Εκτύπωση του άρθρου


Χρήστος Χρυσόπουλος

SCRIPTORIUM

Αυτή η στήλη επιχειρεί να μιλήσει για τις δημοφιλείς μεταφορές της γραφής


__________________________________________________________________________________________

1.

Λογοτεχνία και παραφροσύνη


When Kafka allows a friend to understand that he writes because otherwise he would go mad, he knows that writing is madness already. His madness. Madness against madness, then. But he believes that he masters the one by abandoning himself to it.[1]

Madness is inscribed into the history of Cogito at two levels. First, throughout entire philosophy of subjectivity from Descartes through Kant, Schelling and Hegel, to Nietzsche and Husserl, Cogito is related to its shadowy double, pharmakon, which is madness. Second, madness is inscribed into the very (pre)history of Cogito itself, it is part of its transcendental genesis.[2]


Όνομα / Απόφανση / Ταξινόμηση

Όταν ξεκινάμε να σκεφτούμε τη λογοτεχνία, η σκέψη μας τοποθετείται -σχεδόν αυτομάτως- εντός συγκεκριμένων αφετηριακών κατηγοριών, είτε πρόκειται για ειδολογικές ταξινομήσεις (π.χ. «αυτό είναι ένα ποιήμα» ή «τώρα θα διαβάσω ένα μυθιστόρημα»), είτε πρόκειται για τις θέσεις εκφοράς (π.χ. «μιλάει ως ποιητής» ή «αυτά συμβαίνουν στα μυθιστορήματα»...κλπ). Σε κάθε περίπτωση, οτιδήποτε σκεφτόμαστε ή «κάνουμε» γύρω από τη λογοτεχνία πρέπει να τοποθετείται στην εκάστοτε «σωστή» κατηγορία και η εν λόγω ταξινόμηση γίνεται, βεβαίως, με τη χρήση αποφάνσεων, δηλαδή ονομάτων: «τι είναι τι». Με αυτόν τον τρόπο κάθε ανάγνωση εγκαθιδρύει μια σχέση με τον υπάρχοντα κόσμο.


Εκκοσμίκευση


Εντούτοις, εδώ υπάρχει μια διαφορά: ετούτη η «εκκοσμίκευση» δεν είναι μονόδρομη. Η γλώσσα δεν ονομάζει απλώς το αντικειμενό της. Η πράξη της ονοματοδότησης (είτε κάποιος ονομάζει, είτε ονομάζεται) επηρρεάζει το ίδιο το υποκείμενο. Ας το πούμε διαφορετικά με ένα αναγνωστικό παράδειγμα: αν κάποιος διαβάσει σε ένα κείμενο τη λέξη «σχιζοφρενής» και για κάποιον λόγο «δει τον εαυτό του» μέσα σε αυτόν τον χαρακτηρισμό (όπως βεβαίως «ορίζεται» εντός του συγκεκριμένου κειμένου), τότε ο ίδιος ο αναγνώστης έχει πλέον «αλλάξει». Δεν είναι πια ο «ίδιος» αναγνώστης της προηγούμενης παραγράφου. Ούτε διαβάζει το κείμενο (ή αν θέλετε «συμμετέχει του κειμενικού κόσμου») όπως πριν. Με αυτό τον τρόπο ξετυλίγεται μια εκάστοτε «ιστορία της ανάγνωσης». Βεβαίως το ίδιο (ή μάλλον κάτι ανάλογο) συνέβη κατά τον χρόνο της συγγραφής στον συγγραφέα που επέλεξε να χρησιμοποιήσει τη λέξη «σχιζοφρενής». Αντιστοίχως ξετυλίγεται μια «ιστορία της γραφής». Να λοιπόν με ποιον τρόπο η λογοτεχνία δίνει αφορμές για λογής δημοφιλείς απόψεις όπως: «το κείμενο αυτονομείται», «τα λογοτεχνικά πρόσωπα αποκτούν μια δική τους ζωή», «η πλοκή σε πάει εκεί όπου θέλει η ίδια»... κλπ. Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για τη μεταφορά ενός είδους «παράδοσης» (surrender) ή, καλύτερα, για την εκχώρηση κάποιου δικαιώματος στην εκφορά. Το ερώτημα εδώ είναι: ποια συνθήκη ορίζει αυτό το πεδίο των αποφάνσεων που συνιστά κάθε φορά το κείμενο; Δηλαδή, με ποιον τρόπο ένα όνομα συνδέεται με το αντικείμενο που ονομάζει στον πραγματικό κόσμο; Με ποιον τρόπο θα ορίσουμε αυτό που πιο πάνω ονομάσαμε «εκκοσμίκευση»;[3]


