Εκτύπωση του άρθρου

 



 

Λένε πως ένα φύλλο ραγίσει, αυτό που θα βρει κανείς είναι μονάχα τραγούδια. Σε τέτοια παράδοξα μέρη κατοικούν. Μικροί φεγγίτες, παράθυρα να σκύψεις να δεις τα περασμένα. Εκείνα που έγιναν και σε αφορούν σε ένα επίπεδο προσωπικό και τα άλλα που σε κεντρίζουν γιατί είναι μέρος του κόσμου που κουβαλάς. Λένε πως μες στους στίχους θα βρεις τις πεποιθήσεις και τα οράματα, τα προαισθήματα και τις διαθέσεις, τα παραμύθια και τις φαντασίες. Θα συναντήσεις την ομορφιά της ζωής και το αντίθετό της. Η ποίηση που σημαίνει μνήμη, που την ενσαρκώνεται και την κάνει δεύτερο δέρμα της, ένα σύμπαν δίχως προπλάσματα. Μια λαμπρή αφαίρεση της καρδιάς.

Λένε πως ένα φύλλο σπάσει εντός του θα αντικρίσεις το ποιητικό ειδύλλιο που ανθίζει πάντα πάνω από τις στάχτες της ανθρώπινης τραγωδίας. Στίχοι κλειδιά που ανοίγουν κόσμους, σύμβολα και χειρονομίες ενός κάποιου καιρού που μας κατοικούν, νησίδες κρεμαστές πάνω στα χείλη μας. Τραγούδια δημοτικά, ποίηση αφοσιωμένη στην μικρή ή την μεγάλη αιωνιότητα, στροφές που μας κατοικούν, μια ακόμη διάσταση στον τρόπο που εκτιμούμε αυτήν εδώ την πραγματικότητα και την αποτιμούμε. Φωνές περαστικές, λέξεις και ρίμες που συνδέουν στιγμές, υφαίνοντας ατμόσφαιρες με το παλιό ροδάνι.

Και εμείς που μελαβαίνουμε την ποίηση, που θα πει βρίσκω το μονοπάτι της μνήμης και του ονείρου, πλέω σε θάλασσες σβησμένες από χάρτες, ακατόρθωτες για τις πυξίδες. Μνήμη, σκιές από το κουρασμένο και ένδοξο μπαλέτο αυτής εδώ της ανθρωπότητας. Μια χούφτα νοσταλγία στα μάτια, αυτό είναι τα ποιήματα. Όσα φυλάξαμε κάποτε για την ώρα της μεγάλης ανάγκης, αυτό και τίποτε. Το πιο μνημειώδες κομμάτι μας, το γλυκό και άγριο χώμα που μας συνθέτει, ο ψίθυρος της νύχτας που μας δανείζει τα λόγια για να θυμηθούμε και να αγαπήσουμε ξανά όσα διαθέτουν πια την ηλικία του Θεού. Η ποίηση που μας συνδέει με το παρελθόν, η ποίηση ως εκούσια προσφορά στην ανθρώπινη συνείδηση και πάλι ως αποχαιρετισμός και νεύμα αχνό. Αν δεν ήταν τα ποιήματα και τα τραγούδια όλα θα παρέμεναν αμετάδοτα και χαρτονένια. Ακόμη και η μνήμη.

Οι πρόγονοι που αφήνουν λέξεις στην ράχη του βουνού, όλη αυτή η ταμιευμένη σιωπή από τις ανθρωπότητες που πέρασαν, αυτό το δίχως επανάληψη επίκεντρο της ψυχής που μετατοπίζεται και που πονά, το πνεύμα ενός κόσμου που ξαναζεί πιο ζωντανό από ποτέ, χθόνιο και απέραντο, έξω από κάθε υπαινιγμό. Αυτό είναι η ποίηση, μια μνήμη γραμμένη με την αλήτικη αγιότητα που χρειάζεται για να πει κανείς το πώς και το γιατί των ανθρώπων που συντρίφτηκαν, των λαών που αποδεκατίστηκαν, των ηρώων που συνάντησαν την πικρή του δόξα.

Στις δοκιμές του πρόωρα χαμένου και αναντικατάστατου Κωστή Παπαγιώργη, το λέει καθαρά. Με τα χείλη που έχω με αυτά τα χείλη φιλώ. Τέτοια χείλη είναι τα ποιήματα και εμείς που κοινωνούμε, σαν να ξεδιψάμε και σαν να θυμόμαστε.

Απόστολος Θηβαίος

 


Ημ/νία δημοσίευσης: 17 Ιανουαρίου 2022