi s-a reprofilat după 1936 pe tradiționalism, iar versurile sale postbelice au fost fie etichetate oarecum „neoclasice”. În plus, a mai fost afiliat și imagismului, fie el din descendența lui Ilarie Voronca sau a lui Serghei Esenin.

Astfel, opera sa include versuri avangardiste (Un ocean, o frunte în exil), lirică neoclasică, tradiționalistă (Flori de spini, Elegii și elegii) și care exaltă sentimentul național (Ștergar Românesc), precum și memorialistică (Scriitori care au devenit amintiri)

Ο Virgil Carianopol (γ. 29 Μαρτίου 1908, Καρακάλ - π. 6 Απριλίου 1984, Βουκουρέστι) είναι Ρουμάνος ποιητής. Από το 1956 έως το 1963 ήταν φυλακισμένος στο Aiud και στην Periprava (φυλακές των πολιτικών κρατουμένων). Ο Virgil Carianopol καταδικάστηκε για το αδίκημα της συνωμοσίας κατά της κοινωνικής τάξης. 

Κάποια στιγμή συνδέθηκε με την πρωτοποριακή ομάδα " unu/ένα ", στη συνέχεια αναδιατύπωσε το παραδοσιακό στιλ μετά το 1936, και οι μεταπολεμικοί του στίχοι χαρακτηρίστηκαν κάπως "νεοκλασικοί". Επιπλέον, συνδέθηκε με τον εικονισμό, είτε από το στιλ της ποίησης του Ilarie Voronca είτε του Serghei Esenin.

Έτσι, το έργο του περιλαμβάνει στίχους avant-garde (Un ocean, o frunte în exil/Ένας ωκεανός, ένα μέτωπο στην εξορία), νεοκλασικούς, παραδοσιακούς στίχους (Flori de spini/Αγκάθινα λουλούδια, Elegii și elegii/Ελεγείες και ελεγείες) και που εξυψώνουν το εθνικό συναίσθημα (Ștergar Românesc/Ρουμανική Πετσέτα), καθώς και μνημονιακά (Scriitori care au devenit amintiri/Συγγραφείς που έχουν γίνει αναμνήσεις) 


Primăvara

Din somnul orb de noapte-ntunecoasă
De unde-au stat departe de frumos
Se reîntorc livezile acasă
În rochii înflorite până jos
E primăvară, iarăşi primăvară!
Pe fiecare margini de făgaş
Îşi scot strămoşii degetele-afară,
De ghiocei, de crini, de toporaşi
Se simte iarăşi mirosul câmpiei
Din nou aruncă soarele pojar
La cântecul înalt al ciocârliei
Ies roadele cu capetele-afar'
Aruncă ziua peste tot cu vrăbii
În codri cucii iară-au năvălit
Se bat cu gâtul păsările-n săbii
Şi glasurile-şi dau la ascuţit.


Άνοιξη

Από τον τυφλό ύπνο μιας νύχτας χωρίς φώτα
Εκεί που έμειναν μακριά από κάθε ομορφιά
Τα περιβόλια επιστρέφουν στα δικά τους σπίτια
Με λουλουδάτα μέχρι κάτω φορέματα 
Είναι άνοιξη, είναι και πάλι άνοιξη!
Σε κάθε άκρη, κάθε αυλακιά
Οι πρόγονοι βγάζουν τα δάχτυλά τους έξω από τη γη,
Σαν γάλανθους, κρίνα, βιολέτες 
Παντού μυρίζει το άρωμα του κάμπου
Ο ήλιος ρίχνει ξανά κάψα
Στο αγέρωχο τραγούδι του κορυδαλλού
Βγαίνουν οι σπόροι με το κεφάλι προς τα έξω 
Η μέρα σκορπίζει παντού σπουργίτια
Στο δάσος ξανά οι κούκοι εισβάλουν  
Τα πουλιά σταυρώνουν τα λαιμά τους σαν σπαθιά  
Και τις φωνές τους υψώνουν να τις ακονίζουν.

 


Ημ/νία δημοσίευσης: 14 Μαΐου 2022