Εκτύπωση του άρθρου

 Γράφει ο Ι.Ν. Περυσινάκης

 

 

 

 

Τασούλα Καραγεωργίου
Σαπφώ Τα Ποιήματα (Εκδόσεις Κέδρος, 2022)

 

Η έκδοση περιλαμβάνει Πρόλογο (9-17), Τα Ποιήματα (22-143), Τα Νέα Ποιήματα της Σαπφώς (145-51), Ποιήματα της Σαπφώς από άλλες εκδόσεις του έργου της (153-59), Σημειώσεις (161-76), Βιογραφικά της Σαπφώς (177-81), και της μεταφράστριας (183).

Στην πρώτη ενότητα του Προλόγου (9-11) η ποίηση της Σαπφώς επιγράφεται ως «θρίαμβος της ομορφιάς». Η συγγραφέας υπογραμμίζει ότι κάθε απόπειρα μετάφρασης του σαπφικού ποιήματος οφείλει να λαμβάνει υπόψη την προγραμματική λυρική διακήρυξη της ποιήτριας, όπως διατυπώνεται στο απ. 58.25-6:

ἐγὼ δὲ φίλημ᾽ ἁβροσύναν,    ]τοῦτο καί μοι

τὸ λά[μπρον ἔρος τὠελίω καὶ τὸ κά]λον λέλογχε

(την αβρότητα εγώ αγαπώ και σε μένα ο έρωτας| στου ήλιου το λάμπος και στην ομορφιά έχει δώσει μερίδιο),

το οποίο ανακαλεί τον ανάλογο ποιητικό απολογισμό του Καβάφη: «Τὴν ἐμορφιὰ ἔτσι πολὺ ἀτένισα,| ποὺ πλήρης εἶναι αὐτῆς ἡ ὅρασίς μου» (Ποιήματα τ. Α 83).

Η Σαπφώ, συνεχίζει η συγγραφέας, είναι ευρηματική στη χρήση, αλλά συχνά και στη δημιουργία, έξοχων επιθέτων (ἀλγεσίδωρος, ἰόκολπος, γλυκύπικρον ὄρπετον). Επίσης, ανακαλεί συνεχώς το αιολικό επίθετο κάλος (ωραίος) σε ποικίλους γραμματικούς τύπους, «σαν να είναι η λέξη αυτή το σημάδι αναγνώρισης πότε των φυσικών στοιχείων, πότε των καθημερινών πραγμάτων και πότε των ιδανικών νεανικών μορφών από τις οποίες συντίθεται ο ιδεώδης κόσμος της Σαπφώς· εκεί που κυριαρχεί ‘ο θρίαμβος της ομορφιάς’». Όπως λέγει ο κριτικός Δημήτριος, η Σαπφώ όταν τραγουδά την ομορφιά είναι γλυκειά στην έκφραση. Κάθε ωραία λέξη είναι συνυφασμένη με την ποίησή της, πέρα από όσες επινόησε η ίδια (Περὶ ὕφους 166). «Η ανάδειξη αυτού του καλλίστου ποιητικού κόσμου είναι μια δέσμευση την οποία οφείλει να τηρεί κάθε μεταφραστική απόπειρα», καταλήγει η συγγραφέας, το οποίο αποτελεί προγραμματική αρχή για τη μετάφραση. Με το priamel η Σαπφώ κάνει μία επαναδιάταξη, επαναξίωση, των αρχαϊκών αξιών, και προτάσσει το ὄττω τις ἔραται, το οποίο διακηρύσσει την αρχή της προσωπικής λυρικής ποίησης. Η ἀβροσύνα της σαπφικής ποίησης διαθέτει τον έρωτα, το κάλλος, τις ανέσεις της ζωής, την ομορφιά της φύσης.  

