Εκτύπωση του άρθρου

ADRIAN LESENCIUC

 

© Poeticanet

Επιμέλεια - Μετάφραση ΑΝΤΖΕΛΑ ΜΠΡΑΤΣΟΥ/ANGELA BRATSOU

 

O ADRIAN LESENCIUC, είναι πεζογράφος, δοκιμιογράφος και κριτικός λογοτεχνίας. Γεννήθηκε στο Câmpulung Moldovenesc, στις 21 Αυγούστου 1975. Διπλωματούχος καθηγητής πανεπιστημίου, έκανε το ντεμπούτο του στο περιοδικό Astra (1997). Εκδοτικό ντεμπούτο με την ανθολογία ποιημάτων Antifilosofia/Αντιφιλοσοφία, Εκδοτικός Οίκος Mesagerul, Cluj-Napoca, 1998. Συνεργάτης στα περιοδικά Libris, Tribuna, Contemporanul Ideea europeană, România literară, Ateneu. Αρχισυντάκτης του λογοτεχνικού περιοδικού Libris. Παρουσία του σε εκδόσεις, ανθολογίες και συλλογικούς τόμους που εκδόθηκαν στη χώρα και στο εξωτερικό (με κείμενα μεταφρασμένα σε περισσότερες από δέκα γλώσσες). Μετέφρασε οπτική ποίηση της Ana Maria Uribe  (Αργεντινή).

Είναι μέλος του τμήματος Braşov της Ένωσης Ρουμάνων Συγγραφέων από το 2000. Πρόεδρος αυτού του τμήματος από το 2013. Συγγραφέας εννέα τόμων ποίησης, έξι δοκιμίων/μελετών κριτικής και ιστορίας της λογοτεχνίας και πέντε μυθιστορημάτων. Έλαβε το Μεγάλο Βραβείο στον Εθνικό Διαγωνισμό Ποίησης "Octavian Goga", Cluj-Napoca (2017). Το βραβείο «Βιβλίο της Χρονιάς» στο Συνέδριο του Ρουμανικού Μυθιστορήματος, Alba-Iulia (2018), για το μυθιστόρημα Cimitirul eroilor/Το Κοιμητήριο των Ηρώων. Το μυθιστόρημα Limbile vântului/ Οι λαλιές του ανέμου ήταν υποψήφιο για τα Βραβεία της Ένωσης Ρουμάνων Συγγραφέων 2018.

 

ADRIAN LESENCIUC, poet, prozator, eseist şi critic literar român. S-a născut în Câmpulung Moldovenesc, la 21 august 1975. Profesor universitar abilitat.

Debut absolut în revista Astra (1997). Debut editorial cu volumul de versuri Antifilosofia, Editura Mesagerul, Cluj‑Napoca, 1998. Colaborator la publicaţiile Libris, Tribuna, Contemporanul. Ideea europeană, România literară, Ateneu. Redactor-şef al revistei literare Libris. Prezent în publicații, antologii şi volume colective publicate în ţară şi străinătate (cu texte traduse în peste zece limbi). A tradus din Ana Maria Uribe (Argentina) poezie vizuală. Este membru al filialei Braşov a Uniunii Scriitorilor din România din 2000. Preşedinte al filialei din 2013. Autor a nouă volume de versuri, șase eseuri/ studii de critică și istorie literară și cinci romane. A primit Marele Premiu la Concursul Naţional de Poezie „Octavian Goga”, Cluj‑Napoca (2017); Premiul „Cartea Anului ” la Colocviul Romanului Românesc, Alba‑Iulia (2018), pentru romanul Cimitirul eroilor. Romanul Limbile vântului a fost nominalizat la Premiile Uniunii Scriitorilor din România pe anul 2018.

