Εκτύπωση του άρθρου
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
 
Ε. Χ. ΓΟΝΑΤΑΣ: ΕΝΑΣ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΑΙΡΕΤΙΚΟΣ
 
Πεζογράφος ή ποιητής; Συγγραφέας του φανταστικού και του ονειρικού ή ακραιφνής υπερασπιστής του παραλόγου και του υπερρεαλισμού; Λάτρης του υπερφυσικού και του παράδοξου ή σαγηνευτής επινοημένων φασματικών παρουσιών, που μπαίνουν στο λογοτεχνικό κείμενο χωρίς την παραμικρή μυθοπλαστική φιλοδοξία – μόνο και μόνο για να κάνουν το γλωσσικό και το εικονοποιητικό τους παιχνίδι; Τι ακριβώς (αλλά και με ποιον συγκεκριμένο τρόπο) υπήρξε από όλα αυτά ο Ε. Χ. Γονατάς; Τα ερωτήματα για τη φυσιογνωμία και τα χαρακτηριστικά της λογοτεχνίας του θα μπορούσε να πολλαπλασιαστούν επ' άπειρον και δίχως να έχουν κατ' ανάγκην διαζευκτικό χαρακτήρα - με μια μόνιμη, ωστόσο, υπόγεια ένταση, που υποδεικνύει τόσο την πρωτοτυπία όσο και τη μοναξιά της δουλειάς του. Συγγραφέας που δεν συνταυτίστηκε παρά ελάχιστα με τους ανθρώπους της γενιάς του, αλλά και γραφιάς ο οποίος πολύ λίγο καθόρισε τις επόμενες γενιές (από τη γενιά του κρατώ μετά βεβαιότητος τον Δ. Π. Παπαδίτσα, για τον τρόπο και τον τόνο της συνομιλίας τους κατά τη διάρκεια των νεανικών τους χρόνων, ενώ από τους κατιόντες τα σημάδια της επιρροής είναι εμφανή στη δουλειά του Αριστείδη Αντονά και του Χρίστου Αστερίου), ο Γονατάς θα παραμείνει στην ιστορία των σύγχρονων ελληνικών γραμμάτων ως μια απολύτως μοναχική και ιδιότυπη περίπτωση.

Η εξ αρχής υπονομευμένη αναπαράσταση της πραγματικότητας στην πεζογραφία του Γονατά, η από σκοπού αοριστία και ασάφεια με την οποία προικίζονται οι μορφές της, σε συνδυασμό με ένα κλίμα ονείρου και υπέρβασης τα οποίο διατρέχει απ' άκρου εις άκρου τα συμβάντα και τις εικόνες της (κυρίως τις εικόνες της, που συμπυκνώνουν με μια σπάνια, αλλά πάντα αμφίσημη ενάργεια το περιεχόμενό τους), δείχνουν μια πέραν πάσης αμφιβολίας επαφή και όσμωση με την ελευθερία και τη φαντασία του ποιητικού λόγου. Ο υπερρεαλισμός και το παράλογο παίζουν εδώ οπωσδήποτε τον ρόλο τους και τροφοδοτούν, με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο, μια πρόζα ταγμένη στη διερεύνηση του άρρητου και του άφατου. Στο σημείο, όμως, αυτό θα πρέπει ασφαλώς να αφήσουμε την ποίηση πίσω μας, και επειδή το άρρητο και το άφατο έχουν κατά καιρούς υπέρ το δέον δραματοποιηθεί, σε πολλαπλές έννοιες και χρήσεις τους, θέλω να διευκρινήσω πως ο Γονατάς προσέρχεται στην επικράτειά τους με καθαρώς παιγνιώδεις όρους. Ο σταθερά αποσπασματικός μύθος των κειμένων του, οι αιφνίδιες διακοπές της δράσης τους, που αφήνουν τα τεκταινόμενα κυριολεκτικώς στη μέση του πουθενά, αλλά και τα παράταιρα συμπλέγματα τα οποία συχνά καλούνται να στοιχειώσουν το σώμα τους προσδίδουν σε πρόσωπα και πράγματα μιαν ιδιαίτερη ρευστότητα, που αρνείται την τήρηση οιασδήποτε εσωτερικής συνοχής και συνέπειας και τινάζει στον αέρα οποιαδήποτε προσπάθεια για τη νομιμοποίηση της λογικής ή της οικονομίας τους.