Στη δεύτερη ενότητα («Για τη μετάφραση», 11-17), η συγγραφέας αναφέρεται στις δυσκολίες της μετάφρασης της ποίησης υπενθυμίζοντας τον γνωστό αφορισμό του Robert Frost ότι «ποίηση είναι αυτό που χάνεται στη μετάφραση» (σσ. 11-12). Ερωτήματα σχετικά με τη μετάφραση, η μεταφράστρια είχε θέσει ήδη στον πρόλογο της πρώτης, όχι πλήρους, έκδοσης των ποιημάτων της Σαπφώς (εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2009), τα οποία επαναλαμβάνει εδώ (σσ. 15-16), μερικά από τα οποία παραθέτω. Πώς μία σύγχρονη μεταφραστική απόπειρα μπορεί να χαρακτηριστεί επάξια ως διάλογος με το έργο της Σαπφώς; Πώς μπορεί να μεταφραστεί η ερωτική ένταση του ποιητικού εγώ των ποιημάτων; Και γενικά ποιό είναι το νεοελληνικό ποιητικό ανάλογο της Σαπφώς, τόσο ως προς την μετρική μορφή όσο και ως προς το γλωσσικό ύφος, χωρίς να ενοχληθεί το σύγχρονο ποιητικό γλωσσικό αισθητήριο; Μία τέτοια μετάφραση πρέπει να είναι έμμετρη, κατά τα παραδοσιακά μέτρα, ή σε λόγο πεζό αλλά εύρυθμο; Ποια αρμόζει να είναι εκάστοτε η πλέον κατάλληλη γλωσσική επιλογή; Και πόσο νόμιμη είναι η φιλολογική και η ποιητική αποκατάσταση στίχων σωσμένων σε σπαράγματα; Στα ερωτήματα αυτά προσθέτει δύο ακόμη (σ. 16): Θα μπορέσει η σύγχρονη νεοελληνική ποιητική γλώσσα να δεχτεί στους κόλπους της ατόφιες και αμετάφραστες χαρακτηριστικές λέξεις του κόσμου της Σαπφώς, όπως π.χ. ἰόκολπος, ἀλγεσίδωρος; Θα μπορέσει η νεοελληνική ποίηση να «μεταφράσει» στην πρωτότυπή της παραγωγή την απλότητα, τη φυσικότητα, τη χάρη και την αισθαντικότητα της σαπφικής ποίησης;   

Θα προσέθετα: Μετάφραση πολιτισμών δεν γίνεται· πόσο μάλλον όταν ο πολιτισμός του πρωτοτύπου δεν είναι πλήρως γνωστός. Έχει ορθά υποστηριχθεί ότι κάθε μετάφραση είναι μία οντολογική διαδικασία. Μία άρτια μετάφραση είναι ο γεωμετρικός τόπος των κοινών σημείων του πρωτοτύπου και του μεταφραζομένου έργου, αλλά πώς να βρεθούν τα κοινά σημεία, όταν ο κόσμος του πρωτοτύπου είναι αποσμασματικός και άγνωστος; Μετάφραση είναι η συναίρεση της γλώσσας του πρωτοτύπου και της γλώσσας της μετάφρασης.

Στην ιστορία των κειμένων της κλασικής φιλολογίας δεν είναι λίγες οι φορές κατά τις οποίες ένα νεότερο παπυρικό εύρημα ανατρέπει την ανάγνωση του προηγούμενου αποσπάσματος του ίδιου ποιήματος ή έργου. Στην περίπτωση της Σαπφώς αυτό είναι συνήθως ο κανόνας. Ήταν τέτοια η εντύπωση από τη δημοσίευση αποσπασμάτων της Σαπφώς που παρακίνησε ποιητές, όπως ο Ezra Pound, να γράψουν ποιήματα στη μορφή των σαπφικών αποσπασμάτων.[1] Νεότερα παπυρικά ευρήματα βελτιώνουν ή ανατρέπουν τη γνώση μας κάποιου αποσπάσματος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι δύο εκδοχές του ποιήματος της Σαπφώς για τη Γογγύλα, τις οποίες παραθέτει στην ίδια ενότητα του Προλόγου, σύμφωνα με την παλαιότερη και τη νεότερη αποκατάσταση του κειμένου. Η πρώτη από την έκδοση Théodore Reinach και Aimé Puech (Les Belles Lettres, 1966) και η δεύτερη από την έκδοση David A. Campbell, Greek Lyric: Sappho and Alcaeus vol. 1 (Loeb Classical Library 1982). Την πρώτη χρησιμοποίησε ο Μ. Χατζιδάκις στον «Μεγάλο Ερωτικό» με την αισθαντική ερμηνεία της Φλέρυ Νταντωνάκη. Κάθε εκδοχή δίνει διαφορετικό ποίημα, όχι μόνο σε λέξεις, αλλά και αισθαντικότητα και λυρισμό. Η μετάφραση αποδίδει πλήρως την αντιστοιχία της μετάφρασης προς το πρωτότυπο, και στις δύο περιπτώσεις. Η παράθεση των δύο εκδοχών του ποιήματος και της μετάφρασής του περιγράφουν κατά τον καλύτερο τρόπο το γίγνεσθαι, τη δημιουργία, της μετάφρασης των ποιημάτων της Σαπφώς.

