Εκτύπωση του άρθρου

Στάθης Κουτσούνης, Στιγμιότυπα του σώματος

(εκδ. Μεταίχμιο 2014, σελ. 43)


 Γράφει η: Πόλυ Μαμακάκη


«Η ευχαρίστηση είναι στιγμιαία, η στάση γελοία
και τα έξοδα απαράδεκτα.»

Λόρδος Τσέστερφηλντ

 

Η έκτη ποιητική συλλογή του Στάθη Κουτσούνη Στιγμιότυπα του σώματος συλλέγει ακαριαία αποσπάσματα της ύλης καθώς αυτή κατακερματίζεται στο στιγμιαίο του χρόνου. Το κλάσμα του παρόντος συλλαμβάνεται άλλοτε περιπαιχτικά άλλοτε με εμφανή μεταφυσική ανησυχία. Οι τέσσερις εποχές απαριθμούνται καταγράφοντας την εξαντλητική κακοκαιρία του χειμώνα, το ελπιδοφόρο νεύμα της άνοιξης, την προσδοκία για ατέλειωτη διάρκεια του καλοκαιριού, τον μελαγχολικό ρεαλισμό του φθινοπώρου. Οι αριθμητικές πράξεις τόσο της προσθετικής σύνθεσης όσο και της αφαιρετικής διάσπασης επεμβαίνουν δραστικά στη ροή της συμβατικής χρονικότητας. Είτε μέσω του τελικού αθροίσματος είτε μέσω του μηδενικού υπολοίπου οδηγούν απαρέγκλιτα στο πεπερασμένο του πολύτιμου βίου. Η έννοια της κατάτμησης των στιγμών και της ουτοπικής διάρκειας μέσα στο ερεβώδες της κοσμικής συνέχειας έχει απασχολήσει τον Κουτσούνη και στην προγενέστερη συλλογή του Η τρομοκρατία της ομορφιάς, όπου και πάλι η υλική διάσταση των πραγμάτων αξιολογείται ως παροδική και γι’ αυτό άξια καταγραφής και ποιητικής απεικόνισης, υπό τον φόβο πάντοτε της ελλιπούς βίωσης του απροσπέλαστου στην ολότητά του παρόντος. Σήμερα επανέρχεται υπό ένα καθολικότερο πρίσμα που τείνει και σε απολογισμό της ύπαρξης για τα όσα της αναλογούν στην εκάστοτε σαρκική της πορεία.

Ο παιγνιώδης λόγος και η λιτότητα των εκφραστικών δομών στην ποίηση του Στάθη Κουτσούνη αποδίδει εύληπτο, δραστικό και αυτούσιο νόημα, κάτι που δηλώνει και τη διαύγεια του εν γένει ανθρωποκεντρικού του προβληματισμού. Ανατρέχοντας δε στον Πλωτίνο και τη φιλοσοφική σκέψη τού νέο-πλατωνισμού θα ελέγχαμε τη μορφική υπόσταση της ύλης όχι μόνο ως, ταυτόσημη με τη φθορά, πηγή παθών αλλά πρωτίστως σε συνδυασμό με τη μεταφυσική βαρύτητα του Ενός, του Νου, της Ψυχής, εννοιών που τείνουν δηλαδή στο ζητούμενο όλον. Η φυσική ωραιότητα νοείται ως ατελέστερη όλων για τους αρχαίους προγόνους μας, εξελισσόμενη προς τη νοητική που αρμόζει στο ύψιστο Αγαθόν. Ψυχική κάθαρση και ηθική τελείωση κατακτώνται με τη σειρά τους ως παρεπόμενα της δια της γνώσης αναζητούμενης αλήθειας. Η ρήση του Μάρκου Αυρήλιου, άλλωστε, στην προμετωπίδα της παρούσας ποιητικής συλλογής ανακαλεί και τη στωική διδασκαλεία περί της ευδαιμονίας ως υπέρτατου αγαθού, άλλως εδραίωσης του βίου επί των αρετών της φρόνησης, της ανδρείας, της δικαιοσύνης, της σωφροσύνης, της μεγαλοψυχίας, της εγκράτειας, της καρτερίας, της ορθής βούλησης, της οξύνοιας, της ικανότητας λήψης ορθών και εύστοχων αποφάσεων. Όμως δεν είναι οι ελλείπουσες αυτές  αρετές που αρνητικά, ήτοι δια της απουσίας τους, εκφυλίζουν και κατατρώγουν όσο ποτέ σήμερα τον πολυπαθή εκ φύσεως άνθρωπο;

Βεβαίως το σώμα ως ταυτόσημο με το παρόν αγωνιά να καταλάβει τον δικό του χώρο. Του ανήκει αυτός δικαιωματικά. Η προσωπική έκφραση ενός ατομικού ή συλλογικού εγώ συνιστά την άνευ όρων δικαίωσή του μέσα στο χρόνο. Μήπως και το πάθος του ποιητή να απαθανατίσει στο χαρτί τη βασιμότητα και αμηχανία της ποιητικής του πρόσληψης δεν είναι μια ενδόμυχη αγωνία θανάτου; Αλλά και ο κόσμος ως σώμα τελεί υπό τη διαρκή διαλυτική αίρεση του εκάστοτε υπαρκτού. Όπως το πρωτογενές σεξουαλικό ορμέμφυτο διαμορφώνει στην εξέλιξή του έλλογη οντότητα και πολιτισμικό εαυτόν, έτσι και τα αλυσιτελή, ανούσια και φαιδρά ενδεχομένως ανθρώπινα στιγμιότυπα δεν παύουν να συνθέτουν ολότητα ιστορίας. Το μεμονωμένο σώμα δεν θα παύσει ποτέ να διεκδικεί τελολογική υπόσταση: «αν δεν ήμουν / δεν θα ήσουν», «δίχως εμένα είσαι ανάπηρος / με κομμένα πόδια / ένα κλάσμα χωρίς παρονομαστή», «ποιος λοιπόν θ’ αφανιστεί / εγώ / ή / εσύ». Πρόκειται για τα επιγραμματικά αποστάγματα με τα οποία μας αφήνει να πορευθούμε, εν κατακλείδι, η νέα ποιητική συλλογή του Στάθη Κουτσούνη σε μια ρητορική διατύπωση και αναδιατύπωση ασίγαστων τεκμηρίων και κλασμάτων σθένους με διαχρονική ισχύ.

                                                                                                                                        Πόλυ Μαμακάκη


Ημ/νία δημοσίευσης: 24 Δεκεμβρίου 2014