Εκτύπωση του άρθρου


ΕΛΕΝΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑ

 

 

Δονήσεις
 

Καλά τα εδέσματα 
Άλμη του σταλακτίτη 
Του μελισσιού μόχθος γλυκύς 
Κρασιού φρέσκια γουλιά
Γουλιά το ηλιοβασίλεμα
Και λίγη χρονοσκόνη 
Τη θέα της θάλασσας 
Ηδονικά να συμπληρώνει.
Μα 
Της θύελλας το χυδαίο τακούνι
Στα βράχια πάνω χτύπησε. 
Θα βρέξει. Μπουρίνι θα γυρίσει.
Ο κόσμος τρέχοντας θα φύγει
Τις αστραποβροντές  
Στην ακροθαλασσιά 
Σ’εμάς θ’αφήσει.
Μόνο σ’εμάς τις σκοτεινές
Της ηδονής δονήσεις 
Θα κληροδοτήσει. 


Περιπέτεια
 

Εκείνες οι Ηλιόλουστες,
Αφρόλουστες Αφρόφουσκες 
οι αιμοβόρες σε καταδιώκουν
κι εσύ τρέχεις να ξεφύγεις
στο βούρκο πέφτεις μέσα
στην κινούμενη άμμο
λαχανιάζεις, σε φτάνουν,
στο λαιμό σου ρίχνονται 
σε κρατούν σφιχτά, ματώνεις,
δεν μπορείς να κινηθείς.

Μέχρι τ’ Αφεντικό να φτάσει 
για να σε δέσει, απ’το βούρκο 
να σε βγάλει, να σε σώσει, 
πάλι πίσω να σε σέρνει
και να σε γδέρνουν οι σκληρές 
του μαγκρόβιου δάσους 
οι άτεγκτες ρίζες.
Kαι να πηδάνε σα σκυλιά
πίσω από τ’ Αφεντικό
Ηλιόλουστες, Αφρόλουστες, Αφρόφουσκες 
Πεινασμένες,  ανελέητες 
Να χοροπηδάνε οι λέξεις.


Η καταιγίδα
 

Εκείνα τ’αγριολούλουδα 
Οι κίονες, τ’ανθέμια 
Ενθύμια οι  προτομές
Αγκαλιά με παπαρούνες φλογερές
Και τα στιλπνά ελαιόφυλλα
Φοβήθηκαν την καταιγίδα
Κι έμειναν βουβά, αλαφιασμένα
Εκείνα τα ωραία.

Κι όταν ο Σκηνοθέτης
Το κατάλαβε για να επέμβει
Εκείνα τα ωραία 
Τα θαλασσινά πετράδια
του κρύταμου απόκρυφες οσμές 
χτισμένες στις ξερολιθαριές
Ήταν αργά πια.

Μετά απ’την καταγίδα
Σαν να μην ήτανε ποτέ
Εκείνα τα ωραία.


Ημ/νία δημοσίευσης: 30 Νοεμβρίου 2018