Εκτύπωση του άρθρου

ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΑΡΘΑΛΙΤΗΣ

 

 

 

ΣΩΣΑΝΝΑ


Η θυγατέρα η τρυφερή κι ωραία του Χελκία
με σε παράδεισο κρυφό  για να λουστεί πηγαίνει.
Κοιτάζει μέσα απ’ τα κλαδιά των δέντρων η σελήνη
ακολουθώντας την κι αυτήν αργά καθώς βαδίζει.
Σκοτάδια υφαίνουν τα πυκνά φυλλώματα τριγύρω
θροώντας στη νυχτερινή την αύρα των ονείρων.
Την  ησυχία της βραδιάς ταράζουν κάπου-κάπου
οι γρύλοι κι θρηνητική κραυγή της κουκουβάγιας.
Μα μες τα σκότη ορθάνοιχτο το υδάτινο αγρυπνάει
μάτι της στέρνας από φως γεμάτο φεγγαρίσιο.
Σε πέτρινο αποθέτωντας τα  ρούχα της στασίδι
ολόγυμνη προς τη σιγή της κρήνης βηματίζει.
Με το γυμνό το πέλμα της ζητά να δοκιμάσει
πρώτα το χλιαρό νερό, π’ ασάλευτο κοιμάται,
κι έπειτα αργά βυθίζεται μες της δροσιάς τα μάγια.
Βαθιά αγαλίαση όλα της τα μέλη πλημμυρίζει 
λες κι η δροσιά στις φλέβες της  κρυφά ν’ αργοκυλάει.
Στα νάματα πως κολυμπά, θαρρεί, του παραδείσου
κι αδόκητο στα χείλη της χαμόγελο ανεβαίνει.
Μα ξάφνου ρίγος σύγκορμη τη διαπερνά και τρόμος
λες και τη βλέπουν πύρινα τα μάτια της λαγνείας.

Γιώργος Βαρθαλίτης

© Poeticanet


Ημ/νία δημοσίευσης: 4 Ιουνίου 2023