Εκτύπωση του άρθρου

 

EDUARD MÖRIKE

 

Τέσσερα ποιήματα 
Μτφ. Γιώργος Πολυχρόνης

© Poeticanet  

 

Λιγάκι προτού ξημερώσει 

Έτσι που είχα ξαπλώσει,
λιγάκι προτού ξημερώσει,
έψαλλε ξάφνου σιγανά
ένα χελιδόνι στα κλαδιά,
   λιγάκι προτού ξημερώσει:

«Άκου, και δώσε βάση:
ο καλός σ’ έχει ξεχάσει!
Καθώς σου τραγουδάω αυτά,
μιαν άλλην έχει αγκαλιά,
   λιγάκι προτού ξημερώσει».

Του λέω, αχ! να σιωπήσει,
κι αλλού να τραγουδήσει!
Σκέψεις, σκέψεις με ταράζουν – 
πίστη κι αγάπη όνειρο μοιάζουν
   λιγάκι προτού ξημερώσει.

(Ein Stündlein wohl vor Tag, 1837)

 

Ζωή και θάνατος

   Η ζωή το θάνατο ζητεί;
   Ή εκείνος πάει να την κυκλώσει;
Μπορεί το δείλι με τη χαραυγή
τα χέρια κάπου φιλικά να δώσει;

   Η νύχτα, στα μισά του δρόμου,
   των εραστών συμπονά το μαράζι:
«Αμήν!» ψιθυρίζουν, «Δική μου!» και «Δικό μου!»,
σαν τρέμουν, κι ο ένας τον άλλον αγκαλιάζει.

(Leben und Tod, 1829)

 

Προς την αγαπημένη

    Όταν πια η όψη σου βαθιά μ’ έχει χορτάσει,
και μ’ ευφραίνει σιωπηλά η θεία σου αξία,
τις σιγανές ακούω αναπνοές, μία προς μία,
του αγγέλου εκείνου, μέσα σου που ‘χει γλυκά φωλιάσει•

    κι ένα μειδίαμα, απορίας, στα χείλη μου σαν φτάσει,
ρωτώ – μην είναι όνειρο, μην πλάνη φαντασία,
πως, πια μ’ εσένα, η μόνη, η μοναχή μου επιθυμία,
μια για πάντα θα πραγματωθεί, θα ησυχάσει;

    Από βυθό τότε σ’ άλλο βυθό μου πέφτει ο νους,
και τις πηγές ακούω να κυλούν, που λεν τα καίρια,
τις μοίρες, κι ένα νύχτιο και μακρινό θεό.

    Σε νάρκη, λες, γυρνώ το βλέμμα μου στους ουρανούς:
ψηλά θωρώ να μου χαμογελούν όλα τ’ αστέρια•
στα γόνατα, αφουγκράζομαι το φωτεινό σκοπό.

(An die Geliebte, 1830)

 

[Στη Λουΐζα]

    Αλήθεια ‘ναι, παιδί μου, οι δυο μας σαν είμαστε χώρια,
ο πόθος μ’ οδηγεί σε όποιον δρόμο κι αν πλανιέμαι•
σε δάση, λόγκους κι ερημιές – παντού διαπερνιέμαι
από μιαν ανυπόμονη, φρενήρη στεναχώρια.

    Στην αγκαλιά σου! Ω, τι θαλπωρή που ‘ναι πανώρια!
Όμως κι εδώ ξανά απ’ τον πόθο τον παλιό τραβιέμαι,
και στ’ ουρανού τη σκαλωσιά, σε μέθη, λες, κρεμιέμαι,
και του παρόντος σβήνουνε τρεμουλιαστά τα όρια.

    Τότε θαρρώ συχνά: τούτη η ανήσυχη καρδιά,
απ’ την υπέρμετρη χαρά του έρωτα πνιγμένη,
δεν πρόκειται να βρει εδώ στη γη ποτέ γαλήνη•

    στο αιώνιο φως θα διαλυθεί κάθε πικρή οδύνη, 
κι όλοι οι πόθοι οι φλογεροί θε να βρεθούν χυμένοι – 
σα νέφη, σα τριαντάφυλλα – στα πόδια μας μπροστά!

(An Luise, 1830)

© Poeticanet  τα περιεχόμενα του poeticanet προστατεύονται από copyright


Ημ/νία δημοσίευσης: 16 Απριλίου 2019