 

 

 

εξομολογήσεις

 

(από το σε διαμόρφωση  ανθολόγιο Canon la spovedanie/ Έπιτίμια κατά τήν ἐξομολόγηση )


***
ένα άσχημο κοριτσάκι
κυνηγάει μια άσχημη γάτα
η γάτα αποχωρεί λυγιστή
και μετά γυρίζει και την κοιτάει στα μάτια
κάτω από τα πεσμένα μουστάκια της
σαν να χαμογελάει
το κοριτσάκι χαμογελάει με τα μάτια
ο ουρανός γίνεται λαγαρός ξαφνικά
μόνο η ψυχή μου μένει θολή 
με το φίλτρο του μίσους ρυθμισμένο σε "on"

***
προσεύχομαι να μην ακούω
το θελκτικό άσμα της κοιλάδας 
όπου έφτασε αυτός
που του επαγγέλθηκε η αιώνια νιότη
και μήτε να ακούω μέσα στην ψυχή μου τον ήχο της βροχής  
που μπάζει από την τρύπα της ξύλινης σκεπής  
γιατί γεννήθηκα με μια τέτοια τρύπα
μπαλωμένη με προσευχές
προσεύχομαι να μη με πιάσει το άχτι να βάζω πλώρη
για τη γη όπου τα γουρούνια τρώνε χαρούπια
και οι χοιροβοσκοί υποφέρουν από την πείνα
να ’χω μονάχα τη δύναμη μετάνοιας του πεινασμένου
προσεύχομαι ακόμη και να έχω την δύναμη να προσευχηθώ 
όταν επιστρέφει σπίτι ο αδερφός μου  
και τσιτσιρίζει το μύρισμα του τσιτωμένου μοσχαριού
και ο φθόνος μέσα στην ψυχή μου
ανήμπορος να χαραμιστεί

***
μπορείς να παρατάς τη μάσκα
μου διαβίβασαν οι αρχές
και παράτησα πρώτα εκείνη
με πολλαπλά στρώματα
για να με προστατέψει από τα ορατά και τα αόρατα
μετά έριξα όλες τις μάσκες του φόβου
και τις μάσκες φτηνής ημερήσιας δραματουργίας 
ακόμα κι εκείνη του στοργικού γιου
πέταξα από τα χείλη μου το χαμόγελο που αντικαθιστά
την αδυναμία
παράτησα το πρόσωπο ταπεινού που λέει
ότι μπορεί να δίνει άφεση στους εχθρούς του
έβγαλα όλες τις μάσκες
της δικαιοσύνης με κάθε κόστος είχε κολλήσει καλά πάνω  στη σάρκα μου
και την τράβηξα αιμορραγώντας
δεν ξέρω πώς δείχνω
και φοβάμαι να δω τον εαυτό μου
στην γύμνια της ψυχής μου
όπως στη Φοβερή Κρίση

***
ξεκόλλησα από το σταυρό το σώμα του Εσταυρωμένου  
να γίνει η Ανάληψή Του
στο ξύλο του τα ίχνη του κορμού Του έμειναν σαν τρύπες,
κενά τα σημάδια από τους βραχίονες και φάρδυναν οι πληγές από τα καρφιά 
έναν σταυρό με λιγότερο ξύλο
κουβαλάω τώρα
αλλά το κενό του υπάρχει και στην ψυχή 
και στα λόγια μου

***
δεν έχω άνθρωπο, φώναξα
δεν έχω άνθρωπο να με ρίξει στον λουτήρα
οι γονείς μου έχουν ήδη αρχίσει να ανεβαίνουν το ύψωμα του Γολγοθά
πρώτα η μάνα μου που κάθισε μετά το τρίτο από τα εναέρια τελώνια
εκεί που περίμενε τον μπαμπά μου 
έτσι ήταν πάντα εκείνοι, πολύ βιαστικοί
οι δάσκαλοί μου συνεχίζουν να σπρώχνουν στα ύδατα
τους νέους που δεν ξέρουν ακόμα από τί θα πρέπει να θεραπευτούν
ενώ εγώ δεν έχω ούτε αρκετή βούληση, ούτε δύναμη, ούτε πίστη 
αρκετή για να αφήσω το κρεβάτι μου και να πηδήξω μόνος μου
κάθομαι να ατενίζω αβοήθητος τα νερά 
και την ηρεμία των λυτρωμένων
γράφω για να γιατρευτώ 
αλλά οι κριτικοί πατούν πάνω στα γραπτά μου
χωρίς να βραχούν
σαν ἐπὶ τὴν θάλασσαν περιπατοῦντα 
μόνο μερικές φορές όταν το Πνεύμα κάνει να χάσει τον ειρμό του το κείμενό μου
μπορώ να ψελλίσω
την προσευχή εις του πανάγιου ονόματός Του

