Εκτύπωση του άρθρου

 Γράφει η ​Παρασκευή Κοψιδά-Βρεττού

 

 

 

Γιώργος Βέης, Καταυλισμός (εκδ. Ύψιλον/βιβλία, 2023

Του ποιητή το πρόσωπο το αναγνωρίζεις από τις λέξεις του. Μια περιουσία ιδιωτική η ύλη της κάθε λέξης του, κι ας μοιάζουν δανεισμένες από την ίδια γλωσσική κληρονομιά. Ο κάθε ποιητής κατέχει το δικό του ανθολόγιο, κόσμους ολόκληρους ηλεκτρισμένους από δόσεις αισθημάτων και ονείρων, που ίπτανται πάνω από το κοινό, καθηλωμένο στη μονοδιάστατη όραση των «απτών πραγμάτων», βλέμμα. Θα αναγνώριζα τον Γιώργο Βέη, από έναν μονάχα στίχο του, από μια του ανυπόγραφη λέξη, από το κύτταρο ενός δέντρου στο δάσος, από το ξάφνιασμα που φέρει «το απρόβλεπτο ελάφι με τα μεγάλα, υπέροχα ελληνικά του» (σ. 46).

Πριν από κάποιες βδομάδες δέχτηκα την τιμητική του δωρεά. Την τελευταία-15η, αν έχουν στην ποίηση κάποιο νόημα τα μετρήματα - ποιητική του συλλογή, με τη μονολεκτική εικόνα του απέριττου, αλλά σπαρταριστού από σύμπλοκα κόσμων και πολιτισμών, τίτλου του:  Καταυλισμός. Δηλαδή προσωρινότητα. Αβεβαιότητα, ρευστή εμπειρία ζωής. Στέγη στο ύπαιθρο. Κατοίκηση απροσδιόριστου χρόνου, η μοναδική «μονιμότητα»-η αστάθεια. Εικονοποιία εξωτισμού αλλά και δραματικής αστεγίας, σπάραγμα ιστορίας και πρόσωπο πολιτισμού. Από τον καταυλισμό των τσιγγάνων, στους επώδυνους καταυλισμούς των προσφύγων, και στους ειρηνικούς καταυλισμούς των τσοπάνηδων στα βουνά, και μέχρι τις θαυμαστές αποικίες των μεταναστευτικών μυρμηγκιών-η οντολογία της ρευστότητας.

Όλα συμβαίνουν στον Καταυλισμό του Γιώργου Βέη. Παλλόμενοι βιότοποι, φερτοί στους στίχους του από ποικιλίες πολιτισμών και αλληγορίες ονείρων, που φύονται άτακτα και ανυπότακτα στον δικό του ελεύθερο, ποιητικό καταυλισμό. Γιατί ο πρώτος-αρχέτυπος πλάνης- είναι ο ποιητής. Και κινητή περιουσία-το βιος του, οι λέξεις και τα σημαινόμενά τους.

Με εισιτήριο ελευθέρας ο Γιώργος Βέης, μπαινοβγαίνει στην ακατάστατη γεωγραφία της ζωής-και της δικής του-, συναγωγός έμψυχης ύλης, που συγκροτεί το ηχόχρωμα της πολλά λαλούσης ποιητικής του «συμπαντικής». Χρόνων πολλών επαγγελματικής και ποιητικής ξενιτιάς ρέει στις φλέβες του, άπατρις ταυτόχρονα και πολύπατρις, αφού από χώμα, νερό και αέρα χτίζει τη φωνή του και τη μεταμορφώνει σε ύλη και πνεύμα πουλιών, δέντρων, ανέμων, ουρανών, σύννεφων, θαλασσών, φυλών-πλουτοπαραγωγική χλωρίδα και πανίδα στις διασταυρώσεις ενός εντροπικού χάρτη με άπειρους πολύπλαγκτους σταθμούς: οι χωροχρόνοι του επαναπατρισμού του: η θερισμένη στην ώρα της σίκαλη/το άγριο καναβούρι/μια βελανιδιά στην άκρη του θέρους/ή μήπως από μουσική όλα/ένα νεκρομαντείο στη στροφή δεξιά/η γερακίνα έτοιμη να σ’αρπάξει για τα καλά/ενώ το πορφυρό κοχύλι, ο ορίζοντας/ανοίγει δύο από τα μυστικά του…/Ένα ζευγάρι πέρδικες/από την πατρίδα των αναμνήσεων/κοντοστέκονται, δείχνουν αμέσως ουρανό/όλες οι σημασίες βέβαια στ’αγκάθια/στ’αγριόχορτα οι αλήθειες  (Επαναπατρισμός, σ. 11).