Στην τελευταία σελίδα του Προλόγου παρατίθενται οι εκδόσεις από τις οποίες αντλήθηκε το πρωτότυπο κείμενο της Σαπφώς, τόσο των παλαιοτέρων όσο και των νεότερων ποιημάτων.

Πώς μπορεί ο μεταφραστής να αντιμετωπίσει αυτές τις δυσκολίες; Με τη γνώση, όσο είναι δυνατό μεγαλύτερη, της γλώσσας και του κόσμου του πρωτοτύπου, και την ποιητική διαίσθηση και ικανότητα να συλλάβει τον κόσμο αυτόν και να τον αποδώσει. Βέβαια, ελλοχεύουν δυσκολίες σε κάθε λέξη ή φράση που μεταφράζεται. Η Τασούλα Καραγεωργίου διαθέτει τα προσόντα αυτά, διδάκτωρ φιλολογίας, με πολύχρονη διδακτική και μεταφραστική εμπειρία, και αναγνωρισμένη ποιήτρια με αισθαντικότητα, και προσφέρει ένα νεοελληνικό ποιητικό ανάλογο της Σαπφώς, χωρίς να ενοχληθεί το σύγχρονο ποιητικό γλωσσικό αισθητήριο, με την εκάστοτε, κατά το δυνατό, καταλληλότερη λεκτική και ρυθμική/μετρική επιλογή. Η μετάφραση των ποιημάτων της Σαπφώς εφαρμόζει στην πράξη την προγραμματική λυρική διακήρυξη της ποιήτριας, και απαντά με επιτυχία και συναιρεί τα ερωτήματα που έθεσε παραπάνω η μεταφράστρια, τα οποία, άλλωστε, γεννήθηκαν από την μακρόχρονη ενασχόλησή της με την ποίηση της Σαπφώς.