Δεν υπάρχει, πιστεύω, η παραμικρή αμφιβολία πως ο Γονατάς φλερτάρει με την ποίηση και τον υπερρεαλισμό ή το παράλογο δίχως να εγκλωβίζεται ποτέ στα όριά τους. Ο εξπρεσιονισμός, με τους εκπροσώπους του οποίου έχει εμπλακεί και μεταφραστικά, αρδεύει από τον δικό του δρόμο τον λόγο του, και μια και απαριθμούμε τις λογοτεχνικές του πηγές, θα ήταν σοβαρό ατύχημα να παραλείψουμε από τον κατάλογό μας τη γοτθική παράδοση και το φανταστικό. Σε όλα αυτές, όμως, τις επιδράσεις και τις επιρροές θα χρειαστεί να βάλουμε, όπως και με τον υπερρεαλισμό ή το παράλογο, τον περιορισμό ότι δεν μεταβάλλονται ποτέ στο έργο του σε αυστηρά οριοθετημένες ειδολογικές περιοχές, που βάζουν με προγραμματικό τρόπο τη σφραγίδα τους στην ταυτότητά του. Η ελευθερία της λογοτεχνικής πράξης συνιστά για τον Γονατά απαραίτητη και αναντικατάστατη προϋπόθεση εργασίας και μορφολογικής διεύρυνσης ή αναδημιουργίας. Ο τρόμος, επί παραδείγματι, που αποτελεί εκ των ων ουκ άνευ στοιχείο της γοτθικής παράδοσης, αποκτά γρήγορα στα κείμενά του μια παρωδιακή υφή, η οποία χωρίς να απεμπολεί παντελώς τη μήτρα της καταγωγής της, ανατρέπει τη σκηνή του κινδύνου και της απειλής, πάνω στην οποία παίζεται κατά τα ειωθότα το παιχνίδι της αδημονίας για την τελική έκβαση της πλοκής, και προωθεί αντ' αυτής ένα σύμπλεγμα λεπτών ειρωνικών αποχρώσεων, οι οποίες ζητούν από την προσοχή μας να μετακινηθεί από τα δρώμενα προς τη διαδικασία της γραφής τους, όπως και προς τα μέσα τα οποία επιστρατεύονται προκειμένου να σκηνοθετηθεί αποτελεσματικά ο αφηγηματικός μύθος. Και εδώ έχουμε, βεβαίως, μιαν άλλη όψη της κειμενικής εξάρθρωσης την οποία επιχειρεί στην πρόζα του ο Γονατάς: μιαν εξάρθρωση που θα συναντήσουμε και στη μέθοδο με την οποία εισάγει το φανταστικό στις ιστορίες του εφόσον ο συγγραφέας αντί να στήσει κάτι εξώφθαλμα υπερβατικό και μη πιστευτό, επιβάλλοντας στον αναγνώστη τη σύμβαση της αποδοχής του, αν θέλει να συνεχίσει μέχρι το τέρμα και να βγάλει τα όποια συμπεράσματά του, προτιμά να τον τοποθετήσει σε μια κατάσταση μεταξύ φθοράς και αφθρασίας, σε ένα μετέωρο “αναμεταξύ”, το οποίο πολλαπλασιάζει την προσδοκία του και τον καθιστά μέρος, αν μπορώ να το πω έτσι, της δράσης.

Σε μιαν εποχή (στά χρόνια αμέσως μετά την εμπειρία του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και του Εμφυλίου) κατά τη διάρκεια της οποίας το βάρος της πολιτικής και της Ιστορίας έπεσε με όλη του τη δύναμη στις πλάτες μιας γενιάς συγγραφέων οι οποίοι είχαν πολλούς ανοιχτούς λογαριασμούς όχι μόνο με την ιδεολογία (η διαμάχη τόσο της Αριστεράς όσο και των φιλελεύθερων με τους ενδοπαραταξιακούς τους αντιπάλους), αλλά και με την αισθητική (η πάλη με τις ολιγωρίες του αστικού μυθιστορήματος το οποίο προώθησε εν Ελλάδι η γενιά του '30), ο Γονατάς τράβηξε τον δικό του, πέρα για πέρα ανεξάρτητο δρόμο, ακολουθώντας μια τροχιά η οποία εγγράφεται σαφώς εκτός του ιστορικού του χρόνου. Έτσι, όμως, συμβαίνει συχνά με τη λογοτεχνία: κάποιοι αποσπώνται από το κυρίως σώμα της για να μορφοποιήσουν έναν εντελώς ξεχωριστό και ιδιότυπο χώρο, ο οποίος λειτουργεί παράλληλα ή και υπό τη σκιά των κεντρικών της παραμέτρων. Και από αυτή την άποψη, έχω την εντύπωση πως έχει έλθει ο καιρός για τον Γονατά να βγει από την αριστοκρατική σκιά του και να αναμετρηθεί με τα κριτήρια και τις αξίες ενός λογοτεχνικού αστερισμού (του αστερισμού των ημερών μας) ο οποίος μπορεί να καθρεφτιστεί ποικιλοτρόπως στο έργο του, αποκαλύπτοντας (είμαι βέβαιος γι αυτό) πλήθος καλά κρυμμένα μυστικά, καθώς και μιαν ολόκληρη σειρά από καινούργιες, αδιάγνωστες μέχρι τώρα σημασίες.
 
 
Βαγγέλης Χατζηβασιλείου

Ημ/νία δημοσίευσης: 4 Απριλίου 2007