Σ’αυτή τη θαυμαστή βιοποικιλότητα ανακαλύπτει την πατρίδα των αναμνήσεων-την πατρίδα του, τις αλήθειες. Κι επιστρέφει. Για να βρει ξανά τη μνήμη της αθανασίας (σ. 12), τα πέλματα του ουσιοπάτορα (σ. 13), τη βεβαιότητα των δασών (σ. 14), τις λέξεις του-μια χούφτα σησαμόσπορους (σ.15), την υπαρξιακή καρποφορία της λωτιάς (σ. 16), τον γλυπτό αισθησιασμό του έρωτα (σ. 17), το βλέμμα της συντροφικότητας (σ. 18), τον ποιμένα του άδολου (σ. 19), την ανεμότρατα με το φορτίο των λέξεών της -ασφάλεια του ποιητή (σ. 77), τη σαρκοφάγο του φιλόλογου, που οι μαθητές του αρρώστια λόγιαζαν το περιέχον της, τα μαθήματα του θαλασσοβάτη (σ.43). Τη σκληρότητα του ντάκου (σ. 40-41), την αλληγορία της δίαιτας (σ. 42), το άφθονο φτηνό σατέ στους δρόμους της Ιάβας-τα ελληνικά της Αθήνας του μέσα στο πάρκο (σ.46). Και πόσα άλλα, ξεφυλλίζοντας τις σελίδες της χλωρής γης των αναμνήσεων, που επαναπατρίζονται στο αλλότριο παρόν. Όλες του οι αισθήσεις-όραση, ακοή, αφή, γεύση, όσφρηση-συνάγονται στην ψυχή του και μεταμορφώνουν τη βιολογία τους σε άυλα ψυχικά συμβάντα, που δεν κατονομάζονται-πουθενά δεν υπάρχουν οι λέξεις οι δηλωτικές των συναισθημάτων-αλλά εμποτίζουν τα άψυχα και τα έμψυχα εσώψυχα του κόσμου του. Και μεταγγίζονται με την οδηγητική προθετικότητα του δημιουργού τους ποιητή στου αποδέκτη την ψυχή.

Επαναπατρισμός: νόστος, αναζήτηση, όνειρο, προσδοκία, ιδανικό. Αλλά από πού; Από την Ιάβα (σ. 62) και τη Βοστώνη (σ.58), το Βερολίνο (σ.60) και τη Μπατάβια (σ.65), το Ντενπασάρ (σ. 66) και το Ανατολικό Τιμόρ (σ. 69), τη Σπηλιά του Ελέφαντα στο Μπαλί και τη Νέα Νότια Ουαλία…

Και για πού; Για την αίγλη του Κιθαιρώνα (σ. 56) και τον απόκληρο ουρανό της Ελευσίνας, στην αιθάλη του Υμηττού και στο καφενείο του Κρυστάλλη για να κατασταλάξει-εκεί στον τελευταίο σταθμό που ο καταυλισμός ωριμάζει και γίνεται ενδιαίτημα και εγκατοίκηση και ο πλάνης άνθρωπος ακούει τη φωνή του και δεν αντι-στέκεται (Να, εδώ, μόνον εδώ, σ. 83).

Αμετανόητος «πρέσβης» της πατρίδας ο Γιώργος Βέης και νοσταλγός της αλλά και ρομαντικός εθνογράφος εξωτικών «επαγγελματικών» πατρίδων και λαών, σε τόσες παραλλαγές όσες στις σελίδες του Friedrich  Schlegel. «Το ρομαντικό είναι εκείνο που απεικονίζει με φανταστική μορφή κάποιο στοιχείο συγκίνησης». Πυκνώνοντας τους ορισμούς του ο  Schlegel, θα συνθέσει τους δύο βασικούς χαρακτήρες-τη φαντασία και τη συγκίνηση- του ρομαντισμού, της ποίησης ειδικότερα. Φαντασία και συγκίνηση είναι και  στοιχεία στοιχεία σύνθεσης της ποιητικής του Βέη: του ανθρώπου με τη φύση, της μιας και μοναδικής πατρίδας του με τους “καταυλισμούς” άλλων ετερογενών του πατρίδων, που όλες μαζί συναρμόζουν το μωσαϊκό της αυτόχθονος εμπειρίας της νοσταλγίας του: όσων υπήρξαν, όσων υπάρχουν και κείνων που οριστικά έχουν χαθεί, αλλά και όσων γνέφουν πως «η μνήμη σημαίνει υπεροχή του φωτός» (Με τον αμπελοσαλίγκαρο, σ.27-28). Εδώ ξαναζεί το δέντρο, ο έρωτας, η Μάτση (σ.335-36), ο Κρυστάλλης (σ. 73-74), ο Χόρχε Λουΐς Μπόρχες (σ.56-57), το χάι-κου του Ίσσα (σ.34), ο Άστεγος (σ.47), η Ιμπουέκα (62), η ποίηση (σ. 15, 77), η ποίηση του φολκλόρ-το πανηγύρι της λαογραφίας (σ.66, 40-41, 76-77), η ποίηση των λαϊκών μύθων. Και της ιστορίας η ποίηση. Η  Επανάσταση του ’21 (σ. 25), Η Μικρασία (σ.20),  Ο Πόλεμος του ‘40 (σ.21). «Ενδέχεται, η εμπειρία της Ιστορίας να είναι ένα ακόμα παιχνίδι της Ποίησης», θα γράψει προσφυώς στο κείμενό του Ποίηση και   Ιστορία ο Γιώργος Βέης. (Για την ποιητική γραφή, εκδ. ύψιλον/βιβλία, 2021, σ. 62-68).

