Εκτύπωση του άρθρου

Ωσεί Παιάν

Μέσα στης λύσσας την κραιπάλη
(Εμείς αλλάξαμε ή οι άλλοι;)
Πολύκλαδη γενηά του όφι
τον πάτο έκανε οροφή.

Τσανακογλύφτες ξεκουδουνιασμένοι
Τόσοι πολλοί-μα τόσο μόνοι.-
Φωτιά το αίμα μου μουστώνει
στη νύχτα (η νύχτα με πλαταίνει.)

Μες στου μυαλού μου τις κουφάλες
φωλιάσανε τ' αγριομελίσσια.
Μούστος-σαν του λαγού το αίμα-
κυλάει στις φλέβες μας το ψέμμα.

Ακτίς Αελίου, Μάτερ ομμάτων
φρίξον-Μα χάραξε! Επιτέλους!-
Στα σάπια βρύα αυτού του έλους
βρέξε την δρόσο των θαυμάτων.

Ολόστιλπνοι όταν γεννηθούμε
(κι ας ήπιαμε χολή και ινάτι)
στο νου, στο χέρι και στο μάτι
μ' ολίγο φως σου να βρεθούμε.

 

Δημήτρης Κοσμόπουλος
Από την ανέκδοτη ποιητική συλλογή του
"CHRONICUS MINUS"


Ημ/νία δημοσίευσης: 29 Μαρτίου 2006