Εκτύπωση του άρθρου
 
ΕΙΣ ΕΑΥΤΟΝ
 
Το τωρινό μας θέμα είναι το στιγμιότυπο στην ποίηση. Μα, η Ποίηση ήταν ανέκαθεν στιγμιότυπο…
 «Τούτον το ακαριαίον», αυτό δεν είναι; 
Τούτο το φτερωτό που, καμιά φορά συλλαμβάνεται ξαφνικά σ’ ένα στίχο, ακινητοποιείται και μένει ποζάροντας ζωντανό ή ταριχευμένο για την (όποια) αιωνιότητα;
Ο ποιητής έχει πρισματική όραση: όπως τα μύρια ομματίδια του οφθαλμού της μύγας, έτσι κι εκείνος αντιλαμβάνεται θραύσματα της εικόνας του εξωτερικού αλλά και του εσωτερικού κόσμου του και τα συναρμόζει σε ένα ενσταντανέ. Είχα γράψει παλιότερα: Το ποίημα απαρτίζεται από λέξεις που η σειρά και η συναρμογή τους –η σύνταξη– είναι μη αναμενόμενη ή έστω ελαφρά διαφορετική από τον καθημερινό λόγο ή και από το λόγο της πεζογραφίας. Αυτό και μόνο, αμέσως αμέσως, δίνει την αίσθηση μιας άλλης οπτικής, ενός «κουνημένου» ή διπλοτραβηγμένου ενσταντανέ.
Ας μην ξεχνάμε και το του Οδυσσέα Ελύτη: «Ό, τι σώσεις μες στην αστραπή / καθαρό στον αιώνα θα διαρκέσει.» (Δεν είναι σαν να αναφέρεται κι εκείνος  σε ενσταντανέ –με φλας;;;)
 
Στην Στήλη Άλατος που ακολουθεί εντοπίζουμε αρκετά στιγμιότυπα στην Ποίηση από αυτά που ευελπιστούν να διαρκέσουν - έστω και ως μετεικάσματα της αστραπής.
 
ΣΤΗΛΗ ΑΛΑΤΟΣ
 
1) ΓΙΑΝΝΗΣ ΖΕΡΒΑΣ, Οι μικροί μου ήρωες, Άγρα
 
Ο Γιάννης Ζέρβας συνθέτει ένα συγκινητικό αφιέρωμα στους «μικρούς ήρωες», τους χάρτινους τροφούς που τον μεγάλωσαν (όπως όλους μας) γαλουχώντας τον με θρεπτικά ή και τοξικά στοιχεία των ιδεών τους, στοιχεία που μεταλλάχτηκαν, ομογενοποιήθηκαν και ενσωματώθηκαν στον δικό του χαρακτήρα. Δεν πρόκειται μόνο για χαρακτήρες από κόμικς αλλά και για ήρωες από την λογοτεχνία, την ιστορία και την μυθολογία…  
 
ΕΡ: Θα μας αναφέρετε κάποιο στιγμιότυπο στην αιωνιότητα των συμβάντων που έζησε ο δημιουργός σας από «δεύτερο χέρι»;
 
ΑΠ: Ο Ροβινσώνας / πέταξε ένα βότσαλο στη θάλασσα/ εκείνο/ τρελαμένο / αναπήδησε δυο τρεις φορές. / Και βούλιαξε (Ροβινσώνας)
 
ΕΡ: Και το μήνυμα ενός μη ανθρώπινου ήρωα που σημάδεψε τον δημιουργό σας;
 
ΑΠ: Τι μένει από μια ιστορία. Λέξεις καθόλου. Ούτε πρόσωπα. Μια αίσθηση αναλλοίωτη: ένα μέταλλο ανάμεσα στα δόντια (Μαύρη Καλλονή)
 
ΕΡ: Κάποια χαρακτηριστική σκέψη κάποιου χαρακτήρα σας που πιθανόν τον βασανίζει μέχρι σήμερα;
ΑΠ: Εγώ, ποιος είμαι; Και κυρίως: Τι θ’ απογίνω, έτσι όπως κατάντησα αθάνατος λόγω ανυπαρξίας; (Σέρλοκ)
 
ΕΡ: Τι πιστεύετε πως είναι αυτός που σας έγραψε;
 
ΑΠ: Αν όχι ποιητής / Πώς αναβλύζει μ’ ένα χτύπημα / θαλασσινό νερό στον βράχο; (Ποσειδώνας)
 