Οι κόσμοι του Βέη, αν και ιπτάμενοι πάνω από την επιφανειακή τους εικόνα, εντούτοις δεν ανάγονται σε μιαν υπερβατική πραγματικότητα. Θα το δηλώσει και ο ίδιος στην Ποιητική προοπτική (Για την ποιητική γραφή, ό.π., σ. 11): «Αναμφίβολα, η ποίηση θα εξακολουθήσει να λειτουργεί παλίντροπα: από τη μία, θα την έλκει και θα την ελκύει ο πόλος του πραγματικού και ό,τι αυτό μπορεί ενδεχομένως να σημαίνει, και από την άλλη, θα τη διεγείρει το φαντασιακό με όλη τη δυναμική του. Έτσι, μεταπλασμένοι από το “διαμορφωτικό πνεύμα της Φαντασίας” οι κόσμοι του ποιητή-κατά τον Coleridge-, παραμένουν στη γήινη ομορφιά και στη φυσική τους αλήθεια. «Τα όντα θέλουν βλέμμα/κι εμείς σπανίως έχουμε κάτι τις», θα μας θυμίσει την Ντόρις Λέσινγκ με στίχους του στον Ποιμένα του άδολου (σ. 19) ο Βέης.  Να τα προσέχει, να τα παρατηρεί τα “όντα”ο ποιητής, να τα σκέπει με τις λέξεις και τις εικόνες του και να τα προσφέρει με την πιο εξευγενισμένη, επίμονη ματιά του στον «τυφλό» ή βιαστικό πάντα άνθρωπο. Ένα δικαίωμα και μια υπόθεση ελευθερίας η διασφάλιση της ποιητικής διάστασης του κόσμου.

Με τον Καταυλισμό του -αυτό το κινούμενο δάσος όντων που δεν ιεραρχούνται με τις νόρμες των ανθρώπινων καταστατικών διευθετήσεων, ούτε με τη γεωγραφία της παρουσίας τους, αλλά μένουν αδιαβάθμητα στις κλίμακες της ποιητικά μεταπλασμένης ύπαρξής τους-, ο Γιώργος Βέης κατασκευάζει την απόδραση στο όνειρο για τον στερημένο από όνειρα άνθρωπο. Και αναταράσσει τη συνείδησή του με το περιεχόμενο μιας συσσωρευμένης ομορφιάς υπάρξεων και συναισθημάτων, στα οποία ο ποιητής  μεταλαμβάνει και ταυτόχρονα τα προσφέρει να βιωθούν από τον καθένα ως κοινή ανθρώπινη εμπειρία μνήμης, ανοίγοντάς του το δρόμο για το πώς να γυρίσει πάλι στο ίδιο το όνειρό του- στην πιο γνήσια, την πιο αληθινή του πατρίδα…

 


ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ ΚΟΨΙΔΑ-ΒΡΕΤΤΟΥ

Γεννήθηκε στη Λευκάδα. Σπούδασε φιλολογία ως υπότροφος του Ι.Κ.Υ. Το 1994
αναγορεύτηκε διδάκτωρ Φιλολογίας (Πανεπιστήμιο Αθηνών), με βαθμό άριστα.

Δίδαξε στη δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια εκπαίδευση. Από το 2003 υπηρέτησε
ως Σύμβουλος Φιλολόγων. Έχει δημοσιεύσει μελέτες, δοκίμια, κριτικές βιβλίου,
ποίηση -(έξι ποιητικές συλλογές)-, για την οποία έχει αποσπάσει πολλά βραβεία και διακρίσεις. Συνεργάζεται με φιλολογικά περιοδικά (έντυπα και ηλεκτρονικά) και εφημερίδες. Είναι μέλος επιστημονικών και λογοτεχνικών φορέων και Πρόεδρος του Συνδέσμου Φιλολόγων Λευκάδας, με τον οποίο από το 2015 έχει θεσμοθετήσει και πραγματοποιεί σε ετήσια βάση τον Πανελλήνιο Ποιητικό Διαγωνισμό «Άγγελος Σικελιανός» στη Λευκάδα.

 

Στοιχεία επικοινωνίας

Ταχ. Διεύθυνση: Ξενοφώντα Γρηγόρη 151- T.K. 311 00 Λευκάδα

Τηλ. 26450-22714

Κινητό: 697 55 800 45 και 697 90 82 014

Ηλεκτρ. Ταχυδρομείο: kopsidav@yahoo.gr


Ημ/νία δημοσίευσης: 24 Οκτωβρίου 2023