***
άφες ημίν, τους παραλύτες του λόγου, ταις αμαρτίαις ημών
και κατέβασέ μας από την κλίνη των προσωπικών μας κειμένων
ξεκόλλησε από μας το πανί από χαρτί
και απελευθέρωσέ μας από τη συγγραφική αλαζονεία
παρόλο που θα βρεθούν γραμματείς και λογοτεχνικοί Φαρισαίοι
που να ρωτήσουν
ποιος είναι αυτός που συγχωρεί αυτό που είναι ασυχώρετο
και σε αυτόν τον κόσμο
και στη λογοτεχνία

***
οι εκκλησίες έγειραν αριστερά
με τόσες γυναίκες μέσα τους
είναι σαν παρασυρμένα σκάφη 
έσπευσαν κάποιοι να πουν 
είναι σημάδι ότι πρέπει να πάμε αριστερά
είπαν άλλοι, εξίσου βιαστικοί και υπολογιστές
αλλά το ελαστικό δάπεδο λύγισε ελαφρά
και έριξε τη δεξιά μεριά προς τον τρούλο
έκλεισα τα μάτια για να μην ενοχλήσω
την συνέλευση στο βουνό
και άπλωσα τα χέρια μου
προς τα μαλακά πέλματα
των αγγέλων
ξέρω ότι θα πέσω όπως απ’ την ξύλινη κούνια της παιδικής ηλικίας μου
για να παριστάνω στους άλλους την ανάληψη  
αλλά αφήστε με να χαρώ σήμερα
αυτή την Μεταμόρφωση

***
ποιον θα ψήφιζες αν γίνονταν εκλογές σήμερα;
με ρωτάει ο νους μου
ενώ προσεύχομαι
προσεύχομαι
το σώμα μου προσεύχεται
σκυμμένο πάνω από κείμενα
με τον Κύριο
λέω
και λέω ψέματα
λέω ψέματα δίχως να ξέρω αν λέω ψέματα
γιατί το σώμα μου λυγίζει
ενώ ο νους ξεφεύγει μέσα από ερωτήσεις
από την ίδια την κατάσταση της ανάκρισης
νιώθω ότι χρειάζομαι ένα διάλειμμα
να ευθυγραμμίσω το σώμα με το μυαλό μου
στο καθημερινό δημοψήφισμα 

***
τα ύδατα του Ιορδάνη να πλύνουν τα νερά του κειμένου
και οι αμαρτίες του ας φύγουν
στην έρημο της Ιουδαίας
ας πάει ο συγγραφέας

τα ύδατα του Ιορδάνη να πλύνουν τον καμβά της σελίδας
και να παρουσιάσει στον κόσμο από διαφορετικό πρίσμα
την λογοτεχνία

 

spovedanii
***


o fetiță urâtă
urmărește o pisică urâtă
pisica se îndepărtează tupilat
apoi se întoarce și-o privește în ochi
pe sub mustățile pleoștite
pare să zâmbească
fetița zâmbește cu ochii
cerul se înseninează brusc
numai sufletul meu rămâne în cețuri
cu filtrul urâciunii setat pe „on”