Κάθε λέξη της μετάφρασης που επιλέγεται είναι μία εργασία από μόνη της· πώς να μεταφράσεις το ὀμμεμείχμενον (απ. 2.15) και σε ποιο ρυθμό και μέτρο να το εντάξεις. Ο ρυθμός και η ποιητική μορφή κάθε ποιήματος είναι αποφασιστικοί παράγοντες για την επιτυχή μετάφραση. Και ρυθμός ωσάν ικεσία μπροστά σε εικόνισμα είναι η πρώτη στροφή του πρώτου αποσπάσματος. Όλο το ποίημα είναι παράκληση, και έχει αποδοθεί σε μέτρα αναπαιστικά· η βεβαιότητα του “τι θα γίνει” στα λόγια της θεάς αποδίδεται με ιάμβους. Είναι φανερό ότι σε κάθε ποίημα ερμηνεύονται/μεταφράζονται οι λέξεις, συλλαμβάνεται το κλίμα του ποιήματος και διαμορφώνεται ο ρυθμός, το μέτρο και η στροφή. Αλλά, και με την γνώση όλης της βιβλιογραφίας, δεν γνωρίζουμε πάντοτε τη σημασία όλων των λέξεων. Και έπειτα πρέπει να ενταχθούν στο ρυθμό και το μέτρο. Ενίοτε γίνονται κάποιες ‘θυσίες’ για να συναιρεθούν οι απαιτήσεις. Το να μεταφραστεί μία λέξη ή φράση της αρχαίας με μία όχι κατά λέξη, αλλά αντίστοιχη γνωμική ή παροιμιακή νεοελληνική φράση, εντάσσεται στη μετάφραση των πολιτισμών (απ. 5.7-8). Ο αναγνώστης διαβάζει και ξαναδιαβάζει τη μετάφραση, ακόμη και τα μονόστιχα αποσπάσματα, για να εμπεδώσει μέσα του το ρυθμό και το μέτρο. Την ίδια στιγμή η παραβολή με το πρωτότυπο είναι πρόκληση αλλά και ευχαρίστηση. Όλα αυτά αποτελούν γνώρισμα και επιτυχία της μετάφρασης. Και αποκομίζει την αίσθηση ενός πλήρους και αυτόνομου ποιήματος, και έπειτα “το αποδίδει” στη Σαπφώ.

Τα αποσπάσματα της Σαπφώς σε αιολική στροφή μεταφράζονται σε ανάλογη τετράστιχη στροφή ανισοσύλλαβων στίχων ποικίλου ρυθμού και σε διάφορα μέτρα. Η αιολική στροφή επιβάλλει σταθερότητα και συνοχή, και αυτό προσπαθεί να αποδώσει η μετάφραση.

Φυσικά, ως συνέπεια των παραπάνω δυσκολιών, υπάρχουν και αστοχίες στην απόδοση καταστάσεων και λέξεων, γιατί πρώτα είναι η λέξη, μερικές από τις οποίες αναφέρω ενδεικτά. Στο απ.5.3 (σ. 26) το «η μέσα του ψυχή» δεν είναι ορθή απόδοση του Foi θύμωι, “μέσα στην ψυχή του” ή “στην ψυχή του” είναι αρκετό. Ο ἔρος δεν υπάρχει λόγος ουσίας ή ρυθμού να αποδοθεί με την αγάπη (απ. 15, σ. 28), προδίδεται ο κόσμος της Σαπφώς. Στο απ. 16 (σ. 30) «το πιο όμορφο» προτάσσεται με το πρώτο από τα αγαθά που απορρίπτονται, πράγμα που υπονομεύει εν μέρει το priamel. Στο απ. 17 (σ. 32) η απόδοση «κυρά μου» δεν εκφράζει τη μεγαλοπρέπεια του πότνια, θα μπορούσε να ήταν Δέσποινα (πβ. αππ. 1, 157). Στο απ. 23.3-4 (σ. 36) το «παράταιρο» αδυνατίζει την έμφαση. Στο απ. 30 (σ. 38) η απόδοση «λάλος» αδικεί το λιγύφωνος, και το αηδόνι. Στο ποίημα 31 (σ. 40) το ἔαγε αποδίδεται καλύτερα με το κόπηκε (όχι «παγώνει»), (της Αρετούσας η γλώσσα είναι ‘ασάλευτη’, Ερωτόκριτος Ε 969) και το ὐπαδεδρόμηκεν παραπέμπει στο ὄρπετον (απ. 130): διαπερνά, διατρέχει, και το «δεν ακούνε πια» αποδίδεται ακριβέστερα με το βουίζουν. Στο απ. 34 (σ. 42) σελάννα πλήθουσα είναι η πανσέληνος που ταιριάζει στον κόσμο του φωτός στη Σαπφώ, αλλά και το «πλήθουσα» λειτουργεί με ρυθμό. Στο ποίημα 44 (σ. 50) καταΰτμενα περιέχει πιθανότατα την ευωδιά (Treu): ευωδιαστά πορφυρά ρούχα, και ὄρθιον πάον᾽, όρθιος νόμος, είναι σε υψηλό τόνο παιάνας: Πάον᾽είναι και ο θεός και ο παιάνας. Στο απ. 47 (σ. 56) είναι αφύσικο να μεταφράσουμε το φρένας με τα «σπλάχνα», σπλάχνα πάει στις επιθυμίες, το φρένες πάει στη λογική, στο μυαλό. Στο απ.104a (σ. 80) δεν υπάρχει ανάγκη υποκοριστικού (κατσικάκι, παιδάκι), χάρις επιτυγχάνεται από το σχήμα της αναφοράς. Ο Έσπερος τελειώνει τα έργα της ημέρας.