ΕΡ:  Στο παιγνιώδες της σύλληψης της ιδέας σας, υπεισέρχεται συχνά και το μεγαλειώδες. Όταν ο δημιουργός σας αναφέρεται στον έρωτα και στον θάνατο πώς προχωρά την «μικρή ποίηση του» (όπως ο ίδιος την ονομάζει); 
 
ΑΠ: (…) Δεν βασανίζω, δεν τρομάζω, δεν πληγώνω./ Αυτά τα κάνουν οι άλλοι θεοί. / Εγώ παραλαμβάνω και φυλάω / ουδέτερα και στιγμιαία / μέσα σ’ ένα σκοτάδι / δίχως σημασίες / δίχως ιδιότητες / δίχως χώρο / δίχως νόημα (…) (Άδης)
 
ΑΝΝΑ ΓΡΙΒΑ, Σκοτεινή κλωστή δεμένη, Γαβριηλίδης
 
Η Άννα Γρίβα, ώριμη εκ γενετής, δίνει σ’ αυτή τη δεύτερη ποιητική της συλλογή ένα πολύ διακριτό αποτύπωμα. Ακολουθεί τον σκοτεινό μίτο της τραγωδίας ταυτίζεται με τους αθάνατους ήρωες και ηρωίδες της και καταθέτει ως κτερίσματα τα θνητά της σχόλια σε σημαίνοντα και σημαινόμενα στιγμιότυπα των παθών τους.
 
ΕΡ: Τι ψάχνει η δημιουργός σας τόσο βαθιά στις ρίζες της φυλής;
 
ΑΠ: Ίσως στη λάσπη του βυθού / ο χρόνος πάλι αρχίζει / και οι ψυχές/ μωρά που αφήνονται / στην άνωση του ήλιου. (Αχιλλέας)
 
ΕΡ: Αναφέρατέ μας κάποια στιγμιότυπα από αυτή την άλλη αιωνιότητα που καταγράφετε σαν από το μάτι του φακού…
 
ΑΠ: Έξω απ’ τα τείχη της Αθήνας / ένα σκυλί με τράβηξε / και μ’ έριξε στα χόρτα / κι οι πέτρες με ανοίξανε / σαν τρυφερό καρπό (Ορέστης) 
 
ΕΡ: Και σαν από το μάτι της θηλιάς;
 
ΑΠ: Ήταν μάτι η θηλιά / κι εγώ η όρασή της / έμπαινα μέσα της αργά / ώσπου έγινα φως (…) (Ιοκάστη)
 
ΕΡ: Θα μας μεταφέρετε κάποια σκηνή από αυτές που απεργάζεται στον σκοτεινό της θάλαμο η δημιουργός σας;
 
ΑΠ: Το τέρας ο Αχιλλέας / δίπλα μου πάντα / ομοτράπεζος / όταν δειπνώ σκιές // κι ο Έκτωρ μου / άφαντος / σαν να μην πέθανε ποτέ. (Ανδρομάχη)
 
ΕΡ: Τι πιστεύει στο βάθος η δημιουργός σας για αυτά, τα αλλιώς ιδωμένα στιγμιότυπα της  ιστορίας;
 
ΑΠ: Καλύτερα / φύλλο ιπτάμενο / ξερό κι ανάλαφρο / στο κρεβατάκι των ανέμων (…) (Ξυλεύεται)  
 
ΕΥΤΥΧΙΑ-ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΛΟΥΚΙΔΟΥ, Αφόρετα θαύματα, Κέδρος
 
Η Ευτυχία Αλεξάνδρα Λουκίδου έχει ένα βιβλίο πυκνοϋφασμένο από πολύχρωμα στιγμιότυπα και ξομπλιασμένο με βαρύτιμες προσωπικές και συλλογικές μνήμες. Ο δικός της φακός αιχμαλωτίζει εικόνες, πολλές φορές ασώματες, και σκηνές από λησμονημένες αφηγήσεις, υποφωτισμένες ή φωτισμένες λοξά. Και τις εκθέτει με τέχνη, σεβασμό, σπαραγμό και αβρότητα.    
 