Θέση εκφοράς

Αν δεχτούμε ότι μια απόφανση που εκφέρεται εντός ενός άρτιου κόσμου μυθοπλασίας οφείλει να είναι συστηματική και συνεκτική εντός των ορίων της για να είναι λειτουργική[4], τότε ένας ομιλητής (ας τον ονομάσουμε: ενδοκειμενικό) μιλά εντός της επικράτειας ενός κειμένου, υπό τις ίδιες συνθήκες επάρκειας, υπό τις οποίες ο συγγραφέας μιλά για τον κόσμο από τη θέση ενός υπερκείμενου (εξωκειμενικού) αποφαντικού συστήματος[5]. Στη βάση αυτής της διαβεβαίωσης, ο λόγος του ενδοκειμενικού ομιλητή (ό,τι ισχυρίζεται εντός του κειμένου) θα έπρεπε να είναι συγγενής προς τη μυθοπλασία (ό,τι γράφει ο συγγραφέας στον αντικειμενικό κόσμο), γιατί ο ενδοκειμενικός ομιλητής κατασκευάζει εναρκτήριες υποθέσεις, όπως ο συγγραφέας κατασκευάζει αυθαίρετους κόσμους (fictional worlds), και συνεπώς ο ομιλητής είναι, υπό μια έννοια, ένας λειτουργός -όχι μόνο της μυθοπλασίας εντός της οποίας ομιλεί- αλλά και της «υπερκείμενης» γραφής που τον υποστασιοποιεί. Με αυτό τον τρόπο, ο ενδοκειμενικός ομιλητής «εξέρχεται» του κειμένου και αποκτά παρουσία στον αντικειμενικό κόσμο. Δηλαδή αλλάζει θέση εκφοράς (position of utterance). Εκ παραλλήλου, ο συγγραφέας βρίσκεται μεν στον πραγματικό κόσμο, αλλά ο λόγος του δεν είναι άμεσος (όπως του ενδοκειμενικού ομιλητή), διότι πάντοτε (ακόμα και όταν ο συγγραφέας γράφει σε πρώτο πρόσωπο) μεσολαβείται από τη γραφή, δηλαδή «κειμενικοποιείται» (textualization). Ο λόγος του συγγραφέα δεν εκφέρεται αμέσως ως ομιλία, αλλά μόνο μέσω μιας αφήγησης που εκπορεύεται από κάποιο πρόσωπο. Αντιθέτως, ο ενδοκειμενικός ομιλητής δικαιούται (εντός της μυθοπλασίας) να αξιώσει τη διατύπωση αυθύπαρκτων προτάσεων (δηλαδή προτάσεων που θα υπήρχαν ακόμα κι αν ο υπερκείμενος συγγραφέας δεν τις διατύπωνε), ή συνεπαγωγών που ισχύουν ακόμα και προτού επισημανθούν.