Στις Σημειώσεις σχολιάζονται 24 ποιήματα. Οι παρατηρήσεις αναφέρονται κυρίως στις ομοιότητες ποιημάτων της Σαπφώς με τη δημοτική ποίηση, τραγούδια για τον γαμπρό ή τη νύφη, παινέματα του γαμπρού, επιθαλάμια, ερωτικά, νανουρίσματα, της εργασίας, αλλά και σε σχόλια ποιητικής και αυτοαναφορικότητας. Η συγγραφέας ερμηνεύει το απ. 105Α (σε δακτυλικό εξάμετρο) ως παρομοίωση της ανύπαντρης κόρης με ώριμο μήλο και θεωρεί ότι η ποητική τέχνη της Σαπφώς μετατρέπει ένα στοιχείο υστέρησης- την προχωρημένη ηλικία- σε έξοχο έπαινο για το ανύπαντρο κορίτσι. Και το παραλληλίζει με δημοτικό τραγούδι: «Σα μήλο που είναι στη μηλιά, το παραγινωμένο, έτσ᾽είναι και τ᾽ανύπαντρο σαν έρχεται ο καιρός του». Όμως η Σαπφώ λέγει: όπως το ώριμο μήλο ψηλά στην κορυφή της μηλιάς, που ξέφυγε από τους μηλομαζωχτάδες, και, με το σχήμα της επιδιόρθωσης, προσθέτει: όχι, δεν το ξέχασαν, δεν μπορούσαν να το φτάσουν. Αυτός είναι έπαινος για την ομορφιά και την υπεροχή της κόρης, όχι απαξίωση· «δεν ήταν γι αυτούς», όπως λέμε συχνά. Άλλωστε η πρόσληψη του ποιήματος από την μεταγενέστερη λογοτεχνία, ελληνική και λατινική, μαρτυρεί υπέρ αυτής της ερμηνείας: ο Συριανός στο υπόμνημα στον Ερμογένη (περὶ Ἰδεῶν 1.1), ο Θεόκριτος 7.117 και ο Σχολιαστής στο 11.39, και ο Λόγγος 1.24, 3.33, 3.34.[2] Ο Ιμέριος (Λόγος 1.16) λέγει ότι η Σαπφώ παρέβαλε τη νύφη με μήλο και τον γαμπρό με τον Αχιλλέα, επομένως οι στίχοι αποτελούσαν μέρος επιθαλάμιου. Τα τελευταία χρόνια για την Κλεΐδα (απ. 132) έχουν προταθεί άλλες ερμηνείες.