ΕΡ: Ποια είναι αυτή η βαριά σκιά που δίνει βάθος σ’ αυτά τα στιγμιότυπα «εν κινήσει» που συλλαμβάνετε; Το παρελθόν του γένους της δημιουργού σας;
 
ΑΠ: (…) - Ποιος πριονίζει την σκιά; / - Δεν είναι μια / είν’ η δική μου / κολλημένη στη δική σου. / Σφάγιο ιερό / που δεν ανήκει σε κανέναν. (…) (Κάτω απ’ το νερό)
 
ΕΡ: Πότε ακριβώς γίνεται κλικ για να  αιχμαλωτιστεί μια σημαντική ή σημαίνουσα  σκηνή;
 
ΑΠ: (…) Είν’ η στιγμή / που θραύσματα συστρεφόμενα / επιχειρούν ομαδικά / χειρόγραφη την έκπληξη να κάνουν / με απώτερο φυσικά σκοπό / το αίνιγμα να παραμείνει άλυτο. (…) (Κολάζ) 
 
ΕΡ: Τι βοηθά την δημιουργό σας να «απομονώσει» το θέμα που θέλει να απαθανατίσει στο ενσταντανέ της;
 
ΑΠ: (…) ίσως κι η παρατήρηση της πιο βαθιάς ρωγμής / - ένα κρατς πιο δειλό κι άλλο ένα με θόρυβο / εκεί που λαμπυρίζει το υποσυνείδητο. (…) Χάρτινη σύναξη των ποιητών)
 
ΕΡ: Ποιος είναι ο απώτερος σκοπός της καταγραφής και της έκθεσης αυτών των ενσταντανέ; 
 
ΑΠ: (…) Όλοι μαζί και δυνατά… / να ανεβεί κι ο τελευταίος / / να τους ξεφύγουμε. ( Εμείς αυτοί)
 
ΕΡ: Τι πιστεύει για την ποίηση η δημιουργός σας;
 
ΑΠ: Τι είναι αυτό / που επαίρεται και κλαίγεται συγχρόνως; (…) / Τι σπινθηροβολεί κι αμφισβητεί / και στην βροχή τρομάζει; / Τι φλέγεται; / Τι ψεύδεται; /Τι διάτρητο κρυώνει (…) / κι εμπρός μας συνωμοτικά / ρίχνει τα αντικλείδια / τα θαυμαστά να μας φανερωθούν / τα τρομερά να λάμψουν;  (Ποιητές ανοιχτών θαλασσών)   
 
ΘΩΜΑΣ ΣΤΕΡΓΙΟΠΟΥΛΟΣ, Ενθύμιον Χίου, Οροπέδιο 
 
Το βιβλίο του Θωμά Στεργιόπουλου είναι ένα πραγματικό «φωτογραφικό άλμπουμ» με εικόνες – ενθύμια τόπου και ανθρώπων, σε μεγάλο βάθος χρόνου. Τα ποιήματα είναι οι λυρικές λεζάντες αόρατων στιγμιότυπων που έχουν συλληφθεί σε αόριστο παρελθόν και εμφανίζονται σ’ ένα συνεχή ενεστώτα. Και απαθανατίζονται μαζί με τους τόπους, πάθη, ιστορίες, Ιστορία.
 
ΕΡ: Τι είναι η μνήμη για τον δημιουργό σας;
 
ΑΠ(…) Ένα άλογο στα Μεστά / να τριγυρίζει δίχως αναβάτη στα στενά δρομάκια / προσπαθώντας να βγει απ’ τον Μεσαίωνα. (…)(Χάρτης της Χίου)
 
ΕΡ: Και το άρωμά της;
 
ΑΠ: (…)Ένα κουτάλι μαστίχα βουτηγμένο στο ποτήρι / με το κρύο νερό / να το πίνεις και μέσα σου να ευωδιάζει / η θύμηση της Χίου (Χάρτης της Χίου) 
 
ΕΡ: Αναφέρατέ μας ένα από αυτά τα «αιώνια» ενσταντανέ που έχει συλλάβει ο δημιουργός σας…
 
ΑΠ: (…) το μενεξελί τριαντάφυλλο του ήλιου / αργεί να πέσει στη θάλασσα / επειδή τ’ αγναντεύουν δυο ερωτευμένοι. (Ηλιοβασίλεμα στη Σιδηρούντα)
 
ΕΡ: Κι ένα ενσταντανέ αθάνατης αίσθησης;
 
ΑΠ: (…) να σε μεθούν οι ευωδιές από τα λεμονάνθια / και γύρω σου τοίχοι ψηλοί, πόρτες κλειστές. Να σου ’ρχεται να κλάψεις / σα να ’μεινες έξω απ’ τον παράδεισο. (Μάης στον Κάμπο)
 