Σήμανση


Επομένως, η αντιστοιχία του λόγου προς τον κόσμο, δηλαδή η σήμανση (signification), αυτό που συνιστά την ουσία του ονόματος, έχοντας σε κάθε περίπτωση ως αναγκαία συνθήκη την ύπαρξη του προσώπου[6], ισχύει μεν αμφίδρομα, και όχι μόνον κατά την εισαγωγική της φορά, αλλά αντιστρεφόμενη παίρνει άλλη τιμή[7]: ο λόγος του συγγραφέα και ο λόγος του ενδοκειμενικού ομιλητή είναι διαφορετικής οντολογικής τάξης. Αυτή η τελευταία διαπίστωση υποδεικνύει ότι η λογοτεχνία διατηρεί την αξίωση μιας (έστω ειρωνικής[8]) επιστημολογίας, δηλαδή τη φιλοδοξία να μιλά για τον κόσμο έχοντας τη δυνατότητα να προβαίνει σε κρίσεις, και να απορρίπτει ό,τι δεν ικανοποιεί τις λογικές της προδιαγραφές με την πεποίθηση ότι απορρίπτει ένα σφάλμα. Αλλά με μια σημαντική υπόδειξη: η αντίστροφη διαδρομή δεν είναι ούτε κατά προσέγγιση δυνατή. Η φαινομενολογική κίνηση [κείμενο > κόσμος] δεν ομοζυγεί με την αντίστροφη [κόσμος > κείμενο]. Για να το πούμε αλλιώς: η πραγματικότητα της λογοτεχνίας δεν είναι ποτέ απολύτως θεωρητικοποιήσιμη.


Αποφυγή

Να, λοιπόν, μια ανακουφιστική κατάληξη για τη θεωρία της λογοτεχνίας: μπορούμε να αποφύγουμε τη λογοτεχνία, αλλά είναι αδύνατον να την «συνετίσουμε». Το ίδιο συμβαίνει με τη γλώσσα και τα ονόματα: από τη στιγμή που θα καταφύγουμε στη χρήση τους, είναι αναπόφευφκτο να καταστούμε (σε κάποιον βαθμό) υποχείριά τους. Είναι ετούτη η εκχώρηση του δικαιώματος να νοηματοδοτούμε τον κόσμο, που σε πολλές περιπτώσεις φέρνει τη λογοτεχνία κοντά στο λεξιλόγιο της παραφροσύνης, εξομοιώνοντας τη γραφή με την κατάσταση κάποιας υποβολής (subjection)[9]. Μιλώντας με ψυχιατρικούς όρους, και αποδεχόμενοι τη μεταφορά ανάμεσα στην τρέλλα και στη γραφή, θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για «πρώην ασθενείς που βοηθούν μελλοντικούς ασθενείς να τρελλαθούν»[10]. Αυτό που απομένει ως διαπίστωση, είναι πως μερικοί άνθρωποι τυχαίνει να συμπεριφέρονται και να εμπειριώνουν τον εαυτό τους και τους άλλους (experience themselves and others) με τρόπους που είναι παράξενοι και ακατανόητοι για την πλειοψηφία των ανθρώπων. Ή συχνά ακόμα και για τους ίδιους[11].



[1] Maurice Blanchot, The Writing of the Disaster (LEcriture du désastre), μετ. Ann Smock, University of Nebraska Press, 1984, σελ. 43.

[2] Jacques Derrida, «Cogito and the history of madness», στο Writing and Difference, Chicago: The University of Chicago Press 1978.

[3] Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα θα υπεδείκνυε και μια απάντηση στο γιατί, για ποιον λόγο, με ποια επιδίωξη, προστρέχουμε στη λογοτεχνία.

[4] Όπως κι αν ορίζεται η λειτουργικότητα: αληθοφάνεια, πειστικότητα, σαφήνεια... κλπ.

[5] Το οποίο (ακριβώς λόγω της παραπάνω υποσημείωσης) αποφεύγουμε σκοπίμως να ονομάσουμε μόνο «λογικό» σύστημα.

[6] Το κείμενο / η μυθοπλασία δεν συνιστούν αυτόνομο λόγο. Στο κείμενο / στη μυθοπλασία, ο λόγος αποδίδεται σε κάποιον ενδοκειμενικό ομιλητή / στον συγγραφέα. Είναι αδύνατον να σκεφτούμε την φαινομενολογία της λογοτεχνίας απόντος του υποκειμένου.

[7] Ενώ είναι «αμφίδρομη» δεν είναι «αμφίμετρη».

[8] Με την έννοια που αποδίδει στην ειρωνεία ο Richard Rorty (Ρορτιανή ειρωνεία):

[9] Βλ. για παράδειγμα τα motti των Blanchot και Derrida.

[10] R. D. Laing, Wisdom, Madness and Folly. London, Macmillan, 1985.

[11] Ό.π.


Ημ/νία δημοσίευσης: 30 Ιανουαρίου 2009