Το ποίημα 16 παραλληλίζεται επίσης με τη δημοτική ποίηση και ορθά συνδέεται φιλολογικά, με παραπομή στον Snell, με την τεχνική του priamel.[3] Πολλοί φιλόλογοι ερμηνεύουν τα ποιήματα της Σαπφώς ως εκφράσεις των σκέψεών της καθώς διαβάζει τον Όμηρο. Στο ποίημα π.χ. 31 καταλήγει ἀλλὰ πὰν τόλματον ἐπεὶ καὶ πένητα (17), όπως λέγει και ο Οδυσσέας (Οδ. 20.18, τέτλαθι δὴ κραδίη). Επίσης, το περίφημο αυτό priamel (ποίημα 16) είναι μία αντιστροφή της Ιλιάδας: τα τρία θέματα που απορρίπτονται είναι ο στρατός των ιππέων, τα άρματα πάνω από τα οποία μάχονται οι ήρωες, ο στρατός των πεζών ηρώων, και το πλήθος των πλοίων, δηλ. ο Νεῶν Κατάλογος (το μέρος αυτό του priamel λέγεται foil). Προϋποτίθεται η φάλαγγα των οπλιτών και η πόλις. Αλλά και αυτό που προβάλλεται, η κορύφωση ή κλιμάκωση ή climax ή cap, το ὄττω τις ἔραται, προέρχεται από την Ιλιάδα. Στην Τειχοσκοπία, την τρίτη ραψωδία, οι δημογέροντες αρχηγοί των Τρώων (ας σημειωθεί: οι γέροντες, όχι οι ορμητικοί νέοι) όταν είδαν την Ελένη να φτάνει στον πύργο είπαν: «Χαλάλι της γι αυτή τη γυναίκα να σκοτώνονται οι Τρώες και οι Αργίτες τώρα και πολλά χρόνια, γιατί μοιάζει εντυπωσιακά στην όψη με τις αθάνατες θεές» (156-58).[4] Ωστόσο, η διακήρυξη αυτή απόρριψης των αρχαϊκών αξιών και πολιτικής συμπεροφοράς, και μάλιστα από μία γυναίκα ποιήτρια, ήταν αδιανόητη για την ελληνική κοινωνία, και δυνατή μόνο στον πολιτισμό του Αιγαίου. Στην τελευταία στροφή με το σχήμα του κύκλου αυτό που επιλέγεται είναι πάλι η ομορφιά σε αντίθεση με τα όπλα των Λυδών και τους οπλίτες στη μάχη.

Τέλος, ενώ είναι αποδεδειγμένο ότι η ίδια η Σαπφώ υπέφερε από τις πολιτικές ταραχές στη Μυτιλήνη, υπάρχουν λίγοι υπαινιγμοί στα γεγονότα αυτά στους στίχους της. Αντίθετα, στα πολιτικά ποιήματα του Αλκαίου, τα στασιωτικά, περιέχονται πολλά για την πολιτική κατάσταση στη Μυτιλήνη. Πάντως, γενικότερα ο λόγος της Σαπφώς παίρνει τη μορφή ενός κώδικα αντίστασης ή έστω αντίθεσης σε κάθε τυραννία και απελευθέρωσης της γυναίκας. Άλλωστε, πολιτικές αναφορές, με την ευρύτερη έννοια, δεν λείπουν από τα ποιήματά της. Το απ. 148 (σ. 114) λέγει: «Ο πλούτος χωρίς την αρετή δεν είναι αβλαβής γείτονας. Η συνύπαρξη και των δύο αποτελεί την κορύφωση της ευδαιμονίας (αρετής)». Η ευδαιμονία είναι πλούτος και αρετή, αλλά το πιο σταθερό στοιχείο είναι η αρετή, η οποία πρέπει να οριστεί με όρους της Σαπφώς: ευγενής καταγωγή, και αριστοκρατική συμπεριφορά, σε αντίθεση με τη συμπεριφορά των νεόπλουτων. Ο παραδοσιακός ἀγαθὸς αντιτίθεται, όπως και στον Αλκαίο και τον Θέογνη, με τους νεόπλουτους. Η ιδέα της απαίτησης του συνδυασμού και της συνύπαρξης της αρετής με τον πλούτο είναι συνήθης, όπως στον Θέογνη και αργότερα τον Πίνδαρο. Το απ. 50 (σ. 58) επιβεβαιώνει την θεμελιώδη αντίληψη της αρχαίας ελληνικής παιδείας ότι ο ἀγαθός, σύμφωνα με τις αρχαϊκές αξίες, είναι επίσης και καλός (ωραίος). Τέλος, το απ. 5.6-7 αποτελεί την πρωϊμότερη αναφορά στη θεμελιώδη ηθική αρχή ὠφελεῖν τοὺς φίλους καὶ βλαπτειν τοὺς ἐχθρούς: «νά ᾽ναι χαρά στους φίλους του και πίκρα στους εχθρούς του». Ομοίως, η τελευταία στροφή από το (νέο) ποίημα των Δελφών (σ. 148) εύχεται την απαλλαγή της οικογένειας «από έννοιες πολλές και βαριές».