ΕΡ: Υπάρχουν και ενσταντανέ εν κινήσει;
 
ΑΠ: Στ’ αριστερά σου η θάλασσα γεμάτη μενεξέδες / τα πεύκα χτενισμένα, δροσερά (Δρομολόγιο)
 
ΕΡ: Άλλη μια εικόνα;
 
ΑΠ: Κι ένα φεγγάρι πάνω από τη θάλασσα / να βγαίνει μοναχά για σένα. (Αυγουστιάτικη νύχτα στο Ναγό)
 
ΕΡ: Το επόμενο καρέ;
 
ΑΠ: Κι εσύ να παίρνεις ένα μονοπάτι / που σε βγάζει στ’ άστρα. (Αυγουστιάτικη νύχτα στο Πιτιός)
 
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗΣ, Ηλίου και Σελήνης άλως
 
Ο σημαντικός μας ποιητής Κυριάκος Χαραλαμπίδης συνθέτει ένα πραγματικά σπουδαίο βιβλίο με έμπνευση, σοφία και λεπτή παιγνιώδη διάθεση. Τα θεία, παγανιστικά και ανθρώπινα «στιγμιότυπα» που μνημειώνει έχουν συλληφθεί «ασυγχρονικά»: άλλα μέσα στην άλω των αγίων Ήλιου και Σελήνης και άλλα πλαγιοφωτισμένα σε ερμηνεία διαφορετική, με αναφορές σε επιτεύγματα της τεχνολογίας.
 
ΕΡ: Γιατί ο δημιουργός σας χρησιμοποιεί συχνά ως πηγή έμπνευσης τα  στερεότυπα της Μυθολογίας – «σκηνοθετώντας» τα με απροσδόκητους τρόπους;
 
ΑΠ: (…) Γιατί, μα την αλήθεια, ο καθαείς /ακόμα και θνητός, μπορεί να μπει / εξ επαφής στο δίκτυ-διαδίκτυο / του σκαπανέως Ηφαίστου, να συλλάβει / τους θείους έρωτες πάνω στην πράξη / της αφανούς τελειότητος των οπτικών ινών / με τις οποίες σφιχτόδεσε τους εραστές. (Ο Νανοτεχνολόγος)
 
ΕΡ: Τι πιστεύει πως υπηρετεί ο ποιητής; Τι του χαρίστηκε;
 
ΑΠ: (…) ο ίμερος που επλάσθη  / απ’ ονοματουργούς πριν την ανάδυση / απ’ τον αόρατο αφρό των ήχων / και την περισπωμένη κάθε κύματος. (Το θραύσμα)
 
ΕΡ: Τι χωράει ο φωτοφράκτης του; Τι μετράει στο φωτόμετρο του φακού του;  
 
ΑΠ: (…) Πόσα πειθήνια πουλιά μπορούν / να τεμαχίσουν ένα κεραυνό; / Πόσες των κορασίδων άρκτοι; Πόσοι μόσχοι; /(…) Εντέλει ποιος κληρούχος αστραπής σαΐτεψε /μες στο παρθένο δάσος χρυσαλλίδα; (Αιώρημα)
 
ΕΡ: Τι τον βασανίζει;
 
ΑΠ: (…) Άνθρωπος είμαι και θνητός, στοχάζομαι / την καημένη λάμπα που τα’ ασήκωτο / σηκώνει βάρος του φωτός της και παιδεύομαι / πώς να χωρέσω τόση Αλήθεια και Ζωή. (Ένα Σάββατο)
 
ΕΡ: Τι τον παρηγορεί;
 
ΑΠ: (…) Αν αυτό / παρηγορεί, δεν ξέρω’ η δύναμη της θέλησης /των λουλουδιών – την ώρα που τα χέρια μας / αγγίζουν τ’ αγκυλώματα των ήχων- / μ’ ένα νομίζω Θεό, που παίζει πιάνο / επάνω σε παχύ κομμάτι πάγου/ συναγωνίζονται΄τριγύρω του ριγούν / περαστικών αγγέλων τα φτερά.  (Ο γυρισμός της ξενητεμένης)
 
Παυλίνα Παμπούδη
     

Ημ/νία δημοσίευσης: 3 Δεκεμβρίου 2017