Εκτύπωση του άρθρου

 

Κανένα χρέος δεν του αναλογεί.
Κανέναν όρκο δεν παραβιάζει.

Του ανήκουν η στιγμή και η ταπείνωση
το τέρας που τρομάζει τα βράδια των παιδιών
και ο εσπερινός της Αποκαθήλωσης.
Τα αδέσποτα στα καταφύγια των ποιημάτων
και το κρησφύγετο της ηχούς
στα οστά και στους ίσκιους.
Η γυμνή ήττα
και ο ήλιος που δύει.
Τα άχρηστα υλικά και τα σβησμένα ίχνη
οι φλούδες των πορτοκαλιών
κι ο χαλινός του φόβου.
Το αντίθετο της ύπαρξης
κι η επανάληψη των διλημμάτων.
Η κάφτρα που αργοκαίει
σε χείλη απροσάρμοστων
κι η χιονοθύελλα των λυπημένων.
Το άτρωτο σφάγιο και ο στέφανος ελιάς.

Ανάγνωση δεν ξέρει.
Μόνο γραφή και ακοή
σε βουητά ανάκουστα εκτεθειμένη.
Ένα υψωμένο δάχτυλο ρωτά
σαν να μην ξέρει.
Μα ξέρει.
Και για τον τάφο και για τον γρανίτη
και για το ατέλειωτο του απέραντου
σαν Ζάλογγο που συνεχίζει στον αέρα τον χορό
μα δεν κατακρημνίζεται. 
Και τον Γουίτμαν έχει ακούσει να γελά
με αυτό που λέμε διάλυση
αφού το άχρονο επεκτεινόμενο διαρκώς
ορίζει μια διάρκεια
που διαρκεί και αναπαύει
και όλο διαρκεί
όχι σαν μέλλουσα ζωή
μα σαν αγάπη.

 

© Poeticanet 


Ημ/νία δημοσίευσης: 20 Απριλίου 2025