Συμπερασματικά, η μετάφραση της Τασούλας Καραγεωργίου αναδεικνύει τον κάλλιστον ποιητικό κόσμο της Σαπφώς και αποδίδει την αβρότητα, την αισθαντικότητα και την ερωτική ένταση της ποίησής της, χωρίς να ενοχλείται η σύγχρονη ποιητική γλώσσα. Όταν έχεις τελειώσει την ανάγνωση των ποιημάτων έχεις την αίσθηση μιας πληρότητας του κόσμου της Σαπφώς, αλλά και της ποιητικής της παραγωγής, παρά την αποσπασματικότητα του έργου της. Την αίσθηση αυτή της πληρότητας και της αυτονομίας την δημιουργεί η μετάφραση. Το βιβλίο αισθητικά προσφέρει ανάλογη αποκάλυψη, όπως και η ποίηση της Σαπφώς, με το στάχωμα, το χρώμα του, και τη Σαπφώ στο εξώφυλλο με μορφή Κυκλαδικού ειδωλίου Πότνιας θεάς έργο του Θεόδωρου Παπαγιάννη.

© Poeticanet


[1] Πβ. G. Highet, The Classsical Tradition. Greek and Roman Influences on Western Literature (OUP 1985 pb) 517. (Πβ. ελλην. μετάφραση Τζένη Μαστοράκη, ΜΙΕΤ Αθήνα 2000).

[2] Λόγγος 1.24: Ο Δάφνης παρομοίαζε το πρόσωπο της Χλόης με μήλο. 3.33: «μόνο ένα μήλο κρεμόταν ψηλά-ψηλά στην κορυφή, μεγάλο και ωραίο, που μοναχό του ξεπερνούσε όλα τ᾽άλλα στην ευωδιά. Εκείνος που είχε καρπολογήσει το δέντρο είχε φοβηθεί να σκαρφαλώσει, είχε ξεχάσει να το κόψει» (μετάφρ. Ρ. Ρούφος). 3.34: Ο Δάφνης λέγει στη Χλόη: «τούτο το μήλο είναι που πήρε η Αφροδίτη για βραβείο ομορφιάς, κι εγώ σου το δίνω για τη νίκη σου!» (μετάφρ. Ρ. Ρούφος).

[3] Πβ. επίσης Τυρταίος 12W.1-9, Ξενοφάνης 2W.1-12. Πίνδαρος Ολ.1.1-7, Ι.1.47-51, Πλάτων Λύσις 211d-e.

Bruno Snell, Η Ανακάλυψη του Πνεύματος (ελλην. μετάφραση Δανιήλ Ιακώβ, ΜΙΕΤ, Αθήνα 1981) 86. Για το priamel πβ. επίσης Elroy L. Bundy, Studia Pinarica (1986, ανατ.) 4-10. William H. Race, The Classical Priamel from Homer to Boethius (Leiden 1982). Νίκος Γεωργαντζόγλου, «Το priamel στην αρχαϊκή λυρική ποίηση. Υφολογικές-ερμηνευτικές παρατηρήσεις» (Ελληνικά 55 (2005) 221-38).

[4] Η τεχνική αυτή να κάνει ο συγγραφέας κάποιον άλλο να ομιλεί για κάποιον χαρακτήρα επαινείται από τον Αριστοτέλη στην Ρητορική, γιατί προσφέρει αντικειμενικότητα (1418b23-33) και παραθέτει ως παραδείγματα: Αρχίλοχος αππ. 19W, 122W, Ισοκράτης Φίλιππος 4-7, Αντίδοσις 132-39 και 141-49, Σοφοκλής Αντιγόνη 688-700. 


Ημ/νία δημοσίευσης: 4 Ιουνίου 2023