***
mă rog să n-aud 
cântecul îmbietor al văii
în care a ajuns cel
căruia i s-a promis tinerețea veșnică
și să n-aud nici sunetul ploii din suflet
căzute prin gaura din șindrilă
căci m-am născut cu o astfel de gaură
care se peticește cu rugăciuni
mă rog să nu m-apuce duca
spre ținutul în care porcii mănâncă roșcove
iar porcarii rabdă de foame
ci doar puterea de căință a înflămânzitului
și mă mai rog să mă pot ruga 
când fratele se întoarce acasă 
și sfârâie mireasma vițelului încins
și invidia din sufletul meu
incapabil de risipire

***
poți renunța la mască
mi-au transmis autoritățile
și am renunțat mai întâi la cea 
cu multiple straturi
care să mă protejeze de văzute și nevăzute
apoi am renunțat la toate măștile fricii
și la măștile dramaturgiei ieftine de peste zi 
chiar și la cea de fiu iubitor
am aruncat de pe față zâmbetul care ține 
loc de neputință
am renunțat la fața smeritului care zice
că poate să-i ierte pe dușmanii săi
am dat jos toate măștile 
a dreptății cu orice preț se lipise bine de carne
și am smuls-o sângerând 
nu știu cum arăt
și mi-e teamă să mă văd 
în goliciunea sufletului
ca la înfricoșata judecată

***
am dezlipit trupul Răstignitului de pe cruce
să se înalțe
în lemnul ei urmele torsului au rămas scobituri
și urmele brațelor goluri și găurile cuielor s-au lărgit
o cruce cu mai puțin lemn
port acum
dar golul ei e și-n suflet
și-n cuvintele mele

***
nu am om am strigat
nu am om să mă arunce în scăldătoare
părinții mei au pornit deja să urce dealul căpățânii
- mai întâi mama care s-a așezat după a treia vamă
unde l-a așteptat pe tata –
așa au fost ei dintotdeauna prea grăbiți
dascălii mei continuă să împingă în ape 
tinerii care încă nu știu de ce ar trebui să se vindece
iar eu nu am nici destulă voință nici putere nici credință
cât să-mi las patul și să mă arunc singur
stau să contemplu neputincios apele
și liniștea celor izbăviți
scriu să mă vindec
dar criticii calcă peste scrisul meu
fără să se ude
ca și cum ar păși peste ape
doar uneori când Duhul îmi tulbură textul
pot să îngăim 
rugăciunea preasfântului Său nume

***
și ne iartă nouă paralitici ai cuvântului păcatele
și ne coboară de pe patul propriilor texte
dezlipește de noi pânza hârtiei
și ne lasă liberi de trufie auctorială
chiar dacă se vor găsi cărturari și farisei literari
care să întrebe
cine e cel ce iartă ceea ce nu are iertare
nici în lumea aceasta 
nici în literatură

***
bisericile s-au lăsat pe stânga
de atâtea femei
sunt ca niște nave în derivă
s-au grăbit unii să spună
e semn că trebuie să o luăm spre stânga
au zis alții la fel de grăbiți și interesați
dar podeaua elastică s-a curbat ușor
și a proiectat dreapta spre cupolă
am închis ochii să nu tulbur
adunarea de pe munte
și mi-am întins mâinile 
spre tălpile moi
ale îngerilor
știu că voi cădea ca pe leagănul de lemn al copilăriei
pentru a proiecta altora înălțarea 
dar lăsați-mă să mă bucur azi 
de această Schimbare la Față

***
cu cine ai vota dacă ar fi azi alegeri
mă întreabă gândul
în timp ce mă rog
mă rog
trupul se roagă
aplecat peste texte
cu Domnul 
zic
și mint
mint neștiind dacă mint
căci trupul se apleacă 
în timp ce mintea evadează prin întrebări
din însăși starea de întrebare
simt că am nevoie de o pauză
să-mi aliniez trupul și mintea 
la plebiscitul de fiecare zi

***
apele Iordanului să spele apele textului
și păcatele lui ducă-se
în pustiul Iudeii
ducă-se autorul

apele Iordanului să spele pânza paginii
și să înfățișeze lumii în altă lumină
literatura
(din volumul în lucru Canon la spovedanie)

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


Ημ/νία δημοσίευσης: 31 Οκτωβρίου 2023